Εκείνο τον καιρό, παιδιά χωρίς κυβερνήτες και χωρίς οδηγούς, απ΄ όλες τις πόλεις και τα χωριά όλων των περιοχών, έτρεχαν προς υπερπόντιους τόπους με ακόρεστα βήματα. ΄Ηταν λευκές φωνές που τα καλούσαν μέσα στη νύχτα. Καλούσαν όλα τα μικρά παιδιά. ΄Ηταν σαν τις φωνές των πουλιών που είχαν πεθάνει στη διάρκεια του χειμώνα. Και όταν ο κόσμος ρωτούσε που έτρεχαν, απαντούσαν: «Προς την Ιερουσαλήμ, να αναζητήσουμε τους Αγίους Τόπους…»
Μέχρι να φτάσουν εκεί, το τι θα γινόταν ήταν άγνωστο.
Μαρσέλ Σβομπ ‘‘Η σταυροφορία των παιδιών’’
Δεν είμαι ‘γω σπορά της τύχης ο πλαστουργός της νιάς ζωής,
εγώ ‘μαι τέκνο της ανάγκης κι ώριμο τέκνο της οργής.
Κ. Βάρναλης
Θα σου δώσω μια να σπάσεις αχ βρε κόσμε γυάλινε.
Και να φτιάξω μια καινούργια κοινωνία άλληνε!
Ένα λαϊκό τραγούδι
Τα παιδιά κάτω στον κάμπο
κυνηγούνε τους αστούς
πετσοκόβουν τα κεφάλια
από εχθρούς κι από πιστούς.
Τα παιδιά κάτω στον κάμπο
κοροϊδεύουν τον παπά
του φοράνε όλα τ’ άμφια
και τον παν’ στην άγορά.
‘‘Τα παιδιά κάτω στον κάμπο’’, Μ. Χατζιδάκις
Ορισμοί-διαπιστώσεις
Ο Αριστοτέλης έλεγε έστω δη οργή όρεξις μετά λύπης τιμωρίας (ας δεχτούμε ότι η οργή είναι: η επιθυμία εκδίκησης ανάμικτη με λύπη). Τούτο δηλώνει μια ορισμένη ψυχική στάση απέναντι στην απόφαση για τιμωρία. Λυπάται το ενεργούμενο του θυμού για την ενέργειά του. Την εκδίκησή του, την εκδήλωση της οργής του την πραγματοποιεί με λύπη. Και την ενδύει με την πνευματική της διάσταση. Διαφορετικά η οργή δεν αρμόζει σε άνθρωπο, κρατά την ιδιόσταση του ζώου. Του πλέον σαρκοβόρου και άγριου. Ζήσαμε αυτές τις μέρες ένα συγκλονιστικό φαινόμενο. Με απόλυτα κοινωνικοψυχιατρικές δια- στάσεις.
Οι «τριακόσιοι γνωστοί -άγνωστοι κουκουλοφόροι αναρχικοί και αντιεξουσιαστές» των τελευταίων εικοσιπέντε χρόνων της μεταπολιτευτικής μας Δημοκρατίας, οι πράξεις και οι συνέπειες τους, για τρεις συνεχόμενες μέρες σε όλα τα μεγάλα αστικά κέντρα, αναστάτωσαν τη χώρα και τον μακάριο (πλην όμως αδικαιολόγητο όπως αποδεικνύεται) εφησυχασμό μας. Διαπιστώσαμε ότι οι ταραξίες αυτοί και δολιοφθορείς της κρατικής και ιδιωτικής περιουσίας, καταφέρνουν να διατηρήσουν την ίδια θαυμαστή ρώμη και σβελτάδα αν θεωρήσουμε πως είναι οι ίδιοι όλα αυτά τα χρόνια. Επίσης διαπιστώσαμε με έκπληξη πως όλο αυτόν τον καιρό πλήθυναν αριθμητικώς.
