Γιατί τότε ο θεατρολάτρης ήταν ο Θοδωρής. Τώρα ο Γιάννης, που γνωρίσαμε ως Κρίστοφερ, κι οι έφηβοι βοηθοί του Λουκάς και Κωνσταντίνος. Και στέγη πάλι ένα υπόγειο. Σπιτιού, χαρισμένο στο Γιάννη για να στεγάσει τις θεατρικές του ανησυχίες, αυτήν τη φορά. Κι ήταν πάλι Κυριακή βράδυ.
Η ζωή, λένε, κύκλους κάνει. Αλλά και το μηδέν ένας στρογγυλός ολοστρόγγυλος κύκλος είναι με μια τρύπα στη μέση. Και φυσικά δε μηδενίζω τα πάντα. Αλλά στον τομέα του πολιτισμού και του πνεύματος, που περιφέρονται άστεγα σ’ αυτήν την πόλη, αλλά υπάρχουν παρ’ όλα αυτά και ανθούν (αναφέρομαι σε μεμονωμένα πρόσωπα και κάποιες ομάδες της πόλης, σχεδόν καθόλου στους δημόσιους φορείς της, που είναι υπόλογοι γι’ αυτό), ένα μηδενικό ολοστρόγγυλο έχουμε πετύχει. Γιατί εξακολουθούμε να είμαστε η μοναδική πόλη στην Ελλάδα που δε διαθέτει πνευματικό κέντρο, σε αντίθεση και με τις μικρές κωμοπόλεις ακόμα…
Δεν ξέρω αν για την έλλειψη αυτήν την κραυγαλέα φταίει ένας ή πολλοί. Δεν ξέρω πού σκοντάφτει το θέμα και χρονίζει, αλλά τα χρόνια περνούν και κάποιες γενιές Καστοριανόπουλων στο άκουσμα του όρου «πνευματικό κέντρο» δε θα ‘χουν τίποτε να ανακαλέσουν στη μνήμη τους. Και να με συγχωρέσουν όσοι νιώσουν να θίγονται από αυτά που θα πω παρακάτω, αλλά για συγκεκριμένα πράγματα θα μιλήσω –αρκετά τα έχω κρατήσει κρυφά- και έπειτα είναι η δική σας σειρά να βγάλετε τα συμπεράσματά σας (αν και κάτι μου λέει πως τα έχετε βγάλει ήδη)...
Είναι αλήθεια, δυστυχώς, πως κάθε επαφή με εκείνους τους φορείς που, ανάμεσα στ’ άλλα τους καθήκοντα έχουν και αυτό του να στηρίζουν τον πολιτισμό της περιοχής που διοικούν, εδώ στο δικό μας νομό, λοιπόν, η κάθε επαφή προκαλεί τραύματα πολλαπλά σε κείνον που ζητάει στήριξη.
Πρώτα πρώτα τραυματίζει η βεβαιότητα που αποκομίζει ο αιτών πως κάθε άλλο παρά αξιοκρατικά είναι τα κριτήρια των αποφάσεων να στηριχτεί ο ένας κι όχι ο άλλος αιτών. Γιατί αποδεικνύεται περίτρανα κάθε φορά πως τα πρόσωπα που στηρίζονται οικονομικά είναι συνήθως οι δικοί, οι ημέτεροι αυτών που έχουν την κουτάλα. Ανεξάρτητα από την αξία του έργου του άλλου, που συχνά νιώθει πως δεν είναι ημέτερος κανενός. Δεύτερος πιθανός αποδέκτης στήριξης, μετά τον ημέτερο, τον κολλητό, είναι αυτός τον οποίο φοβούνται οι υποψήφιοι χορηγοί, αυτός που απειλεί ή φωνάζει. Έτσι εξηγούνται οι πολλαπλές χορηγίες στο ίδιο άτομο, το οποίο συμβαίνει ενίοτε να μη δικαιούται κανονικά (αξιοκρατικά) ούτε μία. Το άλλο –απίθανο- που συμβαίνει κάποιες φορές είναι οι διαταραγμένες σχέσεις μεταξύ των περισσοτέρων του