7.8.10

Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗΣ: Τι θυμάμαι από την εργασία μου για τον Χριστόπουλο

Επιμέλεια-μετάφραση από ξενόγλωσσο κείμενο του Κ. Καβάφη: ΜΙΧ. ΠΙΕΡΗΣ

Αθανάσιος Χριστόπουλος, ο μεγαλύτερος λυρικός ποιητής της νεώτερης Ελλάδος, γεννήθηκε το 1770 στην Καστοριά, μια πόλη της Μακεδονίας. Ο βιογράφος του δεν αναφέρει το όνομα της μητέρας του, και για τον πατέρα του μας λέει ότι λεγόταν Ιωάννης Χριστόπουλος και ότι ήταν ένας ταπεινός ιερωμένος στην ίδια περιοχή.

Όταν ο Χριστόπουλος ήταν ακόμη παιδί, ο πατέρας του εγκατέλειψε την γενέτειρά του για να εγκατασταθεί στην Βλαχία. Η αιτία της αναχώρησής του δεν είναι εξακριβωμένη. Ο Μπάρτας αναφέρει μάλιστα ότι αναγκάστηκε να μεταναστεύσει εξ αιτίας της καταδυνάστευσης των Τούρκων, αλλά δεν μπορώ να πιστέψω ότι ο Πατήρ Ιωάννης, ο οποίος είχε γεννηθεί και μεγαλώσει μέσα σε αυτήν την καταδυνάστευση, δεν θα την είχε μάλλον συνηθίσει, και ότι δεν θα θεωρούσε αυτή την ειδική κατάσταση ως αιτία μετανάστευσης περισσότερο από τους άλλους συμπατριώτες του, οι οποίοι δεν έδειχναν τότε διάθεση να εγκαταλείψουν τις εστίες τους. Σίγουρα πιο απτός ήταν ο κίνδυνος να συλληφθεί από τους κλέφτες οι οποίο λυμαίνονταν ιδιαίτερα την Θεσσαλία και την Μακεδονία, κάνοντας συχνές επιδρομές στα πεδινά χωράφια, και δεν δίσταζαν να ληστέψουν τους "παπάδες" τους, ενίοτε δε και να σκλαβώσουν τις μανάδες και τις κόρες τους.

Όπως και να είχε, είναι βέβαιο ότι περί το 1780, ο Ιωάννης Χριστόπουλος κίνησε για την Βλαχία, κομίζοντας μαζί του τους δύο γυιους του, τον Αθανάσιο και τον Κυριάκο, στους οποίους, όπως λέγεται, συνέστησε -όταν η απόσταση που τον χώριζε από το παλιό του σπίτι γινόταν βαθμηδόν μεγαλύτερη, και τα αντικείμενα που γνώριζε από παιδί άρχιζαν να σμικραίνουν και να εξαφανίζονται στον ορίζοντα να προσπαθήσουν πάνω απ' όλα να αποκτήσουν το δώρο της γνώσεως, χάρις στο οποίο και μόνον θα μπορούσαν να ελπίζουν ότι θα διαπρέψουν και θα κερδίσουν επάξια τον σεβασμό του κόσμου.

Η Βλαχία, για την οποία ο ιερωμένος εκίνησε, ήταν, όπως οι περισσότερες παραδουνάβιες ηγεμονίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, σε σχετικά ανθηρή κατάσταση. Οι κάτοικοί της ήσαν όλοι χριστιανοί και η Πόρτα ανέθετε την διακυβέρνησή τους εν γένει στους Φαναριώτες Γραικούς της Κωνσταντινούπολης, οι οποίοι, όποια και αν ήσαν τα άλλα τους ελαττώματα, απέδειξαν ότι ήσαν... ευεργετικοί και ευφυείς προστάτες της μάθησης. Φιλοδοξούσαν να ιδρύσουν ελληνικά δικαστήρια στις σλαυόφωνες χώρες των οποίων η διακυβέρνηση τους είχε ανατεθεί. Γι' αυτόν τον σκοπό έφεραν από την Κωνσταντινούπολη πλήθος φίλων, συγγενών και κατώτερων αξιωματούχων του Φαναρίου. Αυτή η εύνοια ίσως να ήταν επιβλαβής για τον τοπικό πληθυσμό, αλλά είχε και την καλή πλευρά, γιατί ο κάθε Φαναριώτης, όσο και φτωχός αν ήταν, ήταν ευγενής και συνεπώς ήταν μορφωμένος και κάτοχος σεβαστού κεφαλαίου γνώσεως για την εποχή.

