17.11.21

ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Θ. ΟΡΦΑΝΙΔΗ: Ατραποί προς την Ελευθερία [ΙI]

 
ΟΔΟΣ: εφημερίδα της Καστοριάς | 200 χρόνια από την Επανάσταση
ΟΔΟΣ 4.3.2021 | 1070


Ὁ Ὕμνος καὶ ὁ Ποιητής του


Ὁ Ὕμνος γράφτηκε τὸν Μάιο τοῦ 1823. Ἐτέθη τὸ ἐρώτημα γιατί δὲν πολέμησε ὁ Σολωμός... Πολέμησε· χρέος του ἦταν νὰ δώσει στὸ ξαναγεννημένο Γένος τὸν πρῶτο του ποιητή. «Ἕκαστος ἐφ’ ᾦ ἐτάχθη» γράφουν ὁ Ἡρόδοτος καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «ὁ καθεὶς καὶ τὰ ὅπλα του» ὁ Ἐλύτης. Ὁ Ὕμνος εἶναι στὴν πράξη γενναία, ἐφάμιλλη τῆς γενναιότητας τῶν ἐνόπλων ἀγωνιστῶν. Οἱ ἀγωνιστὲς τοῦ Μεσολογγίου δὲν παραπονοῦντο ποὺ ὁ Σολωμὸς δὲν βρίσκονταν ἀρματωμένος στὶς ντάπιες. Διάβαζαν τὸν Ὕμνο καὶ μέσα στὴν πείνα καὶ στὸν θάνατο χόρταιναν καὶ ἀνασταίνονταν ἀπ’ τὸ σῶμα του γιὰ νὰ χύσουν τὸ αἷμα τους μὲ ἐνδυναμωμένο τὸ φρόνημα. 

Ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα ὁ Σολωμὸς πολεμᾶ ἀκόμα καὶ πάντα, ὅπως κάθε μεγάλη τέχνη. Τοῦτο διότι ὁ ἐμβριθὴς δημιουργὸς συλλαμβάνει πτυχὲς τῆς βαθύτερης οὐσίας τῶν φαινομένων, οἱ ὁποῖες δὲν γίνονται ἀντιληπτὲς ἀπὸ τοὺς περισσότερους κατὰ τὴν ἐξέλιξή τους, παρὰ πολὺ ἀργότερα, ὅταν αὐτὰ ἔχουν καταστεῖ «ἱστορία» ―καὶ ἄν...Θέτουν τότε σὲ δοκιμασία τὴν εἰλικρίνεια τῆς θέσεώς μας ἔναντι τοῦ δημιουργοῦ, καθὼς θίγουν παγιωμένες ἀντιλήψεις καὶ μᾶς καλοῦν νὰ ὑπεισέλθουμε σὲ ἄλλες ὀπτικές, ἱκανὲς εἴτε νὰ ἐμπνεύσουν ἐμᾶς σὲ κατάλληλη δράση γιὰ τὴν ἐποχή μας, εἴτε νὰ μᾶς ἐνοχλήσουν καὶ νὰ παραστήσουμε ὅτι δὲν ἀντιληφθήκαμε. 

Μποροῦμε νὰ ἀντέξουμε στὴν δοκιμασία τῆς σκέψης ποὺ μᾶς ὑποβάλλει ἕνας μέγας, ἕνας μέγιστος ποιητὴς ὅπως ὁ Σολωμὸς μέσῳ τοῦ Ὕμνου καὶ σὲ ποιὰ ἔκταση; Εἶναι κοινὴ παραδοχὴ ὅτι ὁ Σολωμὸς εἶναι Ἐθνικὸς Ποιητής. Πόσο κοινοὶ εἶναι οἱ λόγοι αὐτῆς τῆς παραδοχῆς; «Τὸ ἔθνος πρέπει νὰ μάθει νὰ θεωρεῖ ἐθνικὸν ὅ,τι εἶναι ἀληθές». Εἶναι ἐφικτὸ νὰ συνεννοηθοῦμε τί εἶναι ἀληθὲς στὸ σολωμικὸ ἔργο καὶ εἰδικότερα στὸν Ὕμνο ἢ θὰ παραμείνουμε στὴ βολικὴ μόδα τοῦ ἄκρατου ὑποκειμενισμοῦ τῆς ἐποχῆς μας; Τὸ νόημα τῆς ρήσης τοῦ Ποιητῆ εἶναι ἐξόχως ἀπαιτητικό: Πρέπει νὰ εἴμαστε ἀντικειμενικοί, νὰ λαμβάνουμε ὑπόψιν μας κάθε τι ποὺ ἀφορᾶ στὸ γένος μας, γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ τὸ ὑπηρετήσουμε ἀποτελεσματικά. Ἢ θὰ ἐφαρμόζουμε αὐτὴ τὴ διδαχὴ καθημερινὰ ἢ θὰ τὴν ἀναφέρουμε ἐπετειακῶς καὶ θὰ τὴν ἀγνοοῦμε μέχρι τοὺς ἑπόμενους ἐξιδανικευτικοὺς ἑορτασμούς.

