29.4.09

ΣΟΝΙΑΣ ΕΥΘΥΜΙΑΔΟΥ ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΟΥ: Ο Καστοριεύς Αλέξανδρος

Γι’ αυτόν τον Αλέξανδρο ομολογώ πως δε γνώριζα ως πριν από 25 περίπου χρόνια, όταν πρωτοήρθα στην Καστοριά. Μ’ αυτόν τον Αλέξανδρο πρωτοσυναντήθηκα, όταν τεντώθηκε ένα χέρι-δε θυμάμαι τίνος ακριβώς- και μου ‘δειξε τη λαξευμένη(;) κορυφή ενός βουνού που ο ίσκιος του σκεπάζει την Καστοριά. Τότε ήταν που η φωνή που συνόδευε το τεντωμένο χέρι μού μίλησε για τους Μακεδόνες που σκάλισαν την κεφαλή του μεγάλου αυτού Έλληνα στη θέση Ψαλίδα και για την ίδια ακριβώς κεφαλή που σκαλίστηκε από τους ίδιους «γλύπτες» στην άλλη άκρη όπου έφτασαν οι Μακεδόνες, σ’ ένα άλλο βουνό στην Ινδία.
«Α, ώστε από δω ξεκίνησε η εκστρατεία του» σκέφτηκα κι εγώ, όπως και καθένας που ακούει την ιστορία της καστοριανής Ψαλίδας. Και, στη συνέχεια, άκουσα και κάτι άλλο που δεν είναι μυθικό∙ πως όταν ο Αλέξανδρος πολεμούσε, στα δεξιά του έβαζε τους Ορέστες-τους Καστοριείς προγόνους του-, τους οποίους είχε επίλεκτο σώμα. Αυτό το ‘κανε για να τους τιμήσει, γιατί ήταν οι πρόγονοί του.
Άρα, εμείς οι σημερινοί Καστοριανοί, περισσότερο απ’ όλους τους Έλληνες, είμαστε απόγονοι αυτού του Μεγάλου Έλληνα, που, συμπτωματικά, είναι αυτές τις μέρες στην επικαιρότητα, καθώς στην πολυσυζητημένη πρωτοβουλία του τηλεοπτικού καναλιού Σκάι βρίσκεται μέχρι στιγμής στην πρώτη θέση στις προτιμήσεις των Ελλήνων που ψηφίζουν για το σπουδαιότερο Έλληνα όλων των εποχών. Κι ενώ εκφράζονται, μάλλον δικαιολογημένα, αντιρρήσεις για τα κριτήρια επιλογής, αλλά και για την ίδια την πρωτοβουλία, είναι περισσότερο από βέβαιο πως λίγοι θα είχαν αντίρρηση στο γεγονός πως ο Αλέξανδρος ο Μακεδών, αλλά γι’ αυτό και Έλλην, καθώς και ο κοσμοπολίτης Αλέξανδρος, είναι ένας πολύ μεγάλος Έλληνας.

