![]() |
ΟΔΟΣ 4.7.2024 | 1232 |
Πήγε από μικρό παιδί που ήταν ακόμα. Ίσως και από τότε να ο συνέλαβε στο νου του, ότι αυτή η μακρύτατη γη, από τις πηγές του Αλιάκμονα ως τα καταθάλαττα μέρη της Ημαθίας, της Πιερίας, του θεϊκού Ολύμπου, θα ‘πρεπε να γίνει μια χώρα, ένα βασίλειο, ψυχή τε και σώματι.
ΑΝ ΕΡΙΞΕ τα κυανόχροα μάτια του ο νεαρός Αργέας στις απεραντοσύνες της Ημαθίας γης, αν τα πλεύρισε εδώ κι εκεί στις τόσες περιοχές της, ανά τους ορίζοντες, από παντού το θάμβος ερχόταν στα μάτια του, από παντού το ιερό δέος.
Καλά το έλεγαν, λοιπόν, ότι, αν η γη της Πιερίας ήταν η κατοικία των θεών, εδώ η γη της Ημαθίας ήταν οι κήποι τους.
Είδε και ξαναείδε πάλι τις χρυσοάχνιστες βουνοκορφές του Βερμίου όρους, βορειοδυτικά της παραθαλάσσιας πεδιάδας. Είδε ως πέρα στο βάθος βάθος… Είδε κι εδώ στα πιο κοντινά μέρη, στις υπώρειες σχεδόν των Πιερίων βουνών. Θα το πρόσεξε κιόλας, πως εκεί η θάλασσα είχε όντως έναν ιδιαίτερο κυματισμό, κάπως πιο έντονο από ό,τι είχε στις άλλες πλευρές της.
Και ασφαλώς το ήξερε ότι εκεί έσμιγαν οι αέρες των βουνών τους, με τους αέρες του Βερμίου όρους. Ήταν να μην ήταν στις αγριοσύνες τους, τότε κι αν κατ’ άφριζε εκεί ο τόπος. Ο τόπος η θάλασσα που οι θεοί ξέρουν από πότε θα τους δόθηκε το όνομα Αιγές. Ίσως από τότε ακόμα που ο θεός Ποσειδώνας καλοστοχάστηκε να κτίσει στα βάθη τους τα ολόλαμπρα παλάτια του, Αιγαί, το θέρετρο των Ολύμπιων θεών (ίσως κι από παλιότερα ακόμα).
Ήταν πολλοί και οι μύθοι οι θρύλοι που λέγονταν ήδη γι’ αυτόν τον κυματογενή τόπο. Ότι πέρα από όλα, ήταν και αγαπημένος τόπος των Εκατόγχειρων αδερφών, του κυματολύη Βριάρεω, όλως ιδιαίτερα κτλ.
Αν κάποια ώρα πλανήθηκαν τα μάτια του και στα νοτιοανατολικά της άκρα, στη γη της Βοττιαίας, τώρα πάλι, αγάλι αγάλι, από τον έναν ποταμό της στον άλλον, από τον Εχέδωρο, από τον Αξιό, από τον Λουδία, να που ξαναήρθαν και στον στερνό τους προς τα ‘δω, προς τις θαλάσσιες Αιγές.
Εκεί στα άκρα τους είχε την κοίτη του και ο καλλίρροος Αλιάκμονας.
Είχε στ’ αλήθεια κι ένα ιδιαίτερο χρώμα αυτός ο πολυθρύλητος ποταμός… άχνιζε κάποια ασυνήθιστη λάμψη· κάτι από αυγή, από αστραπή, από ουρανό.
Ακόμα λέγαν πως είναι ένας από τους πιο μακροκύλητους ποταμούς της Πελασγιώτιδας γης, της Αιγαιακής γης, της Ολύμπιας γης. Ένας ποταμός απόλυτα γέννημα θρέμμα της Μακεδονικής γης, της πατρώας γης του.