Τὸ 1957, στὴν ἐπέτειο τῶν ἑκατὸ χρόνων ἀπὸ τὸν θάνατο τοῦ Σολωμοῦ, ὁ Καθηγητὴς τῆς Νεοελληνικῆς Φιλολογίας τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης καὶ μέλος τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν Λῖνος Πολίτης ἐπεσήμανε ὅτι χρειαζόμαστε τὴν ἄρτια, τὴν ἀκριβή, τὴν ὅσο γίνεται ἀντικειμενικὴ γνώση τοῦ ἔργου τοῦ Ποιητῆ. Γιατί, ὅσο καὶ νὰ μᾶς ξεγελοῦν κάποτε τὰ φαινόμενα, ἡ ποίηση δὲν παύει νὰ βρίσκεται στὸ κέντρο τοῦ ἐνδιαφέροντος κάθε ἐποχῆς. Σήμερα, τὸ 2020-2021, τὰ φαινόμενα μᾶς ξεγελοῦν ἀκόμα περισσότερο. Στὸν ἑορτασμό, ὅμως, τῶν διακοσίων ἐτῶν τῆς Ἐπανάστασης, πρέπει νὰ ἀντιληφθοῦμε ὅτι ἡ ἐπισήμανση τοῦ Πολίτη παραμένει ἐπίκαιρη καὶ νὰ συμβάλλουμε πρὸς τὴν κατεύθυνση τῆς ὑλοποίησής της.

Ὁ Σολωμὸς ἀποτελεῖ μία ἐξαιρετικῶς σπάνια περίπτωση: Ἀναγνωρίστηκε ἐν ζωῇ καὶ κινδύνευσε νὰ ἐξαφανισθεῖ μετὰ θάνατον. Στὸ φυλλάδιο ποὺ ἐξέδωσε ὁ Σπυρίδων Ζαμπέλιος τὸ 1859 μὲ τὸν τίτλο «Πόθεν ἡ κοινὴ λέξις τραγουδῶ», προβαίνει σὲ εὐρύτατη κριτικὴ τοῦ σολωμικοῦ ἔργου γιὰ νὰ καταλήξει στὸ περίεργο συμπέρασμα πὼς ἀξία ἔχουν μόνο τὰ νεανικά του ποιήματα μὲ τὴν ἐλεγειακή τους ἁπλότητα καὶ δημοτική τους χάρη. Τὸν Ὕμνο τὸν χαρακτήριζε ἀποτυχία. Θεωροῦσε ὅτι ὁ δημοτικὸς Ὑμνογράφος Σολωμὸς εἶχε ἀποστατήσει, εἶχε αὐτομολήσει «πρὸς τὸν ἑτερούσιον καὶ ἀλλοτύπωτον Γερμανισμόν», ὅπως χαρακτήρισε τὴν ἐνασχόληση τοῦ ποιητῆ μὲ τὴν γερμανικὴ φιλοσοφία. 