Ένα από τα σπουδαιότερα επιχειρήματα που στηρίζουν το ζήτημα της μεγαλοσύνης του Αλέξανδρου μας το δίνει ο σπουδαίος συντοπίτης μας συγγραφέας Κωνσταντίνος Δούφλιας. Μας το δίνει με το καινούριο του βιβλίο, που έχει τον τίτλο: «Ο Καστοριεύς Αλέξανδρος-Μύθος και Λόγος» των εκδόσεων Καλυψώ. Το βιβλίο αυτό αποδεικνύει με πολύ δυνατό και ταυτόχρονα πολύ τρυφερό τρόπο πόσο Μεγάλος ήταν-και εξακολουθεί να είναι- ο Αλέξανδρος∙ το αποδεικνύει με τους μύθους που αυτό περιέχει, πολλοί από τους οποίους ζουν ακόμη στα στόματα συντοπιτών μας, Καστοριανών, και, άρα, αποδεικνύουν με την ύπαρξή τους πως ο Έλληνας αυτός υπήρξε μοναδικός και πραγματικά Μεγάλος, αφού εξακολουθεί να ζει με τη μορφή μύθων και σήμερα, τόσους αιώνες μετά το θάνατό του, σχεδόν δύο χιλιετίες…
Πρόκειται για ένα βιβλίο πραγματικά σπουδαίο, αφού αποδεικνύει με τον πιο γλυκό τρόπο αυτήν τη μεγάλη αλήθεια που μόλις αναφέραμε. Στο πολύ ωραίο εξώφυλλό του, που φιλοτέχνησε η συμπολίτισσά μας και πολύ καλή ζωγράφος κ. Μερόπη Σωτηροπούλου-Μάγγελ, ο Αλέξανδρος είναι ένας αετός∙ ένας αετός που σκίζει αγέρωχος τους αιθέρες, ένας αετός νικηφόρος και τροπαιοφόρος(«Όταν γεννήθηκε ο Αλέξανδρος ένα από τα σημάδια που έδειχναν πως ήταν ξεχωριστός ήταν οι δυο βασιλικοί αετοί που πέταξαν από τον Όλυμπο και στάθηκαν στη στέγη στο ανάκτορο της Πέλλας», λέει ο συγγραφέας του βιβλίου). Το σπουδαιότερο τρόπαιο, λοιπόν, αυτού του αετού η αθανασία∙ η αθανασία που δεν του χαρίστηκε από κανέναν, που δεν την κληρονόμησε, αλλά την κέρδισε. Την κατέκτησε με την αξία του. Με τη δύναμή του. Μ’ αυτό το ξεχωριστό που ήταν.
Το λένε όλοι οι βιογράφοι του∙ τον Αλέξανδρο όποιος τον συναντούσε δεν τον προσπερνούσε δίχως να μαγευτεί απ’ αυτόν. Και, αφού τον συναντούσε, δεν τον ξεχνούσε. Ακόμα και το παρουσιαστικό του τον επέβαλλε στους άλλους. Κυρίως η ματιά του η βαμμένη μ’ ένα γαλάζιο που έβγαζε φως. Και αυτό το φως το διέκριναν όλοι όσοι τον συναντούσαν. Όλοι ανεξαιρέτως.
Όμως, δεν είναι η ματιά του η φωτεινή αυτό που κάνει τους κατοπινούς του, ακόμη και τους σημερινούς που απέχουν τόσους αιώνες από αυτόν, να μιλούν μαγεμένοι γι’ αυτόν. Είναι το μέσα του φως. Όλο το φως του. Αυτό που τον έκανε να μην πιει, αλλά να χύσει το νερό που του προσφέρθηκε, όταν διψούσαν κι οι στρατιώτες του( πόσο πικρό το χαμόγελο στα χείλη όσων αυτήν ακριβώς τη στιγμή που θυμήθηκαν το περιστατικό σύγκριναν το βασιλιά Αλέξανδρο με τους δημοκράτες άρχοντες που εκλέγουμε σήμερα και δεν του μοιάζουν καθόλου, μια που εκείνος έτσι φερόταν στους συμπολεμιστές-«υπηκόους» του, ενώ οι σημερινοί συχνά μας φέρονται σαν να είμαστε υπήκοοι πραγματικοί τους, έχοντας ξεχάσει πως έχουν εκλεγεί να μας υπηρετούν). Είναι το φως του πολιτισμού που άπλωσε στα πέρατα της οικουμένης όπου έφτασε τόσο νέος, το φως του σεβασμού στους ανθρώπους ανεξαρτήτως φυλής και εθνικότητας. Κι είναι τόσο το μέσα του φως, που σε κάνει να νιώθεις πως ολόκληρος ο Αλέξανδρος είναι ένα φως∙ για όλο τον κόσμο, όχι μονάχα για μας τους Έλληνες. Αυτό υπαγορεύει η ίδια η ζωή του, αυτό επιβεβαιώνουν και οι μη Έλληνες που ασχολήθηκαν με τη μορφή του. Σαν το Γάλλο Σατωμπριάν, π.χ., που είπε πως, αν άνθρωπος ποτέ έμοιασε με θεό, ο άνθρωπος αυτός είναι ο Αλέξανδρος. Και σαν το Γερμανό Χέγκελ που τον παρέστησε ως ιδεώδη τύπο της ανθρωπότητας στη νεότητά της.

