2.4.09

ΣΟΝΙΑΣ ΕΥΘΥΜΙΑΔΟΥ ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΟΥ: «Αναζητώντας τη χώρα του Ποτέ-Ποτέ»

Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής μαζί σου, στην αρχή, πριν δω τα νέα έργα που μας φύλαγες ως έκπληξη, νόμισα πως ο τίτλος που είχες διαλέξει για την έκθεσή σου σήμαινε τη δική μας χώρα. Νόμισα πως, καθώς τα πράγματα δεν έχουν φτάσει ακόμα εκεί όπου θα ‘πρεπε να είναι εδώ και πολλά πολλά χρόνια, γι’ αυτό σου ήρθε η ιδέα να τη βαφτίσεις έτσι, χώρα του διπλού Ποτέ. Γιατί ομολογώ, συνεχίζοντας να σου λέω φωναχτά τις αυθαίρετες σκέψεις που έκανα, με χώρα του Ποτέ ή του Ποτέ-Ποτέ μοιάζει η χώρα που γέννησε τον πολιτισμό, αφού ακόμα, εν έτει 2009, συνεχίζουμε να ευχόμαστε και να ονειρευόμαστε πράγματα που θα ‘πρεπε να είχαν παλιώσει, όπως:

«Θεωρώ πως η πρώτη προτεραιότητα του νέου υπουργού πολιτισμού θα έπρεπε να είναι το να συνομιλήσει με τους ανθρώπους του πολιτισμού. Να ανοίξει διάλογο για να δούνε πώς μπορεί να μπει ο πολιτισμός στα σχολεία. Γιατί να μην υπάρχουν ώρες να διδάσκονται τα παιδιά και θέατρο και κινηματογράφο (και ζωγραφική και μουσική, προσθέτω εγώ), να βλέπουν ανθρώπους του πολιτισμού στα σχολεία τους; Το παιδί δεν πρέπει να μάθει μόνο Μαθηματικά (και Γλώσσα, προσθέτω εγώ), πρέπει να περνάει και ωραία. Δεν πρέπει να νιώθει σαν δοχείο που του χώνουν μέσα πράγματα και μετά να πηγαίνει στο σπίτι και…» (Λάκης Λαζόπουλος). Και μόλις προχτές ήταν που σε συνέντευξή του ο νέος -και σε ηλικία- Υπουργός της πολύπαθης Παιδείας έλεγε πως ονειρεύεται ένα σχολείο όπου θα υπάρχει ο πολιτισμός και άρα, με τη δήλωσή του αυτή, επιβεβαιώνει και ο ίδιος την ανυπαρξία του στο χώρο όπου αυτός θα ‘πρεπε κατεξοχήν να υπάρχει.
Δε θα το πίστευα, αν θα μου το ‘λεγαν δυο δεκαετίες πριν, πως σήμερα ακόμη θα συζητούσαμε για την αναγκαιότητα να μπει ο πολιτισμός στα σχολειά μας. Το ξέρω πως ούτε κι εσύ θα το πίστευες. Δε θα το πίστευες, γιατί πάντα έβλεπες και βλέπεις, όχι τις θεωρίες, αλλά την πράξη. Κι η πράξη αποφαίνεται αμείλικτα : παλεύουμε στην τάξη ό,τι είναι χρήσιμο και αναγκαίο, αυτά στα οποία θα εξεταστούν τα παιδιά με όποιο σύστημα εισαγωγής στο πολυπόθητο πανεπιστήμιο. Κι η πάλη αυτή αρχίζει από το νηπιαγωγείο ακόμη για να προλάβουμε, το κέντρο της προσοχής όλης της εκπαίδευσης, μαζί και των γονέων, κατά συνέπεια και των δασκάλων που θέλουν να είναι αρεστοί στους γονείς, βρίσκεται ακριβώς σ’ αυτό το σημείο (αναφέρομαι πάντα στην πράξη, αφήνω χωριστά τη θεωρία που πάντα απέχει απ’ αυτήν).

Έτσι εξακολουθούν να έχουν τα πράγματα ακόμη και σήμερα. Κι ας υπήρξε στο μεταξύ και κάποια σοβαρή, έστω και περιορισμένη, προσπάθεια να μπει ο Πολιτισμός πιο συστηματικά στα σχολειά μας. Κι ας φιλοξενούν και τα νέα βιβλία πολλές νύξεις να γίνεται αυτό μες στην τάξη. Όλα αφήνονται στο πώς αντιλαμβάνεται ο ίδιος ο δάσκαλος-κομμάτι της κοινωνίας- τα πράγματα, πώς τα ιεραρχεί. Οπότε, δεν προκύπτει αυτός ο αέρας που θα μπορούσε να αλλάξει πιο ριζικά την κατάσταση που επικρατεί μ’ ένα δυνατό φύσημά του. Δεν προκύπτει, όσο κι αν το θέλουν κάποιοι, ανάμεσά τους κι εσύ που αγαπάς και τα δύο πολύ: και την Τέχνη, την οποία υπηρετείς πιστά τόσα χρόνια, και τα παιδιά.
Αυτή, η Τέχνη, μας έβγαλε προχτές στο δρόμο με το Σχολείο∙ αφού δεν πάει ο Μωάμεθ στο βουνό, πηγαίνει το βουνό να τον συναντήσει. Και ήρθαμε. Και είδαμε.

