1.7.25

Καλοκαίρι 1903 στην περιοχή μας…

 
ΟΔΟΣ εφημερίδα της Καστοριάς


Επιμέλεια:  Σόνια Ευθυμιάδου-Παπασταύρου

Αξεπέραστη η εργασία του Καστοριανού Καθηγητή Παν/μίου Ευστάθιου Πελαγίδη για το θέμα αυτό, αλλά, καθώς δεν τη γνωρίζουν παρά λίγοι μονάχα, αντλούμε ελάχιστα στοιχεία από το βιβλίο «Τα γεγονότα του 1903 στη Μακεδονία μέσα από την ευρωπαϊκή διπλωματική αλληλογραφία, έκδ. Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα Θεσ/νίκης, 1993, για να εισαχθούμε στο θέμα.

Για όσους δε γνωρίζουν ή δε θυμούνται, τον Ιούλιο του 1903 έγιναν στη Μακεδονία τα γεγονότα του Ίλιντεν, γνωστά με τη λέξη «ψευδοεπανάσταση». Γιατί ψεύτικη επανάσταση; Αφού οι Βούλγαροι κατάφεραν να ξεσηκώσουν τους Έλληνες της Μακεδονίας εναντίον των Τούρκων, με το απατηλό σύνθημα «Η Μακεδονία στους Μακεδόνες», ακολούθησαν καταστροφές μόνο ελληνικών τόπων, πράγμα που δείχνει πως το μόνο που ήθελαν ήταν να τους ξεγελάσουν και μετά να χτυπηθούν από τους Τούρκους. Το πιστοποιούν και επίσημα ευρωπαϊκά διπλωματικά έγγραφα, όπως π.χ.: «[...]Σύμφωνα με ακριβείς πληροφορίες, 366 σπίτια και 204 μαγαζιά κάηκαν στο Κρούσοβο στην ελληνοβλαχική συνοικία, ενώ η βουλγαρική συνοικία παρέμεινα άθικτη, γεγονός που δύσκολα εξηγείται…», Μοναστήρι, 21/8/1903.

Διαβάζοντας την προαναφερθείσα μνημειώδη εργασία του Ε. Πελαγίδη, το συμπέρασμα είναι πως, στη διάρκεια των απλωμένων σε όλη τη Μακεδονία γεγονότων, χτυπήθηκαν ιδιαιτέρως τα χωριά Κρούσοβο, Νυμφαίο και Κλεισούρα, σοβαρότατα όμως χτυπήθηκαν και άλλα χωριά μας. Ας διαβάσουμε από το βιβλίο-πηγή μας: «[...] Ο πληθυσμός του Κρουσόβου (περίπου δέκα χιλιάδες άνθρωποι) αποτελείται κατά ποσοστό μεγαλύτερο από δύο τρίτα από ελληνίζοντες Βλάχους, οι οποίοι πηγαίνουν να βρουν την τύχη τους και καμιά φορά κάνουν περιουσία στις μεγαλύτερες πόλεις της Τουρκίας, ακόμη και στην Αλεξάνδρεια και τη Βιέννη. Πολλοί από αυτούς έχτισαν στη γενέτειρά τους μεγάλα και όμορφα σπίτια [...]. 

»Μόλις μπήκαν στην πόλη οι Τούρκοι, άρχισε η λεηλασία της βλάχικης συνοικίας: πενήντα άτομα, στην πλειοψηφία τους γυναικόπαιδα, σφαγιάστηκαν. Τα πιο πλούσια σπίτια λεηλατήθηκαν. Τριακόσια εξήντα έξι σπίτια και διακόσια τρία μαγαζιά καταστράφηκαν στη συνέχεια από τη φωτιά. Πολλές γυναίκες και κορίτσια έπεσαν θύματα βιασμού. Από όλες όσες συνάντησαν (οι Τούρκοι) άρπαξαν τα κοσμήματα, ξέσχισαν τα φορέματα για να πάρουν τα περιδέραια που οι Βλάχες φορούν στο στήθος. Στις περισσότερες από αυτές έσχισαν τα αυτιά για να πάρουν τα σκουλαρίκια. Σ’ άλλες έκοψαν τα δάχτυλα για να πάρουν τα δαχτυλίδια. Πολλοί από τους πλουσιότερους κατοίκους του Κρουσόβου δεν διαθέτουν πλέον τίποτε άλλο εκτός από τα ρούχα τους.

