Προφανώς αυτά, δεν έχουν καμιά οφθαλμοφανή σχέση με την Εθνική Τράπεζα και ιδιαίτερα το κατάστημα της Καστοριάς. Ίσως όμως να έχουν μια αόρατη εσωτερική σχέση λειτουργικότητας και αλληλεπίδρασης. Φυσικά τα σχόλια δεν αφορούν τις αμιγώς τραπεζικές δραστηριότητες της παλιότερης ελληνικής τράπεζας η οποία, έστω κι’ αν έχει προσαρμόσει σημαντικά τον τύπο της στα όσα ισχύουν για τις ιδιωτικές τράπεζες, εξακολουθεί να αποτελεί έστω και έμμεσα δημόσιο, κρατικό αγαθό. Δεν είναι βεβαίως ίδρυμα, αλλά υποτίθεται ότι αποτελεί κάτι το πιο ευρύ, από μια τράπεζα.
Πάντως τα σχόλια, έχουν σχέση με την νέα συνήθεια των τραπεζικών καταστημάτων να «διακοσμήσουν» εσωτερικά τους χώρους τους με τέτοιο τρόπο, και κυρίως με οθόνες τηλεοράσεως, ώστε κατά την ώρα της αναμονής των πελατών να βομβαρδίζονται με προγράμματα διαφήμισης των προϊόντων των τραπεζών αυτών. Από τα οποία κατά κανόνα κερδισμένες βγαίνουν μόνο οι τράπεζες.
Αυτό δεν είναι από μόνο του τόσο κακό. Παρά το γεγονός ότι θα μπορούσαν οι τράπεζες να προβάλλουν διακριτικά συναυλίες, ή άλλες παραστάσεις ποιότητας, που να προσφέρουν ψυχαγωγία, παιδεία και ενημέρωση. Και παρά το γεγονός ότι την ίδια συνήθεια (προβολής τραπεζικών διαφημίσεων και αναμετάδοσης των χρηματιστηριακών εξελίξεων) με αμφίβολα αποτελέσματα, έχουν υιοθετήσει και στην Κίνα, στην οποία, οι Κινέζοι είναι on line με τις εξελίξεις. Όχι βέβαια μόνο σε Χόγκ Κόνγκ ή Σαγκάη, ή έστω και στο Πεκίνο, αλλά στα αχανή βάθη της μεγάλης ασιατικής χώρας, που βασίζει την διαιώνιση του κομμουνισμού και την ισχύ της, στην φτώχεια, την καταπίεση, την μόλυνση του περιβάλλοντος και την εκμετάλλευση.
Για την επαναφορά στο θέμα, τα σχόλια αφορούν ειδικά το κατάστημα της Εθνικής Τράπεζας στην Καστοριά. Όταν κτίσθηκε πριν τέσσερις περίπου δεκαετίες, ήταν φανερό ότι δεν συμβόλιζε μόνο τον δυναμισμό της τότε οικονομικής προόδου της Καστοριάς, αλλά με την αρχιτεκτονική του μορφή, εξωτερικά και εσωτερικά, υπηρετούσε την τάση δημιουργίας δημόσιων κτηρίων που εκτός από τις καθαρά στεγαστικές ανάγκες, είχαν σαν στόχο να γίνουν ως κτήρια όμορφα, ακόμη και να καταλήξουν να θεωρούνται αρχιτεκτονικά μνημεία.
Εκφράζοντας τις τάσεις της εποχής, που κάποιες απ’ αυτές έδιναν έμφαση στην ποιότητα και την τέχνη, το κατάστημα Καστοριάς διακοσμήθηκε εσωτερικά με 80 έργα γνωστών ελλήνων ζωγράφων-χαρακτών (όπως Γαλάνη, Κεφαλληνό, Γαΐτη, Απέργη, Μόραλη, Μυταρά, Τσαρούχη κ.ά.) καθώς και γλυπτά και άλλες εικαστικές δημιουργίες. Ώστε έδιναν την ευκαιρία στους πελάτες και τους επισκέπτες της τράπεζας, μαζί με τις συναλλαγές τους να επισκέπτονται και μια πολύ ενδιαφέρουσα έκθεση, πολύ γνωστών αλλά και λιγότερο γνωστών καλλιτεχνών. Η επανάληψη μάλιστα των συναλλαγών, επενεργούσε θετικά στην συνείδηση των πελατών, φροντίζοντας στον σχηματισμό καλλιτεχνικής υποδομής. Έστω και χωρίς πανηγυρικότητες.
