8.11.23

ΝΙΚΟΥ ΤΣΕΜΑΝΗ: Νέα Υόρκη


ΟΔΟΣ εφημερίδα της Καστοριάς
ΟΔΟΣ 13.7.2023 | 1183

Κάποτε μετά από απανωτά οικογενειακά συμβούλια, πολύχρονες διαβουλεύσεις, ενδοοικογενειακές ιδεολογικές, πολιτιστικές και οργανωτικές διαφοροποιήσεις, διαφωνίες και εντάσεις, στην καθομιλουμένη, τραβάτε με και ας κλαίω γκρίνια, αποφασίστηκε ένα οικογενειακό ταξίδι. Ο γύρος της Αμερικής σε τριάντα μέρες. Οι δύο κόρες μου, η γυναίκα μου και εγώ. Μερικοί φίλοι θα μας φιλοξενούσαν στην διαδρομή, απαλύνοντας την οικονομική αιμορραγία του εγχειρήματος. Οι γυναικείοι όροι της ταξιδιωτικής συμφωνίας ήταν σαφείς. Οδική ανεξαρτησία. ούτε αεροπλάνο, ούτε πλοίο, ούτε τρένο, ούτε άλογο ούτε γκαμήλα θα γίνονταν αποδεκτά σαν μέσα μεταφοράς, μόνο το αυτοκίνητο. Οι όροι της συμφωνίας γίνανε αποδεκτοί χωρίς δημοψήφισμα και ανέλαβα την διεκπεραίωση των τεχνικών λεπτομερειών του ταξιδιού.

Βρεθήκαμε με ένα ιπτάμενο μαγικό χαλί στο κέντρο του Μανχάταν, στο Midtown, δίπλα στο Empire State Building σε ένα ξενοδοχείο ονόματι Pennsylvania στους 7 και 35 δρόμους όπως θα έλεγαν οι πρώτης γενιάς έλληνες μετανάστες. Το ξενοδοχείο δύο χιλιάδων κλινών θα μπορούσε άνετα να στεγάσει συνέδριο πολιτικού κόμματος και σίγουρα θα ήταν ιδανικό για κέντρο φιλοξενίας προσφύγων. Με ελαφρά πηδηματάκια άφησα τις γυναίκες να ταχτοποιήσουν τα πράγματα στις ντουλάπες και εξήλθα του δωματίου.  Με τον φόβο μην πάθω καμία κρίση ανθρωποφοβίας κατέβηκα γρήγορα με ένα από τα πολλά ασανσέρ στο ισόγειο και τρέχοντας με ποδοσφαιρική μαεστρία ανάμεσα στις βαλίτσες και τα κορμιά ενός γκρουπ νεοεισερχόμενων κινέζων έφθασα στο πεζοδρόμιο στην είσοδο και πήρα μια βαθειά γεμάτη καυσαέριο ανάσα.. Απέναντι ήταν ο σταθμός του ηλεκτρικού Penn Station και σε απόσταση αναπνοής η Τimes Square και το Broadway. Μια σειρά από κίτρινα ταξί κατέβαιναν την 7 λεωφόρο με κατεύθυνση προς το, πολυδιαφημισμένο άγαλμα του ταύρου, σύμβολο της αμερικανικής καπιταλιστικής ισχύος μπροστά στην είσοδο του χρηματιστηρίου της Wall street. 

