12.10.07

ΣΟΝΙΑΣ ΕΥΘΥΜΙΑΔΟΥ ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΟΥ: Η άγνωστη ιστορία μιας οικογένειας μακεδονομάχων

Στα χρόνια του μακεδονικού αγώνα σε απόσταση περίπου ενός χιλιομέτρου από τα σύνορα της χώρας μας με την Αλβανία (20 χλμ ΒΔ της πόλης της Καστοριάς), υπήρχε ένα χωριό που σήμερα δεν υπάρχει πια. Τότε λεγόταν Λαμπάνιτσα, αργότερα ονομάστηκε Άι-Δημήτρης. Από το χωριό αυτό καταγόταν η οικογένεια Γούλιου, που ένα σωρό μέλη της έγιναν μάρτυρες του μακεδονικού αγώνα και μακεδονομάχοι. Καθώς η ιστορία της ηρωικής αυτής οικογένειας δεν είναι τόσο γνωστή σ' εμάς τους σημερινούς κατοίκους της περιοχής Καστοριάς, ας ταξιδέψουμε στον Άϊ-Δημήτρη, που σήμερα δεν υπάρχει πια, και ας τους γνωρίσουμε όσο μπορούμε καλύτερα, για να τους τιμήσουμε με τον τρόπο αυτό όσο τους αξίζει.

Όταν ο Γερμανός Καραβαγγέλης, ο ηρωικός δεσπότης της Καστοριάς που ήρθε εδώ το 1900, έμαθε ότι τον Άϊ-Δημήτρη είχαν στείλει οι Βούλγαροι δικό τους δάσκαλο και παπά, κάλεσε το Γιώργο Γούλιο, που καταγόταν από το χωριό και ήταν ήδη μυημένος στον μακ. αγώνα, και τον χειροτόνησε ιερέα στην Καστοριά.
Ο Γ. Γούλιος καταγόταν από την κοντινή περιοχή της Βορείου Ηπείρου. Πριν μυηθεί στον μακ. αγώνα ζούσε στην Αθήνα με την πατρική του οικογένεια, μέλη της οποίας ήταν, εκτός από τους γονείς του, 9 αδέρφια και μία αδερφή. Τα περισσότερα από τα αδέρφια ήταν χτίστες που με τη δουλειά τους είχαν καταφέρει να αποκτήσουν μεγάλη περιουσία στην Αθήνα, όμως η αγάπη για τη Μακεδονία που στέναζε από τη σκλαβιά έφερε πίσω στον τόπο καταγωγής τους το Γεώργιο, την αδερφή του και τα περισσότερα από τα αδέρφια του.

Ο Γ. Γούλιος ήταν ο πρώτος ιερέας που χειροτόνησε ο επίσκοπος Γερμανός, που τον τίμησε με το δικό του όνομα. Ο παπα-Γερμανός, λοιπόν, επέστρεψε στο χωριό του, τον Άγιο Δημήτριο κι αφοσιώθηκε στη δύσκολη αποστολή του να εξουδετερώσει την επίδραση του παπά και του δασκάλου που είχαν στείλει οι Βούλγαροι εκεί. Σαν τον επίσκοπό του και ο ίδιος κουβαλούσε κάτω από τα ράσα του τις πιστόλες του και λέγεται πως όταν λειτουργούσε στην εκκλησία του χωριού του τις είχε πάνω στην Αγία Τράπεζα. Μια Κυριακή μάλιστα, όταν στην ώρα της θ. λειτουργίας εμφανίστηκαν βούλγαροι καβαλάρηδες κι ανέβηκαν στο νάρθηκα της εκκλησίας με τ' άλογά τους, ο παπα-Γερμανός άρπαξε τις πιστόλες και φορώντας τα ιερά άμφια, βγήκε έξω και με τις πιστόλες του τους τρόμαξε και τους έδιωξε μακριά.
Ο παπα-Γερμανός δε δρούσε μονάχα στο χωριό του, αλλά λειτουργούσε συχνά και σε άλλα χωριά της ευρύτερης περιοχής της Καστοριάς, εμψύχωνε τους Έλληνες, που πιέζονταν αφόρητα από τους κομιτατζήδες, συγκέντρωνε πληροφορίες για τη δράση και τα σχέδιά τους. Είχε σταλεί μάλιστα από το δεσπότη του στο Σκλήθρο για να διώξει κι από κει το βούλγαρο παπά και δάσκαλο και τα κατάφερε. Σ' αυτόν αναφέρεται ο οπλαρχηγός Γεώργιος Δικώνυμος Μακρής στα απομνημονεύματά του και λέει ότι όταν ανέβηκε στη Μακεδονία συνάντησε στο Κωσταράζι τον πρωτοσύγκελο του δεσπότη Καστοριάς παπα-Γερμανού και του χάρισε ένα περίστροφο "μάουζερ" και 80 φυσέκια (υπήρξε και πρωτοσύγκελος της Ι. Μητρόπολης για κάποιο χρονικό διάστημα).

