28.12.12

ΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΛΗ: Ελένη Οθ. Ρουσοπούλου: Μία πρωτοπόρος γυναικεία φυσιογνωμία

Κόρη του Χριστόδουλου Ναούμ από την Καστοριά και της Πολυξένης Βουλγαρίδη από την Καλλίπολη, γεννήθηκε στη Λειψία το 1870


Έφθασε στην Ελλάδα 18 χρονών, γνήσια Ελληνίδα στην ψυχή και στο πνεύμα. Την καρποφόρα δράση της σκέπασε το ελληνικό χώμα πριν λίγες μέρες στις 22 Ιουνίου 1950.
Κόρη του Χριστόδουλου Ναούμ από την Καστοριά και της Πολυξένης Βουλγαρίδη από την Καλλίπολη, γεννήθηκε στη Λειψία το 1870. Μέσα στο σπίτι του πατέρα της αγάπησε την Ελλάδα πιότερο παρά αν είχε γεννηθεί στην ίδια τη γη της. Γουναράς πλούσιος ο Χριστόδουλος Ναούμ, καταγόμενος από μακριά γενιά εμποροβιοτεχνών της Καστοριάς, των σπαρμένων σε διάφορες Ευρωπαϊκές πόλεις, στη Βλαχιά και τη Ρωσία, εγκαταστάθηκε στη Λειψία για να συνεχίσει την ευεργετική δράση των Καστοριανών γουναράδων, που ανάπτυξαν σε ύψιστο βαθμό την επεξεργασία των γουναρικών και το εμπόριό τους, αναδείχνοντας τις συντεχνίες των γουναράδων σαν τις πλουσιώτερες ελληνικές.

Απ’ αυτή την ίδια γενιά των «τιμιωτάτων αρχόντων» με τις γνήσιες ελληνικές παραδόσεις, απ’ αυτή που κατάγονται πρωτεργάτες του Εθνικού Αγώνα και μεγάλοι εθνικοί ευεργέτες, ο Σκουφάς, ο Αθανάσιος Τσακάλωφ, ο Ζώης Καπλάνης, ο Μιχαήλ Τοσίτσας κσι τόσοι άλλοι, που τίμησαν κατ’ εξοχήν το ελληνικό όνομα, βγαίνει και ο Χριστόδουλος Ναούμ. Το σπίτι του στη Λειψία, κάστρο του ελληνισμού, δέχονταν φιλόξενα όλους τους ξενητεμένους Έλληνες, από τους πλούσιους εμποροβιοτέχνες ίσαμε τους πιο φτωχούς φοιτητές, όπως αναφέρει και ο Δροσίνης στα «Σκόρπια φύλλα». Μέσα στο σπίτι αυτό, που έκλεινε όλες τις Ελλάδες, η κόρη του Χ. Ναούμ διδάχτηκε τα ελληνικά, που τα μελέτησε ιδιαίτερα με φοιτητή της θεολογίας για να διαβάζει από πολύ μικρή στον πατέρα της τη «Νέα Ημέρα» της Τεργέστης.

Νεώτατη ακόμη δείχνει την αγάπη της για τα γράμματα μαθαίνοντας σύγχρονα άλλες δύο γλώσσες, που μιλούσε άπταιστα. Και με βαθιά ριζωμένες τις υγιείς αρχές, που παίρνει από την οικογενειακή της ανατροφή, φτάνει στην Ελλάδα με την απέραντη αγάπη για την πατρίδα, με ψυχική διάπλαση και πνευματική μόρφωση, που κατευθύνουν αδιάσπαστα τη φωτεινή ζωή της και χαράζουν υποδειγματικά την εξέχουσα γυναικεία προσωπικότητά της.

