8.10.22

ΣΟΝΙΑΣ ΕΥΘΥΜΙΑΔΟΥ-ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΟΥ: Περί καλοσύνης…


ΟΔΟΣ εφημερίδα της Καστοριάς

«Το ζύγιασμα της καλοσύνης

Η καλοσύνη δεν έχει έλλογη θεμελίωση, δεν έχει επιχειρήματα, είναι άνευ λόγου. Είναι μόνο πάντοτε επείγουσα, δεν σηκώνει αναβολή, αν δεν γίνει τώρα, μπορεί μετά από λίγο να είναι αδυσώπητα αργά… Η πράξη της καλοσύνης έχει μια μυστική μεταμορφωτική δύναμη που αλλάζει τα πάντα μέσα μας, ακόμη και όταν οι συνθήκες του βίου μένουν ίδιες. Τίποτε δεν είναι πια ίδιο στη ζωή, “σαν ηύρε το ζύγιασμα της καλοσύνης” (Σεφέρης)»…

Στ. Ζουμπουλάκης


Υπάρχει ένα βιβλίο που θεωρείται αριστούργημα, ένα βιβλίο που κατατάσσεται στα δέκα βιβλία που πρέπει να διαβαστεί από κάθε άνθρωπο πάνω στη γη. Είναι το «Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος», του Πρίμο Λέβι, «αυτού του μικρόσωμου, επιμελούς, αθόρυβου χημικού», που βρέθηκε σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως στα ζοφερά χρόνια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, και κατά τον Φίλιπ Ροθ και πάλι «ανέλαβε σταθερά να υπενθυμίζει τη γερμανική κόλαση» σε όλους μας, ώστε να μην συμβεί ποτέ ξανά.

Περιγράφει, λοιπόν, ο Πρίμο Λέβι τα φρικτά τεκταινόμενα στο Άουσβιτς, όπου η πλειονότητα των ανθρώπων γύρω του ενδιαφέρεται, όχι κυρίως, όχι πρωτίστως, αλλ’ αποκλειστικά, να καταφέρει να επιβιώσει. Φαίνεται φυσιολογικό αυτό, αλλά δεν είναι, για έναν και μόνο λόγο: επειδή, ανάμεσα στο μεγάλο πλήθος που αγωνίζεται για τη ζωή του χωρίς να ενδιαφέρεται καθόλου για τον τρόπο, δίχως να νοιάζεται αν ο τρόπος του είναι ηθικός ή ανήθικος, υπάρχουν και κάποιοι, ελάχιστοι, που παραμένουν άνθρωποι, θεωρώντας δευτερεύον αν θα επιζήσουν ή όχι. Ο Πρίμο Λέβι περιγράφει τον άνθρωπο που αυτός συνάντησε στο Άουσβιτς - αξίζει να τον γνωρίσουμε:

«Σε αυτόν τον κόσμο που τον συγκλόνιζαν κάθε μέρα όλο και πιο βαθιά οι δονήσεις του επερχόμενου τέλους, μέσα σε καινούργιους φόβους και ελπίδες και σε περιόδους άγριας σκλαβιάς, συνέβη να συναντήσω τον Λορέντσο.
Η ιστορία της σχέσης μου με τον Λορέντσο είναι μακριά και σύντομη μαζί, απλή και αινιγματική∙ είναι η ιστορία μιας εποχής και μιας κατάστασης που είναι άγνωστες στην πραγματικότητα του σήμερα, και γι’ αυτό νομίζω ότι μπορεί να γίνει κατανοητή μόνο όπως γίνονται κατανοητά τα γεγονότα του μύθου και της ιστορίας.
Με λίγα λόγια η ιστορία συνοψίζεται στο εξής: ένας Ιταλός πολίτης μου έφερνε ένα κομμάτι ψωμί και τα περισσεύματα του συσσιτίου του κάθε μέρα επί έξι μήνες∙ μου χάρισε μια δική του φανέλα γεμάτη μπαλώματα∙ έγραψε στην Ιταλία μια κάρτα για μένα, και μου έδωσε την απάντηση. Για όλατά, δεν ζήτησε και ούτε δέχτηκε καμία ανταμοιβή, γιατί ήταν καλός και απλός, και δεν πίστευε ότι κάνουμε καλό για να ανταμειφθούμε.
Όλα αυτά είναι πιο σημαντικά απ’ ό,τι ίσως δείχνουν [...]. Εάν μπορεί να έχει κάποιο νόημα να προσδιορίσω τις αιτίες για τις οποίες η ζωή μου, ανάμεσα σε τόσες άλλες ισάξιες, άντεξε στη δοκιμασία, νομίζω ότι στον Λορέντσο οφείλω το ότι σήμερα είμαι ζωντανός∙ όχι τόσο πολύ για την υλική του βοήθεια αλλά γιατί σταθερά μου υπενθύμιζε με την παρουσία του, με τον ήρεμο και απλό τρόπο της καλοσύνης του ότι εξακολουθούσε να υπάρχει ένας κόσμος δικαιοσύνης έξω απ’ τον δικό μας, ότι υπήρχε κάτι και κάποιος αληθινός και ακέραιος, κάποιος που δεν έχει διαφθαρεί και αποκτηνωθεί, κάποιος ξένος προς το μίσος και τον τρόμο, κάτι που δύσκολα μπορεί να οριστεί, σαν μια ξεχασμένη δυνατότητα του καλού, που άξιζε να την κρατήσουμε ζωντανή. 
Τα πρόσωπα αυτής της ιστορίας δεν είναι άνθρωποι. Η ανθρώπινη υπόσταση τους (σ.σ.: των υπεύθυνων του στρατοπέδου και των κρατουμένων) θάφτηκε ή αυτοί οι ίδιοι την έθαψαν κάτω από το βάρος της προσβολής που δέχτηκαν ή έστρεψαν στους άλλους. Οι Ες Ες, μοχθηροί και ανόητοι [...], όλες οι βαθμίδες της παρανοϊκής ιεραρχίας που επέβαλαν οι Γερμανοί, παράδοξα ενωμένες έπλεκαν μέσα μας τη σκοτεινή απελπισία.
Αλλά ο Λορέντσο ήταν άνθρωπος∙ άνθρωπος ακέραιος και αμόλυντος που δεν ανήκε σ’ αυτόν τον κόσμο της άρνησης. Χάρη στον Λορέντσο δεν ξέχασα ότι κι εγώ είμαι ένας άνθρωπος». 