Στο σπίτι του παπα-Γερμανού ακόμα, ξενυχτούσε συχνά ο πολύ αγαπητός ντόπιος μακεδονομάχος καπετάν-Κώττας, ο Βάρδας, ο Λιούμπης κ.ά. αγωνιστές. Η μεγαλύτερη μάλιστα από τις 4 κόρες του ιερέα Ευτέρπη έλεγε πως ο καπετάν-Κώττας, που δεν μπορούσε να μιλήσει ελληνικά, συνήθιζε να λέει: "Το καρδιά ελληνικό, αλλά το άτιμο το γλώσσα ντεν μπορεί". Στην κατηγορία δε των ξενόφωνων Μακεδόνων που διώκονταν αγριότερα από τους Βουλγάρους, οι οποίοι πίστευαν πως θα τους έπαιρναν με το μέρος τους ευκολότερα, ανήκε και η παπαδιά του παπα-Γερμανού.

Η πίεση στον παπα-Γερμανό να εγκαταλείψει το πατριαρχείο και τον ελληνικό και να γίνει ιερέας της βουλγαρικής εξαρχίας, ήταν συνεχής και ασφυκτική. Δεν έλειπαν και οι απειλές κατά της ζωής και της οικογένειάς του. Μια φορά μάλιστα ο Τσακαλάρωφ, αρχηγός των κομιτατζήδων της περιοχής της Καστοριάς, τον επισκέφτηκε με το απόσπασμά του στην εκκλησιά του, τον ανάγκασε να τον ακολουθήσει έξω από το χωριό και άρχισε πάλι να τον πιέζει και να τον απειλεί. Ο ιερέας σώθηκε από τα χέρια τους, επειδή η κόρη του Ευτέρπη που είχε μεταφέρει κατ' εντολή του πατέρα της τη θ. κοινωνία στο σπίτι τους είχε ακολουθήσει και παρακολουθήσει αυτά που συνέβαιναν στον πατέρα της. Ντροπιασμένοι μπρος στα μάτια του μικρού κοριτσιού, μόλις το αντιλήφθηκαν, τον ελευθέρωσαν και τον άφησαν να επιστρέψει στο χωριό του.
Μετά το περιστατικό αυτό ο Καραβαγγέλης τον πήρε μαζί του στην Καστοριά. Ακριβώς τότε ήταν που το μίσος των κομιτατζήδων στράφηκε προς τα αδέρφια του. Ξέσπασαν πρώτα πάνω στην μονάκριβη αδερφή του Σταφυλιά, την οποία έπιασαν και βασάνισαν φριχτά, πιέζοντάς την να αποκηρύξει Ελλάδα και πατριαρχείο και να προσχωρήσει στο βουλγαρικό κομιτάτο. Πίστευαν πως αν άλλαζαν την πίστη της Σταφυλιάς, θα προωθούνταν η προπαγάνδα τους κατά των Ελλήνων. Η γυναίκα όμως απάντησε στα βασανιστήρια με καρδιά και συμπεριφορά απαράμιλλης ηρωίδας του ελληνικού έθνους, ξεστομίζοντας τα περήφανα και ηρωικά λόγια: "Ελληνίδα γεννήθηκα και Ελληνίδα θα πεθάνω, μη χάνετε το χρόνο σας".

