Ένα σπουδαίο βιβλίο -αληθινή η ιστορία του- για τον ιερό Μακεδονικό Αγώνα: Τα δάκρυα της λύτρωσης, Μηλίτσας Αγιαννίτου-Παυλοπούλου, εκδ. Αύρα
Mηλίτσα που ’σαι στο γκρεμό,
με μήλα φορτωμένη,
τα μήλα σου λιμπίστηκα,
και το γκρεμό φοβούμαι,
λέει το παραδοσιακό μας τραγούδι, αγαπημένη μου Μηλίτσα, ενώ ο ποιητής και γενικώς πολυτάλαντος Θοδωρής Γκόνης προχωράει τους λαϊκούς στίχους, βάζοντας τη μηλίτσα να απαντάει:
Σαν τον φοβάσαι το γκρεμό,
έλα απ’ το μονοπάτι,
να σου χαρίσω τα γλυκά,
τα τρυφερά μου μήλα,
κι εσύ μας έχεις χαρίσει γλυκά και τρυφερά μήλα κι είναι τα βιβλία σου!
Αρχικά το σπουδαίο "Εκεί που άρχιζε η θάλασσα", η αληθινή ιστορία του παππού σου, του γενναίου Έλληνα Αριστείδη, που έφυγε από την πατρίδα του, το πολύκλαυστο Μοναστήρι, όταν αυτό παραδόθηκε στους Σέρβους, κι ήρθε στην περιοχή της Θεσ/νίκης, όπου έμεινε για πάντα - το βιβλίο αυτό μου το σύστησε η φίλη κάθε καλού Φερενίκη Γκίτση και την ευγνωμονώ γι’ αυτό. Γιατί αυτό έγινε η αφορμή να ασχοληθώ με το Μοναστήρι, αλλά και γιατί μετά από αυτό γεννήθηκε και το επίσης σπουδαίο, το νέο σου βιβλίο "Τα δάκρυα της λύτρωσης", που εκδόθηκε από τις εκδ. Αύρα, μ’ έναν υπότιτλο που σπάνια βλέπει κανείς πάνω σε εξώφυλλα: "Αληθινή ιστορία" κι όλοι καταλαβαίνουμε πόσο σημαντικό και καθοριστικό είναι αυτό.
Βγαίνουν, λοιπόν, πάμπολλα βιβλία κάθε χρόνο, δίνοντας την αίσθηση πως ίσως οι συγγραφείς να είναι πιο πολλοί από τους αναγνώστες τελικά, και συχνά συμβαίνει να μένουν αφανή βιβλία-διαμάντια (απεύχομαι να συμβεί κάτι τέτοιο στο δικό σου βιβλίο, γιατί θα ‘ναι μείον όχι για σένα, αλλά για τους αναγνώστες).
"Τα δάκρυα της λύτρωσης" είναι ένα βιβλίο πραγματικά ξεχωριστό για δύο κυρίως λόγους: πρώτο γιατί πρόκειται για αληθινή ιστορία, όπως προείπαμε, και δεύτερον εξαιτίας των πρωταγωνιστών του, του Νικόλα και της Βαγγελούδας, που στη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα είναι παιδιά, 7 χρόνων το αγόρι, δεκατεσσάρων χρόνων το κορίτσι. Έτσι, όλη αυτή η συναρπαστική ιστορία που αξιώθηκες, Μηλίτσα, να καταγράψεις τόσο λογοτεχνικά και τόσο ωραία, που δεν είναι μία, αλλά πολλές ιστορίες μαζί, ξετυλίγεται μέσ’ από τα μάτια δύο παιδιών και αυτό είναι πραγματικά μοναδικό κι απίθανο! Βλέπεις, έχω ασχοληθεί, διεξοδικά θα ‘λεγα, με το θέμα της παρουσίας των παιδιών στον Μακεδονικό Αγώνα, και δε συνάντησα πουθενά μια τόσο παιδοκεντρική μεγάλης έκτασης αφήγηση! Είχα την ευτυχία να γνωρίσω και άλλα παιδιά του Αγώνα, πολλά παιδιά, γενναία παιδιά, μα παιδιά να πρωταγωνιστούν σε μια τέτοια ιστορία είναι η πρώτη φορά που συναντώ - ως δασκάλα σε ευχαριστώ θερμά γι’ αυτό!