Δύσκολο είναι αλήθεια να δοθούν με λίγα λόγια οι αρετές και η δράση της συζύγου του καθηγητού Όθωνος Ρουσσοπούλου. Τα χαρίσματα, που την διακρίνουν στην κοινωνική της εργασία, η ευφυΐα της, η ευρύτης των αντιλήψεών της, η ανεξάντλητη και πολυσχιδής δραστηριότητά της. Ουσιαστικά είναι εκείνη, που με την εμπνευσμένη καθοδήγησή της και την ευσυνειδησία της διευθύνει ολημερίς εικοσιπέντε χρόνια τη «Εμπορική και Βιομηχανική Ακαδημία Ρουσσοπούλου» και την αναδείχνει σε μία από τις συστηματικώτερες και σοβαρές σχολές των Αθηνών. Αυτή διευθύνει και εκδίδει το «Δελτίο της Ακαδημίας ενώ συγχρόνως μεταφράζει έργα εκλεκτών συγγραφέων για τη βιβλιοθήκη Μαρασλή κκαι τη βιβλιοθήκη Φέξη. Εξαιρετική μουσικός, παίζει εκλεκτό πιάνο, γνωρίζει καλά τους μουσουργούς, παρακολουθεί συχνά στην Αθήνα και στην Ευρώπη, που συχνά την επισκέπτεται, κάθε μουσική κίνηση και συχνά διοργανώνει σπίτι της κοντσέρτα “Musique de Chambre” με διαλεκτούς εκτελεστάς. Πρωτοστατεί σε κάθε γυναικεία κίνηση και θεωρείται ένα από τα πιο προοδευτικά και πολύτιμα στοιχεία στις γυναικείες οργανώσεις. Χωρίς να παραμελεί το σπίτι της, ανατρέφει με τον πιο επιμελημένο και συγχρονισμένο τρόπο τα παιδιά της, τα κατευθύνει σε ανώτατους ορίζοντες σπουδών και , ενώ φιλοτεχνεί εκλεκτά εργόχειρα λεπτοτάτης τέχνης, μοχθεί παράλληλα όσο λίγες γυναίκες, για τη γυναικεία ψήφο.

Στενή συνεργάτρια της μεγάλης γυναικείας φυσιογνωμίας της Καλλιρόης Παρρέν, είναι από τις ιδρύτριες του Λυκείου των Ελληνίδων και συμπαραστέκει η Ελένη Ρουσσοπούλου στην ώθηση του Λυκείου για τους ελληνιούς χορούς και τις ελληνικές φορεσιές. Με τη δημιουργικότητα του νού της, με τον ενθουσιασμό, που γνώριζε να διεγείρει, με την λεπτότητα των τρόπων και των αισθημάτων της, την εξαιρετική της μόρφωση, υψώνεται σαν ένας από τους κυριώτερους μοχλούς στο «Ά Εθνικό Γυναικείο Συνέδριο», που διοργανώνεται επίσημα με τη συμμετοχή του Κράτους από την Καλλιρόη Παρρέν, το 1921. Ο λόγος της Ελένης Ρουσσοπούλου δημοσιεύεται στον ημερήσιο τύπο. Την ίδια ενεργητική δράση αποδείχνει και στο «Πανβαλκανικό Γυναικείο Συνέδριο», όπου καο πάλι πρωτοστατεί το Λύκειο Ελληνίδων το 1924.