Οι βούλγαροι βασανιστές της έβγαλαν πρώτα τα νύχια των χεριών της. Εκείνη τότε άρπαξε τον έναν τους από το μουστάκι και του ξερίζωσε ένα κομμάτι. Τότε αυτοί της έκοψαν το ένα χέρι από τον καρπό. Ενώ το αίμα έτρεχε ασταμάτητα, εκείνη έσκυψε, το πήρε και το έβαλε στον κόρφο της. Πριν χάσει τις αισθήσεις της, οι κομιτατζήδες την αποτελείωσαν με δεκάδες μαχαιριές και μετά έριξαν το σώμα της σε ένα πηγάδι.

Λίγο καιρό μετά ο Κραβαγγέλης πληροφορήθηκε ότι δύο αδέρφια του παπα-Γερμανού που ζούσαν στο διπλανό χωριό Ιεροπηγή και δούλευαν στα γύρω χωριά ως χτίστες κινδύνευαν επίσης από τους Βουλγάρους. Τότε ο παπα-Γερμανός κατ' εντολήν του δεσπότη του ντύθηκε Τούρκος, πήρε τούρκους στρατιώτες μαζί του και πήγε να βρει τα αδέρφια του, για να τους φέρει με τις οικογένειές τους στην Καστοριά. "Για χάρη σας έγινα Τούρκος" τους είπε όταν πλησιάζοντας στην Ιεροπηγή, τους είδε να δουλεύουν σε μία οικοδομή. Δυστυχώς, όμως, τα αδέρφια του, πιστεύοντας πως επειδή δεν έβλαψαν κανέναν δε θα τους έβλαπτε κανείς και υποτιμώντας τον κίνδυνο, δεν άκουσαν τον αδερφό τους και αρνήθηκαν να φύγουν από το χωριό. Δεν πέρασε πολύς καιρός και οι Βούλγαροι έπιασαν τα δύο αδέρφια του παπα-Γερμανού και τους οδήγησαν σε μια χαράδρα έξω από το χωριό. Η γυναίκα του ενός τους ακολούθησε κρυφά και είδε τους κομιτατζήδες να τους σφάζουν με εκατοντάδες μαχαιριές. Σφίγγοντας την καρδιά της, γύρισε στο χωριό και με τη συννυφάδα της έθαψαν πρόχειρα τους άντρες τους χωρίς τιμές και ιερέα.

Ο παπα-Γερμανός με τους αδερφούς Γούλιου και το Ναούμ Δημητριάδη, αποτέλεσαν τον πρώτο πυρήνα ελληνικής αντίστασης στον Άγιο Δημήτριο. Κι όταν ο μακ. αγώνας τελείωσε κι η Μακεδονία ελευθερώθηκε, οι Βούλγαροι δεν ξέχασαν τον παπα-Γερμανό, που είχε επιστρέψει στα ιερατικά του καθήκοντα στον Άϊ-Δημήτρη. Στα 1917 τον κατηγόρησαν μαζί με δύο φίλους τους αλβανούς μπέηδες της περιοχής και στη δίκη που ακολούθησε, χάρη στις καταθέσεις σλαβόφρονων ψευδομαρτύρων, καταδικάστηκαν αρχικά σε θάνατο και τελικά σε εξορία και καταναγκαστικά έργα στις γαλλικές αποικίες της μακρινής δυτ. Αφρικής, ποινή που συνοδευόταν και από δήμευση της κινητής τους περιουσίας.

Για 4 χρόνια έζησε εξόριστος, σαν άλλος κόμης Μοντεχρήστος, ελπίζοντας στην αθώωσή του και στην επιστροφή του στην πατρίδα. Αλλ' όταν ήρθε η στιγμή, η αγαθή του προαίρεση (δάνεισε τα χρήματα των εισιτηρίων του, που η οικογένειά του έστειλε πουλώντας την ακίνητη περιουσία τους στην Αθήνα, σε κάποιον έλληνα μετανάστη που αρνήθηκε και ότι τα έλαβε ποτέ και δεν του τα επέστρεψε) και πέθανε στον τόπο της εξορίας του 3 μέρες πριν περάσει το πλοίο για την Ευρώπη, ένα πλοίο που περνούσε από κει κάθε 3 μήνες και που θα έφερνε πίσω τους φίλους του, μα όχι τον ίδιο.

