1.12.07

ΣΟΝΙΑΣ ΕΥΘΥΜΙΑΔΟΥ-ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΟΥ: Ο κ. Ζουράρις στην πόλη μας

Ένας χείμαρρος διέσχισε την πόλη μας την Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2007. Ένας χείμαρρος όχι από κείνους που έρχονται ακάλεστοι για να δυσκολέψουν τη ζωή των ανθρώπων, αλλά ένας χείμαρρος ευεργετικός, η κάθε του σταγόνα να ξεδιψά, να θρέφει τις ρίζες αυτών που θέλησαν να τον συναντήσουν, να αναπαύει ψυχές.

Ο κ. Ζουράρις ήταν εδώ έτσι όπως τον ξέρουμε όλοι όσοι αγαπάμε να τον ακούμε και είμαστε πολλοί. Ήρθε καλεσμένος από τον ιστορικό σύλλογο της πόλης μας "Αθανάσιος Χριστόπουλος" με αφορμή το τελευταίο του βιβλίο "Βέβηλα-Κίβδηλα-Σκύβαλα" των εκδ. Αρμός, που γράφτηκε με αφορμή ένα άλλο βιβλίο που αποτελεί πια παρελθόν... ένα βιβλίο που πυροδότησε αμέτρητες αντιδράσεις κι έβγαλε από την αδράνεια και την απραξία ένα σωρό ανθρώπους... ανθρώπους που εξέφρασαν άποψη για ένα βιβλίο Ιστορίας μη όντας ιστορικοί, κάτι που για τη συγγραφική ομάδα και τους φίλα προσκείμενους σ' αυτήν είναι τελείως απαγορευμένο, απλές μητέρες που αντιδρούσαν για το βιβλίο που διδασκόταν πέρσι στα παιδιά τους, κάτι που για την κατά τ' άλλα σούπερ-φεμινιστική συγγραφική ομάδα του βιβλίου ήταν επίσης απαγορευμένο, αφού ειδικά οι απλές μητέρες-νοικοκυρές δεν έχουν δικαίωμα να έχουν άποψη για το θέμα τι φεμινιστική στ' αλήθεια αυτή η υποτίμηση!...

Όταν, λοιπόν, κοντά μας ο κ. Χείμαρρος με τα γυαλάκια του και τα κόκκινα μαγουλάκια του. Κι όμως προσωπικά περίμενα τόσον καιρό να δω άλλα μάγουλα να κοκκινίζουν. Τα μάγουλα πλάι στα χείλη που περίμενα ν' ανοίξουν και να πουν μια "συγγνώμη" στους απογόνους αυτών των οποίων οι ψυχές περιμένουν μιαν άλλη συγγνώμη από εκείνους που τους εξόντωσαν, για να μπορέσουν να αναπαυθούν: τους απογόνους των προσφύγων της Μικρασίας και τους Πόντιους, που πρώτοι απ' όλους στο Συνέδριό τους αντέδρασαν γι' αυτή την απρέπεια που εισχώρησε στο σχολείο μέσω ενός βιβλίου... (Οι δύο προπάπποι μου Γιάννης και Αναστάσης εξοντώθηκαν από τους Τούρκους κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες, όπως άλλωστε κι εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι Έλληνες του Πόντου, καθώς και της υπόλοιπης Μικρασίας.)

Στην αίθουσα, χάρη στον παλιό μου μαθητή και σημερινό φοιτητή Γιώργο, που είχε αγοράσει το βιβλίο του κ. Ζουράρι αμέσως μόλις κυκλοφόρησε, είχα πάει διαβασμένη. Και μετά απ' όλα τα με το ζουραρικό τρόπο διατυπωμένα πολύ εύστοχα σχόλια, ούτε μια στιγμή δεν άλλαξα την ιεράρχηση των πραγμάτων εντός μου. Γιατί στην εποχή μας «υπάρχει ένα είδος διακοπής μεταξύ της πείρας του παρελθόντος και αυτής που ζουν οι νέες γενιές. Και αυτό είναι πολύ επικίνδυνο: μια τεράστια αποσκευή με αξίες και αρχές κινδυνεύει να χαθεί», αλλά κι επειδή: «το παρελθόν σημαίνει πολλά. Το ιδεολόγημα "ζήσε το παρόν" δεν είναι τίποτε περισσότερο από παιδαριώδης φαντασίωση, η μοίρα όσων δε γνωρίζουν ότι το παρελθόν κυλά στις φλέβες τους. Η κατανόηση του παρόντος προϋποθέτει το κριτικό βλέμμα στο παρελθόν. Και ο άνθρωπος που δεν αντιλαμβάνεται τις βαθιές ρίζες του πολιτισμού μόνο ρηχός άνθρωπος μπορεί να είναι».