Η πόλη της Καστοριάς, χάρη στην ροπή του τότε διευθυντή του καταστήματος της Εθνικής στην Καστοριά που εγκρίθηκε από την διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας, αποδείχθηκε κατάλληλος τόπος για να ενθαρρυνθεί η δημιουργία μιας τέτοιας έκθεσης σημαντικών καλλιτεχνών. Με αποτέλεσμα, πολλοί πελάτες της Εθνικής Τράπεζας στην Καστοριά, κυρίως γουνέμποροι, ανταποκριθέντες στην εξαιρετική αυτή ευαισθησία, να προβούν τότε σε δωρεές και χορηγίες για την αγορά των πινάκων και των εικαστικών δημιουργιών που εκτέθηκαν υπερήφανα στο εσωτερικό του καταστήματος.
Κι’ όλα αυτά έγιναν σε μια εποχή που το στυλ του σημερινού τηλεοπτικού βομβαρδισμού των πελατών με τραπεζικές ευκαιρίες και συμφέροντα δάνεια φάνταζε αδιανόητος, -έστω και καθ’ υπερβολή- ίσως όσο αδιανόητη είναι η εμπορική διαφήμιση του τσιγάρου σε σχολεία. Μάλιστα σε λευκώματα και άλλες εκδόσεις της Εθνικής Τράπεζας, τα εκθέματα του καταστήματος Καστοριάς είχαν σταθερά την τιμητική τους, και τα σχετικά σχόλια ανέφεραν πάντοτε το κατάστημα Καστοριάς, με εγκώμια και για τους κατοίκους και πελάτες αυτής της πόλης.
Όμως, η κακοδαιμονία της τέχνης στην Καστοριά, δεν αφορά μόνο την παντελή έλλειψη κάθε υποδομής σε κτήρια ή σε απουσία κάθε σχετικής βούλησης από τους πολιτικούς. Ούτε περιορίζεται μόνο στην κρίση της γούνας που οδήγησε την Καστοριά στην παρακμή και την «φτώχυνε» καθώς φαίνεται στην εκτίμηση της Εθνικής Τράπεζας. Ούτε είναι ότι η Καστοριά δεν έχει ούτε ένα δωμάτιο για πινακοθήκη, ούτε ένα μικρό (στεγασμένο) αμφιθέατρο για παραστάσεις και εκδηλώσεις. Δεν είναι ότι αγνοούνται οι πολύτιμες τοιχογραφίες εκκλησιών, αρχοντικών, αλλά και οι εικόνες.
Είναι που εδώ και μερικές εβδομάδες, αιφνίδια και ανεξήγητα όλα τα έργα τέχνης που εκτίθονταν στην Εθνική Τράπεζα, στο κατάστημα Καστοριάς, και είχαν αποκτηθεί και με τις χορηγίες και δωρεές χρηματικών ποσών από Καστοριανούς, απομακρύνθηκαν.
Σύμφωνα με όλες τις πληροφορίες, αποσύρθηκαν οριστικά. Ώστε η έκθεση έκλεισε, και έπεσε η αυλαία μιας πρωτοβουλίας που επί χρόνια λειτουργούσε ως υποκατάστατο του φθηνού περί την τέχνη γοήτρου των κυβερνώντων την Καστοριά και των κηδεμόνων τους.
