19.2.25

ΧΡΥΣΟΥΛΑΣ ΠΑΤΡΩΝΟΥ ΠΑΠΑΤΕΡΠΟΥ: Ξάφνου, το ξι!

 
ΟΔΟΣ εφημερίδα της Καστοριάς
ΟΔΟΣ 25.4.2024 | 1222

Ναι! Πάλευα δύο μήνες τώρα να ξεκινήσω να γράφω για την ξενομερίτισσα γειτόνισσα, την τόσο ευγενική, τόσο χαμογελαστή και με την τόσο γνήσια ξανθή της κόμη! Ξάγναντα χαιρετιόμασταν κάθε πρωί, όταν βγάζαμε να αερίσουμε τα σκεπάσματα της νύχτας. Έστω κι αν ξέσκεπες ξημερώναμε, όπως ψιθυρίζαμε η μια στην άλλη στο καθημερινό μας ξαγόρεμα...

Και ήθελε τόσα μα τόσα να μου ξομολογηθεί…Γιατί σε μένα; Απορούσα. «Μα, γιατί κάπου, σε κάποιον πρέπει να τα πω!» Ερχόταν η απάντηση, κάθε φορά που μ’ έβλεπε διστακτική ν’ ακούσω τα δικά της. 

Αρχίζει η εξιστόρηση. Πέντε φράσεις την κάθε φορά που ανταμώνουμε. Γιατί, ο χρόνος της είναι χρήμα και απ’ αυτό εξαρτάται για να τα βγάλει πέρα. 

Ξωμερίτισσα, βρέθηκε σε ξένο τόπο, όταν οι γονείς της το πήραν απόφαση να ξεκινήσουν από τα τραχιά, Ηπειρώτικα βουνά μαζί με τα ζωντανά τους και να ψάξουν για έναν πιο φιλόξενο βοσκότοπο. Η ίδια, σωστή ξωθιά με την αέρινη περπατησιά των παιδικών της χρόνων, ούτε που νοιάστηκε για την αλλαγή τόπου. Σάμπως και καταλάβαινε από ξεριζωμό; Μια ζωή, ώσπου μπορούσε να πάει η θύμησή της πίσω, σε ξαίθρα έστηνε ο πατέρας τη σκηνή, εκεί ο ύπνος, εκεί κι ο ξύπνος την έβρισκε.

Μέρες πολλές ταξίδευαν με όλο το κοπάδι, ώσπου να βρουν έναν τόπο πιο φιλόξενο, κάποιες πλαγιές με περισσότερο χορτάρι για τα ζωντανά. Βρήκαν και σπίτι και ξαπόστασαν κάπως από τα καλύβια στα ξέφωτα. Ξεθεώθηκαν μάνα και κόρη να φέρουν σε λογαριασμό το παλιόσπιτο, το ακατοίκητο, που τους παραχώρησαν να μείνουν. Να το ξεβρομίσουν από μαζεμένη ακαθαρσία χρόνων πολλών. 

Εκεί ξεκίνησε να πηγαίνει και σχολείο. Για να ξεστραβωθεί λιγάκι, έλεγε ο πατέρας, να ξεφύγει από τη δική τους μοίρα. Ξέκλεβε ώρες από το συγύρισμα, ξεκοκκάλιζε όσα βιβλία της έδινε ο δάσκαλος. Ξεθεωμένη έπεφτε στο στρώμα το βράδυ, ξεκούραστη και κεφάτη ξεκινούσε για την τάξη το ξημέρωμα. Ήταν πράγματι «ξωθιά», όπως την αποκαλούσε ο δάσκαλος, κι αυτό έβγαινε από βαθιά μέσα της. Δεν την έκανε να ξεχωρίζει μόνο η εξωτερική της εμφάνιση από τα άλλα παιδιά. Έβγαζε κάτι μαγικό κάθε φορά που κάτι ήθελε να ρωτήσει, κάτι να συμπληρώσει σε όσα άκουγε. 
Ξάφνου, το μήνυμα τη βρήκε στην τάξη μέσα. Πάει ο πατέρας. Ξέπνοο τον βρήκε η μάνα της, έξω ακριβώς από τη στάνη.

Και τώρα; Ούτε τα ξενύχτια, ούτε τα κλάματα είχαν καμιά αξία πια. Ξεμπέρδεψαν με τα ζωντανά, -όχι πως σώθηκαν με τα λεφτά που πήραν- σε κοντινή πόλη βρέθηκαν. Εκεί ανθούσε η βιοτεχνία της γούνας, εύκολα έπιασε δουλειά η μάνα. Το ξεφούρνισε η κόρη: να πάει σχολείο ήθελε, της άρεσαν τα γράμματα. Λεφτά για ξόδεμα δεν περισσεύουν, ήρθε η απάντηση. Στη γούνα και η ξωθιά, κι ας μην είχε πατήσει τα δώδεκα.

Ξωθιά! Να μην τραβά την προσοχή των αρσενικών; Ήταν κι αυτό που έλεγε και ξανάλεγε ο δάσκαλος, το μαγικό από τον μέσα κόσμο της. 
Στα δεκατέσσερα τη ζήτησε από τη χήρα ο νιος. Την ήξερε από παλιά, όταν στο χωριό του είχαν μείνει μέχρι τον θάνατο του πατέρα. Μαζί στη δουλειά, μαζί κι η μάνα. Ήταν κι ομορφάντρας ο νιος, ο ορεινός, από το ξεροβούνι. 

