21.10.13

ΣΟΝΙΑΣ ΕΥΘΥΜΙΑΔΟΥ-ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΟΥ: Κρατική ραδιοτηλεόραση



Ήταν στη διάρκεια κάποιας διδακτικής ώρας τη Δευτέρα 10/6/2013 όταν άνοιξε η πόρτα της τάξης μας και μπήκαν δυο κορίτσια της Ε’ με τα σχετικά με την τηλεόραση ερωτηματολόγια στο χέρι. Κι ήταν το τελευταίο ερώτημα σχετικά με το τι δεν αρέσει στα παιδιά να βλέπουν που μ’ έκανε να ζητήσω κι εγώ να απαντήσω σε ένα. Χωρίς να δηλώσω την ηλικία μου φυσικά.
Γιατί αυτά που δε μ’ αρέσουν στην τηλεόραση είναι πολύ περισσότερα από αυτά που μ’ αρέσουν. Και γι’ αυτό δεν είναι λίγες οι φορές που, μετά τις 9 το βράδυ, όταν επιτέλους χαλαρώνω μετά τον κάματο όλης της μέρας, αναγκάζομαι να «βλέπω» και πολλά που δε μ’ αρέσουν, γιατί απλώς θέλω να ξεκουραστώ με ανοιχτή τη συσκευή κι ας μη μου λέει τίποτα αυτό που προβάλλεται στην οθόνη. Βλέπετε, προσωπικά επιλέγω από την Κυριακή αυτά που θέλω να δω, που είναι πάντα ελαχιστότατα, αλλά σχεδόν ποτέ δε βλέπω, γιατί όλο κάτι τυχαίνει. Οπότε…
Οπότε, λατρεύω το ραδιόφωνο. Αυτό δε μ’ έχει προδώσει ποτέ. Το έχω ανοιχτό στο ίδιο πάντα σημείο της κουζίνας μας, γιατί εκεί περνώ τις περισσότερες από τις ώρες που είμαι στο σπίτι. Στην πραγματικότητα δεν μπορώ να διανοηθώ το σπίτι μας χωρίς τη μουσική ή «λεκτική» υπόκρουση της ΕΡΑ2. Στη δική της συχνότητα είναι στερεωμένη η βελόνα, αυτή είναι η παρέα που δε μ’ έχει προδώσει ως τώρα. Γι’ αυτό είναι αλήθεια πως πολλές φορές ως τώρα ήθελα να γράψω για ελόγου της, αλλά δεν το έκανα ως τη στιγμή που άκουσα για τον ξαφνικό θάνατο της ΕΡΤ.
«Στην ΕΡΑ οφείλεται σίγουρα η καλλιέργειά σου» μου είπε σχετικά πρόσφατα ο ξεχωριστός μουσικός μας, ο Κώστας. Κι εγώ δε γινόταν παρά να συμφωνήσω κατά ένα μεγάλο μέρος τουλάχιστον. Γιατί είναι και το διάβασμα από νωρίς βέβαια. Αλλά με αφορμή την κουβέντα του φίλου μας έκανα γι’ άλλη μία φορά το ίδιο νοερό ταξίδι προς τα πίσω. Και ξαναθυμήθηκα το παλιό ραδιόφωνο που μου άνοιξε πόρτες που τότε δεν καταλάβαινα πού με οδηγούσαν…
Ήταν, λοιπόν, ένα γκρίζο ραδιόφωνο που μας είχε φέρει μια μέρα ο πατέρας μου στο σπίτι. Νομίζω πως το είχε αγοράσει από έναν πλανόδιο μικροπωλητή. Κι αυτό, λες και καθοδηγημένο από κάποιον γνώστη, βρήκε αμέσως τη θέση της βελόνας που δεν άλλαξε ποτέ. Όπως δεν άλλαξε κι η θέση του ραδιοφώνου. Δίπλα στο άνοιγμα μιας πόρτας έμεινε για πάντα κι αυτή η θέση αποδείχτηκε ιδανική, αφού μπόρεσα άνετα να στηρίξω εκεί, στην κάσα της πόρτας, την κεραία που έσπασε γρήγορα. Κι έτσι τίποτε δε μας εμπόδισε να συνεχίσουμε να ακούμε το σταθμό που αγαπήσαμε από την πρώτη στιγμή. Κι ας μην καταλαβαίναμε ούτε ακριβώς ούτε στο περίπου τι ακούγαμε και τι τραγουδούσαμε…