Ο συγγραφέας, λοιπόν, του νεογέννητου βιβλίου για το οποίο συζητούμε σήμερα φανερώνει με το για τον Αλέξανδρο βιβλίο του πόσο ικανός συγγραφέας, αλλά και πόσο τυχερός συγγραφέας και άνθρωπος είναι. Το ότι είναι ικανός συγγραφέας το δείχνει η πολλή του μελέτη, το πλήθος των πηγών-οι περισσότερες είναι άγνωστες σε μας- απ’ όπου έχει αντλήσει το πολύτιμο υλικό του. Στις πηγές αυτές γύρεψε τη μορφή του Αλέξανδρου, όπως ο ίδιος ο Αλέξανδρος γύρεψε το αθάνατο νερό. Το πόσο τυχερός(αλλά ταυτόχρονα και ικανός) είναι το φανερώνουν οι άλλες πηγές του, οι ζωντανές. Οι άνθρωποι με τους οποίους συναντήθηκε και του αφηγήθηκαν πράγματα για το Μεγάλο Μακεδόνα. Κάποιοι από αυτούς ζουν ανάμεσά μας και νιώθουμε τυχεροί όσοι από μας τους έχουμε γνωρίσει. Άλλοι έχουν φύγει, έχοντας αφήσει το φως τους μέχρι τώρα στο προσωπικό αρχείο του συγγραφέα, από δω και πέρα, μέσω του βιβλίου όπου είναι πια γραμμένες οι αφηγήσεις τους, σε όλους μας. Ένας θησαυρός που είναι πια στη διάθεση όλων μας. Διαβάζοντάς τες αυτές τις αφηγήσεις, ξετρελάθηκα με μιαν εικόνα που λείπει από τη δική μας εποχή, την εποχή που είναι μια συσκευή το κέντρο της «μη συζήτησης» κι εμείς βουβοί γύρω της παρακολουθούμε τις Πετρούλες της κι αποχαυνωνόμαστε(επισκέφτηκα τις προάλλες ένα σπίτι όπου η τηλεόραση στο κέντρο του δωματίου έδειχνε την Πάνια κι ενώ οι οικοδεσπότες διαμαρτύρονταν για τα τηλεοπτικά μας χάλια, δεν έκαναν την απλή κίνηση να πατήσουν το κόκκινο κουμπάκι για να γλιτώσουν από αυτά τα χάλια και αυτούς τους ίδιους και εμάς που τους είχαμε επισκεφτεί). Ο κ. Δούφλιας είχε την τύχη να ακούσει τους ανθρώπους που ακόμα μιλούσαν να αφηγούνται για τον Αλέξανδρο. Και είχε την ικανότητα να τους καταγράψει. Να καταγράψει ανθρώπους σπουδαίους μες στην απλότητά τους. Σπουδαίους, που δεν ήξεραν ούτε υποψιάζονταν ούτε καταλάβαιναν πόσο σπουδαίοι είναι. Αναφέρω στην τύχη έναν απ’ όλους, τον μπαρμπα-Γιάννη τον υποδηματοποιό από το χωριό του κ. Δούφλια, από το Γέρμα της Καστοριάς. Ο μπαρμπα-Γιάννης, όπως και όλοι οι άλλοι Καστοριανοί που μίλησαν ο καθένας με τον τρόπο του για τον Αλέξανδρο, αφηγήθηκαν για ένα σωρό εξαίσια πλάσματα όπως είναι οι νεράιδες της καστοριανής μυθολογίας και του βιβλίου: η Λαμπερινή, η Φεγγαρινή, η Αστραδινή… Η τελευταία καβάλησε ένα ακόντιο-τι καταπληκτική εικόνα!-και βγήκε να ψάξει το αθάνατο νερό. Ήθελε να εξασφαλίσει την αθανασία για λογαριασμό του ανθρώπου που την κέρδισε έτσι κι αλλιώς, μόνο που τότε αυτή δεν το ήξερε…

Η ανάγνωση, όμως, είναι ζήτημα προσωπικό. Έτσι, ας μου επιτραπεί να σταθώ ιδιαίτερα σε δύο χαρακτηριστικά του βιβλίου που μου άρεσαν ιδιαίτερα πολύ: στο μπλέξιμο της μορφής του Αλέξανδρου με την πολύ κατοπινή πορεία του Ελληνισμού, δηλαδή με την Ορθοδοξία(αυτό ακριβώς το χαρακτηριστικό του Έλληνα, ή μάλλον και αυτό, όπως και η γλώσσα του, φανερώνει την αδιάσπαστη και αδιάλειπτη συνέχεια του Ελληνισμού, του ίδιου του Έλληνα από την αρχαιότητα ως σήμερα) . Ένας διαχρονικός Αλέξανδρος που συναντιέται με τους αγίους μας και γίνεται ένα μ’ αυτούς. Ως τώρα ξέραμε τον άγιο Σισώη της εξωτερικής τοιχογραφίας στη Μαυριώτισσα, που απορεί και θαυμάζει μπροστά στον ανοιχτό τάφο του Αλέξανδρου(εδώ ο αγιογράφος θέλει να δείξει πως ο θάνατος εξισώνει όλους τους ανθρώπους και δεν κάνει διακρίσεις). Στο βιβλίο υπάρχουν πολλές τέτοιες συναντήσεις, όπως αποκαλύπτει ο παρακάτω τίτλος:
«Ο άγιος-όσιος Νικάνορας ο άγιος Κοσμάς,
ο πατήρ των Ορέων και των μονοπατιών,
κι ο Αλέξανδρος…»