Το πεζοδρόμιο και ο δρόμος ήταν λερωμένα με λάδια και κάθε είδους γλιστερούς λεκέδες Στην Νέα Υόρκη όταν περπατάς με το κεφάλι κάτω και κοιτάς το λερωμένο πεζοδρόμιο νομίζεις ότι είσαι στην Αθήνα. Πέρασα το φανάρι και στην άκρη του πεζοδρομίου ήταν ένας τεράστιος σορός από σκουπίδια. Είχε και αυτός μυρουδιά Αθήνας. Άρχισα να νιώθω σπίτι μου. Έστριψα στο επόμενο κάθετο στενό και σήκωσα το κεφάλι μου ψηλά. Οι ουρανοξύστες συγκλίνανε και είχες την αίσθηση ότι γέρνουν προς τα μέσα του δρόμου. Τους κοιτούσα και τους ξανακοιτούσα και όταν σιγουρεύτηκα. ότι πρόκειται για προοπτική οφθαλμαπάτη και δεν θα μου πέσει κανένας στο κεφάλι συνέχισα τον γύρο του τετραγώνου. Βρέθηκα ξανά στην είσοδο του ξενοδοχείου. Απέναντι στο Penn Station μια πολύχρωμη ανθρωποθάλασσα, κίτρινοι, μαύροι, άσπροι, έτρεχαν να προλάβουν τα τρένα. Οι αισθήσεις μου είχαν αρχίσει να προσαρμόζονται στην αμερικανική μητρόπολη. Ήμουνα έτοιμος να ακούσω, να μυρίσω, να αισθανθώ χωρίς πολιτιστικούς ενδοιασμούς την ζωντανή ανθρώπινη παρουσία όλων των φυλών του πλανήτη στην πρωτεύουσα των μεταναστών του κόσμου όλου, την Νέα Υόρκη.

Οι τρείς κυρίες κατέβηκαν, φρεσκαρισμένες, καλοντυμένες, με ευρωπαϊκό αέρα έτοιμες να εντυπωσιάσουν και εντυπωσιαστούν από την Νέα Υόρκη. Με συνάντησαν στο lobby και ξεστόμισαν ταυτόχρονα την ίδια λέξη… πεινααάω. Έμπειρος ταξιδευτής ήξερα ότι η απερίσκεπτη κατανάλωση φαγητού είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της τσέπης ενός ταξιδιώτη, Προσωπικά εκτιμώ το καλό φαγητό αν βρίσκεται σερβιρισμένο στο τραπέζι αλλά ποτέ δεν θα έβγαινα από τον δρόμο μου να το ψάξω. Κατά ένα περίεργο τρόπο ενώ γενικά είμαι απλοχέρης στο φαγητό είμαι τσιγκούνης. Ίσως δεν μου αρέσει η ιδέα να πληρώνω για να παχαίνω. Γεγονός πάντως είναι ότι όταν πληρώνω πολλά λεφτά σε εστιατόρια πολυτελείας τα κλαίω. Ο συνδυασμός λοιπόν αυτός επιλεκτικής τσιγγουνιάς και τεμπελιάς με έχει κάνει να τρώω συνήθως φαγητά του δρόμου, σουβλάκια, χάμπουργκερ, λουκάνικα, τυρόπιτες και αν είμαι τυχερός κάποιο ενδιαφέρον τοπικής έμπνευσης έδεσμα. Είμαι δηλαδή κατά κάποιο τρόπο ιδεολόγος ταξιδιώτης φαστφουντάς. Στον καθιερωμένο αναγνωριστικό περίπατο γύρω από το ξενοδοχείο με την εκπαιδευμένη πλέον fast food όσφρηση μου είχα εντοπίσει ένα περίεργο κινέζικο ή κορεάτικο, ποιος ξέρει, εστιατόριο που πολύς κόσμος έβγαινε κρατώντας άσπρα πακέτα με φαγητό. Χωρίς να αφήσω περιθώρια για οικογενειακή δημοκρατική διαβούλευση φώναξα με ενθουσιασμό. Έχω ανακαλύψει ένα καταπληκτικό κινέζικο εδώ κοντά. Πάμε να φάμε. 