Και αυτή η άγνοια μας έκανε ακόμα να λέμε και κάποια λόγια αλλιώς· «μπρούμυτα κι ανάσκελα», σύμφωνα με τη χαρακτηριστική φράση του Φ. Κόντογλου. Έτσι, λοιπόν, σχεδόν κατά λάθος μυηθήκαμε στην καλή ελληνική μουσική. Σχεδόν συμπτωματικά κι από μια διαίσθηση που γρήγορα αποδείχτηκε πως δεν ήταν καθόλου απλή-ίσα ίσα. Κι έτσι τραγουδήσαμε από τα εφηβικά μας χρόνια λόγια ποιητικά που τους ποιητές τους τότε τους πρωτοσυναντούσαμε: το Γ. Σεφέρη (Πες της το μ’ ένα γιουκαλίλι), το Μ. Ελευθερίου με τον Άγιο Φεβρουάριο τον πάντα άγιο, το Λ. Παπαδόπουλο και το Λόρκα (Λούζεται η αγάπη μου), το Ν. Γκάτσο με το μεθυσμένο καράβι που στον Αρθρούρο Ρεμπό αναφερόταν, μόνο που εμείς δεν τον ξέραμε,… Και μέσω αυτής της ραδιοφωνικής συχνότητας συναντηθήκαμε με τους μεγάλους μας συνθέτες: το Χατζιδάκι, το Θεοδωράκη, τον Ξαρχάκο, Μαρκόπουλο, Μούτση και τους διαδόχους τους που πήραν τη σκυτάλη από τα χέρια τους και χάραξαν το δικό τους μουσικό δρόμο ο καθένας χωρίς να εκπίπτουν στο εύκολο, που «άκμαζε» στους καιρούς της παρακμής όπου βυθιζόμασταν σιγά σιγά χωρίς να το καταλαβαίνουμε. Κι έτσι σωθήκαμε, μουσικά τουλάχιστον.
Μα δεν είναι μόνο αυτό. Υπάρχουν και τ’ άλλα που δεν ξεχνιούνται όσος καιρός κι αν έχει περάσει: το υπέροχο ραδιοφωνικό θέατρο που ομόρφαινε πολλά βράδια της ζωής μας, γιατί άφηνε τη φαντασία μας ν’ ανθίζει και να φτιάχνει τις δικές της εικόνες, αυτό το θέατρο που έκανε τις φωνές των ηθοποιών να φαίνονται εξόχως γοητευτικές και αποδείκνυε πως η γοητεία δε σχετίζεται αποκλειστικά με την εξωτερική εμφάνιση του ανθρώπου, πως η φωνή έχει τη δύναμη να γοητεύσει, καθώς αυτή εξωτερικεύει το μέσα του ανθρώπου… Οι μουσικές εκπομπές με συγκεκριμένα θέματα, σαν του Νίκου Αϊβαλή και παλιότερα του Βασίλη Αγγελικόπουλου,… Οι σπουδαίες δημοσιογραφικές εκπομπές-σταχυολογώ από τα πολύ περασμένα την εκπομπή της αγαπημένης μου Άννας Δοντά, το «Ας παραμείνουμε άνθρωποι»,… Άσε τα αφιερώματα! Ως χτες έτρεχα κυριολεκτικά από τη στιγμή που ξυπνούσα τις μέρες τις γιορταστικές να ακούσω τα φοβερά αφιερώματα της ΕΡΑ2: 28η Οκτωβρίου (το πρωινό αφιέρωμα του 2012 ήταν από τα ωραιότερα που έχω ποτέ ακούσει), 25η Μαρτίου, Πολυτεχνείο,… Κι η κορύφωση ερχόταν τη Μεγάλη Βδομάδα κάθε χρόνο. Τότε που έπεφταν βαθμιαία οι τόνοι και φορούσε το ραδιόφωνο τα πιο υπέροχα κι επίσημα ρούχα του: Επιτάφιος, Ο Μεγάλος Ερωτικός, τα μοιρολόγια, εκείνες οι εξοχότατες εκπομπές-αφιερώματα της Φεβρωνίας Ρεβύνθη, όλα έξοχα δεμένα με το πνεύμα και την ουσία των ημερών…