Πολύ καλά ήξερε ο νεαρός Αργέας πού ήταν και οι πηγές του, από πού ανάβλυζε.
Αν και δεν πήγε ποτέ του ως εκεί ακόμα, ωστόσο η μητέρα του, τον μίλησε πάρα πολλές φορές γι’ αυτό, για τον τόπο – χώρα που ανάβλυζε. Αυτή λέει πήγε αμέτρητες φορές κοντά του, στις πηγές του· πήγε, δηλαδή, ως τα βόρεια άκρα σχεδόν της Πίνδου, ως τη γη της Ορεστίδος, ως τη γη της μυθικής Εκατογχειρίας (ως και βορειότερα αυτής).
Πάρα πολλές φορές δε, πήγε και ο πατέρα του ως εκεί. Πήγε από μικρό παιδί που ήταν ακόμα. Ίσως και από τότε να ο συνέλαβε στο νου του, ότι αυτή η μακρύτατη γη, από τις πηγές του Αλιάκμονα ως τα καταθάλαττα μέρη της Ημαθίας, της Πιερίας, του θεϊκού Ολύμπου, θα ‘πρεπε να γίνει μια χώρα, ένα βασίλειο, ψυχή τε και σώματι.
Ακόμα ήξερε ο Αργέας για κάποια λίμνη Ορεστιάς…
Με τον καιρό, βέβαια, με την ιδιαίτερη αγάπη που του μιλούσε η μητέρα του γι’ αυτήν, για την Ορεστίδα γη, για τους μύθους της, για τους θρύλους της, το τι άρρηκτο δεσμό είχε με τους Ολύμπιους θεούς, με τον αστερόεις Ουρανό, με την αγαπημένη του Γαία… πήρε κι αυτός σιγά-σιγά να το διαισθάνεται για το πού πήγαινε το πράγμα… για το τι αχνοχάραζε στη μοίρα του, στο πεπρωμένο του, ότι η γενέτειρα του θείου Αλιάκμονα (η γενέτειρα δε των Εκατόγχειρων αδερφών), μάλλον θα γίνει και δική του "γενέθλια γη" μια μέρα, σε μια νέα ζωή του.
Ίσως και γι’ αυτό τώρα, όσο κι αν θα ξεμάκραιναν τα μάτια του στις γύρω περιοχές, στερνά-στερνά πάλι εκεί στο λευκοάχνισμα του ποταμού Αλιάκμονα καταστάλαζε. Από λίγο ακολούθησε το ρέμα του ως το βάθος του βορεινού ορίζοντα.
Φορές ρωτούσε κι αυτός τους γονείς του, τη μητέρα του κυρίως, να του ξαναπεί κάτι γι’ αυτά τα απόμακρα μέρη.
Αλλά και ρίχνοντας μια ματιά και κατά ‘δω, να που ο πρωτότοκος αδερφός του, ο Ημαθός, έγινε ο άνακτας της πλησιέστερης γης των Πιερίων βουνών, των γενέθλιων ριζών τους.
Ο άλλος του αδερφός, ο δευτερότοκος, ο Εορδός, πορεύτηκε ως πλάι στις όχθες της Βεγορίτιδος λίμνης. Ήδη κι αυτός εκεί αναδείχτηκε ο βασιλιάς· στη χάρη του, πήρε να λέγεται και η χώρα της, Εορδαία γη.
Ακόμα και ο μικρότερος αδερφός του, ο Λυγκέας –το προείπαμε– για μέρες έλειπε από κοντά τους, όλο και πιο βόρεια πήγαινε απ’ αυτούς… σε άλλες λίμνες πλάι, σε άλλα ποτάμια… Δεν αποκλείεται γι’ αργότερα, να ακουγόταν και κάνα νέο βασίλειο στο όνομά του, στο λύκαιο φως (Λυγκέας: Λυγκηστίς).