Κορυφαίο, λοιπόν, όλων αυτών που το συγκεκριμένο βιβλίο περιέχει θεώρησα αμέσως κι εξακολουθώ να θεωρώ το κομμάτι εκείνο όπου ο συγγραφέας τονίζει τη σπουδαιότητα των ελληνικών χορών έναντι των άλλων και λέει:
«Ο καθ' ημάς χορός είναι κύκλιος, συλλογικός, ενωσιακός, μη εξατομικευμένος. Βεβαίως έχει λαμπρούς χοραγούς, άγοντες και άγουσες τον Χορόν. Όλοι γνωρίζουν πως Εκείνος ή Εκείνη πρωταγωνιστούν γιατί είναι οι καλύτεροι, ναι, αλλά ποτέ ως "εξατομίκευσις", ποτέ ως "pas de deux". Αι, οι θεσπέσιοι χοραγοί και χοράρχαι, μπροστάρισσες και μπροστάρηδές μας, άγουν, οδηγούν τον κύκλιο χορό μας, αλλά μόλις εκτελέσουν τα τσαλίμια και τα ορθώματά τους, που άλλος κανείς δεν τα κατορθώνει, οι πρωτοχορευτάδες μας ξαναγυρίζουν στον κύκλιο χορό, τελευταίοι: και οι πρώτοι έσονται έσχατοι! Ναι, η τέχνη του μπαλέτου είναι μόνο δυτική, δυτικογενής και ατομοκεντρική. Ναι, οι ελληνικοί χοροί είναι κύκλιοι, μη πρωταθλητικοί, δημοκρατικοί, ως η εκκλησία του Δήμου (όλοι μας μπορούμε να χορέψουμε, νέοι, νιες, γέροι, γριές, χοντροί, χοντρές...) [...]. Ναι, λοιπόν, κοσμοπόλιταν άξεστα: η τέχνη, πάντοτε, έχει σύνορα, όρια προσώπων, όρια συλλογικοτήτων, σύνορα σωματοτύπων, σύνορα ευαισθησιών. Παντού! Πάντοτε!» (*)

Ε, λοιπόν, αυτό το κομμάτι από το βιβλίο του κ. Ζουράρι ήταν για μένα ένα έξοχο μάθημα εθνικής αυτογνωσίας. Ένα απ' αυτά τα μαθήματα που πάμπολλοι Έλληνες έλαχε να μη διδαχθούν ποτέ στη ζωή τους, ένα από τα μαθήματα που προσωπικά "διδάχθηκα", ακολουθώντας σχήμα πρωθύστερον, τα "διδάχθηκα" μέσ' από τα ψαξίματα που έκανα σπρωγμένη από τη δική μου "διαστροφική" ανάγκη να γνωρίσω τις ρίζες μου, για να μπορέσω να 'μαι ένα δέντρο γερό, ένα δέντρο ικανό με τους καρπούς του να θρέψει τα παιδιά που το αξίωσε ο Θεός και η ευλογημένη του πατρίδα.

Άκουγα τον κ. Ζουράρι και το μυαλό μου ακουμπούσε χαϊδευτικά και άλλες μορφές που αγωνίστηκαν για τα ίδια πράγματα. Ακούμπησα, λοιπόν, και τη μορφή του μεγάλου μας Φώτη Κόντογλου, που μες στα γραπτά του μιλάει: για το τρελλό νερό που έπιναν κι εξακολουθούν να πίνουν οι Έλληνες, που τους κάνει να λένε το ψεύτικο αληθινό, το νόστιμο άνοστο, το μαύρο άσπρο... για την ξενομανιακή τρέλα που μας δέρνει πάντα, αφού και ο Παυσανίας ακόμα λέει: "Έλληνες αεί εν θαύματι τιθέασι τ' αλλότρια ή τα οικεία", για...