ενός υπαλλήλων ή αιρετών που πρέπει να συνεργαστούν προκειμένου να καταλήξουν: «Εγώ δεν του μιλάω, οπότε δεν μπορώ να σε βοηθήσω»… Αυτό ταιριάζει και με το άλλο κόλπο: «Εγώ θέλω να βοηθήσω, αλλά δε μ’ αφήνουν οι άλλοι.» Οι όποιοι άλλοι... Μέσα στους άλλους, ανελλιπώς η αντιπολίτευση. Δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα, ποιος το ξέρει; Ένας ακόμη λόγος για τον οποίο μπορεί η αίτηση κάποιου να μην έχει καμία απολύτως τύχη είναι το να μη σε χωνεύει ο πρώτος τη τάξει ή ο αρμόδιος εκπρόσωπος του φορέα. Αν συμβαίνει αυτό τότε, ακόμα κι αν ζητάς χρηματοδότηση για αριστουργηματικό έργο, δεν πρόκειται να λάβεις τίποτε. Γιατί αυτό που δε μετράει καθόλου είναι η ποιότητα του έργου. Αντίθετα, μετρούν οι διάφοροι προσωπικοί λόγοι για τους οποίους δε σε χωνεύει αυτός που αποφασίζει, στους λόγους αυτούς μπορεί άνετα να υπαχθεί ακόμα και ο φθόνος γιατί εσύ κάνεις πράγματα που δεν κάνει ο ίδιος ο φθονών…
Στη μικρή, αλλά ολόλαμπρη πατρίδα μας έτσι έχουν τα πράγματα, δυστυχώς για όλους μας. Και στη βάση όλου αυτού του παραλογισμού, ο κορυφαίος παραλογισμός, είναι πως οι άρχοντές μας δεν αντιμετωπίζουν με την πρέπουσα σοβαρότητα τα θέματα του πολιτισμού, γιατί ίσως και να μην ξέρουν πως ο πολιτισμός είναι στην κορυφή των αρμοδιοτήτων τους και το πιο διαχρονικό ζήτημα απ’ όλα όσα τους απασχολούν. Κι έτσι κοροϊδεύουν μαζί του. Και μαζί μας. Με όλους μας.
Και για να μη μοιάζουν υπερβολικά τα όσα λέω, μολονότι γνωρίζετε ίσως όλοι πως με αυτόν τον έρμο τον πολιτισμό της Καστοριάς, που πολύ αγάπησα κι έκανα πατρίδα μου, ασχολούμαι εδώ και είκοσι περίπου χρόνια, επιβάλλεται να γίνω πιο συγκεκριμένη:
-Έτυχε να βρεθώ στες δύσκολες θύρες που η χρεία τες κουρταλεί, αρκετές φορές. Για προσωπικό μου ζήτημα καμία φορά (μία φορά η Νομαρχία αγόρασε γύρω στα 100 αντίτυπα βιβλίου μου, ενισχύοντας έτσι την ΕΨΥΠΕ, ένα κοινωφελή φορέα που την ενέγραψε στους δωρητές του). Πάντα για την ωφέλεια άλλων, είτε συλλόγων που δουλεύουν για το κοινό καλό είτε προσώπων στο έργο των οποίων πιστεύω, όχι με προσωπικά κριτήρια, αλλά με αξιοκρατικά και τελείως αντικειμενικά κριτήρια. Συνέβη να έχω παρακαλέσει μαζί με άλλους για να επιτευχθεί ένας ωραίος σκοπός. Πήγαμε και ξαναπήγαμε, ιδρώσαμε, ξαναϊδρώσαμε, ντραπήκαμε, αλλά επιμείναμε, κουρελιάσαμε την αξιοπρέπειά μας πολλές φορές χάριν του συνόλου. Ζητήσαμε το απλό απλούστατο να έχουμε εγκαίρως μια απάντηση, έστω και αρνητική, για να κάνουμε τον προγραμματισμό μας. Αν και ήταν υποχρέωσή τους να το κάνουν, δεν το έκαναν. Γιατί εμείς μπορεί να ντρεπόμασταν, κάποιοι άλλοι όμως όχι. Περιμένουμε ακόμα. Κάποια τα έχουμε ήδη ξεχάσει. Δηλαδή μας έκαναν να τα ξεχάσουμε, μας ανάγκασαν. Αυτό π.