Κάπως έτσι θαρρείς, ασυναίσθητα, αναδεύονταν από τα βάθη του νεαρού Αργέα διάφορα πράγματα… αυτός ακολουθούσε τον ειρμό τους. Αν σε κάτι άγνωστο σκόνταφτε, άντε πάλι τα μάτια του ρίχνονταν στις απεραντοσύνες της γης.
Κάπου εκεί το ένιωσε ότι έγειρε και η μέρα προς το απομεσήμερο. Σαν κάπως και τα σύννεφα να πύκνωσαν στον απέραντο ουρανό, να γλυκοτύλιξαν τους γύρω ορίζοντες, τα θέμεθλα της μακεδονικής γης.
Κι αυτός ο αγαθός δεν ήταν παρά στην καρδιά της· στην καρδιά αυτής της πατρώας γης.
Θα το ένιωθες ότι κάποια ώρα δεν άντεξε· σαν να μην χωρούσε εντός του όλη αυτή την απίστευτη ομορφιά που αντίκριζε γύρω του, που συσσωρευόταν στα άδυτα της ψυχής του.
Χμ… και να ήταν μόνον αυτά… μόνο αυτές οι λευκογάλαζες απεραντοσύνες… μα ήταν μαζί τους και ένα σωρό μνήμες… μνήμες ιερές, αλησμόνητες· μνήμες που ήταν άρρηκτα συνυφασμένες μεταξύ τους, που ήταν αδιαχώριστες.
Κι αυτός ο νεαρός γιος, δεν ήταν ξαπλωμένος πού αλλού, παρά πλάι στα θαυμαστά βράχια της Τιτανίδας Μνημοσύνης, πλάι στο ιερό της. Δεν ήταν παρά πλάι στις ολόθελγες ρίζες των αιωνόβιων δρυάδων· δεν ήταν παρ’ αντικριστά στον θεϊκό Όλυμπο, στο λίκνο του ανθρώπινου γένους, στο χρυσοάχνιστο φως του.
Εδώ και να πεθάνει κανείς, μακάριος είναι. Αλλά αν μείνει στη ζωή, πώς στις ταπεινότητες να χαθεί… στον δόλο, στην κακοήθεια, στην οκνηρία, στην ασέβεια, στην ηθική κατρακύλα να πορευτεί, στην αθλιότητα...
Το κείμενο είναι απόσπασμα από ανέκδοτο βιβλίο του, με τίτλο "Ο αλησμόνητος Αργέας· βασιλεύς Ορεστίδος". Η επιλογή-επεξεργασία της φωτογραφίας με τον Όλυμπο από τ’ ανατολικά και τον Ήλιο της Βεργίνας, είναι του ιδίου.
Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 4 Ιουλίου 2024, αρ. φύλλου 1232
Επιλογή σχετικών αναρτήσεων:
- ΧΡΗΣΤΟΥ ΧΑΤΣΙΟΥ: Αρετές – διδάγματα λιμναίων
- ΧΡΗΣΤΟΥ ΧΑΤΣΙΟΥ: Ορεστίδος Μνήμες | Η Ατλαντίδα
- ΧΡΗΣΤΟΥ ΧΑΤΣΙΟΥ: Ορεστίδος Μνήμες | Αρετές Κάστορος
- ΧΡΗΣΤΟΥ ΧΑΤΣΙΟΥ: Ορεστίδος μνήμες | Ένας μικρός έφιππος
- ΧΡΗΣΤΟΥ ΧΑΤΣΙΟΥ: Στον μέγιστο, στον κάλλιστο Αλέξανδρο
- ΧΡΗΣΤΟΥ ΧΑΤΣΙΟΥ: Ένα παράξενο όνειρο
- ΧΡΗΣΤΟΥ ΧΑΤΣΙΟΥ: Στη μνήμη των αδερφών Εμμανουήλ
- ΧΡΗΣΤΟΥ ΧΑΤΣΙΟΥ: Ο μοναχός Αρεταίος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.