Λοιπόν, ο Νικόλας κι η Βαγγελούδα με έκαναν να πω κάτι που είναι ουτοπικό: πως έτσι θα ‘πρεπε να ‘ναι και τα σημερινά Ελληνόπουλα∙ να γνωρίζουν κάθε πέτρα και κάθε χορταράκι του τόπου τους, κάθε του σπιθαμή, κι αυτή τη γνώση να την αποκτούν οργώνοντάς τον γεμάτα παρατηρητικότητα. Σήμερα τα παιδιά περνούν άπλετο χρόνο προσηλωμένα σε οθόνες, άρα δε ζουν τη ζωή τους όπως της αξίζει. Σ’ εκείνα τα χρόνια που βιώνονταν πολύ δύσκολα, τα παιδιά βίωναν τη ζωή με τις αντιξοότητες και τις φρικαλεότητές της, δεν έψαχναν διόδους διαφυγής από αυτήν. Κι αυτό τα ωρίμαζε με θαυμαστό τρόπο και με ακόμη πιο θαυμαστά αποτελέσματα. Και τα ‘κανε αξιοθαύμαστα! Ζήλεψα πολλές φορές τις αποφάσεις και τις κινήσεις τους - ούτε ένας σημερινός μεγάλος δεν θα κατάφερνε όσα τα δύο αυτά παιδιά κατάφεραν. Αυτό μου θύμισε κάτι που λέω συχνά: πως ο μεγαλύτερος εχθρός των σημερινών παιδιών είναι η ευκολία∙ όσο πιο εύκολο κάνουμε τον δρόμο τους τόσο πιο μεγάλο κακό τους κάνουμε. «Κράτα το παιδί σου λίγο στενοχωρημένο» λέει η κινέζικη παροιμία και αυτό ακριβώς εννοεί, πως οι δυσκολίες αντρειεύουν τους ανθρώπους, οι ευκολίες τους κάνουν μαλθακούς κι αδύναμους. Αυτό δε σημαίνει ότι είν’ καλός ο πόλεμος, ίσα ίσα «ο πόλεμος πολλά κακά φέρνει και κανένα καλό» και ο αλληλοσπαραγμός ανθρώπων που θα μπορούσαν να ζουν μονιασμένοι γίνεται αφορμή για θρήνους και δάκρυα.
Από την άλλη όμως διαβάσαμε στην πρώτη Κυριακάτικη Καθημερινή του 2020 τον σπουδαίο καθηγητή Χρήστο Γιανναρά να λέει: «Λογικά πιθανότερο μοιάζει, ότι σε περίπτωση τουρκικής εισβολής, σε οποιοδήποτε σημείο της κρατικής εδαφικής μας υπόστασης, η αντίδραση των Ελλαδιτών θα είναι επανάληψη του υποδείγματος των Ελληνοκυπρίων: Θα επιβιβαστούν στα Ι.Χ. τους και θα φύγουν, για να εγκατασταθούν στο λεκανοπέδιο της Αττικής. Αυτό οι Τούρκοι το ξέρουν και τα ευρωπαϊκά μας ινδάλματα έκδηλα το ποθούν» κι αυτό δεν το αντιπαρέρχεται αβασάνιστα όποιος αγαπάει την Πατρίδα και νοιάζεται για την "τύχη" της ("τύχη", γιατί από τη στάση των Ελλήνων εξαρτάται, εμείς, ηγεσία και πολίτες, την καθορίζουμε)».