Τούτη τη φορά ήταν χιλιάδες. Υποστήκαμε το ψυχικό -κατά μείζονα λόγο- βάρος από τις ιδιότυπες καινούργιες «Νύχτες των Κρυστάλλων» με τις σπασμένες τζαμαρίες και τις φωτιές τραπεζών –κυρίως- αλλά και επωνύμων καταστημάτων των μεγαλουπόλεων, σαν ανήμποροι θεατές την έκρηξη, το ξέσπασμα, το τυφλό μίσος, τον Μέγα Θυμό, τη μαζική- τυφλή -οργισμένη αντίδραση και τη βία πλήθους νέων ανθρώπων που δεν φαίνεται τούτη τη φορά να ανήκουν σε κόμματα η γνωστές πολιτικές δυνάμεις και δεν καθοδηγούνται από αυτές. Μοιάζει να διατηρούν όμως ιδιότητες συντεταγμένου στρατού. έτσι μονάχα εξηγείται ο τρόπος αλλά και η ταχύτητα με την οποία συγκεντρώθηκαν και βρέθηκαν στα συγκεκριμένα και απολύτως στοχευμένα σημεία των δράσεών τους. Ήταν λέτε μονάχα τα sms που λάβαιναν ακόμα και υπουργοί τις κυβέρνησης στα κινητά τους; Η βία απεδείχθη μεταδοτική όπως το φυτίλι στην μπαρουταποθήκη.
Αφορμή ο θάνατος ενός δεκαπεντάχρονου από τα πυρά κάποιου «έμπειρου αστυνομικού». Στη συνέχεια η ακόρεστη φλυαρία και υστερία, η σκοπιμότητα, η λαγνεία της εικόνας που πληροφορεί αυτά που θέλει να πληροφορήσει, έκαναν την κατάσταση να απαγκιστρωθεί από κάθε έλεγχο. Και φυσικά η ευτελέστατη σύγχρονη πολιτική σκηνή ένθεν και ένθεν εκτέθηκε μέσα στην απόλυτη ένδειά της. Φάνηκε πως έχει πολύ ελαφρύ σανίδι για ν’ αντέξει κάποιον με βαρύ πάτημα. Αρκείται να διανέμει όλα τούτα χρόνια τους πρώτους ρόλους σε κομπάρσους. Ονομάζω αμαξηλάτη αυτόν που ελέγχει την εξεγερμένη οργή σα να ήλεγχε μια άμαξα που πάει ν’ ανατραπεί. Οι άλλοι απλώς κρατούν τα γκέμια. (Η οδός της αλήθειας –Dhammapada)
Τόπος:
Η χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας
Ο Τζεφ Μάντισον υπερθεμάτιζε θέλοντας να ορίσει τις αδυναμίες της αληθινής Δημοκρατίας «Ακόμη κι αν ο κάθε πολίτης της Αθήνας ήταν ένας Σωκράτης, πάλι η κάθε Αθηναϊκή συνέλευση θα ήταν ένας όχλος».
Στη σύγχρονη, ακλυδώνιστη και μακάρια, μεταπολιτευτική Δημοκρατία -την σχεδόν άξια παρατήρησης από ειδικό αναισθησιολογικό team -η κατάσταση χρόνια τώρα φανερώνει παχυδερμισμό και αναξιοπρεπή εφησυχασμό. Ζούμε θλιβερά διαπιστώνοντας κάθε μέρα τις πικρές μας διαπιστώσεις για τη χώρα του ποτέ και του τίποτα. Του αύριο και θα δούμε. Του σπεύδε βραδέως. Του καπάτσου. Του ξύπνιου. Του εργολάβου, της αρπαχτής και της μίζας. Της αντιπαροχής και του γνωστού μου οι γνωριμίες. Των βλαχοδημάρχων. Της πρυτανείας των βλακών. Τελευταία της συναλλαγής κάτω από το τραπέζι με κάθε τρόπο, της διαπλοκής συμφερόντων, της καταπάτησης και καταστρατήγησης κάθε θεσμικού πλαισίου που ανατρέπει και στρεβλώνει την ομαλή κοινωνική συμβίωση, δημιουργεί αδικίες και στέλνει στους πολυτελείς ορόφους της κοινωνικής διαστρω- μάτωσης τους φελλούς κι άλλα παρεμφερή επιπλέοντα σωμάτια.
Ωστόσο -περιέργως πως- συνεχίζουμε να ζούμε αρμονικά, ως επι συμβάσει, σαν αυτοεξευτελιζόμενα ανθρωποειδή που αρέσκονται να αλληλοαποκαλούνται στα καθημέραν- άλλοτε υβριζόμενοι και άλλοτε χαριεντιζόμενοι, με το γνωστό επίθετο που χαρακτήριζε τον αυτοϊκανοποιούμενο άνδρα της Παλαιάς Διαθήκης και έχει σχεδόν καταστεί συνώνυμο με το ουσιαστικό «κύριος» για τον οικτρό νεοέλληνα. Η καθημερινή επιβίωση και ο συμβιβασμός μέσα σ΄ αυτήν την σιωπηλά βίαιη κοινωνία, που δεν διέπεται από κανένα πλέον κανόνα, πρέπει να μας απασχολήσουν σαν αντικείμενα τυπικού πειραματικού μοντέλου μελέτης της αποσιωπούμενης κοινωνικής βίας χάριν της ομαδικής συναλλαγής και συναίνεσης με ιδιοτελή απολύτως κριτήρια.
