2.5.11

ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΛΕΓΚΑΝΟΥ: Η χώρα της fake επανάστασης

Με αιτία τη φτώχια και την ανεργία, που δημιούργησε ένα διεφθαρμένο καθεστώς και με σπινθήρα έκρηξης τις σχετικές διαρροές της ιστοσελίδας wikileaks, ο λαός της Τυνησίας έστειλε τον αλαζόνα Μπεν Αλί στο σκοτείνο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Σαν ντόμινο, η συσσωρευμένη οργή της Αιγύπτου δεν άργησε να ξεσπάσει.

Ο χρόνιος δικτάτορας Χόσνι Μουμπάρακ θεωρείται με βεβαιότητα πολιτικά νεκρός, δια χειρός του οργισμένου Αιγυπτιακού λαού που πλημμύρισε τους δρόμους με ένα δίκαιο, πραγματικά συλλογικό αίτημα: την εκθρόνιση ενός παρωχημένου και ατελέσφορου καθεστώτος. Τη διάδοχη κατάσταση απομένει να την δούμε, ελπίζοντας πως θα μοιάζει με δημοκρατία και όχι με θεοκρατική απολυταρχία. 

Παρ’ότι οι δύο αυτές χώρες έχουν αφετηρίες και επιμέρους σημεία αναφοράς διαφορετικά από της Ελλάδας, γεννάται το εξής ερώτημα: οι Έλληνες της μεταπολίτευσης γιατί δεν εξεγείρονται; Γιατί δεν αντιδρούν μαζικά με, έστω, ένα πραγματικά κοινωνικό αίτημα;

Η απάντηση δεν είναι απλό να δοθεί, μπορεί όμως να χτιστεί πάνω σε δύο καίριους άξονες: έναν κοινωνικό-συλλογικό και έναν ψυχολογικό-ατομικό. Ο πρώτος αφορά στο γεγονός ότι η ελληνική κοινωνία δεν είναι ακριβώς κοινωνία, αλλά περισσότερο μία επίφαση της έννοιας, ένα κατακερματισμένο μόρφωμα, ένα συνονθύλευμα ατόμων, οικογενειών, συντεχνιών, κομμάτων, συνδικάτων, με ελάχιστη αίσθηση συλλογικότητας και αλληλεγύης έξω από τα όρια δικαιοδοσίας και δράσης του καθενός. Ο καθένας σκέφτεται και πράττει με βάση το προσωπικό ή το συντεχνιακό-κομματικό του συμφέρον και μόνο, αποκομμένος από τους λοιπούς. Το βλέπουμε ξεκάθαρα (;) στις πρόσφατες κινητοποιήσεις φαρμακοποιών, γιατρών, φορτηγατζήδων και λοιπών, κλειστών επαγγελματικών λεσχών και συνδικάτων. Το έχουμε δει επί σειρά ετών από πολιτικούς, ακαδημαϊκούς, κόμματα, τοπικές αυτοδιοικήσεις, αγρότες, επιχειρηματίες, δημοσιογράφους. Ο καθένας κλεισμένος στον ιδιοτελή του κόσμο, με μηδενική κοινωνική αντίληψη των πραγμάτων, αλλά πάντοτε σε μία κατάσταση αρραγούς διαπλοκής με έναν διάτρητο, ξεχειλωμένο κρατικό μηχανισμό-εχθρό του πολίτη.