Μά, γιὰ ἕναν διανοούμενο σὰν τὸν Ζαμπέλιο, πῶς δὲν ἦταν ἀντιληπτὸ ὅτι ἡ ἐνασχόληση μὲ τὴ γερμανικὴ φιλοσοφία, ποὺ ἤξερε ὅτι ἀποτελοῦσε σύγχρονο ρεῦμα σκέψης τοῦ 19ου αἰώνα, θὰ μποροῦσε νὰ ἐκφύγει τοῦ ἐνδιαφέροντος μίας διάνοιας σὰν τοῦ Σολωμοῦ; Ὑποτεθείσθω πάλι ὅτι ὁ Σολωμὸς εἶχε «αὐτομολήσει»…Πῶς ἕνας διανοούμενος σὰν τὸν Ζαμπέλιο δὲν εἶχε τὴν ψυχραιμία νὰ ἐκτιμήσει ὄχι τὴν αἰσθητικὴ τοῦ Ὕμνου μόνο, ἀλλὰ καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι εἶναι ὁ Ὕμνος τοῦ Γένους καὶ μάλιστα σὲ μία ἐποχὴ τόσο πλησιέστερη στὴν Ἐπανάσταση; Ἡ αἰτία τῆς κριτικῆς τοῦ Ζαμπέλιου βρίσκεται ἀλλοῦ. Παρὰ τὸ ὅτι κατηγόρησε τὸν Σολωμὸ γιὰ «αὐτομόληση» εἶχε ὁ ἴδιος ἀσχοληθεῖ μὲ τὴ φιλοσοφία τοῦ Hegel καὶ εἶχε προσχωρήσει στὴν τάση τοῦ Augusto Vera τῆς συμφιλίωσης τοῦ ἐγελιανισμοῦ μὲ τὸν χριστιανισμό. 

Ὁ Σολωμὸς εἰρωνεύθηκε αὐτὴν τὴν προσπάθεια τὸ 1852, ὅταν διάβασε τὸ ἔργο τοῦ Ζαμπέλιου «Περὶ μεσαιωνικοῦ ἑλληνισμοῦ» μὲ τὴ φράση «Τι ἔπαθε ὁ Σπῦρος; Ἔντυσε τὸν Ἕγκελ μὲ τὸ φελόνι τοῦ παπᾶ μας;». Δὲν εἶναι τῆς παρούσης νὰ ὑπεισέλθω περαιτέρω. Θὰ περιοριστῶ πρὸς τὸ παρὸν νὰ ἐπισημάνω, ὅτι ἡ φράση αὐτὴ ἐνδεχομένως σχετίζεται μὲ τὸ κατὰ πόσον ὡς ἔθνος μποροῦμε νὰ θεωροῦμε ἐθνικὸν ὅ,τι εἶναι ἀληθές. Ἀντὶ ὁ Ζαμπέλιος νὰ ὑπερασπισθεῖ τὴ θέση του, κατὰ τῆς ὁποίας στράφηκε ἡ φράση τοῦ Σολωμοῦ, ὅταν αὐτὸς ζοῦσε, προτίμησε νὰ φτάσει στὸ σημεῖο νὰ χαρακτηρίσει ἀποτυχία τὸν Ὕμνο, ὅταν ὁ Σολωμὸς ἦταν ἀδύνατον νὰ ἀντιδράσει.

Τέσσερεις μῆνες μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Σολωμοῦ ὁ Ἀριστοτέλης Βαλαωρίτης γράφει στὸν παλαιὸ καθηγητή του Κωνσταντίνο Ἀσώπιο ὅτι «ἐψεύσθησαν αἱ ἐλπίδες τοῦ Ἔθνους», ἐπειδὴ εὑρέθησαν «ὀλίγοι στίχοι, τιναὶ στροφαὶ» ἀντὶ ὁλοκληρωμένα ἔργα, ὡς ἀνεμένετο, μετὰ ἀπὸ μία ἐνασχόληση μὲ τὴν ποίηση σαράντα περίπου ἐτῶν. Βαριὰ λόγια γιὰ μιὰ τέτοια αἰτία καὶ μάλιστα γιὰ τὸν Ποιητὴ τῆς Ἐπανάστασης. Θὰ μποροῦσε νὰ ἰσχυριστεῖ κανεὶς ὅτι ὁ Βαλαωρίτης προέβη σὲ μία βεβιασμένη κρίση, ἂν τὸ 1877 δὲν διατύπωνε σὲ γράμμα στὸν Ροΐδη τὸν βλάσφημο λόγο ὅτι ὁ Σολωμὸς ἔπρεπε νὰ μᾶς εἶχε ἀφήσει κάτι περισσότερο «ἀπὸ ἕναν μόνον ὕμνον καὶ ὀλίγας ἀσυναρτήτους στροφάς». Σημειῶστε ὅτι οἱ δύο πρῶτες στροφὲς αὐτοῦ τοῦ «ἑνὸς μόνον ὕμνου» εἶχαν ἀνακηρυχθεῖ Ἐθνικὸς ἀπὸ τὸ 1865 ἤδη. Ἂν δὲ ὁ Σολωμὸς μὲ «ἕναν μόνον ὕμνον καὶ ὀλίγας ἀσυναρτήτους στροφὰς» κατάφερε νὰ ἀναγεννήσει τὴν ἑλληνικὴ ποίηση καὶ νὰ ἐπιδράσει στὸ ἔργο τοῦ ἴδιου τοῦ Βαλαωρίτη, ἔχουμε ἄλλη μία ἀπόδειξη τῆς μέγιστης ἀξίας του. Ποιὰ ἡ αἰτία τῆς στάσης τοῦ Βαλαωρίτη, ποιητῆ ἀναμφιβόλως σημαντικοῦ; Μᾶλλον τὸ ἄγχος μήπως ἡ φήμη τοῦ Σολωμοῦ ἐπισκιάσει ἅπαξ διὰ παντὸς τὴν προσωπική του στὰ ἑλληνικὰ γράμματα.