Μπήκαμε πεινασμένοι σε ένα στενό και υπερβολικά μακρύ χώρο, αριστερά και δεξιά είχε κατά μήκος παντού πάγκους με φαγητά. Στο κέντρο σε island διάταξη είχε άλλες δύο σειρές πάγκους με φαγητά. Στην είσοδο είχε διάφορα μεγέθη άσπρα κουτιά και δύο ζυγαριές. Έπαιρνες ένα κουτί το μέγεθος που ήθελες το γέμιζες ότι φαγητό, ότι σαλάτα, ότι φρούτο, ήθελες πλήρωνες με το κιλό και έφευγες για το γραφείο ή το σπίτι. Αν δεν είχες που να πας, στο βάθος είχε πέντε ψηλά τραπέζια τύπου μπαρ και μπορούσες να φας επί τόπου. Το μέγεθος του ιδιόρρυθμου αυτού μπουφέ ξεπερνούσε κάθε φαντασία, και θα έκανε τους υπεύθυνους για αντίστοιχους μπουφέδες στα ξενοδοχεία πολυτελείας να αισθάνονται μειονεκτικά. Ό,τι περπατάει, ό,τι κολυμπάει, ό,τι πετάει, ό,τι σέρνεται, ό,τι κινείται, ό,τι φυτρώνει σε αυτή τη γη το εύρισκες έτοιμο προς βρώση στους πάγκους αυτού του εστιατορίου. Για πρώτη φορά στην ζωή μου αναγκάστηκα να σκεφτώ το βάρος ενός φαγητού. Ένα κουτί πράσινη σαλάτα ήταν ελαφριά και δεν στοίχιζε τίποτα, ένα κουτί φασολάδα ήταν βαριά και... υπερτιμημένη. Φάγαμε του πουλιού το γάλα με δύο δολάρια το άτομο στα τραπεζάκια στο βάθος. Ήμουνα ενθουσιασμένος με την ανακάλυψη του εστιατορίου αυτού. Είχα κερδίσει πόντους και διεκδικούσα επαξίως την προεδρία της ταξιδιωτικής αποστολής.

Οι τρείς γυναίκες χορτάτες πια θα ξεκινούσαν την ολοήμερη ξενάγηση τους. Το τουριστικό πακέτο, μια ημέρα Νέα Υόρκη, είχε Metropolitan Museum, Guggenheim, ραντεβού με δεινόσαυρους και τερατόσαυρους στο μουσείο φυσικής ιστορίας, επίσκεψη στο Ground Zero των δίδυμων πύργων όπου έγινε η πιο απίστευτη τρομοκρατική επιθετική ενέργεια στον κόσμο όλο, περίπατο στο Central Park, πατινάζ στο Lincoln Center, καπιταλιστικό προσκύνημα στην Wall street, βόλτα στο πάρκο Batery που φεύγανε τα φέρρυ για το άγαλμα την Ελευθερίας και το νησάκι Ellis island με τις μουσειακές πια εγκαταστάσεις υποδοχής εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών στην νέα γη που σε τίποτα δεν θύμιζαν τα αστυνομικά τμήματα υποδοχής και διεκπεραίωσης των εξ ανατολής μεταναστών στο λιμάνια των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου. Τέλος θα πηγαίνανε για καφέ στην οροφή του Rockfeller Center να δούνε από ψηλά, τον Hudson river να κυλάει προς την θάλασσα χωρίς κανό ινδιάνων και βρετανικές φρεγάτες, τον East river να χωρίζει σαν υδάτινη τάφρος το Manhattan από τις λαϊκές συνοικίες του Queens και του Brooklyn, την ιστορική γέφυρα του Μπρούκλιν χωρίς να μπορούν να διακρίνουν τους τουρίστες, που περπατάνε πάνω της θαυμάζοντας το skyline του Manhattan, το πράσινο χαλί του Central Park να προβάλλεται ανάμεσα σε ένα δάσος από ουρανοξύστες, χωρίς να μπορούν να εντοπίσουν τους ανθρώπους και τα σκυλιά που εύρισκαν καταφύγιο κάτω από τα δένδρα του.. Στο βάθος πέραν από τον Hudson river έβλεπαν το New Jersey να ανοίγει τον δρόμο στην αμερικανική ενδοχώρα. Εγώ από την άλλη, θα έτρεχα να κάνω όλες τις δουλειές και προετοιμασίες για την αυριανή αναχώρηση, να νοικιάσω αυτοκίνητο, να βρω βιβλία και τουριστικούς οδηγούς, ένα αγοράσω έναν ευρυγώνιο φωτογραφικό φακό και να κάνω όλες τις απαραίτητες για το ταξίδι προμήθειες. Παράλληλα θα αγόραζα ένα εισιτήριο για κάποια πολιτιστική νυχτερινή έξοδο, και θα έβλεπα έναν φίλο. Το βράδυ στις οκτώ θα συναντιόμασταν πάλι στο ξενοδοχείο.