Ανήκουμε φυσικά σ’ εκείνους στους ευκλεείς που οικοδόμησαν τις ακατοίκητες πόλεις. Πόλεις ικανές να γεννήσουν και ν΄ αναθρέψουν στο μέλλον μονάχα δολοφόνους και τρελούς ανθρώπους. Ειδεχθή δίποδα που κατοικήσαμε τη χώρα των Θεών και των νυμφών, γνήσια εξαίρεση κάθε ευρωπαϊκού δόγματος και πνευματικού κινήματος, αποπλύματα της Τουρκοκρατίας, μια απίθανη συναίρεση θράσους και αμάθειας. Έχουμε δια παντός –εννοείται- εξορίσει από τη ζωή μας την ποίηση, την λατρεία της ομορφιάς και της αρμονίας. Ωστόσο φροντίζουμε με στοργή το περιβόητο μέλλον των παιδιών μας. Διαρκώς προσφέρουμε «για να μην τους λείπει τίποτα».
Δια της προσφοράς να αποσιωπηθεί η απουσία μας. Επιφυλάσσοντας γι’ αυτά μέλλον και «πεδίον δόξης λαμπρόν». Όμως πίσω από τα προσόντα που για τα παιδιά μας θελήσαμε, πίσω από τη γιγαντιαία αλλοτρίωση που υποθάλπτουμε, κρύβεται πάντοτε ο ανίκητος εγωϊσμός μας, το ακόρεστο συμφέρον. Προσφέρουμε τα πάντα για να τους λείψουν στο τέλος όλα.
Έτσι ιδρύθηκε το άμετρα καταπιεστικό φροντιστηριακό όνειρο της παραπαιδείας και προέκυψε η νεολαία της κινητής τηλεφωνίας. Το σύνθημα: Ψωμί–παιδεία–ελευθερία που έγινε: πλούτος-παραπαιδεία-ανομία!
Τα παιδιά μας φοιτούν στα κατ’ όνομα μονάχα σχολειά όπου και λαμβάνουν την ανάλογη εκπαίδευση. Σχολειά που θα συνεχίσουν αναπαράγουν μονάχα την αμηχανία απέναντι σ’ ένα όραμα που έχει προ πολλού χαθεί. Οι νεολαίοι μας βουβά αφήνονται στο ρεύμα. Άλαλοι και χωρίς γλώσσα. Άμοιροι, μα με γενναιότητα, ατενίζουν το ζοφερό μέλλον και τις σκοτεινές υπώρειες των ορεινών όγκων που καλούνται ν’ ανηφορίσουν. Ευφυέστεροι και ωραιότεροι των προγόνων τους μα ωστόσο καταδικασμένοι να ζήσουν τον πλέον άδικο καιρό. Των απίθανων προσόντων και της ανεργίας.
Tα γεγονότα:
Ενάντια στα σύμβολα του εμπορίου και της μόρφωσης
Ο Νίκος Δήμου έγραψε παλιότερα και τώρα το επαναλαμβάνει σε επιφυλλίδα τους στην «Καθημερινή»: Οι αναρχικοί είναι τα πιο ευαίσθητα μέλη της κοινωνίας μας. Όταν αντιδρούν έχουν πάντα κάποιο δίκιο. Όπως οι καλλιτέχνες σηματοδοτούν το αόρατο, έτσι και οι αναρχικοί διαμαρτύρονται για μορφές βίας που εμείς στην αλλοτρίωση μας δεν τις βλέπουμε. Τις έχουμε συνηθίσει. Αλλά δεν παύουν να είναι αυθαίρετες και ίσως περιττές.