χ. που ξεχάσαμε ήταν το μικρό ποσό που μας υποσχέθηκαν από τη Νομαρχία για την έκδοση του βιβλίου του Δημ. Σχολείου Μαυροχωρίου «Ζήτω το Σχολείο». Το βιβλίο εκδόθηκε την περσινή σχολική χρονιά, έκανε τον κύκλο του, έφερε πανελλήνια διάκριση σ’ ένα Σχολείο της Καστοριάς κι ενώ το όνομα της Νομαρχίας μας φιγουράρει ανάμεσα στα άλλα ονόματα των χορηγών, η Νομαρχία δε μας έδωσε ποτέ τίποτε. Ούτε ένα ευρώ. (Προς τιμήν των χορηγών, και οι δύο ιδιώτες –οικ. Ζέρβα και Γεωργιάδη- και οι φορείς –ΤΕΔΚ και ΚΕΑΥΜ- μας κατέβαλαν τα χρήματα αμέσως, εν αντιθέσει…)
Δε θα επεκταθώ σε άλλα ζητήματα που είναι ακόμη ανοιχτά. Δε θέλω να την πληρώσουν άλλοι, οι οποίοι δε φταίνε. Μόνο σε ένα ζήτημα θα σταθώ που καίει εκτός από μένα και άλλα πρόσωπα. Αναφέρομαι στο θέμα της έκδοσης σε cd του σπουδαίου μουσικού υλικού που είχε ηχογραφήσει με την Ελληνική Ραδιοφωνία ο τραγουδιστής της Καστοριάς Χρήστος Πετκανάς. Έχει περάσει παραπάνω από ένας χρόνος από τότε που ξεκίνησε ένας αγώνας προκειμένου να το εκδώσουμε όσο ακόμη ο αγαπημένος μας Χρηστάκης ήταν εν ζωή. Στον αγώνα μπήκαν δυναμικά από την αρχή: ο φανατικός εραστής του καλού Νώντας Τσίγκας, ο σπουδαίος μουσικολόγος Μάρκος Δραγούμης (ως κατ’ εξοχήν ειδικός μίλησε για 33 τραγούδια-διαμάντια) και μέσω αυτών το περίφημο Ίδρυμα Μερλιέ, καθώς και ο Σύλλογος «Φίλοι Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα» του νομού μας. Η τιμή για μας θα ήταν μεγάλη, αν τα καταφέρναμε. Αλλά οι φορείς παγερά αδιάφοροι (Προς τιμήν του μόνο ο κ. Ν. Τοτονίδης, Πρόεδρος της ΤΕΔΚ, κατάλαβε αμέσως και υποσχέθηκε να βοηθήσει, κανείς άλλος). Και μ’ αυτήν τους την παγερή αδιαφορία έδειξαν κι εξακολουθούν να δείχνουν περίτρανα πως δεν είναι σε θέση ούτε να καταλάβουν ούτε να εκτιμήσουν. Κι ούτε που προσέχουν άλλους άρχοντες, όπως το δήμαρχο Τρικάλων, που προβάλλουν τα cd με τοπικά τραγούδια που αυτοί στήριξαν και συνδημιούργησαν (εμείς δε διαθέτουμε ούτε ένα cd με αυθεντικά καστοριανά τραγούδια κι όσο οι πηγές μας γερνούν και φεύγουν από κοντά μας, χάνονται και οι ελπίδες μας…). Και το χειρότερο εδώ για μας είναι πως με αυτήν τους τη στάση παγιώνουν για τα καλά εκείνα τα τραγούδια –τα καθόλου δικά μας- στα οποία εντελώς δικαιολογημένα στηρίζει η σκοπιανή προπαγάνδα τη θεωρία της περί μη ελληνικότητας των κατοίκων της μιας και μόνης αληθινής Μακεδονίας.