Ἔπρεπε νὰ ἔρθει ἡ γενιὰ τοῦ 1880 μὲ προεξάρχοντα τὸν Παλαμὰ γιὰ νὰ σωθεῖ ὁ Ἐθνικὸς Ποιητὴς ἀπὸ τὴν κατακρήμνιση στὴν ἀνυποληψία ἐξ’ αἰτίας πνευματικῶν ἀνθρώπων ποὺ ἀδυνατοῦσαν νὰ ὑπερβοῦν -ἂν καὶ ὄφειλαν- τὶς προσωπικές τους ἀγκυλώσεις. Παρὰ ταῦτα, ἡ ἐποχὴ τοῦ μεσοπολέμου χαρακτηρίζεται ἀπὸ αἰσθητικὲς καὶ ἰδεολογικὲς συγκρούσεις μὲ ἐπίκεντρο τὴν ποίηση τοῦ Σολωμοῦ καὶ τὸ ἐπίπεδο τῆς ἀντιπαράθεσης εἶναι ἀντιστρόφως ἀνάλογο μὲ αὐτὸ ποὺ δικαιοῦται κανεὶς νὰ ἀναμένει ἀπὸ διανοούμενους. Ἡ τάση τῆς εὐρωπαϊκῆς λογοτεχνίας ὑποστήριζε ὅτι τὸ σολωμικὸ ἔργο δὲν μπορεῖ πλέον νὰ ἐκφράσει τὸ αἰσθητικὸ κριτήριο καὶ τὴν ἐποχή της· κατὰ συνέπεια, οὔτε ὁ Ὕμνος. Ἡ ἑλληνοκεντρικὴ τάση μὲ ἐπικεφαλῆς τοὺς Φώτο Πολίτη καὶ Γιάννη Ἀποστολάκη ὑποστήριζε τὸ ἔργο τοῦ Σολωμοῦ, φτάνοντας, ὅμως, μέχρι τοῦ ἀκραίου σημείου νὰ θεωρεῖ ἀσήμαντη ἀκόμα καὶ τὴν ποίηση τοῦ Παλαμᾶ - γιὰ τὴν ποίηση τοῦ Καβάφη καλύτερα νὰ μὴν μιλήσουμε. 

Σὲ ἐπιστολή του μὲ ἡμερομηνία 10 Ἰουνίου 1929 πρὸς τὸν σολωμικὸ ποιητὴ Γιάννη Ζερβὸ ὁ Γιῶργος Κατσίμπαλης γράφει ὅτι ὁ Σολωμὸς ἦταν ἕνας διεφθαρμένος εὐπατρίδης χασομέρης, τὸ ἔργο τοῦ ὁποίου βασίζεται στὴν παραμόρφωση τῆς πραγματικότητας, δηλαδή, στὴν ψευτιά. «Ἀπὸ μία ὀμορφοποιημένη ψευτιά, τὸ Ἔθνος μας ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ μία χοντροκομμένη ἀλήθεια» σημειώνει καὶ συνεχίζει: «Ἂν θέλουμε νὰ ζήσουμε ὡς Ἔθνος πρέπει πρῶτ’ ἀπ’ ὅλα νὰ λάβουμε μιὰ πλέρια συνείδηση τοῦ τί εἴμαστε κι αὐτὸ θὰ μᾶς τὸ δώσει τὸ ἔργο τοῦ Παλαμᾶ καὶ ποτὲ τοῦ Σολωμοῦ».