Την αγάπησε πολύ, τον αγάπησε ακόμη περισσότερο. Δεν βιάστηκαν να βάλουν στεφάνι. Να εξασφαλίσουν πρώτα ένα κομπόδεμα, να μπορέσουν να ανοίξουν δικό τους σπιτικό. Μαζί κι η μάνα. 

Άνοιξε το σπιτικό, ξεφάντωσε όλο το χωριό, όταν ξώλαμπρα άλλαξαν στεφάνια. Κι ήταν η νύφη σωστή νεράιδα. Ξωθιά, τη φώναζε τώρα κι ο αγαπημένος της. Άρχισαν να έρχονται και τα κουτσούβελα, το ένα πίσω απ’ τ’ άλλο. Βοηθός η μάνα. Από το ξημέρωμα το ζευγάρι στη δουλειά, η μάνα φρόντιζε να μεγαλώνουν τα μικρά. Η Ξωθιά, πρώτη και καλύτερη στη δουλειά. Πατούσε το πεντάλ στη μηχανή και ξεχνούσε να σηκώσει κεφάλι. Έβγαιναν οι αράδες η μια μετά την άλλη, έβγαινε και το μεροκάματο μαζί με του αντρός της για να θρέψουν τα έξι στόματα στο σπίτι. Κι η μάνα με το ξεσκονόπανο στο ένα χέρι, φούρνιζε και ξεφούρνιζε όλη μέρα με το άλλο, για να τους ευχαριστήσει.

Ξέμειναν από δουλειά, όταν έπιασε η κρίση στη γούνα. Τα παιδιά μεγάλωναν, μεγάλωναν και τα έξοδα. Τέλος πάντων, από τα βασικά δεν στερήθηκαν. Από κει και πέρα όμως, μαζεύτηκαν κι άλλες συμφορές. Πρώτα ήρθε το ξεπροβόδισμα της μάνας. Έτσι, στα ξαφνικά. Κοιμήθηκε αργά το βράδυ -και δεν ξύπνησε το πρωί. Την ξεπροβόδισαν∙∙στο ίδιο μνήμα με τον πατέρα την παράχωσαν. Ξώλαμπρα έπεσε κι αυτή η τελετή... Εκεί, ψηλά στο ξέφωτο, στο ξωκκλήσι του Άϊ-Λιά, όπου είχαν φτάσει για πρώτη φορά μετά τον ξεσηκωμό τους από τα δικά τους μέρη, για ένα καλύτερο μέλλον. Η επιθυμία του πατέρα ήταν· κανένας δεν είχε φέρει αντίρρηση τότε. Ούτε και τώρα. Ξεστράτισαν, βέβαια, από τα καθιερωμένα, αλλά ποιον ενοχλούσε ένα περιφραγμένο κομμάτι γης με έναν ξύλινο σταυρό για ξόδι; Ξετέλεψαν προτού νυχτώσει και πήραν τον δρόμο της επιστροφής.

Τότε ξέσπασε η Ξωθιά σε αναφιλητά. Του κάκου προσπαθούσαν άντρας και παιδιά να την παρηγορήσουν. Όλη της η ζωή μπροστά της ξετυλίχτηκε, όλος εκείνος ο ξεσηκωμός, το πρώτο ξεσπίτωμα, άντε έπειτα και το δεύτερο… Και τώρα; Που τα παιδιά μεγάλωσαν και ετοιμάζονται με τη σειρά τους να ξενιτευτούν σε τόπους πολύ πιο μακρινούς; Ένα Ξι όλη της η ζωή, έλεγε και ξανάλεγε. Ξενύχτισαν όλοι στο σπίτι για να την ησυχάσουν.

Ξόρκι έθεσε την επόμενη μέρα σε όλους: καμιά λέξη από Ξι δεν θέλει να ακούσει σ’ αυτό το σπίτι. Υπόσχεση έδωσαν όλοι. Και την τήρησαν, προσέχοντας κάθε φορά ό,τι ήθελαν να πουν.

Μέχρι που της ανακοίνωσε η κόρη όλο χαρά, πως ένας νέος, τον οποίο είχε γνωρίσει στο πανηγύρι της Μεγάλης Πέμπτης, ήθελε να έλθει με τους γονείς του για να ζητήσει το χέρι της. Ρώτησε η μάνα να μάθει τι και ποιος. Και από δουλειά; Δίστασε κάπως η κόρη. Αναγκάστηκε, ωστόσο, να το ξεφουρνίσει, όταν αντιλήφθηκε πως δεν γινόταν αλλιώς. «Ξυλέμπορος», όπως και ο πατέρας του. Μεγάλη επιχείρηση, θα μπορούσαν να απασχοληθούν όλοι και να μην χρειαστεί να ξενιτευτούν πάλι..

Ξάφνου το Ξι έπαψε να είναι ταμπού για την Ξωθιά!



Αφιερωμένο στην ξανθιά μου γειτόνισσα.



Φωτογραφία: Λεπτομέρεια από την "Αποκαθήλωση" του Ρόχιερ φαν ντερ Βάιντεν (1399 -1464) λάδι σε ξύλο βαλανιδιάς, 220 × 262 cm. Μουσείο Πράδο, Μαδρίτη.

Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 25 Απριλίου 2024, αρ. φύλλου 1222.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