Το γεγονός έγινε έστω και κάπως καθυστερημένα αντιληπτό και ευτυχώς προκάλεσε σε ορισμένους αρνητική εντύπωση. Ο Δήμος Καστοριάς που επί εποχής του τ. δημάρχου κ. Δημητρίου Παπουλίδη προτίμησε να «διαθέσει» το αρχοντικό Βέργου (που προοριζόταν για Δημοτική Πινακοθήκη και ανακαινίσθηκε γι’ αυτόν τον σκοπό με χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση) στο περιβόητο εργαστήρι ουτίων και άλλων ραχατλίδικων μουσικών (βαφτισμένων τάχα βυζαντινών), μπορεί να μην διαθέτει ούτε ένα δωμάτιο για έκθεση εικαστικής τέχνης, μπορεί να έχει συνηθίσει τον κόσμο με την παγερή αδιαφορία και μακροχρόνια ανικανότητά του, ενώ θα μπορούσε να προσφέρει χώρο για την στέγαση και την έκθεσή τους.
Αλλά η ενέργεια της τράπεζας να αγνοήσει τους χορηγούς, καθώς και το γεγονός ότι ενώ τα έργα τέχνης αποκτήθηκαν για να κοσμούν το κατάστημα και την ίδια την Καστοριά, ξαφνικά εξαφανίστηκαν, προκάλεσε δυσφορία. Η τράπεζα βρήκε ένα πολύ «εύγλωττο» τρόπο για να αποδείξει την «υποβάθμιση» της Καστοριάς.
Και μια που προφανώς τα περίφημα εκθέματα δεν αποσύρθηκαν από το εσωτερικό της τράπεζας, για λόγους… ασφάλειας των έργων, είναι φανερό ότι απλά, για την Καστοριά, τα εκθέματα «έκαναν φτερά». Όπως φτερά έκαναν τα πιο σημαντικά καλλιτεχνικά αποθέματα της Καστοριάς, σε ιερές εικόνες, σε κώδικες, τέμπλα, η εξωτερική αγιογραφία της Παναγιάς της Ρασιώτισσας, οι τοιχογραφίες του αρχοντικού Σομαλιά και άλλα, ων ο αριθμός άπειρος. Η ιστορία επαναλαμβάνεται. Άλλοτε ως κλοπή και εμπρησμός. Και τώρα σαν ένα πρωτοφανές ριφιφί. Θρασύτατο, όπως θα έλεγαν και στις ειδήσεις.
ΝΙΚΟΣ ΓΡΗΓΟΡΑΚΗΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΧΑΡΑΚΤΙΚΗ
60 ΧΡΟΝΙΑ 1924-1984
Εθνική Τράπεζα
της Ελλάδος-Καστοριά
β’ έκδοση, Ιούνιος 1985
…Ερχόμενοι στον Βορειοελλαδικό χώρο κάναμε μύριες όσες σκέψεις και υποθέσεις στο μακρινό ταξίδι, από το Αίγιο στην Καστοριά. Προβλήματα διαμονής, συμπεριφοράς, συνθήκες εργασίας, συνεργασίας, ο τρόπος ζωής, η φυσική κατάσταση της περιοχής, το κλίμα…
Όμως η Καστοριά μας υποδέχθηκε με το πιο πλατύ και εγκάρδιο χαμόγελό της, μας καλωσόρισε η πανέμορφη λίμνη, η ομορφιά του τοπίου!
Και μετά, οι άνθρωποι. Οι Καστοριανοί. Άνδρες και γυναίκες. Που η λεβεντιά τους φαίνεται παντού: στις ανθρώπινες σχέσεις, στην επικοινωνία, στην ασυναγώνιστη εργατικότητα, στο μεράκι της δημιουργίας, στην φιλοξενία, στην τιμιότητα της συναλλαγής, στην πίστη για την πρόοδο, στην αγάπη τους για τον τόπο τους, στην στοργή για την οικογένεια, στην αφοσίωση προς την Πατρίδα, την Πολιτεία, της οποίας γίνονται καθημερινά οι άξιοι πρεσβευτές της σε κάθε γωνιά της γης με αξιοθαύμαστο κύρος.