Ο δεύτερος άξονας αφορά στον υπερμεγέθη κρατισμό της Ελλάδας, χάρη στον οποίο οι περισσότεροι εξ ημών βυθιστήκαμε στον αργόσχολο καταναλωτικό οίστρο, που τώρα καλούμαστε να πληρώσουμε με όρους άδικους. Ο κρατισμός αυτός δημιούργησε στον Έλληνα μια αίσθηση εκχώρησης της προσωπικής του ευθύνης σε ένα κράτος-πατρόνο, απέναντι στο οποίο έχει αποκλειστικά και μόνο δικαιώματα, αλλά καθόλου υποχρεώσεις. Ο πατερναλιστικός αυτός κρατισμός καλλιέργησε συστηματικά την αίσθηση ότι το κράτος θα είναι για πάντα εκεί, να το πετροβολούμε όταν μας δυσαρεστεί και να απαιτούμε από αυτό -ως κακομαθημένα νήπια- παρανοϊκά «κεκτημένα» κατά βούληση, κατά κανόνα άσχετα με το ευρύτερο κοινωνικό καλό. Κι όλα αυτά σε ένα κάδρο άκρατου συναισθηματισμού, ο οποίος είναι ριζωμένος πολύ βαθειά μέσα μας, κι ο οποίος σε κρίσιμες ώρες σκοτώνει τον ορθολογισμό, όπλο απαραίτητο -ίσως μοναδικό- για την αντιμετώπιση μιας εθνικής κρίσης. Η φούσκα αυτή, λοιπόν, έσκασε και μάλιστα με δυνατό κρότο. Το κρατικογενές παραμύθι της «αριστερίζουσας» μεταπολίτευσης τελείωσε δυσάρεστα. Ευτυχώς...

Παρ’ όλ’ αυτά, ο καλά εμφυτευμένος αυτισμός του ελληνικού συνονθυλεύματος ιδιοτελών επιδιώξεων καλά κρατεί. Αυτοί που, στο μερίδιο που τους αναλογεί, ευθύνονται για την χρεωκοπία μας, είναι οι ίδιοι που κάθε τρεις και λίγο παίρνουν τους δρόμους ή απεργούν, παραμένοντας ενοχλητικά λαλίστατοι, ενώ θα έπρεπε να είναι μπροστάρηδες στην αυτοκριτική κι, αν μη τι άλλο, απολογητικοί. Κάνουμε τη μικρή μας επανάσταση ενάντια σε ένα μέτρο δημόσιας υγείας -τη διακοπή του τσιγάρου στους κλειστούς δημόσιους χώρους- αλλά δεν κουνιέται φύλλο, όταν μας εμπαίζουν με δήθεν εξεταστικές επιτροπές κι «αποκαλύψεις» διαφθοράς για προ πολλού καμένα κομματικά στελέχη. Καίμε την Αθήνα όταν ένας «αστυνομικός» εκτελεί ένα παιδί, αλλά μουρμουρίζουμε ασυναρτησίες όταν οι «κουκούλες» σκοτώνουν τέσσερις ανθρώπους και τα επίσημα χείλη ονοματίζουν «εργατικό ατυχήμα» μία στυγνή δολοφονία.

Η σύγχυση, ο συναισθηματισμός, η επιλεκτική αντίληψη της πραγματικότητας, τα δύο μέτρα και δύο σταθμά, η ιδεοληψία και η παντελής έλλειψη της αίσθησης προτεραιοτήτων είναι διάχυτη, σε μια χώρα που μοιάζει με κακόγουστο ανέκδοτο. Κομματικά υποκινούμενες μειοψηφίες παλεύουν για το media-κό μονοπώλιο της «ανθρωπιάς», οδηγώντας παρανόμως τριακόσιους μετανάστες σε δημόσιο κτήριο, με μία εξοργιστική αίσθηση αυτοδικαίωσης και έναν αυθάδη τραμπουκισμό, φτιασιδωμένο ως «προοδευτικότητα» και «συμπόνοια» για τους κατατρεγμένους. Λες κι οι υπόλοιποι δεν πονούν τους πρόσφυγες. Λες κι οι ντόπιοι δεν έχουν τα δικά τους προβλήματα. Λες κι η χώρα έχει την υποδομή να υποδεχτεί και να φροντίσει με αξιοπρέπεια τον πακτωλό των κατατρεγμένων -και μη- που εισρέουν καθημερινώς. Λες κι εμείς οι υπόλοιποι έχουμε την διάθεση ή την πολυτέλεια να κατακλυζόμαστε από τα ΜΜΕ ολημερίς κι ολονυχτίς, με τα καμώματα όλων εκείνων των ιδεολογικών ζηλωτών, των καθηλωμένων με θρησκευτικό φονταμενταλισμό στις ιδεοληψίες της χρεωκοπίας.