Οι 4 κόρες του παπα-Γερμανού κι ο γιος του Σταύρος έμαθαν τα τραγικά νέα από τους αλβανούς φίλους του, που είχαν φυσικά φροντίσει για την ταφή του. Μα τα βάσανα της οικογένειας δεν έλεγαν να τελειώσουν. Ο γιος του Σταύρος που το επώνυμό του έγινε Παπαγερμανός, πολέμησε ως εθελοντής στην Μακεδονία το 1912 και παρέμεινε ως αξιωματικός στον ελληνικό στρατό. Λόγω τραυμάτων αποστρατεύτηκε μετά το τέλος των γεγονότων της μικρασιατικής καταστροφής, αλλά στον πόλεμο του '40 ξαναπολέμησε ως εθελοντής. Τότε οι σλαβόφρονες που δεν ξεχνούσαν τη δράση της οικογένειας, τον κατέδιδαν συνέχεια στους κατακτητές, οι οποίοι τον χτυπούσαν και τον έστελναν από τη μια φυλακή στην άλλη, ώσπου το 1942 τον παρέδωσαν στους κομιτατζήδες κι εκείνοι τον έδερναν επί μία εβδομάδα στο αρχηγείο τους στο Άργος Ορεστικό. Είδαν κι έπαθαν οι δικοί του να τον συνεφέρουν από τον άγριο ξυλοδαρμό.

Ο Σταύρος Παπαγερμανός πέθανε ήσυχα σε ηλικία 94 χρονών, το 1985, στην Καστοριά. Προσωπικά, όμως, δε θα ησύχαζα, αν δεν δημοσιοποιούσα την ιστορία της ηρωικής αυτής οικογένειας των μακεδονομάχων, μιαν ιστορία που θα 'πρεπε να ξέρει κάθε Καστοριανός που αγαπά αληθινά τον τόπο.

Τελειώνοντας, κοιτάζω και πάλι τα χαρτιά μου. Σε μια κατάσταση με ονόματα καστοριανών μακεδονομάχων διαβάζω μόλις δύο ονόματα της οικογένειας: καπετάν Γούλιος και Πέτρος Γούλιος. Σήμερα, χάρη στην προθυμότατη ανταπόκριση των εγγονών του παπα-Γερμανού, γνωρίζω περισσότερα πράγματα. Ο καπετάν Γούλιος (η πληροφορία προέρχεται από τον εγγονό του με το ίδιο ακριβώς ονοματεπώνυμο) είναι ο καπετάν Ανδρέας Γούλιος κι ο Πέτρος είναι το ένα από τα δύο αδέρφια του ιερέα που θανατώθηκαν από τους βουλγάρους κομιτατζήδες όπως περιγράψαμε παραπάνω. Το όνομα του ήρωα ιερέα δεν το είχα συναντήσει ως τώρα σε καταλόγους ιερέων που αγωνίστηκαν στη διάρκεια του μακ. αγώνα. Ούτε το όνομα της ηρωίδας Σταφυλίας Γούλιου σε καταλόγους γυναικών που αγωνίστηκαν για την απελευθέρωση της Μακεδονίας. Τους γνώρισα πρόσφατα χάρη στο βιβλίο του Ι. Μπουγγά "Η φωνή της Ειρήνης", όπου η κ. Ειρήνη Δαμοπούλου μιλά για τον ήρωα παππού της και χάρη στο σχετικό κείμενο του κ. Λαζάρου Παπαγερμανού -γιου του Σταύρου- το δημοσιευμένο στο περιοδικό "Μακεδονική Ζωή" (Ιούλιος 1989, τ.278), το οποίο μου παραχωρήθηκε ολοπρόθυμα από τον ίδιο.

Ευχαριστώ θερμά τους άξιους απογόνους των ηρώων της οικογένειας για τα στοιχεία που μου έδωσαν, στοιχεία στα οποία βασίζεται εξ ολοκλήρου το κείμενο αυτό. Τους ευχαριστώ και τους συγχαίρω και γιατί κρατούν μέσα τους άσβεστη τη μνήμη των προγόνων τους και γιατί πάλεψαν να κάνουν γνωστή την ιστορία τους και στους άλλους. Φαίνεται πως αυτοί ξέρουν πολύ καλά πως η μνήμη είναι η μόνη περιουσία που έχει ο καθένας μας ξεχωριστά ως άτομο, αλλά και όλοι μαζί ως λαός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