Κατ’ αρχήν σε είδαμε και πάλι στον αγαπημένο σου ρόλο, αυτόν του διασώστη. Σε είδαμε ξανά να διασώζεις στους πίνακές σου τις παλιές εκκλησιές της πόλης σου που παλεύουν αβοήθητες να επιζήσουν∙ αβοήθητες, αλλά όχι ολομόναχες, καθώς υπάρχουν κάποιες φωνές μες στην απέραντη σιωπή που τις τυλίγει, φωνές που ζητούν για λογαριασμό τους. Θα ‘πρεπε να απαιτούν. Φωνές άλλοτε κανονικές, σαν της αρχαιολόγου τις προάλλες, φωνές σαν τη δική σου τη χρωματιστή που επιμένει, που εμμένει να θυμάται. Που επιμένει να θυμίζει και στους άλλους. Και στους επιρρεπείς στη θύμηση και στους άλλους που δεν καταλαβαίνουν. Και που δυστυχώς φαίνεται πως είναι και αυτοί που αποφασίζουν για το αν θα ζήσουν ή θα πεθάνουν οι πολύτιμες εκκλησιές μας. Αυτούς μάλλον θα είχε στο νου του ο λόγιος Αρχιμανδρίτης Γερμανός Χρηστίδης, όταν «ευχόταν» το 1921, στο μνημειώδες κείμενό του «Αι εκκλησίαι της Καστορίας», η εργασία του αυτή «να γίνη αφορμή να διαταχθή η αυστηρή διατήρηση αυτών των κειμηλίων του Ελληνικού Χριστιανισμού, για τα οποία αργότερα ομολογουμένως θα θρηνήσουν οι μέλλοντες αιώνες και δίκαια θα κακίσουν την ασύγγνωστη αμέλεια και αδιαφορία μας».

Και σε ξαναείδαμε στον ίδιο ρόλο. Μόνο που αυτή τη φορά πάλεψες με τα πινέλα σου να διασώσεις και κάτι άλλο, επίσης πολυτιμότατο: την παιδικότητα. Μια παιδικότητα που επίσης στην εποχή μας βάλλεται από παντού και διατρέχει πολλούς κινδύνους: αυτόν της συρρίκνωσής της , της πρώιμης σεξουαλικής «ωρίμανσης» που πάει μαζί με την παιδική εγκυμοσύνη, της τελείως αρρωστημένης κατάστασης που λέγεται «παιδική πορνογραφία», της απουσίας υγιών προτύπων η μίμηση των οποίων θα ωφελούσε τα παιδιά, τη βιασύνη όλων, ακόμα και των ίδιων των γονιών τους, να μεγαλώσουν πρόωρα, τη μεταμόρφωση των κοριτσιών μας σε εκθαμβωτικές, αλλά άσοφες Μπάρμπι, …
Εσύ το ξέρεις πως η παιδική ηλικία είναι το θεμέλιο της ύπαρξης του καθενός μας. Πως απ’ αυτήν πιανόμαστε για να κρατηθούμε όταν έρχονται τα δύσκολα στη ζωή μας. Πως αυτή, συνοδευόμενη από την αθωότητα που χαρακτηρίζει την ψυχή μας όταν τη ζούμε, είναι ο θησαυρός μας ∙ ένας θησαυρός που μπορεί να μας εξασφαλίσει αυτό που αναζητούμε όσοι έχουμε τα μάτια μας στραμμένα όχι στα πρόσκαιρα, αλλά σ’ αυτά που διαρκούν αιώνια.
Τα κατάφερες και πάλι. Να μας προβληματίσεις, να μας συγκινήσεις, καθώς μας «ανάγκασες» να θυμηθούμε. Να γυρίσουμε το βλέμμα μας πίσω, χρόνια πριν, και με τον τρόπο αυτό να κοιτάξουμε βαθιά μέσα μας. Το έργο σου μας ανάγκασε να το κάνουμε. Σταθήκαμε συλλογισμένοι μπροστά στους πίνακές σου. Εκείνα τα αγγλικά ερωτηματικά σου ορθώθηκαν αμείλικτα μέσα μας : τι είχαμε ? τι χάσαμε? τι κερδίσαμε? πόσο αλλάξαμε? τι διατηρήσαμε? έχουμε καμιά ελπίδα?

