21.12.13

ΗΛΙΑ ΤΖΩΡΤΖΟΠΟΥΛΟΥ: Γιατί κ. Πρόεδρε;



Bίτσι 2013. Επετειακή εκδήλωση μνήμης, που κάθε χρόνο τελευταία Κυριακή του Αυγούστου, εφέτος 1η Σεπτεμβρίου, φέρνει εκεί τη θέληση προσκυνητών απ’ όλη την Ελλάδα, στην επιμνημόσυνη δέηση για τις ψυχές αυτών που έπεσαν για την πατρίδα. Τιμώνται οι νεκροί, οι αφανείς ήρωες, που μόνο, καμιά φορά χωρίς να είναι κι έτσι, μόνο οι δικοί τους τους ξέρουν, ίσως και κάποιοι ακόμα στο μικρό χωριό που ζούσαν.
Σε μεθά η ομορφιά του αγώνα, αφού η ομορφιά είναι μόνον εκεί, στο πολυβόλο, όταν αγωνίζεσαι και μάχεσαι για λευτεριά, δημοκρατία και εθνική αξιοπρέπεια. Όταν… πολλά μπορεί να πει και ίσως να γράψει κανείς.

Όμως αυτές οι πολεμικές επιχειρήσεις, αυτός ο αγώνας έχει κάτι το ξεχωριστό. Να, είναι όπως ο αγώνας της ΕΟΚΑ, για την αποτίναξη του Αγγλικού ζυγού. Όπως ο πόλεμος του ’74, που δεν δικαιώθηκαν ποτέ. Είναι μια ακόμη πολυαίμακτη θυσία, τελικά αδελφοκτόνα, που ταλανίζει και σήμερα τόσα χρόνια μετά, τη συνείδηση ενός λαού.

Γιατί; Γιατί το πηγάδι είναι πολύ βαθύ για να ανασύρει κανείς την αλήθεια. Φιλόδοξο έτσι να απαντηθεί, και κυρίως να γίνει αποδεκτή η όποια απάντηση. Είναι σα να προσπαθεί κάποιος να ξαναχτίσει και να δημιουργήσει απαρχής τον Έλληνα, με αυτό τον ανεξάρτητο χαρακτήρα της πορείας του. Να χτίσει μια Ελλάδα, που αποσπασματικά δημιουργήθηκε στην κόψη του μαχαιριού, που πάντοτε την επιβουλεύονται και την αμφισβητούν, χωρίς όμως να χάνεται ποτέ και να πεθαίνει.

Εφέτος οι εκδηλώσεις του επετειακού εορτασμού είχαν κάτι διαφορετικό: τη δεδηλωμένη του κ. Προέδρου της Βουλής των Ελλήνων, να εκπροσωπηθεί επίσημα στην τελετή μνήμης. Στην τελετή μνήμης αυτών που έδωσαν και έχασαν ό,τι πολυτιμότερο, τη ζωή τους,
-στον εμφύλιο;
-στον αγώνα εναντίον των κομμουνιστών;
-στον αγώνα εναντίον των ξενοκίνητων κομουνιστών;
-στον αγώνα εναντίον των αναρχοκομουνιστών;

Η λήθη είναι πάντοτε σε εκκρεμότητα. Λες και παγιδευμένοι στην ακινησία ενός άνυδρου και άχρωμου τοπίου «περιμένοντας τον Γκοντό», Μπρεχτικοί ήρωες όλοι, περιμένουμε την άφιξη του ανύπαρκτου τελικά ηγέτη, που θα δείξει το δρόμο ή θα μας κάνει να ακούσουμε τον υπόκωφο θόρυβο του κινδύνου που πλησιάζει.

Η Βουλή των Ελλήνων είναι γνωστό, ότι με πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου τότε που τα «περήφανα γηρατειά», ήταν της μόδας και τα «σταγονίδια», δεν είχαν εξατμιστεί, χαρακτήρισε τον αγώνα αυτό ως εμφύλιο, για τους ρομαντικούς του είδους «εμφύλιο σπαραγμό».
Το είπε «έτσι» τελικά, όπως και τόσα άλλα, σε μια προσπάθεια εντυπωσιασμού καλών προθέσεων, αφού δεν έπεισε ούτε και τον ίδιο της τον εαυτό. Ποιος είδε ένα λαμπρό μνημείο Εθνικής Συμφιλίωσης (όχι πάρκο – δημοτική επιχείρηση – επιδοτήσεις ευκαιριακού περιεχομένου κλπ), ένα μνημείο όπου:
- Ο εξοχότατος κ. Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας
- Ο κ. Πρωθυπουργός
- Όλη, μα όλη η αντιπολίτευση, όλο το Κοινοβούλιο, να αποδίδουν τα «δέοντα», σε μια σεμνή με περισυλλογή περίσσια, όπως αρμόζει στη θυσία, τελετή.
Θα ήταν μια γενναία πράξη προσφοράς στο νεότερο Ελληνικό Έθνος. Στην Πατρίδα τους, στην Πατρίδα μας.

Όσο για τους όψιμους ανανήψαντες της προοδευτικής υποκουλτούρας ή της Εθνικής μας λεβεντιάς, ναι: να ακολουθάς ό,τι θέλεις, όχι όμως από μίσος και ιδιοτέλεια.

Δυστυχώς ούτε η πολιτική ηγεσία ούτε και η πνευματική της Πατρίδας, έχουν δείξει ότι έχουν το σθένος να αρθούν υπεράνω των καταστάσεων. Να αντιληφθούν τις προκλήσεις των καιρών. Είναι η ποιότητα της ηγεσίας που τελικά καθορίζει την άνω ή την κάτω οδό, αυτή που συνήθως και ιδιαίτερα τώρα εφιαλτικά ακολουθούμε ως Έθνος.
Το γκρίζο της κρίσης μας κάνει πολιτικά αόμματους αφού και τα πολιτικά κόμματα ηγεσίας μοιάζουν με άταφα πτώματα, χωρίς να έχουν τελειώσει, γιατί θα πρέπει να συνεχίσουν να ζουν.

Ερημικό το πεπρωμένο της Πατρίδας μας.

Εφέτος λοιπόν, έτσι αναπάντεχα μετά από δεκαετίες και για λόγους που αν θέλει κανείς να αναλύσει δεν τιμούν την τελετή της θυσίας, μα και την άλλη αντίδραση αν θελήσει κανείς να εξηγήσει πάλι εκεί καταλήγει, βλέπουμε πάλι πως:

«Παράδοξο πλάσμα ο Έλληνας
ατίθασο, περίεργο, μισό καλό και μισό … ασταθές…»

Εφέτος για άλλη μια φορά δείχνουμε περίτρανα ότι

«Θαυμάζουμε το Θεμιστοκλή,
για να τον στείλουμε τελικά στην εξορία»

 
Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 19 Σεπτεμβρίου 2013, αρ. φύλλου 707


1 σχόλιο:

  1. Athena21/12/13

    Μου έκανε εντύπωση η (καλώς νοούμενη) ηπιότητα, η νηφαλιότητα, με την οποία ο αρθρογράφος πραγματεύεται ένα τόσο λεπτό όσο και σοβαρό θέμα.
    Συγχαρητήρια, βρήκα αρκετά καλά στοιχεία και προσωπικά τουλάχιστον χάρηκα που το διάβασα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