Πότε κατεβήκαμε μαζικά στους δρόμους για να απαιτήσουμε συνταγματική αναθεώρηση; Αξιοπρεπή παιδεία και υγεία; Προστασία του περιβάλλοντος; Ανεξάρτητη και αποτελεσματική δικαιοσύνη; Μηχανογράφηση της δημόσιας διοίκησης και διαφάνεια; Άρση της βουλευτικής και παντός τύπου ασυλίας; Πότε πλημμυρίσαμε τους δρόμους για ένα μαζικό, πλειοψηφικό, αυταπόδεικτα δίκαιο αίτημα που στοχεύει στην ικανοποίηση των περισσοτέρων; Πότε κατεβήκαμε στους δρόμους απαιτώντας από τις κατευθυνόμενες μειοψηφίες να μας αδειάσουν τη γωνιά για να πάμε στις δουλειές μας; Πότε θρηνήσαμε δημόσια και μαζικά για κάποιο από τα θύματα της τρομοκρατίας; Πότε ζητήσαμε την πάταξή της;

Όσο εμείς ασχολούμαστε με τα καμώματα των φαρμακοποιών, με τα σκαμπανεβάσματα των spreads, με το αν οι «μπάτσοι» είναι γουρούνια ή δολοφόνοι ή λίγο κι απ’τα δύο, με το αν το πανεπιστημιακό άσυλο του ιδεολογικού μονοπωλίου φτάνει μέχρι το τρίτο ή το τέταρτο πλακάκι του πεζοδρομίου πέριξ των πανεπιστημίων, όσο εμείς γινόμαστε μάρτυρες του θράσους της Νέας Δημοκρατίας, της μίνι σοσιαλιστικής επανάστασης του βαθέος ΠαΣοΚ, της παραβατικότητας της «αριστεράς» και της εθνολάγνας πατριδοκαπηλίας της ακροδεξιάς, κάποιοι φτωχότεροι και πιο αγράμματοι από μας, με αίσθηση κοινωνίας κι όχι συντεχνίας, κατεβαίνουν στους δρόμους και σπάνε αποφασιστικά τα δεσμά που τους οδήγησαν στο τέλμα. ‘Οσο εμείς κλαψουρίζουμε μεταχρονολογημένα, οι γείτονες Τούρκοι διενεργούν δημοψήφισμα για την αναθεώρηση του Συντάγματός τους. Στην αποχαυνωμένη Ελλάδα -όπου η «συμμετοχική δημοκρατία» αποτέλεσε παροδική προεκλογική ατάκα - περιμένουμε να μας βγάλουν από μια βαθύτατη κρίση οι ίδιοι,περίπου, άνθρωποι που την προκάλεσαν.

Τους ζηλεύω τους Άραβες. Όχι το προσωρινό τους χάος, αλλά ζηλεύω τα διεκδικητικά τους αντανακλαστικά που δεν είναι υποκινούμενα, ούτε επιλεκτικά, αλλά ένας υγιής ανθρώπινος αυτοματισμός, απόρροια της (υπό) συνείδησης ότι η αίσθηση κοινωνίας και η συλλογικότητα μπορεί να νικήσει μέσα σε λίγες ώρες τις ξοφλημένες δυνάμεις της πολιτικής και κοινωνικής χρεωκοπίας. Εμείς εδώ, στα χαλάσματα της πάλαι ποτέ Ελλάδας της επίπλαστης ευημερίας, δεν χρειαζόμαστε ψευδοεπαναστάτες του χθες, ούτε σημερινούς μάγκες του «τζάμπα», αλλά κοινωνική συνείδηση. Και πολιτικούς-πολίτες, ικανούς να μετουσιώσουν το αίτημα για αληθινή δημοκρατία σε πράξη.

1 σχόλιο:

  1. Ανώνυμος2/5/11

    Όλοι μας ζηλεύουμε τους Άραβες. Κρίμα στους Έλληνες, που μόνο λόγια είναι.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