Ναι, έχουμε. Εσύ μας το είπες κι αυτό. «Ξέρετε», μας είπες, «το πράσινο είναι το χρώμα της ελπίδας». Τη φύτεψες, λοιπόν, με τα πινέλα σου, την κλάδεψες, τη σκάλισες, την πότισες και μας τη χάρισες ολοζώντανη και θαλερή. Διέλυσες την ουτοπία πως δεν μπορούμε να κρατάμε μέσα μας ζωντανό το παιδί που ήμασταν κάποτε. Μπορούμε κι ας πάμε κόντρα στην εποχή. Μπορούμε και πρέπει για να αλλάξει κι η εποχή. Να γίνει καλύτερη. Αθωότερη. « Βιωσιμότερη».
«Αν δεν μπορούμε να ξαναγεννηθούμε, αν δεν μπορούμε να αντικρίσουμε τη ζωή με την αθωότητα και τον ενθουσιασμό του παιδιού, δεν έχει κανένα νόημα να συνεχίσουμε να ζούμε», προσθέτω κι εγώ τη φωνή του συγγραφέα (Πάολο Κοέλιο) στη φωνή των πινέλων σου.
«Το πιο όμορφο πράγμα στη ζωή είναι που οι καρδιές μας πετούν πάνω απ’ ό,τι αγαπήσαμε όταν ήμασταν μικροί», συμπληρώνει ο άλλος συγγραφέας.
«Τα παιδιά είναι η γνώμη του Θεού για τη συνέχιση του κόσμου μας» η φωνή του τρίτου συγγραφέα που συμπληρώνει τη δική σου φωνή και τη δυναμώνει.
Όσο για μας που σε επισκεφτήκαμε, επειδή δεν τελειώσαμε εκεί μες στην αίθουσα, μπροστά στους πίνακές σου, κλείσαμε την επόμενη μέρα στην τάξη, δένοντας και τα δυο θέματα που μας απασχόλησαν τη μέρα που είχαμε αφιερώσει στην τέχνη, στο έργο του κ. Πιστικού και το δικό σου, με ένα πολύ αγαπημένο και πολύ όμορφα μελοποιημένο ποίημα του μεγάλου της ποίησης Γ. Σεφέρη.
Από το ποίημα αυτό- «Ο γυρισμός του ξενιτεμένου»-, όπου ο ξενιτεμένος ψάχνει το παλιό του σπίτι, χαρίζω και στους δυο σας τους παρακάτω στίχους :

Γυρεύω τον παλιό μου κήπο
τα δέντρα μού έρχονται ως τη μέση
κι οι λόφοι μοιάζουν με πεζούλια
κι όμως σαν ήμουνα παιδί
έπαιζα πάνω στο χορτάρι
κάτω από τους μεγάλους ίσκιους
κι έτρεχα πάνω σε πλαγιές
ώρα πολλή λαχανιασμένος.


Υ.Γ.: Ήταν ακριβώς στη διάρκεια της έκθεσής σου για τη χαμένη παιδικότητα, όταν κάποιος γονιός (;) στην Αμερική σκότωνε στην κυριολεξία την παιδικότητα του ίδιου του 11χρονου παιδιού του, χαρίζοντάς του μια παιδική κυνηγετική καραμπίνα, με την οποία το παιδί σκότωσε άνθρωπο. Από την παραπάνω είδηση, που –«ευτυχώς»- εξακολουθούμε ακόμη να θεωρούμε όλοι φριχτή, προκύπτουν 3 φριχτές παράμετροι:
-μπορεί να μας φαίνεται ακραίο το περιστατικό, όμως, είναι άκρως ενδεικτικό της νοοτροπίας πολλών γονιών (;) να βιάζονται να μεγαλώσουν (το ρήμα μεταβατικό) τα παιδιά τους. Τις προάλλες ήταν που τα έκλεισαν σε ριάλιτι χωρίς την εποπτεία τους και βγήκαν μαχαίρια, τις προάλλες ήταν πάλι που γίνονταν καλλιστεία όπου τα μανεκέν ήταν μικρά κοριτσάκια με συμπεριφορά πανομοιότυπη με τους ενηλίκους. Οπότε…
-πάντοτε υπήρχαν γονείς και γονείς(;), όμως, τελευταία είναι ολοφάνερο πως έχουν πληθύνει οι γονείς(;). «Ανεύθυνους» τους χαρακτήρισε προχτές μια κόρη που μεγάλωσε κακήν κακώς σε χέρια τέτοιων γονέων τόσο πληγωμένη ακόμα ώστε να μη θέλει να τους ξαναδεί ποτέ, ούτε και τώρα που έγινε η ίδια γονιός…
-«ούτε στο χειρότερο εφιάλτη μου δε θα μπορούσα να φανταστώ ότι θα απήγγειλα κατηγορίες ανθρωποκτονίας σε έναν 11χρονο»δήλωσε εμφανώς σοκαρισμένος ο εισαγγελέας της υπόθεσης. Ούτε κι εμείς, αλλά να πού έχουμε οδηγήσει εμείς οι ίδιοι τα πράγματα, ζημιώνοντας λιγότερο ή περισσότερο τα ίδια τα παιδιά μας, σκοτεινιάζοντας την καταπράσινη ελπίδα του κόσμου, υποθηκεύοντας το μέλλον παιδιών και κόσμου μαζί…

Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 12.3.2009

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