Μόλις 47 ετών, μιγάς, με πατέρα αυθεντικό Κενυάτη, από πατρική οικογένεια με μουσουλμανική καταγωγή και ταυτόχρονα καταξιωμένος δικηγόρος που ήδη έχει εκλεγεί γερουσιαστής του Ιλλινόις, όλα αυτά, που ενσαρκώνουν τον ορισμό του «αυτοδημιούργητου», μόνο στις Η.Π.Α. μπορούν να συνδυαστούν και να οδηγήσουν στον Λευκό Οίκο. Και μάλιστα όχι με συνοπτικές διαδικασίες, «δακτυλίδια» και άλλα τυχερά λαχεία, αλλά ύστερα από δύο χρόνια εντατικής προεκλογικής περιόδου με εξονυχιστικές δοκιμασίες και ελέγχους καταλληλότητας με άμιλλα υψηλού δημοκρατικού επιπέδου, στην οποία το fair play αποτελεί αυτονόητο όρο.
Το δράμα για την πολιτική πραγματικότητα της Καστοριάς, είναι ότι όλα αυτά τα πρωτοποριακά και επαναστατικά που διευρύνουν τα δημοκρατικά ιδεώδη, τα πέτυχαν οι δήθεν πολιτικά αδιάφοροι πολίτες των ΗΠΑ, και όχι οι ακόμη πιο δήθεν «απεριόριστοι» δημοκράτες των Βαλκανίων. Στα οποία αν δεν είναι όρος για την πολιτική σταδιοδρομία η οικογενειοκρατία και η κληρονομικότητα, είναι οπωσδήποτε η πολιτική μακροημέρευση. Καθ’ ότι και σε αυτό το θέμα, εκεί στις ΗΠΑ, τουλάχιστον για τα υψηλά αξιώματα έχουν την λύση: θεσπίζουν ανώτατο όριο την οκταετία. Με αποτέλεσμα να αποκλείονται από κάθε σκέψη παράτασης, όχι μόνο οι αποτυχημένοι, ή οι αχρείοι, αλλά ακόμη και οι επιτυχημένοι εκλεγμένοι πρόεδροι.
Διότι πολύ απλά, η δημοκρατία δεν μπορεί να είναι ούτε κληρονομική, αλλά ούτε και αριστοκρατική. Και διότι η κάθε επόμενη χρονική περίοδος έχει τα δικά της χαρακτηριστικά με τις δικές τους ανάγκες. Που μπορεί να αντιληφθεί και να αντιμετωπίσει τόσο με δημοκρατική γνησιότητα όσο και με αυθεντικότητα ο σύγχρονος πολιτικός, και όχι ο πολιτικός αυθέντης. Όσο επιτυχημένος και καλός να υπήρξε στο παρελθόν.
Στην Καστοριά όλα αυτά είναι ψιλά γράμματα. Η πολιτική ζωή και τα αξιώματα διαμοιράζονται, όχι σε όλες, αλλά σε πολλές περιπτώσεις, μεταξύ προσώπων. Τα οποία αν δεν διαθέτουν τίτλους κληρονομικότητας στα αξιώματα, έχουν πάντως τις «περγαμηνές» του δικού τους πολιτικού παρελθόντος, αυτό που ορίζουμε με μεγάλη επιπολαιότητα ως «εμπειρία», η οποία μπορεί να φθάνει ακόμη και στην περίοδο του 1974-1975. Μετά Χριστόν ευτυχώς.
Βουλευτές, δήμαρχοι, νομάρχες κ.ο.κ., κρατούν δέσμιο τον τόπο σ’ αυτούς τους ίδιους. Ακόμη και όταν χάνουν τις εκλογές, δεν δείχνουν ούτε έτοιμοι, ούτε αρκετά έξυπνοι να αντιληφθούν το «μήνυμα» της κάλπης.
Έτσι, στο πλαίσιο αυτής της ζοφερής πολιτικής πραγματικότητας και πρακτικής, το τελευταίο χρονικό διάστημα άρχισε να εκδηλώνεται η πολιτική συμμαχία και συνεργασία προσώπων που διετέλεσαν πολιτικοί όλων των διαμετρημάτων και αξιωμάτων, από την αυτοδιοίκηση σε δήμους και νομαρχίες μέχρι τα βουλευτικά έδρανα. Επικαλούμενοι τα αριστεία, την επιτυχία και τις πολύτιμες εμπειρίες τους από το παρελθόν, δεν αρκούνται στις δάφνες της δόξας τους ή στον συμβουλευτικό ρόλο που θα μπορούσαν να διαδραματίσουν, έστω και άτυπα ή ως ομάδα «σοφών». Αλλά ετοιμάζονται να διεκδικήσουν δυναμικά, ενεργό πολιτικό ρόλο στο πλαίσιο της διευρυμένης περιφερειακής αυτοδιοίκησης σε επίπεδο Δυτικής Μακεδονίας. Να γίνουν και πάλι πρωταγωνιστές της ενεργού πολιτικής και ακόμη περισσότερο διαχειριστές του μέλλοντος του τόπου. Με μόνο εφόδιο, την γνώση που είχαν και την εμπειρία που απέκτησαν στις περασμένες δεκαετίες.