Και μπορεί ο Χρηστάκης να έφυγε προχτές, η φωνή του, όμως, και τα τραγούδια του έμειναν για να μας θυμίζουν μαζί με τον ίδιο, ζωντανό κύτταρο αυτής της πόλης ως το τέλος, και την ανημπόρια των αρχόντων μας να εκτιμήσουν και να καταλάβουν. Πάνω απ’ όλα την τρομακτική τους ευθύνη για τα πράγματα που δε γίνονται σ’ αυτόν τον τόπο, ενώ, μάλιστα είναι τελείως απαραίτητο να γίνουν.
Σαν το πνευματικό κέντρο, σαν το cd του μακαρίτη κι αγαπημένου μας Χρηστάκη…
Υ.Γ.: Κυριακή ήταν πάλι που βρέθηκα στο άλλο υπόγειο αυτήν τη φορά. Για να ζήσω με τη μικρή, αλλά εκλεκτή μου παρέα, που ήταν και όλο το κοινό της παράστασης, κάτι μοναδικό κι αληθινά συναρπαστικό: τον εκπληκτικά ταλαντούχο Γιάννη Τσότσο να αναμετριέται με το δύσκολο κι απαιτητικό είδος του μονολόγου. Ήταν μια παράσταση που δεν της έλειπε απολύτως τίποτε, κανένα εφέ. Αντίθετα διέθετε κάποιο εφέ που της περίσσευε, το πάθος του αληθινού ηθοποιού, που ξεχείλιζε, ανεξάρτητα από τον ελάχιστο αριθμό των θεατών. Αυτό το πάθος το ευδιάκριτο σε όλα, στις κινήσεις ενός σώματος με σπάνια ευγλωττία, τη ματιά, τη φωνή, σε συνάρπαζε. Ειδικά η ματιά, όταν φαινόταν πως εστιαζόταν σε σένα, δεν αντεχόταν, το πάθος της θαρρείς πως σε έκαιγε. Και καιγόσουν και με τα λόγια, καθώς το κείμενο δεν ήταν άλλο από το διήγημα του Ντοστογιέβσκη «Το όνειρο ενός γελοίου», που πολλά έχει να πει στο σημερινό άνθρωπο, σε όλους μας. Αλλά το ίδιο σπουδαία τα κατάφερε, με τους βοηθούς του αυτήν τη φορά, στο μιούζικαλ που ζωντάνεψε -κυριολεξία αυτό- το Σαρλό μπροστά μας.
Κλείνοντας, αν και το κεντρικό μήνυμα του μονολόγου που μας συνεπήρε με τον τρόπο που αποδόθηκε ήταν το διαχρονικό και πανανθρώπινο μήνυμα της Αγάπης,
προσωπικά έφυγα επαναλαμβάνοντας τη φράση του μεγάλου συγγραφέα: «τη γη μας την αγαπούν και τα πιο αχάριστα πλάσματά της». Κι όλο τη συνέδεα με τις σκέψεις που λίγο πριν σας εκμυστηρεύτηκα κι όλο δικαιωνόμουν στην άποψη που πάντα είχα, πως πράγματι έτσι συμβαίνει∙ μόνο που κάποια παιδιά αυτής της γης όπου εμείς ζούμε, μολονότι την αγαπούν, δεν τα καταφέρνουν να μετουσιώσουν αυτήν τους την αγάπη σε πράξη.
Και, δυστυχώς, αυτά της τα παιδιά είναι και αυτά που διαλέχτηκαν για να τη βοηθούν περισσότερο…
*Επί του πιεστηρίου: Θα ήταν αχαριστία να μην ειπωθεί πως έστω και την ύστατη στιγμή η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Καστοριάς έδωσε το ποσό των 20.000 ευρώ για τη διαμόρφωση της αυλής του Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα που λειτουργεί εδώ και λίγο καιρό στην πόλη της Καστοριάς, επιτέλους και ευτυχώς!
Στη μαέστρο Ναταλί και τα παιδιά της Παιδικής Χορωδίας του Δήμου Μακεδνών, που τον περασμένο Απρίλιο κέρδισαν το 1ο παιδικό βραβείο σε πανελλήνιο διαγωνισμό χορωδιών στην Αθήνα, αλλά και στη χορωδία παραδοσιακών τραγουδιών του Χριστόπουλου που κέρδισε το 1ο αριστείο, φέρνοντας έτσι νέες διακρίσεις στο νομό Καστοριάς.