Κι υπάρχουν και τα βιβλία που το ραδιόφωνο γινόταν η αφορμή να γνωρίσω. Όπως τις προάλλες που από το σχόλιο του ραδιοφωνικού παραγωγού ανακάλυψα ένα διαμαντάκι, το βιβλίο του Σταύρου Ζουμπουλάκη «Η αδερφή μου» που αγόρασα, διάβασα και χάρισα και πολύ το ευχαριστήθηκα. Και το παραμυθένιο «Λαμπιόνι» της Α. Στρουμπούλη, που τελευταία άκουγα με τη μικρή εγγονή μου με πολλή χαρά…
Η ΕΡΑ2 σημάδεψε τη ζωή όχι μονάχα τη δική μου, αλλά και των παιδιών μου, που, κοντά σε μένα, μεγάλωσαν ακούγοντάς την. Κι όχι μονάχα των παιδιών μου, αλλά και των άλλων ακροατών της, με τους οποίους μας ένωνε αυτή μας η κοινή αγάπη. Γιατί δεν ξεχνιέται η χαρά που νιώθαμε όταν τηλεφωνιόμασταν και, μιλώντας, διαπιστώναμε πως ακούγαμε την ίδια εκπομπή, του ίδιου ραδιοφωνικού σταθμού φυσικά. Και δε σημάδεψε μόνο τη ζωή μας, γιατί ό,τι σημαδεύει τη ζωή μας σημαδεύει και την ψυχή μας αναπόφευκτα και αντιστρόφως φυσικά.
Κι η κρατική τηλεόραση κράτησε ψηλά την ποιότητα και δε σύρθηκε πίσω από το άρμα των ποσοστών τηλεθέασης. Γι’ αυτό και στην ερώτηση «τι δε σας αρέσει να βλέπετε;» του ερωτηματολογίου των μαθητών της Ε’ του Σχολείου μας, είχα πολλά να γράψω: «το δελτίο ειδήσεων του Star, τις πρωινές χαζοχαρούμενες εκπομπές, τα ατέλειωτα μαγειρέματα των καναλιών, την Πάνια, τα τηλεοπτικά κους κους, όπως κι αν τα λένε για να παραπλανήσουν, τις ταινίες βίας, τις χαζές βραδινές τηλεοπτικές σειρές που στις αμέτρητες επαναλήψεις τους μεταφέρονται το μεσημέρι κι όποιον πάρει ο χάρος, από τα παιδιά εννοώ, κι ένα σωρό άλλες ανοησίες…».
Έγραψα, λοιπόν, το κείμενο αυτό από ευγνωμοσύνη στην ΕΡΑ κυρίως, που της χρωστάω πολλά γιατί ομόρφαινε την απλή απλούστατη καθημερινότητά μου, ντύνοντάς την με καλή μουσική, αλλά και για την ενημέρωση και τις ιδέες που μου χάριζε για περισσότερες από τρεις δεκαετίες της ζωής μου. Θέλω να την ευχαριστήσω, λέγοντάς της πως, ενώ άλλες συχνότητες στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση μπάζουν στα σπίτια μας ανθρώπους που δε θα τους ανοίγαμε την πόρτα μας όσο κι αν μας τη χτυπούσαν, η κρατική ραδιοτηλεόραση με επισκεπτόταν κάθε φορά χαρίζοντάς μου τα αληθινά πολύτιμα δώρα της. Ανάμεσά τους και την ποίηση, που με όχημα τη μουσική έφτανε καταδεχτικά τον καθένα μας κι έμπαινε κατευθείαν μες στην καρδιά μας…

Λίγο πριν από τις 21 Ιουνίου, που σ’ όλο τον κόσμο γιορτάζει η θεά Μουσική

Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 20 Ιουνίου 2013, αρ. φύλλου 704

1 σχόλιο:

  1. Μ.Π.24/10/13

    Σε έρευνα που είχε γίνει παλιότερα πανελλαδικά, ο νομός Καστοριάς άκουγε περισσότερο απ' όλους τους άλλους νομούς ΕΡΑ2. Από την εμπειρία μου πιστεύω πως ως τελευταία εξακολουθούσε να ακούει πολύ τον ίδιο ραδιοφωνικό σταθμό. Άρα, το άρθρο αυτό εκπροσωπεί όλους τους Καστοριανούς που αγάπησαν την ΕΡΑ2 πολύ. Ευχαριστούμε!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