Το άλλο σημείο που με συναρπάζει σε όλες τις γραφές του κ. Δούφλια είναι το γεγονός ότι έχει μετατρέψει τους μουσικούς της περιοχής μας σε μυθικά πρόσωπα- και γιατί όχι; Ξέρετε πώς;
«Αυτόν τον μύθο φαίνεται
πως τον ήξερε κι ο ανώνυμος ποιητής,
ο μάστορας του λαϊκού λόγου.
Κι έκαμε το θαύμα του, τον μελωμένο στίχο
για την Αστραδινή.
Ψάχνει τ’ αθάνατο νερό
τ’ αθάνατο βοτάνι.
Να δώσει στον Αλέξανδρο
ποτές να μην πεθάνει.
Τη μελωδία την πήρε ο Κώστας Τσιάκας, απ’ την Κλεισούρα, και την έκαμε γλυκό παράπονο με το κλαρίνο του, τρυφερό ήχο που δεν υπάρχουν σημάδια μουσικά να τον αποδώσουν.
Δεν χρειάζονται σημάδια μουσικά.
Δεν μπορείς ν’ αποδώσεις κάτι που δεν αποδίδεται.
Κάτι για το οποίο δεν φτάνει η γραφή και η ανάγνωση.
Κάτι για το οποίο δεν περισσεύει χρόνος-καιρός.
Είναι όλος ο χρόνος κι όλος ο καιρός.»

Και αλλού:
«-Να ζεις κι εσύ Νεράιδα της Δροσιάς
Νεράιδα της Λίμνης,
Γοργόνα των γλυκών νερών.

Ακούγοντας αυτόν τον λόγο η Νεράιδα
κατέβασε απ’ τον ουρανό τ’ αστέρια
και στόλισε τα μαλλιά της.
Ήταν ωραία κόρη.
Έπαυε τους ανέμους και τους άγριους βοριάδες.
Γαλήνευε τον κόσμο.
Κι έβγαζε τότες το λαγούτο της,
έναν θαυμαστό αυλό
εκείνης της εποχής, και έλεγε τραγούδια γλυκά,
γλυκύτερα
κι από το μέλι της μέλισσας.

Αυτά τα τραγούδια τα ‘παιρνε ο αγέρας και τα ‘καμνε
τραγούδια των ανθρώπων.
Δεν υπήρχε άλλη τέτοια μουσική σύνθεση στον κόσμο.
Στο άκουσμά της σταματούσαν ακόμα και τα πουλιά.

Τ’ άκουσε κι ο Μπύτιας
και τα ‘καμε γλυκό και τρυφερό ήχο στο κλαρίνο του.»

Τα δύο παραπάνω αποσπάσματα ανήκουν στο κεφάλαιο που έχει ως τίτλο:
-Ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;
-Ζει και βασιλεύει…

Λοιπόν, το βιβλίο «Ο Καστοριεύς Αλέξανδρος-Μύθος και Λόγος» δίνει στη Γοργόνα, την αδερφή του Μεγαλέξανδρου την απάντηση που αιώνες τώρα γυρεύει∙ μιαν απάντηση που τόσα χρόνια, όταν ήταν αρνητική, γινόταν η αιτία να θαλασσοπνίγονται οι ναυτικοί και να βουλιάζουν τα πλοία.
Ε, λοιπόν, ναι. Είναι απολύτως βέβαιο πως ο βασιλιάς Αλέξανδρος ζει. Ζει και βασιλεύει και τον κόσμο κυριεύει με το δικό του μοναδικό τρόπο. Ζει γιατί είναι ολοζώντανος αιώνες τώρα και χιλιετίες μέσα στους μύθους των Ελλήνων, αφού πεθαίνει όποιος ξεχνιέται κι αυτός ποτές του δεν ξεχάστηκε. Ζει γιατί τα κατάφερε να γίνει μύθος στα χείλη των Ελλήνων που δεν έπαψαν ούτε στιγμή να μιλούν γι’ αυτόν με το γλυκύτερο τρόπο, εκφράζοντας έτσι τον απέραντο θαυμασμό και την περηφάνια τους γι’ αυτόν.
Ζει κι ούτε θα πάψει ποτέ να ζει. Όπως κι εμείς δε θα πάψουμε ποτέ ν’ απαντούμε στη Γοργόνα πως ζει και βασιλεύει αυτός ο Μεγάλος Έλληνας κι ο Μεγάλος Μακεδόνας…

Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 2.4.2009

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