Μετά το θάνατο του συζύγου της και ύστερα από παραμονή της στη Γερμανία, όπου τελειοποιούν τις σπουδές τους οι κόρες της, επανέρχεται στην Ελλάδα και εκλέγεται αντιπρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Ελληνίδων, ως στενή συνεργάτιδα και φίλη ιδιαίτερα τιμωμένη από την αείμνηστη Πρόεδρο του Ε.Σ.Ε. Ραλλού Γεωργαντά, την εξέχουσα επίσης γυναικεία αυτή προσωπικότητα. Και από το 1933 αναλαμβάνει με όλη της την καρδιά και την κάθε σκέψη τη διεύθυνση του μηνιαίου εκλεκτού γυναικείου περιοδικού «Ελληνίς» του Ε.Σ.Ε. Καμμιά προσπάθεια, κανένας κόπος δεν της φαίνονταν πολύ βρύς για να κατορθώσει να κρατήσει την «Ελληνίδα» πάνω από κα΄θε ιδιοτέλεια και φιλοδοξία κα χωρίς καμμία επιβάρυνση του προϋπολογισμού του ΕΣΕ, στο επίπεδο της πνευματικής αξιοπρέπειας, που ταιριάζει στο μοναδικό γυναικείο περιοδικό του τόπου μας και που συνεχίζει την έκδοσή του ίσαμε τον πόλεμο του 1940. Ταυτόχρονα συνεργαζόμενη με το τμήμα Γραμμάτων και Τεχνών του Ε.Σ.Ε. διοργανώνει κάθε χρόνο σειρά διαλέξεων στον «Παρνασσό», με εκλεκτές ομιλήτριες, που εγείρουν το ενδιαφέρον για την «Ελληνίδα» και εξυψώνουν το γυναικείο τούτο περιοδικό. Μεταφράστρια από τις κα-λές,ανελλιπώς μεταφράζει στην «Ελληνιδα» εκλεκτά άρθρα και μελέτες ξένων συγγραφέων και δημοσιεύει ενυπόγραφα στη «Νέα Εστία» μετάφραση της “Mary Baker-Eddy” του Stephan Zweig.

Η πίστη της προς κάθε υψηλό ιδανικό, η αγάπη της γι α τους συνανθρώπους, η προσήλωσή της στο γενικό καλό, την ωθούν, ώστε ενεργητικά να εργαστῇ και κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο το 1940-41. Συμμετέχει δραστήρια στην κίνηση της Αρχιεπισκοπής για την προστασία των οικογενειών των πολεμιστών και οργανώνει συνεργεία με εκλεκτές γυναίκες για τις δεινοπαθούσες οικογένειες στα Αναφιώτικα της Πλάκας. Επίσης με κέντρο το σπίτι της πρωτοστατεί στην οργάνωση συνεργείων για τη διανομή μαλλιού για πλέξιμο σε φτωχές γυναίκες των Αθηνών και πειχώρων ως παροχή εργασίας με αμοιβή.

Αλλά και με πόσα άλλα κοινωφελή έργα δεν ασχολήθηκε η Ελένη Ρουσσοπούλου, χωρία θόρυβο , χωρίς ρεκλάμα, με παντελή έλλειψη κάθε προκατάληψης, δουλεύοντας άοκνα σσαν αφανής στρατιώτης, με την απλότητα και την αλήθεια, που έχουν τα πράγματα τα αληθινά. Σαν μητέρα και σαν άνθρωπος τοποθετείται ανάμεσα στις εξέχουσες γυναικείες μορφές του τόπου μας, στις πραγματικά πνευματικές και ηθικές αξίες.

Η Ελένη Ρουσσοπούλου θα κατέχει πάντοτε ιδιάζουσα θέση σαν πρότυπο γυναικός, σαν ε΄να από τα πιο προοδευτικά στοιχεία της εποχής της ανάμεσα στον πολύ στενό κύκλο των Ελληνίδων, που κατ’ εξοχήν διακρίθηκαν τα τελευταία χρόνια σε κάθε μορφωτική, κοινωνική, φιλανθρωοική, κοινοφελή και πατριωτική δράση. Δεν ήτο φυσιογνωμία συνήθης η αλησμόνητη Μεγάλη Φίλη, που θα παραμείνει πάντα ανάμεσά μας και ιδιαίτερα σε όσες τη γνώριζαν, την αγαπούσαν, τη θαύμαζαν σαν πρωτοπόρος της νέας γενιάς των γυναικών της πατρίδος μας.



Αναδημοσίευση από την Καθημερινή Ιουνίου 1950

Για την Ε. Ροσσοπούλου  έχουν δημοσιευθεί σχετικές συνεργασίες της κας Ελένης Βαφειάδου Παπανικολάου:
α) «Στιγμές ζωής» ΟΔΟΣ 261 / 20.5.2004
β) «Π.Π. Ναούμ, ένας λόγιος ξενητεμένος Καστοριανός στην Λειψία» ΟΔΟΣ 351 & 352 / 18 & 25.3.2006)


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