Βλέποντας τις τρεις χάριτες να μπαίνουν σε ένα υπαίθριο τουριστικό λεωφορείο με προορισμό το μουσείο μοντέρνας τέχνης Guggenheim ξεκίνησα να περπατάω βόρεια προς το Central Park. Σε λίγο βρέθηκα σε ένα λοξό δρόμο που θα έκανε τον Ιππόδαμο να γκρινιάζει ότι του χαλάσανε το σχέδιο, την Broadway. Πλησιάζοντας την Times Square έβλεπα τα θέατρα του Broadway φωτισμένα μέρα μεσημέρι. Η είσοδος τους θύμιζε αίθουσες σινεμά. Έδιωξα μακριά τις σκέψεις για εισιτήρια σε μία παράσταση στην όπερα της Νέας Υόρκης ή στο Cernegie Hall, σταμάτησα σε ένα από αυτά τα θέατρα και χωρίς καν να προσέξω τι μιούζικαλ είχε το πρόγραμμα πήρα τέσσερα εισιτήρια. Είχα ξεμπερδέψει με μια δουλειά.  Συνέχισα προς τα γραφεία της Αvis rent a car στην 53 St. Πάντα νοικιάζω αυτοκίνητα από την Avis γιατί το όνομα της αρχίζει από Α. Αυτή την φορά ήθελα να δω με τα ίδια μου τα μάτια το αυτοκίνητο που θα νοίκιαζα. Πως μπορούσα να κλείσω από το Ιντερνέτ στα τυφλά και να κάνω παρέα τριάντα ολόκληρες μέρες με ένα αυτοκίνητο που η μούρη του μπορεί να μην μου άρεσε, το χρώμα του να με απωθούσε, και το πορτ-παγκάζ του να μην χωρούσε τις βαλίτσες μας; Μου έδειξαν ένα αυτοκίνητο κλασσικό αμερικάνικο σαν τα ταξί με 870 δολάρια τον μήνα και ένα SUV Mercury με 1260 δολάρια το μήνα. Διάλεξα το SUV για την κίνηση στους τέσσερις τροχούς με την σκέψη ότι μπορεί να συναντούσαμε τίποτα χιόνια στην διαδρομή. Σε λίγα λεπτά είχα τελειώσει με την γραφειοκρατία και πάρκαρα ο ίδιος το αυτοκίνητο με την μούρη μπροστά έτοιμο προς αναχώρηση στο υπόγειο γκαράζ της Avis. 

Ικανοποιημένος προχώρησα προς το Central Park. Τα δένδρα είχαν αρχίσει να ρίχνουν τα κόκκινα πια φύλλα τους. Ήταν Οκτώβριος του 2010. Περπατούσα στην νότια “παραλιακή” λεωφόρο του Cental Park. Μερικοί εργαζόμενοι βγάζανε από τις πολυτελείς πολυκατοικίες τα σκυλιά των αφεντικών τους βόλτα στο πάρκο. Καθώς έβλεπα έναν εργαζόμενο να περιφέρεται κρατώντας ένα σκύλο από το λουρί προσπαθούσα με την φαντασία μου να σκιαγραφήσω το πορτραίτο του αφεντικού του ανάλογα με την ράτσα του σκύλου. Άλλο το προφίλ του αφεντικού ενός μπόξερ, άλλο ενός φοξ-τεριέ άλλο ενός κανίς. Φανταζόμουνα τα αφεντικά να τρώνε πρωινό με τους σκύλους τους δίπλα στο τραπέζι σε εγρήγορση, με σηκωμένα τα αυτιά, τις κυρίες με τα κανίς στην αγκαλιά τους στον καναπέ να βλέπουν home cinema περιμένοντας τον άνδρα τους να γυρίσει από... επαγγελματικό ραντεβού. Έβλεπα Μπόξερ να τρέχουν γλυστρώντας στο παρκέ να προϋπαντήσουν στην είσοδο το αφεντικό τους με την σιγουριά ότι δεν είναι κάποιος κλέφτης. Μετά την νοητική αυτή περιήγηση στα ενδότερα των πολυτελών διαμερισμάτων της 69st πέρασα απέναντι στο πάρκο. Εκεί άνθρωποι κάθε ηλικίας με τρέντυ φόρμες και ακουστικά στα αυτιά τρέχανε μόνοι τους, κάνανε τζόκινγκ, στα δρομάκια του πάρκου. Δείχνανε γεμάτοι αυτοπεποίθηση, αφοσιωμένοι στις μουσικές επιλογές τους. Είχα συναντήσει πολλούς ανθρώπους στην ζωή μου να τρέχουν να κυνηγάνε μία μικρή, μια μεσαία ή μια μεγάλη μπάλα αλλά τόσους πολλούς να τρέχουν μόνοι τους χωρίς να κυνηγάνε κάποιο αντικείμενο μόνο στο Central Park είχα συναντήσει.