»Η βουλγαρική συνοικία, φτωχότερη, η οποία κατοικείται από ταπεινούς αγρότες, ήταν η μόνη που διασώθηκε. Ίσως ο φόβος των εκρήξεων του δυναμίτη να έπαιξε κάποιο ρόλο σ’ αυτή την περίσταση. Εάν θεώρησα ότι έπρεπε να επιμείνω στη λεηλασία και τον εμπρησμό του Κρουσόβου, είναι γιατί αυτές οι λεπτομέρειες έφτασαν σ’ εμένα από διαφορετικές μαρτυρίες που συμφωνούσαν μεταξύ τους», Θεσ/νίκη, 25/8/1903. 

Δεν είναι δυνατόν να αναφέρεσαι στο Ίλιντεν και να μη σταθείς στο ηρωικό Κρούσοβο. Αντιστέκομαι στον πειρασμό να σταθώ και άλλο εδώ, για να πάμε στην περιοχή της Καστοριάς, αφού προηγουμένως σας παραθέσω τα δεινά των Ελλήνων στη Μακεδονία πριν ακόμη αρχίσει η ψευδοεπανάσταση:  «[...] Οι χωρικοί αντιμετωπίζουν ένα φοβερό δίλημμα, καθώς, αν δεν παραδώσουν τα όπλα τους, ξυλοκοπούνται υπερβολικά και, αν τα παραδώσουν χωρίς να ξυλοκοπηθούν, τους δολοφονούν τα κομιτάτα», Θεσ/νίκη, 31/1/1903, αλλά και:

«Να τι λέει ο κ. Σαράφοφ, διευθυντής του γυμνασίου (βουλγαρικού λυκείου) της Θεσ/νίκης σε μια αναφορά που έγινε γνωστή στη Γερμανία: “Ο χειρότερος εχθρός του Βούλγαρου είναι ο Έλληνας”(σημ. δική μου: κι όχι ο Τούρκος, όπως δήλωναν). Και λίγο παρακάτω, πάλι ο Σαράφοφ «θεωρούσε αναγκαίο να γράψει: “Ο Βουλγαρισμός δεν προοδεύει στη Μακεδονία. Οι εκκλησιαστικές του κοινότητες ατροφούν, τα σχολεία του παραμένουν έρημα. [...] Πρόκειται για τύφλωση του υπουργείου Γκρεκόφ, η οποία θα φέρει την καταστροφή του Βουλγαρισμού, να νομίζει ότι είναι δυνατό να πολλαπλασιαστούν οι επιτυχίες που οι Βούλγαροι είχαν ως τώρα μέσω του εκκλησιαστικού και σχολικού συστήματος. [...] Δεν μπορούμε να κερδίσουμε πλέον τίποτε με την εκκλησία και το σχολείο”», άρα πρέπει να στραφούμε οι Βούλγαροι σε άλλον τρόπο, που στην προκειμένη περίπτωση ήταν η γεμάτη πονηριά και βία ψευδοεπανάσταση… 

Και μετά τις απαραίτητες, κατά τη γνώμη μου, διευκρινίσεις, ώρα να έρθουμε στα δικά μας. Από το βιβλίο-πηγή μας και πάλι παραθέτουμε ένα μόνο έγγραφο: «Συνεχίζοντας την αρ. 122 επιστολή μου της 4ης Σεπτεμβρίου, έχω την τιμή να αναφέρω τις ακόλουθες αξιόπιστες λεπτομέρειες σχετικά με τα πρόσφατα στην Κλεισούρα και στη Νέβεσκα (Νυμφαίο): Την 5η παρελθόντος μηνός η Κλεισούρα κατελήφθη χωρίς αντίσταση από 600-700 αντάρτες, οι μισοί από τους οποίους εγκαταστάθηκαν στην πόλη, ενώ οι υπόλοιποι στρατοπέδευσαν στους γύρω λόφους. Κατά τη διάρκεια των εικοσιδύο ημερών της βουλγαρικής κατοχής συγκεντρώθηκαν εισφορές της τάξεως των 1.300 λιρών, ενώ οι επαναστάτες ζούσαν εις βάρος των κατοίκων. Δεν διαπράχθηκαν, όμως, ακρότητες και η τοπική διοίκηση λειτούργησε χωρίς εμπόδιο.

»Στις 19 παρελθόντος μηνός, 350 αντάρτες πήγαν στον Τσακαλάροφ, ο οποίος κατέλαβε τη Νέβεσκα την επόμενη μέρα. Όταν αναγγέλθηκε ότι πλησίαζε μία ισχυρή τουρκική δύναμη υπό τον Εδέμ μπέη, οι υπόλοιποι Βούλγαροι αποσύρθηκαν από την Κλεισούρα και πήραν θέσεις στους γύρω λόφους, όπου έλαβε χώρα οξεία αλλά σύντομης διάρκειας συμπλοκή. 120 αντάρτες, συμπεριλαμβανομένου και του βοεβόδα Ποπόφ, σκοτώθηκαν, ενώ οι Τούρκοι είχαν απώλειες είκοσι ή τριάντα νεκρών και έξι πληγωμένων.