Πρόκειται για βετεράνους που μετά την απομάκρυνσή τους από τα κοινά, αισθάνονται πολιτικά στερητικά σύνδρομα. Και δείχνουν να μην πολυνοιάζονται για τις αντικειμενικές δυνατότητές τους να αντιληφθούν άμεσα τις αληθινές ανάγκες της σημερινής, ή καλλίτερα της αυριανής ημέρας. Απίστευτο κι΄ όμως αληθινό. Βρέθηκαν να γευματίζουν σε φιλική ατμόσφαιρα και ώ της συμπτώσεως, πέρασαν τυχαία από το εστιατόριο και δημοσιογράφοι με κάμερα, με αποτέλεσμα να διαδοθεί το πολιτικό ειδύλλιο. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις είναι να μην μπορεί να ξεχωρίσει τους θύτες από τα θύματα.
Πριν έναν χρόνο περίπου, αναγνώστης της εφημερίδας ψηφίζοντας για τα πρόσωπα της χρονιάς 2007, ψήφισε έναν (τέως) δήμαρχο και τον παρομοίασε δηκτικά ως «περιφερόμενη νύφη από κανάλι σε κανάλι και από ραδιόφωνο σε ραδιόφωνο». Όμως η κατάσταση, στον βαθμό που η ιδέα των βετεράνων έχει «ωριμάσει» ίσως να είναι πιο σοβαρή. Δεν θυμίζει πια ούτε πολύφερνες νύφες ούτε το υπερβατικό σκηνικό παλιάς ελληνικής ταινίας, όπου συμμαχούν ή συγκρούονται μεταξύ τους οι επαρχιακοί πολιτικοί γόνοι.
Πριν από αρκετά πάλι χρόνια στο Λονδίνο, η Μάργκαρετ Θάτσερ, η κόρη ενός συνοικιακού παντοπώλη που (κι όμως!) έγινε πρωθυπουργός και άλλαξε δυναμικά το πρόσωπο της Μ. Βρετανίας μετά την δεκαετία του 1970 για να της απονεμηθεί αργότερα ο τίτλος της λαίδης, έχοντας αποσυρθεί από χρόνια πια στις χαρές της ιδιώτευσης, καθώς ως επίτιμη προσκεκλημένη προλόγιζε σε πολιτικό συνέδριο για την εκλογή συντηρητικών στο Plymouth το 2001, δανεισμένη τον τίτλο της κινηματογραφικής ταινίας που εκείνες τις ημέρες διαφημιζόταν με αφίσες σε όλο το Λονδίνο -τις οποίες είδε καθώς μετέβαινε στο συνέδριο, σχολίασε στο μικρόφωνο με ένα ιδιοφυή αυτοσαρκασμό την προσωρινή αυτή επάνοδό της στα δημόσια πράγματα, με τον τίτλο της ταινίας.
Κράτησε αποφασιστικά το μικρόφωνο και απευθυνόμενη προς το κοινό που την χειροκροτούσε, είπε για τον εαυτό της με σημασία: «Τhe mummy return». Όπερ σημαίνει ελληνιστί, «Η μούμια επιστρέφει». Έκτοτε, μετά το φθέγμα της και την συμβολική παρουσία της στο συνέδριο, η λαίδη Μάργκαρετ Θάτσερ γύρισε και πάλι στο ήσυχο σπίτι της. Πεπεισμένη ότι ο κόσμος μπορεί να επιβιώσει και χωρίς αυτή. Αλλά κυρίως με ήσυχη την συνείδηση.
Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 20.11.2008
Περιφερόμενες νύφες, από κανάλι σε κανάλι, και από ραδιόφωνο σε ραδιόφωνο, είναι πολλές στην Καστοριά, και δεν είναι μόνο ο [.....]. Έχουν γίνει ρεζίλι οι άνθρωποι, με την φλυαρία τους, και τις αρλούμπες που εκστομίζουν καθημερινά, που μόνο γέλιο προκαλούν.
ΑπάντησηΔιαγραφή