Αρκετά όμως με τις θεωρίες, τις βόλτες και τις κοινωνικές παρατηρήσεις της συμπεριφοράς των άλλων, είχα ακόμη δουλειές να κάνω. Έπρεπε να αγοράσω ταξιδιωτικούς οδηγούς και χάρτες για το αυριανό ταξίδι. Έκοψα λοξά στο πάρκο και βγήκα στο Columbus Circle. H περιοχή πιο αναβαθμισμένη, τα πεζοδρόμια πιο καθαρά. Περπατώντας βρέθηκα στο μεγαλύτερο βιβλιοπωλείο της Νέας Υόρκης το Barnes and Nοbles. Ήταν ένα πολυόροφο κτήριο.Οι διάδρομοι ανάμεσα στα βιβλία είχαν την αμερικανική απλωσιά, δεν φοβόσουνα να σου πέσει κανένα βιβλίο στο κεφάλι. Πήρα τους χάρτες και οδηγούς που ήθελα και ένα βιβλίο με τους πιο γραφικούς δρόμους (scenic roads) της Αμερικής. Μετά ανέβηκα στον τελευταίο όροφο για καφέ. Όλα τα περιοδικά, όλες οι εφημερίδες ήταν εκεί. Ο χώρος ανισόπεδος, φωτεινός, ένα αρχιτεκτονικό δείγμα σχεδιαστικής τελειότητας. Μέσα από τις τζαμαρίες έβλεπα την πόλη. Ο κόσμος ήταν ευγενικός, φιλικός, σεμνός, σκεπτόμενος. Έπαιρνες το περιοδικό σου και καθόσουνα σε κάποιο τραπέζι με κάποιους άλλους. Κανένα υπερόπτη νεόπλουτο δεν είχε εντοπίσει το κοινωνικό ραντάρ μου στον χώρο αυτόν του βιβλιοπωλείου. Ήταν τόσο ωραίο το περιβάλλον που σκέφτηκα προς στιγμή να μείνω στην πόλη, να έρχομαι κάθε πρωί εδώ να διαβάζω εφημερίδες, να πηγαίνω στα Starbuck να πίνω κανένα καφέ, να κάνω καμία βόλτα στο Cental Park, να περνάω από το Lincoln Center να χαζεύω αυτούς που κάνανε πατινάζ, να πηγαίνω στο Chelsea για κανένα ποτήρι κρασί, να τρώω κινέζικα, ελληνικά, μεξικάνικα, ιταλικά όταν πεινάσω, και την άλλη μέρα πάλι από την αρχή. Που θα ξαναέβρισκα ένα τέτοιο ζωντανό ανθρώπινο ζωολογικό κήπο με τόσες διασκεδάσεις και τόσα φαγητά να περιφέρομαι χωρίς εισιτήριο. Τι ήθελα αλήθεια, εγώ ο κοινωνικός άνθρωπος ο πολίτης του κόσμου, να αφήσω την Νέα Υόρκη και να τρέχω στα λιβάδια και τις εξοχές της Αμερικής παρέα με τα ζαρκάδια και τις αρκούδες; 