Για τον όμορφο και δραστήριο αυτόν κόσμο, έπρεπε η Εθνική Τράπεζα, πέρα από τις καθαρά τραπεζικές υπηρεσίες της, να προσφέρει κάτι το ιδιαίτερο, κάτι που να είναι «ζωντανό», που να «μιλάει» στην ψυχή και στο πνεύμα…
Σε μία ορειβατική διαδρομή προς την κορφή «Ψαλίδα» μας εντυπώθηκε η σκέψη γης δημιουργίας μια μόνιμης έκθεσης συλλογής έργων Ελλήνων ζωγράφων. Μιας έκθεσης που να λειτουργεί στον χώρο εργασίας της Τράπεζας, που να ερεθίζει πνευματικά τον συναλλασσόμενο και τον επισκέπτη, να τον προβληματίζει, με απώτερο στόχο αυτή η ατμόσφαιρα που θα διαχέεται απλόχερα να τον οδηγήσει ν’ αποκτήσει ένα έργο τέχνης, να μελετήσει και αυτός και οι γύρω του τον δημιουργό του έργου, να μυηθεί τελικά από την τέχνη και να υψωθεί πολιτιστικά.
Τα Στελέχη και το Προσωπικό της Μονάδας μας ένθερμα αποδέχθηκαν τις σκέψεις μας. Το ίδιο και η Διοίκηση της Τράπεζας.
Είχαμε ευτυχώς την τύχη να γνωρίσουμε τον τεχνοκρίτη και ιστορικό της τέχνης Νίκο Γρηγοράκη.
Αποδέχθηκε τον πρόσκληση και την πρόκληση αυτός ο χαλκέντερος άνθρωπος και αψηφώντας κόπους, θυσίες, αποστάσεις, ταξίδια και έξοδα, κατόρθωσε να συγκεντρώσει μέσα σε τρεις μήνες 80 έργα Ελλήνων ζωγράφων-χαρακτών και να τα τοποθετήσει στον χώρο του κτηρίου της Τράπεζας, δημιουργώντας μια μοναδική συλλογή για την Βόρειο Ελλάδα, μια συλλογή που μέχρι σήμερα δεν υπάρχει σε κανένα τραπεζικό κατάστημα, πλην ίσως των κεντρικών κάθε Τράπεζας. Και όχι μόνο αυτό, αλλά δημιούργησε το παρόν βιβλίο που έρχεται να συμπληρώσει με τις γνώσεις του το όλο έργο αυτής της πολιτιστικής προσπάθειας.
Ευχόμαστε η προσπάθειά μας αυτή να βρει κι άλλους μιμητές.
Ηρακλής Γεωργιάδης
Διευθυντής Καταστήματος Καστοριάς
Εθνικής Τραπέζης Ελλάδος
ΥΓ. Από αυτήν την θέση θέλουμε να τονίσουμε ότι δεν θα καταφέρναμε να προχωρήσουμε θετικά στην ολοκλήρωση αυτού του έργου, αν οι επιχειρήσεις δεν μας συνέδραμαν οικονομικά. Γιατί τελικά, αυτή η συλλογή είναι κατά κύριο λόγο έργο Καστοριανών. Τους ευχαριστούμε θερμά.
(*) Η χρησιμοποίηση της χρονολογίας 1924 σαν έναρξη της χαρακτικής περιόδου στον τίτλο της εργασίας αυτής δεν αντιπροσωπεύει κάποιο σταθμό της ιστορίας της ελληνικής χαρακτικής, απλώς είναι το παλαιότερο έργο με την χρονολογία αυτή που υπάρχει στην συλλογή της Εθνικής Τράπεζας Καστοριάς και που ανήκει στον Λυκούργο Κογεβίνα, ο οποίος τυχαίνει να είναι από τους πρωτοπόρους έλληνες χαράκτες.
Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 31.7.2009