Και μπορεί στο βιβλίο σου να πρωταγωνιστούν παιδιά, όμως μες στις σελίδες του παρελαύνουν όλες οι ηλικίες, ακόμα και η τρίτη ηλικία, που μάχεται και αυτή, όπως μπορεί, για την πολυπόθητη λευτεριά. Άλλωστε το λένε οι ίδιοι οι μαχητές επιγραμματικά και υπέροχα: «Η προσφορά μας είναι η ζωή μας»! Εκπληκτικά λόγια, εκπληκτικός τρόπος ζωής γεμάτης πληρότητα! Εν αντιθέσει με τη ζωή των σημερινών ανθρώπων που όλες τους οι ενέργειες κατά κανόνα υπηρετούν τον θεό εαυτό τους! Έτσι, πώς γίνεται να το νιώσουν αυτό το «Προσφέρω, άρα υπάρχω» των Ελλήνων πριν από μόλις έναν αιώνα, πώς θα γινόταν να το ενστερνιστούν και να το κάνουν τρόπο ζωής τους;
Το λες πάλι, με άλλα λόγια, και σε άλλο σημείο του βιβλίου: «Ο καθένας είν’ απαραίτητος στον Αγώνα» - σήμερα οι περισσότεροι θα έλεγαν «Όχι εγώ, ο άλλος ας πολεμήσει. Μακριά από μένα αυτό το χρέος που θα μπορούσε να στοιχίσει τη ζωή μου!». Άλλοι καιροί, άλλα ήθη. Κι όμως η πατρίδα παραμένει ίδια κι απαράλλαχτη έννοια και θα ‘χει πάντα τις ίδιες ανάγκες, θα ζητάει πάντοτε τα ίδια από τα παιδιά της: να τη λογαριάζουν σαν μάνα τους κι ακόμα καλύτερα. Ή όπως το ‘λεγε ο Πλάτων, αλλά έχει ξεχαστεί: «Το ένα τρίτο της ζωής μας το προσφέρουμε στην οικογένειά μας, το ένα τρίτο στους φίλους μας και άλλο ένα στην πατρίδα μας»∙ «στον τόπο που μας γέννησε, μας έθρεψε, μας τράνεψε», όπως λέει η Βαγγελούδα και συνεχίζει: «Ο καθένας από μας είναι σώμα του και ψυχή του. Είμαστε κομμάτια του. Όλοι σ’ αυτόν ανήκουμε. Και πρέπει να ξέρουμε το παρελθόν και την ιστορία του». Αυτός άλλωστε είναι ο λόγος για τον οποίο έγραψες την ιστορία των προγόνων σου. Αυτή η ανάγκη σε οδήγησε να το κάνεις, για να γνωρίσουμε κι εμείς το παρελθόν και την ιστορία μας. Το πόσο αίμα έχυσαν οι πρόγονοί μας για να ζούμε εμείς σήμερα μες στη λευτεριά, χωρίς μάλιστα να κάνουμε το λάθος να τη θεωρούμε δεδομένη:
«Η ελευθερία είναι πράξη ζωής, διαρκής αγώνας. Δεν είναι προσκέφαλο για ξεκούραση. Είναι μετερίζι για αγώνες. Την ελευθερία την κερδίζει όποιος είναι έτοιμος να βάλει για αντίβαρο τη ζωή του» άκουσα σε πανηγυρικό της 25ης Μαρτίου από τον εκπ/κό Γεράσιμο Γκρέμο και βρήκα αυτά τα λόγια υπέροχα!
Δεν περιγράφεις, λοιπόν, έναν αγώνα, μα ένα πανηγύρι από το οποίο κανείς δε θέλει να λείψει. Και πώς θα μπορούσε να λείψει η δασκάλα; Με το βιβλίο σου προσθέτεις στη μακριά αλυσίδα των ηρωίδων διδασκαλισσών του Αγώνα έναν ακόμη πολύ δυνατό κρίκο. Και μας χάρισες ένα πλατύ χαμόγελο, δημοσιεύοντας αυτό που έγραψε η εφημερίδα "Εμπρός" στις 8 Μαΐου του 1903 με τον τίτλο «Εικών διδασκαλίσσης». Το έγραψε κάποιος που είχε επισκεφτεί ένα δημοτικό σχολείο κι έλεγε: «…και εισέρχομαι, μετ’ ολίγον, εις το πρώτον Δημοτικόν Σχολείον το οποίον έτυχεν έμπροσθέν μου. βλέπω έναν κύριον σπανόν, βλοσυρόν, με ολίγα γενάκια κι ένα είδος αντεριού...
-Είσθε ο διδάσκαλος; ερωτώ δειλώς.
-Είμαι η διδασκάλισσα, κύριε...».