»Οι Τούρκοι δεν καταδίωξαν τις συμμορίες, αλλά, πριν μπουν στην πόλη, προχώρησαν στα χωριά Ζαγορίτσανη (Βασιλειάδα), Μπόμπιστα (Βέργα) και Μόκρενη (Βαρικό ), τα οποία λεηλάτησαν και έκαψαν, αφού κατέσφαξαν 150 κατοίκους, ανεβάζοντας έτσι τον αριθμό που τελικά ανέφεραν οι αρχές για τις απώλειες των ανταρτών στους 300.Φαίνεται πως δεν εκδηλώθηκαν ακρότητες από πλευράς των Τούρκων στην Κλεισούρα.

»Αναφορικά με τη Νέβεσκα, η φρουρά των 120 ανδρών ηττήθηκε από τον Τσακαλάροφ, 50 ή 60 στρατιώτες σκοτώθηκαν, ενώ ο Μουδίρης και οι δημόσιοι αξιωματούχοι κατέφυγαν στο Σόροβιτς (Αμύνταιο) και το στρατόπεδο και τα κυβερνητικά κτίρια καταστράφηκαν. Οι αντάρτες συγκέντρωσαν εισφορές της τάξης των 1.300 λιρών και παρέμειναν στο χωριό μέχρι τις 27 όταν, καθώς πλησίαζαν πέντε ή έξι τάγματα από τη Φλώρινα και το Μοναστήρι, υποχώρησαν χωρίς να διακινδυνεύσουν μία σύγκρουση. Δεν αναφέρθηκαν τουρκικές ακρότητες στη Νέβεσκα», Μοναστήρι, 8/9/1903

(Σημ. δική μου: Γι’ αυτό τονίζουμε πάντα στο Μουσείο μας πως το Ίλιντεν το πλήρωσαν σκληρότερα από όλους οι σλαβόφωνοι Έλληνες, που γραικομάνους τους αποκαλούσαν οι Βούλγαροι, αδυνατώντας να καταλάβουν, να συγχωρήσουν και να σεβαστούν, προπαντός, την προσήλωσή τους στον Ελληνισμό).

Και παρακάτω: «[...] Τα στρατεύματα κυριολεκτικά σάρωσαν την περιοχή της Καστοριάς», Μοναστήρι, 27/9/1903.Έχω σημειωμένα και άλλα σημεία με πολύ ενδιαφέρον επάνω στο βιβλίο-πηγή μου, τα οποία δε συμπεριλαμβάνω στο παρόν κείμενο, που πρέπει να είναι σύντομο, για να διαβαστεί από περισσότερους. Σας ενημερώνω όμως όλους πως το Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα της Καστοριάς διαθέτει σημαντική βιβλιοθήκη, που λειτουργεί και ως δανειστική, οπότε όποιος ενδιαφέρεται μπορεί να επισκεφτεί το Μουσείο μας σε ώρες λειτουργίας του και να δανειστούν να διαβάσουν σχετικά με την περίοδο αυτή της Ιστορίας μας και γενικά σχετικά με την Ελληνική Ιστορία. 


ΥΓ: «Ουδέποτε είδον επανάστασιν πλέον πλαστήν. Ουδέποτε, ουδ’ εν τη ιστορία αυτή, δύναταί τις να εύρη όμοιον παράδειγμα ομάδος ανθρώπων κατορθωσάντων να πείσωσιν όλον τον κόσμον ότι μη αντέχοντες πλέον εις την τυραννικήν και αφόρητον δουλείαν εξεγέρθησαν ίν’ αποτινάξωσι τον ζυγόν, ενώ αληθώς ιδιοτελείς μόνον σκοπούς επιδιώκουσι και ούτε τόσον αγρίως τυραννούνται, ούτε κατά της δουλείας τα πρέποντα ενεργούσιν. Αλλ’ εφωτίσθημεν ήδη και γνωρίζουμε στο εξής τι να υποστηρίξουμε». Müller, πολιτικός πράκτορας στη Μακεδονία (Οι πολιτικοί πράκτορες, είχαν έρθει από ξένες χώρες με αποστολή να καταλάβουν μόνοι τους και να σχηματίσουν ασφαλή γνώμη για τα χωριά που καταστράφηκαν στα γεγονότα του 1903), «Οι απαρχές του Μακεδονικού Αγώνα(1903-1904)», 100 έγγραφα από το Αρχείο του Υπουργείου των Εξωτερικών της Ελλάδος, έκδ. Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα Θεσ/νίκης, 1996.

 


Φωτογραφία: Το Μοναστήρι το 1914.


Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 18 Ιουλίου 2024, αρ. φύλλου 1234.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