Οι δουλειές όμως δεν είχαν τελειώσει. Έπρεπε να αγοράσω ένα ευρυγώνιο φακό. Πήρα ένα ταξί και πήγα στο μεγαλύτερο κατάστημα για φωτογραφικά είδη νομίζω λέγεται B-Η στην 9th Avenue όπου πριν από χρόνια είχα αγοράσει την Cannon φωτογραφική μηχανή μου. Το κατάστημα αυτό είχε κάτι το ιδιαίτερο. Όλοι οι υπάλληλοι ήταν ορθόδοξοι εβραίοι και φοράγανε ένα εβραϊκό σκουφάκι που φαίνεται να έχει σχεδιασθεί για να καλύπτει στο κέντρο του κεφαλιού το σύνηθες μέγεθος της ανδρικής φαλάκρας. Μερικοί έχουν και παραδοσιακά κοτσιδάκια. Στο ταβάνι είχε ένα εκπληκτικό σύστημα μεταφοράς με εμφανείς ράγες. Με το πάτημα ενός κωδικού αγοράς έβλεπες το προϊόν που παρήγγειλες να περιφέρεται στο ταβάνι και να πέφτει στην αγκαλιά σου μπροστά από το ταμείο που πλήρωνες. Το ταξί σταμάτησε και έτρεξα γεμάτος χαρά να μπω στο κατάστημα αυτό. Ω, της απογοήτευσης, οι πόρτες ήταν κλειστές. Ένα χαρτί έγραφε “Σάββατο κλειστό”. Στεναχωρήθηκα και εκνευρίστηκα. Τι χώρα είναι αυτή τα μαγαζιά να ανοίγουν σύμφωνα με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των ιδιοκτητών τους; Τι έπρεπε να κάνω εγώ ο ξένος να κυκλοφορώ με ένα ημερολόγιο και ένα ευρετήριο να ξέρω πότε γιορτάζει ο κάθε μωαμεθανός, ο κάθε εβραίος, ο κάθε χριστιανός, ο κάθε βουδιστής μαγαζάτορας στη Νέα Υόρκη. Μήπως πρέπει η υπερδύναμη να προσκαλέσει σαν σύμβουλο κανένα ουδέτερο Ελβετό να καθορίσει κάποιο λογικό ωράριο καταστημάτων να ξέρει ο καταναλωτής πότε είναι ανοιχτά και πότε κλειστά. Μήπως;

Απογοητευμένος που δεν βρήκα τον φωτογραφικό φακό που ήθελα ανέβαινα περπατώντας την 5η λεωφόρο. Μετά το Lincoln Center έφθασα στον ουρανοξύστη του Donald Trump. Βλέποντας τον ουρανοξύστη μου ήρθαν στο μυαλό μου διάφορες τηλεοπτικές εικόνες προεκλογικής αυτοδιαφήμισης του εκκεντρικού εκατομμυριούχου με τα περουκέ ξεπλυμένα μαλλιά, φαβορί υποψήφιου των Ρεπουμπλικάνων για την προεδρία των ΗΠΑ. Αναρωτιόμουνα πως είναι δυνατόν η επιλογή των δημοκρατικών εκπροσώπων της μεγαλύτερης ετοιμοπόλεμης δύναμης στον κόσμο να γίνεται με αυτόν τον επιφανειακό, χαζοχαρούμενο τρόπο της αυτοδιαφήμισης των οικονομικά ισχυρών. Δεν ήξερα τι να κάνω, να γελάσω ή να κλάψω. Αποφάσισα να γελάσω. Σκέφτηκα να ζητήσω από τον Δία να δώσει στον Αριστοφάνης πενθήμερη άδεια από τον Άδη για να έρθει στη Νέα Υόρκη να γράψει νέα σατιρικά περί δημοκρατίας θεατρικά έργα. Ήθελα τα νέα θεατρικά έργα του Αριστοφάνη με πρωταγωνιστές το Donald Trump και πολλούς άλλους όμοιούς του να γίνουν σατιρικά musical στο Broadway και να φθάσουν στις οθόνες της τηλεόρασης του κόσμου όλου.