Μέσα, λοιπόν στα κείμενα αυτών των φωστήρων του Γένους μας θα 'πρεπε όλοι μας να ψάχνουμε να βρούμε το ύδωρ το ζων, να το πιούμε και να μπορέσουμε να κρατηθούμε μακριά από το άλλο νερό, το τρελλό, για να καταφέρουμε ν' αποφύγουμε τον κίνδυνο να γίνουμε "πνευματική αποικία της Εσπερίας", να διασώσουμε τον πολιτισμό μας, αφού τον κατανοήσουμε ως τη βαθύτερη ουσία του. Μολονότι αυτή η κατανόηση της βαθύτερης ουσίας του θα ΄πρεπε να ΄ναι τόσο αυτονόητη, ώστε να μην τίθεται καν θέμα κατανόησής της...
Εδώ εντοπίζεται η ευθύνη πολλών ανθρώπων που θα μπορούσαν να είναι οι πνευματικοί μας ηγέτες... των σπουδασμένων μας (εκτός κι αν είναι ξενομανιακοί, οπότε δε θα μπορούσαν να είναι ηγέτες του λαού τους), των μεγάλων που φτιάχνουν τα προγράμματα και τα βιβλία των μαθητών μας, των δασκάλων μας, των αρχηγών των πολιτιστικών μας συλλόγων...

Στους προτελευταίους, τους δασκάλους μας (όπου συμβαίνει να ανήκω κι εγώ) αφιερώνω την τελευταία παράγραφο από την αναφορά του συντοπίτη μας δασκάλου Λουκά Σιάνου στα καστοριανά κάλαντα:
«Αυτά είναι τα Καστοριανά κόλλιεντα που δημιουργούν ρίγη συγκίνησης, που ξυπνούν καημούς, ζωντανεύουν πόθους και νοσταλγίες. Αποτελούν ένα θεαματικό λαογραφικό στοιχείο της παλιάς Καστοριάς σε άμεση σχέση με την γέννηση του Θεανθρώπου Χριστού. Αυτά τα κόλλιεντα θα πρέπει να διδάσκονται στα σχολειά μας κι αυτά πάλι να τραγουδιούνται από μικρούς και τρανούς, από Συλλόγους και Σωματεία κι όχι το "Στη γωνιά μας κόκκινο..."».
Στους αξιωματούχους, τέλος, των διάφορων τοπικών μας συλλόγων διευκρινίζω κάτι που ασφαλέστατα δε χρειάζεται καμία διευκρίνιση: δε γίνεται να γιορτάζει η Καστοριά τα Ραγκουτσάρια της, τα πιο κοντινά στον αρχαίο Διόνυσο καρναβάλια, που αποτελούν ζωντανό κομμάτι της τοπικής μας Παράδοσης, και να πιστεύεται ή να δίνεται η εντύπωση πως η μουσική του Μπρέγκοβιτς είναι κι αυτή κομμάτι της δικής μας Παράδοσης...
Όπως δε γίνεται να συμβαίνουν και άλλα τέτοια πράγματα και οι άνθρωποι που τα προκαλούν να μη συναισθάνονται την ευθύνη τους για το ξήλωμα της Παράδοσης που καμώνονται πως τάχα υπηρετούν...


(*) Και συμπληρωματικά:

"Αν θέλουμε η δουλειά μας να έχει παγκόσμια εμβέλεια, πρέπει να μιλάει για κάτι δικό μας, για κάτι που γνωρίζουμε και μας αφορά. Στηριζόμαστε στην εντοπιότητά μας για να μιλήσουμε την παγκόσμια γλώσσα του θεάτρου".
ΡΟΜΠΕΡ ΛΕΠΑΖ, σκηνοθέτης-συγγραφέας-ηθοποιός
και
"Όσο μια τέχνη έχει πιο τοπικό χαρακτήρα τόσο και πιο παγκόσμιου ενδιαφέροντος είναι".
ΝΙΚΟΣ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