"Μόνο σε ένα ζήτημα θα σταθώ που καίει εκτός από μένα και άλλα πρόσωπα. Αναφέρομαι στο θέμα της έκδοσης σε cd του σπουδαίου μουσικού υλικού που είχε ηχογραφήσει με την Ελληνική Ραδιοφωνία ο τραγουδιστής της Καστοριάς Χρήστος Πετκανάς. Έχει περάσει παραπάνω από ένας χρόνος από τότε που ξεκίνησε ένας αγώνας προκειμένου να το εκδώσουμε όσο ακόμη ο αγαπημένος μας Χρηστάκης ήταν εν ζωή. Στον αγώνα μπήκαν δυναμικά από την αρχή: ο φανατικός εραστής του καλού Νώντας Τσίγκας, ο σπουδαίος μουσικολόγος Μάρκος Δραγούμης (ως κατ’ εξοχήν ειδικός μίλησε για 33 τραγούδια-διαμάντια) και μέσω αυτών το περίφημο Ίδρυμα Μερλιέ, καθώς και ο Σύλλογος «Φίλοι Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα» του νομού μας. Η τιμή για μας θα ήταν μεγάλη, αν τα καταφέρναμε. Αλλά οι φορείς παγερά αδιάφοροι (Προς τιμήν του μόνο ο κ. Ν. Τοτονίδης, Πρόεδρος της ΤΕΔΚ, κατάλαβε αμέσως και υποσχέθηκε να βοηθήσει, κανείς άλλος). Και μ’ αυτήν τους την παγερή αδιαφορία έδειξαν κι εξακολουθούν να δείχνουν περίτρανα πως δεν είναι σε θέση ούτε να καταλάβουν ούτε να εκτιμήσουν."
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτο παραπάνω σχόλιο της αγαπητής Σόνιας έχω να συμπληρώσω ότι και εμείς στην "Μύηση" από την πρώτη κιόλας στιγμή της ιδρύσεώς της, οργανώσαμε συνεργείο καταγραφής της αστικής μουσικής παράδοσης της πόλης μας, το οποίο συνεργείο συνέλεξε ένα ικανό, πρωτότυπο ηχητικό υλικό (ζωντανές ηχογραφήσεις), από Καστοριανούς μεταξύ των οποίων και ο κ. Χρήστος Πετκανάς. Από τους ηχογραφηθέντες σήμερα είναι εν ζωή μόνον ο ένας. Το υλικό πραγματικά είναι σπουδαίο και μάλιστα αντανακλά μια ιδιαίτερη ελληνική παράδοση η οποία θεωρούμε πως πρέπει να βγεί στην επιφάνεια και να γίνει κτήμα των Καστοριανών. Παρόλα αυτά δυστυχώς δεν υπήρξε η δέουσα ανταπόκριση από σχετικούς φορείς με αποτέλεσμα σήμερα να σκεφτόμαστε την εξ ολοκλήρου χρηματοδότηση της εν λόγω παραγωγής από το ταμείο της "Μυήσεως" και ίσως ιδιώτες χορηγούς, εάν φυσικά υπάρξουν με δεδομένη την υφιστάμενη οικονομική κρίση.
Νίκος Μπαλιάκας
Αγαπητέ Νίκο Μπαλιάκα, ναι το ξέρω πως εσείς ασχοληθήκατε πρώτοι με τα τραγούδια αυτά της Καστοριάς, τα ξεχασμένα. Μου έδωσε μεγάλη χαρά το σχόλιό σου για περισσότερους του ενός λόγους. Τολμώ μάλιστα να προτείνω κάτι: δε θα μπορούσαμε όλοι μαζί, αυτοί που ενδιαφέρονται όπως εσείς, με την καθοδήγηση του συντοπίτη μας ειδικού κ. Μάρκου Δραγούμη, αξιοποιώντας και την εμπειρία από το cd του Βογατσικού του άλλου ξεχωριστού μας συντοπίτη κ. Νώντα Τσίγκα να προχωρήσουμε; Να βγάλουμε τα τραγούδια μας με αυτήν τη σπουδαία σύμπραξη; Τι λες;
ΑπάντησηΔιαγραφή