Στο τέρμα της πέμπτης λεωφόρου είχα ραντεβού σε ένα Starbuck με τον φίλο μου τον Χρήστο. Έφθασα πρώτος και πήγα να πάρω ένα καφέ και γλυκό. Οι υπάλληλοι πίσω από τον πάγκο είχαν ένα ύφος brand name υπεροψίας που δεν δικαιολογείτο. Μού σερβίρανε με αυταρέσκεια σαν να είναι το επιούσιο έδεσμα των θεών, ένα μέτριας ποιότητας γλυκό, που στο ζαχαροπλαστείο-φούρνο ενός μικρού γερμανικού χωριού θα κινδύνευε να πάει σε κάδο ανακύκλωσης γλυκών. Ποτέ δεν μπορούσα να καταλάβω πως οι υπάλληλοι σε επώνυμα μαγαζιά αποκτούν τόσο γρήγορα ένα ύφος celebrities. Ένα αυτοκίνητο κόρναρε, ήταν ο Χρήστος, και μου έκανε νόημα να βγω έξω γιατί δεν μπορούσε να παρκάρει. Διασχίσαμε την πόλη στο convertible Volvo του στο δρόμο για την ελληνοκρατούμενη Αστόρια. Καθόμουνα στο πίσω κάθισμα. Η θέα με τους ουρανοξύστες να οδηγούν στον ουρανό ήταν συγκλονιστική. Νομίζω ότι όλα τα αυτοκίνητα στην Νέα Υόρκη πρέπει να κόψουν τις οροφές τους. Αυτή η πόλη είναι φτιαγμένη για αυτοκίνητα ανοιχτά. Στην Αστόρια καθίσαμε μια παρέα ώριμα Ελληνόπουλα σε ένα ελληνικό εστιατόριο. Ούζο, σουβλάκια, γύρος, τζατζίκι κλπ. Δύσκολος ο συνδυασμός Starbuck καφέ με το τζατζίκι αλλά έφαγα και εγώ για να μην χαλάσω την παρέα. 

Η συζήτηση ήταν ποδοσφαιρική, ποιος Αργεντίνος παίζει σέντερ-φορ στον ολυμπιακό, ποιος Νιγηριανός θα μεταγραφεί στον ΠΑΟΚ και άλλες απίθανες λεπτομέρειες. Ακούγοντας τους φίλους Έλληνες κάτοικους της Νέας Υόρκης, με αμερικανική υπηκοότητα, να είναι τόσο ενημερωμένοι για τα ποδοσφαιρικά στην Ελλάδα, συνειδητοποίησα για πρώτη φορά την τεράστια σημασία του ποδοσφαίρου στην χώρα μας για την διατήρηση του εθνικού φρονήματος των Ελλήνων της διασποράς. Η Αστόρια μου φάνηκε ένα άχρωμο προάστιο της Νέας Υόρκης, φαντάζομαι οι γαλανόλευκες σημαίες θα της δίνουνε ξεχωριστό χρώμα την 25η Μαρτίου. 

Φτάσαμε στο ξενοδοχείο παρά την μεγάλη καθυστέρηση στο midtown tunnel στις οκτώ πάρα πέντε. Πέντε λεπτά πριν από το ραντεβού Είχα γλυτώσει την γκρίνια τυχόν καθυστέρησης. Οι γυναίκες ήταν έτοιμες καλοντυμένες στην ώρα τους όπως πάντα. Σε λίγα λεπτά ήμασταν στην αίθουσα. του θεάτρου. Το μιούζικαλ ήταν ευχάριστο, ζωντανό. Σύμφωνα με εκατέρωθεν μαρτυρίες, παρά την κούραση της ημέρας δεν με πήρε ο ύπνος ούτε ένα λεπτό. Γυρίσαμε με τα πόδια στο ξενοδοχείο και ξάπλωσα χωρίς πλυθώ στην άκρη κάποιου κρεβατιού. Αύριο ήταν η ημέρα της μεγάλης εκκίνησης. Ο γύρος της Αμερικής σε τριάντα ημέρες. Τα βουνά, τα εθνικά πάρκα, τα ζαρκάδια, οι τάρανδοι, τα μπάφαλος, οι Ινδιάνοι, οι καουμπόηδες, τα καζίνα του Las Vegas μας περιμέναμε στο δρόμο προς την άγρια δύση. Το αμερικανικό όνειρο ήταν εκεί έτοιμο να μας υποδεχθεί. 



Φωτογραφία: Το εμβληματικό 21όροφο κτήριο Φλάτιρον του Μανχάτταν που ολοκληρώθηκε το 1902. Σχεδιάστηκε από τον Ντάνιελ Μπάρναμ (1846-1912) σε στυλ αρχιτεκτονικής Beaux-Arts


Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 13 Ιουλίου 2023, αρ. φύλλου 1183.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