20.8.10

ΑΡΓΥΡΩΣ ΓΕΩΡΓΑΚΗ: Σενάρια θανάτου




Καθόταν και κοιτούσε επίμονα το ποτήρι που είχε μπροστά της. Προσπαθούσε να καταλάβει αν ήταν μισογεμάτο ή μισοάδειο. «Ουΐσκι, σβήνει τον πόνο, ξεχνάς!» σκέφτηκε. Μειδίασε. Σήκωσε το ποτήρι αργά και το 'φερε στα χείλη της. Ρούφηξε με τα μάτια ανοιχτά. Ήθελε να βλέπει τον πόνο της να σβήνει.
Το δωμάτιο έμοιαζε περισσότερο με φθηνό καταγώγιο. Τα μπουκάλια έστεκαν στην σειρά πάνω στο τραπέζι σαν κολόνες αρχαίου ναού, ενώ τα τασάκια προσπαθούσαν να ΄βρουν χώρο ν΄ ανασάνουν. Τα σφαλιστά παράθυρα και παντζούρια έκαναν την ατμόσφαιρα ακόμα πιο βαριά, σχεδόν αποπνικτική, η ίδια ωστόσο, δεν έδειχνε να ενοχλείται.

Στην δουλειά της είχε μέρες να εμφανιστεί. Επικαλέστηκε προσωπικούς λόγους και ανταμείφθηκε με μια γενναιόδωρη άδεια. Άλλωστε ήταν η πρώτη φορά που έλειπε από την θέση της. «Ακόμα και ετοιμοθάνατη» υποστήριζε με πάθος «εδώ θα είμαι». Τελικά ψευδόταν, αν και "ετοιμοθάνατη" πρώτα την δουλειά της απαρνήθηκε.
Με τον θάνατο είχε σχέση φιλική. Τον είχε ΄βρει αρκετές φορές μπροστά της στην δουλειά που έκανε. Δεν την φόβιζε, ίσα-ίσα της κέντριζε τη φαντασία. Είχε πιάσει αρκετές φορές τον εαυτό της να φτιάχνει σενάρια θανάτου. Ενός "ζωντανού", δυναμικού θανάτου ερχόμενου αποκλειστικά γι΄ αυτήν!



Το τσιγάρο κόντευε να σβήσει στα δάχτυλά της. Πάνω στο τραπέζι η πεσμένη στάχτη μαρτυρούσε αρκετά λεπτά ακινησίας. Πίσω από τον καπνό τα μάτια της καρφωμένα στο ποτήρι. Προσπαθούσε να μετρήσει πόσες φορές απεικονιζόταν το πρόσωπό της πάνω στο κρύσταλλο.
Ήταν από ώρα μεθυσμένη. Από το ποτό, από τις σκέψεις, από την μοναξιά, από τον θυμό; Ποιος ξέρει... Ήταν μεθυσμένη κι όμως τόσο νηφάλια. Οι εικόνες στο μυαλό της εναλλάσσονταν ξεκάθαρες.
Τράβηξε επίμονα μια τελευταία ρουφηξιά, προσπαθώντας να δώσει λίγα δευτερόλεπτα ζωής στο τελειωμένο της τσιγάρο. Βγάζοντας τον καπνό, έβγαλε και μια απρόσμενη κραυγή. Ήταν ίσως η πρώτη φορά που άκουγε πραγματικά την φωνή της! Παρασυρμένη ηδονικά από το ξέσπασμά της χαστούκισε με δύναμη το ποτήρι που έχασκε άδειο πια μπροστά της. Ήταν ίσως η πρώτη φορά που ένοιωθε δυνατή!

Την είχε προδώσει! Ήταν το χειρότερο που μπορούσε να της κάνει. Τον είχε μισήσει! Ήταν άνθρωπος των άκρων, ασυμβίβαστη. Εκείνος το ήξερε καλά. Πόσες φορές, ειδικά μετά τον έρωτα, ξαπλωμένη γυμνή με το τσιγάρο μπλεγμένο ανάμεσα στα μακριά της δάχτυλα είχε επαναλάβει αποφασιστικά εκείνη την φράση: "ή όλα ή τίποτα". Δεν άφηνε περιθώρια.
Παραπατώντας ανάμεσα στα κομμάτια του ποτηριού, που είχαν σκορπιστεί παντού πάνω στο χαλί, την επανέλαβε κοφτά μέσα από τα δόντια της. "Όλα ή τίποτα, όλα ή τίποτα". Καθώς το βινύλιο έφερνε ήδη τις πρώτες του στροφές στο παλιό της πικάπ, σκέφτηκε το πόσο μοιάζει αυτό το "όλα ή τίποτα" με το "αγάπη ή μίσος", ή ακόμα καλλίτερα με το "ζωή ή θάνατος"!

Άρχισε να σιγομουρμουρίζει τους στίχους του τραγουδιού. Προσπαθούσε να χαλαρώσει το κορμί της και να το χαρίσει πειθήνια στην μουσική, όπως ακριβώς το χάριζε και σ΄ εκείνον. Χόρευε, εκστασιαζόταν! Κοβόταν, αιμορραγούσε! Η μουσική γινόταν ολοένα και πιο δυνατή. Οι κινήσεις της έμοιαζαν πλέον με λαβές σε αγώνα πάλης. Θά ΄λεγες πως προσπαθούσε μανιωδώς να διώξει κάτι από πάνω της. Έκλεισε τα μάτια της σφιχτά, τόσο σφιχτά που το πρόσωπό της μαρτυρούσε την πραγματική της ηλικία. Συνέχισε την μάχη της όσο συνέχιζε και η μουσική.

Ο θόρυβος από το άνοιγμα του σκουριασμένου πια παντζουριού συνέπεσε με το ανασήκωμα της βελόνας στο πικάπ. Απόλυτη ησυχία. Βγήκε στο μπαλκόνι. Κρεμάστηκε στην άκρη του ακουμπώντας την καυτή της σάρκα πάνω στα παγωμένα κάγκελα. Ανατρίχιασε σύγκορμη κάτω από το διάφανο νυχτικό της. Το βλέμμα της απορροφήθηκε από το μαύρο των νερών της λίμνης. Ο παγερός αέρας τσίτωσε τις αισθήσεις της. Τώρα μπορούσε να το δει πια καθαρά. Το ξαναμμένο της πρόσωπο ακτινοβολούσε ικανοποίηση. Μπορεί να πάλεψε, να πόνεσε αλλά είχε απαλλαγεί μια για πάντα απ΄ αυτόν! Οι κόρες των ματιών της, παρά το σκοτάδι, έμοιαζαν να διαστέλλονται θριαμβευτικά. «Νερά, εξαγνιστικά νερά» αναφώνησε και έβαλε τα γέλια. Μέσα στα γέλια της ένοιωσε νικήτρια! Του χάρισε την τελευταία φευγαλέα της σκέψη... έτσι σαν επιμύθιο.

"Νεαρός άνδρας βρέθηκε πνιγμένος στα παγωμένα νερά της λίμνης". Τέλειο σενάριο ενός θανάτου ερχόμενου αποκλειστικά για κάποιον άλλο.
Κάθαρση!


Η κ. Α. Γεωργάκη, ζει και εργάζεται στην Καστοριά

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