Έτσι σταδιακά ιδρύθηκαν έδρες μάθησης σε ξένες χώρες, δημοφιλή θέατρα με θιάσους που δεν ήσαν τελευταίας διαλογής, ανεγέρθησαν λαμπρά οικοδομήματα για την υποδοχή υπουργών και άλλων επισήμων και το ευγενές ιδίωμα της ελληνικής ακουγόταν και καταλαβαινόταν ελεύθερα παντού. Και δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι η αυλή ενός Μουρούζη ή ενός Υψηλάντη εκείνη την εποχή εντυπωσίαζε έναν επισκέπτη από την Κωνσταντινούπολη όσο η αυλή του Αρχελάου, βασιλέως των Μακεδόνων, θα πρέπει να εντυπωσίαζε έναν αρχαίο αθηναίο ταξιδιώτη, με εξαίρεση τον Ευριπίδη.

Αφού εγκαταστάθηκε σε μία τέτοια χώρα, ο Ιωάννης Χριστόπουλος θεώρησε φυσικό να μεριμνήσει πρωτίστως για να δώσει στα παιδιά του την καλλίτερη παιδεία που μπορούσε. Τα εμπιστεύτηκε πάραυτα στον Νεόφυτο Καυσοκαλυβίτη, ο οποίος ήταν τότε σχολάρχης ενός σχολείου που ήταν φημισμένο στην Ανατολή. Εδώ ο Αθανάσιος διέπρεψε σύντομα με την φιλομάθειά του και με την ευκολία με την οποία έμαθε την αρχαία ελληνική γλώσσα. "Τέκνον μου", του είπε κάποτε ο Ν. Καυσοκαλυβίτης ενώπιον των συμμαθητών του, "θεωρώ εμαυτόν ευτυχή, ότι είμαι διδάσκαλός σου και σε προλέγω, ότι δια της ευφυΐας και παιδείας θέλεις τιμήσει την πατρίδα μας". Τέτοια περιστατικά καταγράφονται και ανακαλούνται με ευχαρίστηση, γιατί δεν συμβαίνει συχνά να πετυχαίνουν τις υψηλότατες θέσεις στην ζωή οι πλέον θαυμαζόμενοι μαθητές των δασκάλων.

Αφού τελείωσε τις ελληνικές σπουδές του στο Βουκουρέστι, επισκέφθηκε την Βούδα και την Πάδοβα, στις σχολές των οποίων σπούδασε νομικά, ιατρική και φιλολογία. Εκεί έκανε την γνωριμία διαφόρων ανθρώπων, οι οποίοι τον περιέγραφαν ανεξαιρέτως μετά από χρόνια ως έναν άνθρωπο χαμηλών τόνων, εκλεπτυσμένων τρόπων και καλλιεργημένης ομιλίας.

Σημείωση του μεταφραστή:
Προσπάθησα να αποδώσω το ξενόγλωσσο πεζό κείμενο του Καβάφη σε ένα σύγχρονο ιδίωμα, λαμβάνοντας κυρίως υπ' όψη το πνεύμα του πρωτοτύπου. Δεν θέλω, ούτε και μπορώ να υποκαταστήσω το λεκτικό και την έκφραση του Καβάφη και την εξέλιξή τους μέσα σε μία περίοδο σχεδόν πενήντα ετών. Από εκεί και πέρα ο κάθε αγγλομαθής ή γαλλομαθής αναγνώστης μπορεί να φανταστεί για το πώς ακριβώς θα έγραφε ο Καβάφης τα κείμενα αυτά στα ελληνικά.
ΜΠ

Το κείμενο του Κ.Π. Καβάφη «Τι θυμάμαι από την εργασία μου για τον Χριστόπουλο», πρωτοδημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 25 Απριλίου 2019 (φ. 983) σε κείμενο της κ. Ελένης Βαφειάδου-Παπανικολάου για τον καστοριανό ποιητή· μία από τις πολλές συνεργασίες της για τις οποίες ο αείμνηστος Νικόλαος Δόϊκος αφιέρωσε την τελευταία του ποιητική συλλογή "Οι αδέσποτοι" (εκδ. Κοράλλι) «στον μεγάλο συμπατριώτη μου Αθανάσιο Χριστόπουλο και στην κυρία ΕλένηΒαφειάδου-Παπανικολάου που, κάθε τόσο, με τις εξαίσιες μονογραφίες της, μας θυμίζει το χρέος μας απέναντι στον "άλλον Ανακρέοντα"».


Αναδημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 12 Μαΐου 2022, αρ. φύλλου 1124.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