Διαβάζοντας για τον Λορέντσο, που, με την καλοσύνη του και μόνο, στάθηκε για τον Πρίμο Λέβι ο στυλοβάτης του κι η νησίδα της σωτηρίας του, όλοι ευχόμαστε από το βάθος της ψυχής μας να έχουμε στη ζωή μας έναν Λορέντσο, όχι μόνο για να μας στυλώνει, αλλά για να ‘ναι ο οδοδείκτης μας, όσο χρονών και αν είμαστε, όπως κι αν είναι η ζωή μας…
Και δε σας κρύβω πως η δική του περίπτωση, που θέλησα αμέσως να μοιραστώ μαζί σας, στάθηκε η αφορμή να γράψω κάτι για την καλοσύνη, αυτό το αγαθό που δείχνει να λιγοστεύει ολοένα και περισσότερο, αλλά που πιστεύω πως δε θα λείψει ποτέ από τη γη, γιατί πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι καλοί, που θα σκορπίζουν γύρω τους την καλοσύνη που φωλιάζει μέσα τους, χωρίς μάλιστα να περιμένουν καμία ανταμοιβή. Όπως έκανε κι ο Λορέντσο… 

«[...] Αυτό που επιβιώνει είναι τα λόγια, και μάλιστα τα καλά λόγια. Αυτό που ζεσταίνει την ύπαρξη και τη θεραπεύει είναι η δύναμη να βρεις μέσα στο απόλυτο σκοτάδι την καλοσύνη να δεις τη διαδρομή αυτού που σε κοιτάζει. Να δώσεις ένα στασίδι ανάπαυσης μέσα από τον λόγο, να μπορέσει ο άνθρωπος να ξαποστάσει μέσα στη γλύκα της προσμονής και της αποδοχής. Άλλωστε, όπως γράφει ο Χατζόπουλος, “ζούσε κάποτε ένας σοφός που είπε ότι ο ανθρώπινος πολιτισμός άρχισε από τότε που ένας άνθρωπος φρόντισε την πληγή του άλλου”.  Σήμερα που ο ανθρώπινος πολιτισμός δείχνει τα όριά του, κανείς δεν εντυπωσιάζεται με τις κατακτήσεις. Η θερμότητα προκύπτει από τη δύναμη να παραμείνουμε ζωντανοί μέσα στο τραύμα μας. Διότι τελικά οι πληγές, οι δικές μας και των άλλων, είναι οι μόνες που έχουμε για να φροντίσουμε».
Μαριαλένα Σπυροπούλου, 
Καθημερινή, 30/1/22

«Το κακό κραυγάζει και θορυβεί, αλλά η καλοσύνη σωπαίνει, είναι κρυμμένη, απλώνει το χέρι χωρίς λόγια. Οι δίκαιοι στη Νυαμάτα (αναφέρεται στη σφαγή -από τους Χούτου, με την τεράστια ευθύνη της Γαλλίας- των Τούτσι στην κοινότητα Νυαμάτα, την άνοιξη του 1994, όπου από 59.000 Τούτσι, επί συνόλου 119.000 κατοίκων, φονεύτηκαν οι 50.000) ήταν λίγοι. Ε, λοιπόν, ναι, εκεί μέσα σε αυτή την κόλαση υπήρξαν Χούτου, λίγοι, (ελάχιστοι, που με κίνδυνο της ζωής τους έσωσαν Τούτσι), χάρις σε αυτούς τους λίγους όμως μπορεί η ζωή και συνεχίζεται ανθρωπινά. Αυτοί οι λίγοι –η μικρά ζύμη– φυλάνε μια αχανή και ανεξερεύνητη χώρα, τη χώρα της καλοσύνης. Η χώρα τούτη μένει στο μεγαλύτερο μέρος της άγνωστη: ο δίκαιος είναι κρυμμένος μέσα στον διπλανό μας», έγραψε, μεταξύ άλλων, ο Σταύρος Ζουμπουλάκης στο άρθρο του «Η αχανής χώρα της καλοσύνης» (Καθημερινή, 28/4/2021), γνωρίζοντάς μας άλλο ένα παράδειγμα όπου ανθεί η καλοσύνη σ’ ένα τοπίο ζοφερό, που όλα τα σκιάζει η κακία κι η απανθρωπιά. 