Ψευτιά, λοιπόν, καὶ ὁ Ὕμνος κατὰ τὸν παλαμικὸ Κατσίμπαλη, μὲ ὕφος σὲ εὐθεία δυσαρμονία μὲ τὸ ἦθος τοῦ Παλαμᾶ, σὲ κάθετη ἀντίθεση μὲ τὴν κριτική του ὀξύτητα, χάρις στὴν ὁποίαν διέκρινε στὴν ποίηση τοῦ Σολωμοῦ ἀναλογίες μὲ τὴν ποίηση τῶν συμβολιστῶν, μὲ ὅ,τι πιὸ μοντέρνο, δηλαδή, παρουσίαζε ἡ Εὐρώπη στὰ τέλη τοῦ 19ου αἰώνα, ἀναλογίες οἱ ὁποῖες ντύνουν τὸ ἔργο του «μὲ μία ἄξαφνη νεότητα».

Ὁ Ὕμνος εἶναι ποίηση συνειδητὰ ἐθνικοπολιτικὴ καὶ μέσῳ τῆς ἐθνικῆς ὑπόθεσης, φτάνει στὴν εὐρωπαϊκή, στὴν παγκόσμια, ὅπως ἤδη ἔχουμε παρατηρήσει. Ὁ Σολωμὸς εἶναι πατριώτης γιατὶ εἶναι ἄνθρωπος καὶ μέσα ἀπὸ τὸν πατριωτισμὸ κατανοεῖ καὶ στηρίζει τὸν πατριωτισμὸ κάθε ἀνθρώπου. Δὲν πρόκειται συνεπῶς γιὰ ἕναν ἐθνικιστή, καθὼς ὁ ἐθνικισμὸς εἶναι ἔννοια ἐκ διαμέτρου ἀντίθετη πρὸς τὸν πατριωτισμό. 

Ὁ ἐθνικισμὸς χαρακτηρίζεται ἀπὸ ἀντιανθρωπισμό, θεωρεῖ ὅτι κάποιο ἔθνος εἶναι ἀνώτερο ὅλων τῶν ἄλλων καὶ κατ’ ἐπέκτασιν ἡ ἐπίκληση τῶν δικαίων τῆς πατρίδος του εἶναι ὑποκριτικὴ καὶ ἱστορικὰ καὶ νομικὰ ἀβάσιμη, ἄρα συνιστᾶ πατριδοκαπηλεία. Δὲν εἶναι ἐθνικιστὴς ὁ σκλάβος ποὺ ἐπαναστατεῖ κατὰ τοῦ δυνάστη, ἀλλὰ ὁ δυνάστης· δὲν εἶναι πατριώτης ὁ δυνάστης, ὅταν ἐπικαλεῖται ὅτι πλήττεται ἡ πατρίδα του ἀπὸ μία ἐπανάσταση, ἐφόσον πατρίδα του θεωρεῖ καὶ ἔδαφος ἄλλης πατρίδας ποὺ ἔχει κατακτήσει καὶ τὴν καταδυναστεύει. 

Ἡ Ἐπανάσταση τοῦ 1821 δὲν εἶναι ἀναβίωση ἐθνικισμοῦ, εἶναι ἀναγέννηση τοῦ πατριωτικοῦ δικαιώματος στὴν Ἐλευθερία καὶ αὐτὸ ἐκφράζει ὁ Ὕμνος της. Ὡς γνήσια πατριωτικὴ ποίηση, ἑπομένως, ὁ Ὕμνος ἀντιστρατεύεται καὶ τὸν ἐθνομηδενισμό, ὁ ὁποῖος ταυτίζοντας ἀντιεπιστημονικὰ τὸν ἐθνικισμὸ μὲ τὸν πατριωτισμό, ἐπιδιώκει νὰ ἀπαξιωθεῖ ὁ πατριωτισμός στὴν κοινωνικὴ συνείδηση. Δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἀντιδημοκρατικὸ τὸ τσάμικο ἐπειδὴ τὸ χορεύει ἕνας δικτάτορας.

σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι


Φωτογραφία: Πέτερ φον Ες (1792-1871), Η άφιξη του ΌΘωνα στην Αθήνα (1839). Νέα Πινακοθήκη του Μονάχου, Γερμανίας.



Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 4 Μαρτίου 2021, αρ. φύλλου 1070.
Η συνεργασία του οφείλεται στην ευγενή μεσολάβηση της κ. Χρυσούλας Πατρώνου Παπατέρπου.


Σχετικά:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