Αυτά έγραψε στην εφημερίδα ο άνθρωπος που δεν μπορούσε ούτε να υποψιαστεί τον καταλυτικό ρόλο που έπαιξαν αυτά τα νέα κορίτσια που άφησαν τα σπίτια τους και μπήκαν μες στο καμίνι του πολέμου, όπου συχνά έχαναν και τη ζωή τους. Βλέπετε, η παιδεία ήταν το σημαντικότερο όπλο των Μακεδόνων, για να κρατήσουν ψηλά το ελληνικό φρόνημα, γι’ αυτό και οι Βούλγαροι σκότωναν με τόση μανία τους Ελληνοδασκάλους. Θυμίζουμε τη Λίλη Βλάχου ή Τσίσκα από οικογένεια Μακεδονομάχων της Έδεσσας (δολοφονήθηκε μέσα στο σχολείο της στη Θεσ/νίκη), την Αικατερίνη Χατζηγεωργίου από τη Γευγελή, την Αγγελική Φιλιππίδου από τη Θεσ/νίκη, την Σουλτάνα Κανδηλιάρη που ζήτησε να τοποθετηθεί σε ορεινό χωριό της Καστοριάς, όπου και θανατώθηκε από τους κομιτατζήδες, την Πολυξένη από το Μοναστήρι, που δίδαξε και πέθανε φριχτά σ’ απόμακρο χωριό της Καστοριάς - τη δική της θυσία όταν έμαθε ο Μελάς είπε συγκινημένος: «Έχουν δίκιο αυτοί που ζητούν εκδίκηση», την Ηλέκτρα Δράκου , γνωστή σαν "Η Νεράιδα του Βάλτου" (αυτήν λένε πως είχε υπόψη της η Πηνελόπη Δέλτα όταν έγραψε "Τα μυστικά του Βάλτου"), την τραγική Βελίκα Τράικου από το Γραδεμπόρι (Πεντάλοφο) Θεσ/νίκης, τη Φιλίτσα από τη Θεσ/νίκη που αγωνίστηκε πολύ εδώ στην Μπάλτζα και πολλές πολλές ακόμη…
Μηλίτσα μου, το βιβλίο σου είναι σπουδαίο, όχι μόνο για την αληθινή ιστορία που παρουσιάζεις υπέροχα και τεκμηριωμένα, με πολύ ενδιαφέρουσες υποσημειώσεις και πολύ κατατοπιστικές, είναι σπουδαίο και για τα πολλά στοιχεία λαογραφικού χαρακτήρα που παρουσιάζει, αλλά και για τις εύηχες λέξεις από την ντοπιολαλιά της περιοχής που χρησιμοποιείς. Σ’ ευχαριστούμε για όλα!
Κυρίως, όμως, σε ευχαριστούμε για τον κόπο που έκανες να φτιάξεις αυτό το βιβλίο-ντοκουμέντο για την ιστορία του χωριού σου και γενικά για την ιστορία της Μακεδονίας μας. Όταν ένα μόνο χωριό έχει να παρουσιάσει τόσες ηρωικές μορφές μαζί, ένα τεράστιο μπουκέτο από ευωδιαστά και πολύχρωμα άνθη, τότε μπορούμε άφοβα και με σιγουριά να συμπεράνουμε πόσο σκληρά αγωνίστηκαν οι Μακεδόνες για τη λευτεριά τους και πόσοι από αυτούς σκοτώθηκαν για να ‘ναι η Μακεδονία μας σήμερα Ελληνική κι ελεύθερη!
Κλείνοντας: «Η ανάγκη να ξαναθυμόμαστε το παρελθόν μας είναι πάρα πολύ μεγάλη, ιδίως σήμερα που φυσούν τόσο δυνατοί άνεμοι» έγραψε πριν από κάποια χρόνια η βραβευμένη συγγραφέας Αθηνά Κακούρη και είναι μια μεγάλη αλήθεια που δεν ισχύει μόνο για σήμερα, αλλά ισχύει και θα ισχύει για πάντα. Και πάντοτε θα έχουμε ανάγκη από συγγραφείς όπως εσύ για να κοπιάζουν διασώζοντας ή να διασώζουν κοπιάζοντας την ίδια την ιστορία μας, που είναι μέρος σημαντικότατο της ίδιας της ύπαρξής μας...
Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 15 Οκτωβρίου 2020, αρ. φύλλου 1050.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.