8.10.13

Β.Π.ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ: Κι όμως τα ΄χασα...

Την εποχή ετούτη των κατηραμένων μνημονιακών μας συμβάντων «νέοι καιροί νέα ήθη». Λεωφορεία κατεβάζουν άπαξ ή δις της εβδομάδος, εξ επαγγέλματος ζητιάνους από τη γείτονα χώρα των πεινασμένων ορμώμενους, όπως συμβαίνει στη δισεβδομαδιαία λαϊκή αγορά, για την αντίστοιχη λαϊκή επαιτητική.
Αυτοί τείνουν να παραγκωνίσουν τους επιχώριους επαγγελματίες του είδους με την θρηνώδη διαλεκτική τους κι ιδίως εκείνον τον γεγηρακότα εν θεσμική επαιτεία, ο οποίος την ώρα του διακονήματός του φέρει στολή των άλλοτε «παιδιών των λουλουδιών» και την πέφτει εις πάσαν έναν συμπολίτη με την αξίωσιν (και ...δικαίως) “μία ολόκληρη πόλη μπορεί και υποχρεούται να συντηρεί έναν εργάτη της ζητιανιάς”. Όπως οι αλλοδαποί εργάτες γης κ.λπ. εκτοπίζουν τους προηγούμενους αλλοδαπούς ή η μια ναυαγισμένη εθνικότητα την άλλη, δια της εκπτώσεως στην αμοιβή τους συν της δικανικής μεθόδου των εν Μανωλάδι φραουλάδων, εκτοπίζει την άλλη ακόμα και την ομοαίματη. Ο σώζων την εαυτού ζωήν σωθείτω. Ετσι την «Σιωπηλή εβδομάδα ή Κουφή» κατά μήκος του πεζόδρομου και εις απόστασιν 50 μ. έκαστος εγκαταστάθησαν 4 νεαροί ακορδεονίστες κι εκτελούσαν άψογα, λίγο πριν το αναστάσιμον “Κύματι θαλάσσης” τα “Κύματα του Δουνάβεως” με ευσυνειδησία μέλους κρατικής, συμφωνικής ορχήστρας που ενώ απεργεί στην υπηρεσία μουσουργεί στις ταβέρνες. Εριξα το ευρώ μου στον ένα, καθότι μόνο ακορδεονίστες ελεώ αφού μου θυμίζουν το έξοχον ποιητικόν ερώτημα του Μ.Α. “Πόσα χρόνια έχεις ν’ ακούσεις ακορδεόν;”
Στη συνέχεια ανάβων τα υποκριτικά μου κηρία στον καθεδρικό ναό ακούω πίσω μου λόγια επαιτείας τρυφερά. Μία ευειδής λεπτή και προς το μελαγχρινό (και μελαγχολικό) μου προκαλούσε, με παρακαλούσε κ.λπ. Πήγα προς το φωτογραφείον να θυμίσω στην κ. Μαρία Γ. πως απόψε έχουμε τον κ. Νόλλα, τον ταξιδευτή στην Ελλάδα και περιηγητή της Δ. Μακεδονίας, ίνα απαθανατίσει την ματαιότητα και ματαιοδοξία μας, από την οποία δεν λέμε να ξεφύγουμε εισέτι. Αλλά Αυτή από πίσω κι απ’ έξω με παραφύλαγε. Εφυγα μ’ ακολούθησε με ψιθύρους σχεδόν εκμαυλιστικούς. Χώθηκα τρομαγμένος στην Καταφυγή, το βιβλιοπωλείο της Μητροπόλεως εις αναζήτησιν Γεροντικού να το χαρίσω κάπου. Με παραφύλαγε εκ νέου όταν βγήκα. Με φλέρταρε προφανώς επί χρήμασι.
- Τα ‘χασα ο δυστυχής. Αλλά γιατί πράγμα δυστυχής;

Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 13 Ιουνίου 2013, αρ. φύλλου 696

2 σχόλια:

  1. Ρούλα Ζουπανιώτη8/10/13

    Λογοτεχνικά, εξαιρετικό.
    Ανθρώπινα, υστερεί κάπως. Μοιάζει λίγο "αφ' υψηλού" και επιφάνεια.
    Δεν είναι όμως έτσι εύκολα τ' ανθρώπινα...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Σοφολογιώτατος10/10/13

    Εγώ να ιδείς τί δυστυχής ένιωσα, φίλτατε, με τα πήγαιν'-έλα σε όλες τις περιόδους της ελληνικής γλώσσας στο αφήγημά σου ...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