Αφήσαμε για το τέλος δύο βασικά ερωτήματα, σχετικά με το θέμα που μας απασχολεί. Το πρώτο είναι πώς γίνεται να είναι κανείς καλός ανάμεσα σε κακούς που τον τριγυρίζουν. Στα εξήντα μου έχω καταλήξει πως είναι ζήτημα αδυναμίας, αυτό πιστεύω ακράδαντα! Το λένε οι δύο τελευταίοι στίχοι ενός παιδικού ποιήματος του Δημήτρη Μανθόπουλου: 
«Αχ, κακός ας γίνω λίγο!
Μα, τι κρίμα, δεν μπορώ!».

Όσο για το δεύτερο ερώτημα, αν η καλοσύνη είναι έμφυτη ή επίκτητη αρετή, πιστεύω πως ισχύουν και τα δύο: καλός είσαι λόγω της εγγεγραμμένης στο DNA καλοσύνης, καλός όμως γίνεσαι κυρίως αντιγράφοντας το παράδειγμα των καλών γονιών σου υποσυνείδητα κι ας πω το παράδειγμα που έρχεται αυτομάτως στον νου μου, το παράδειγμα που έλεγα πάντα στους μαθητές μου: 
Όταν η βραβευμένη με το Νόμπελ Ειρήνης Μητέρα Τερέζα, από την Αλβανία, ήταν μικρή, επιστρέφοντας από το σχολείο της πάντοτε στο μεσημεριανό τους τραπέζι έτρωγε μαζί με αγνώστους, φτωχούς ανθρώπους που είχε καλέσει για φαγητό η μάνα της. Όποτε τη ρωτούσε η μικρή Τερέζα ποιοι είναι αυτοί, «είναι συγγενείς μας» ήταν η απάντηση που έπαιρνε. Έμαθε έτσι το κορίτσι αυτό να θεωρεί συγγενείς της όλους τους ανθρώπους που βρίσκονταν σε ανάγκη, έμαθε, επίσης, να κάνει τα πάντα για να τους ανακουφίζει, να τους βοηθάει. Και το έκανε με όλη την καρδιά της και προσφέροντας στους άλλους τη ζωή της ολόκληρη!...

Επίλογος: «Αν οι άνθρωποι είναι υπερόπτες 
και παράλογοι, αποπροσανατολισμένοι
και εγωιστές, αγάπα τους έτσι κι αλλιώς. 
Αν είσαι καλόκαρδος και οι άνθρωποι λένε 
ότι το κάνεις για εγωιστικούς λόγους, 
να είσαι καλόκαρδος έτσι κι αλλιώς.
Αν προκόβεις, αλλά ανακαλύπτεις πως έχεις 
εχθρούς μόνο και ψεύτικους φίλους, 
να προκόβεις έτσι κι αλλιώς.
Αν οι καλές πράξεις που κάνεις σήμερα 
ξεχνιούνται αύριο, 
κάνε καλές πράξεις έτσι κι αλλιώς.
Αν το να είσαι ειλικρινής και να λες πάντα 
ό,τι πιστεύεις σου κάνει κακό, 
να είσαι ειλικρινής έτσι κι αλλιώς.
Αν βοηθάς αυτούς που έχουν ανάγκη από την 
καλοσύνη της καρδιάς σου κι αυτοί σου επιτεθούν, 
να βοηθάς έτσι κι αλλιώς.
Αν δίνεις στον κόσμο ό,τι καλύτερο μπορείς
κι όμως σε χτυπούν κατάμουτρα, 
δίνε στον κόσμο ό,τι καλύτερο μπορείς 
έτσι κι αλλιώς!». 
Μητέρα Τερέζα

ΥΓ: Έγραφα το κείμενό μου αυτό, όπου προσπαθώ να προσεγγίσω το ζήτημα της καλοσύνης, όταν συνέβη η δολοφονία του Άλκη, που μας συγκλόνισε όλους. Ένιωσα, λοιπόν, την ανάγκη να το αφιερώσω στην ιερή του μνήμη, με την ευχή, αντί να θρηνούμε εκ των υστέρων θύματα της κακίας των ανθρώπων, να προλαβαίνουμε το κακό, να λιγοστεύουμε το κακό μέσα μας και γύρω μας και, γονείς και δάσκαλοι, να παλεύουμε διαρκώς να καλλιεργούμε το καλό μες στις ψυχές των παιδιών μας, εθίζοντάς τα, με αληθινά παραδείγματα, στη γλύκα της καλοσύνης, που νοηματοδοτεί τη ζωή και την ομορφαίνει...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