Αφορμή και μοιραία θρυαλλίδα στάθηκαν δύο άνθρωποι. Ο Αλέξης: ένα δεκαπεντάχρονο αγόρι. Μ’ όλη εκείνη την αυθάδεια και την αποκοτιά που μπορεί να σωρεύουν μέσα τους τα δεκαπεντάχρονα παιδιά. Ο άλλος: αστυνομικός, άντρας τριανταπέντε χρονών, από τους πολύ έμπειρους στο σώμα. Είχαν -λέγεται- νωρίτερα ανταλλάξει ανοίκειες φιλοφρονήσεις, τέτοιες που ο πεπαιδευμένος αναλόγως -και πάντοτε θαρρείς σε πρόθυμη στύση περήφανος ελληνικός λαός- ανταλλάσσει καθημερινά και ανά πάσα στιγμή στις διόδους και τις παρόδους της επικράτειας. Αυθορμήτως και ενστικτωδώς ο «αυστηρών αρχών» άντρας πυροβόλησε σε κάτι που τον ενόχλησε. Ο Επαμεινώνδας Κορκονέας -τ’ όνομά του- έδειξε λένε, στο παιδί τα γεννητικά του όργανα και πυροβόλησε πάνω, κάτω, η πλαγίως (δεν έχει μεγάλη σημασία).
Η σφαίρα βρήκε τον δεκαπεντάχρονο στην καρδιά.
Ύστερα από μια τροχιά θανάτου κατέληξε στο πρώτο κορμί που βρέθηκε μπροστά της. Ο αυστηρός φρουρός της τάξης και των ηθών, ο αδυσώπητος φύλακας -άγγελος της κοινωνίας, δεν θα δίσταζε επίσης, είμαι σίγουρος, να πυροβολήσει τη γυναίκα του ακόμα και κάποιον φίλο του με το ίδιο υπηρεσιακό περίστροφο -εντός η εκτός διατεταγμένης υπηρεσίας-αν έκρινε πως του έθιξαν τα ιερά δώματα της πνευματικής του ιδιωτείας. Ο μικρός Γρηγορόπουλος έγινε αύθις ο ήρωας που δεν θέλησε. Προϊούσης της μικρότητος του εθνικού μας βίου τα μεγέθη βλέπετε σμικρύνονται, οι ηρωισμοί μεγαλοποιούνται και παραμορφώνονται, έτσι κι ο μικρός Αλέξης ορίστηκε να συγκατοικήσει στο εικονοστάσι δίπλα στον Γρηγόρη Λαμπράκη και τον Σωτήρη Πέτρουλα, και δίπλα φυσικά στον Αλέκο Παναγούλη και τον Σπύρο Μουστακλή. Η τηλοψία που είναι παθολογική οφθαλμολογική κατάσταση δεν επιτρέπει να τα ξεχωρίζεις αυτά έτσι η γνωστή κατρακύλα οδήγησε τα πράγματα εκεί που τα οδήγησε.
Μέσα σε λίγη ώρα έφηβοι που βιώνουν την αγωνία και το αναπότρεπτο του θανάτου, προτού αναστηθούν και μεστώσουν, προτού καν ολοκληρώσουν μια πορεία στη ζωή ένοιωσαν εκτεθειμένοι στα ίδια πυρά. Και αντέδρασαν στον πανικό τους με μανία αποτρέποντας. Είμαστε ζωντανοί-να φοβάστε για τις ζωές σας σαν να μηνούσαν. Πολλοί μίλησαν για αναρχική εξέγερση. Η «επανάσταση των sms και των starbacks» -όπως ίσως θα πρέπει να χαρακτηρισθεί η συγκεκριμένη στιγμή στην κοινωνική μας ζωή- οδήγησε στο πεδίο της μάχης μέσα σε λίγη ώρα όλες αυτές τις κεκαλυμένες ή όχι κεφαλές. Φορτηγίδες μολότωφ και ατέλειωτα φορτώματα με πέτρες έκαναν την εμφάνισή τους στους δρόμους. Η γενική σύρραξη δεν άργησε να συμβεί. Η ελεγεία της τυφλής βίας ιστορήθηκε ενδελεχώς επί της οθόνης. Στόχοι τράπεζες, εμπορικά καταστήματα, τα πανεπιστημιακά (και πάλι) ιδρύματα. Βιτρίνες σπάζουν, καταστήματα γίνονται παρανάλωμα της φωτιάς, τζαμωτά καταρρέουν. Αλλά και αστυνομικά τμήματα πολιορκούνται και γίνονται σοβαρές απόπειρες να πυρποληθούν, εκατοντάδες αυτοκίνητα καταστρέφονται. Φυσικά (και πάλι) η Ελληνική σημαία καίγεται.
Είναι ολοφάνερο μια στάση λαμβάνει χώρα και κανένας δεν μπορεί να την ερμηνεύσει η να προβλέψει την εξέλιξή της. Το ίδιο βράδυ «το θέσφατο Ξηρός» μιλάει από τη φυλακή με το κινητό του στην τηλεόραση. Πριν ακόμα μιλήσει ο πρωθυπουργός της χώρας «η αδελφότητα του τρόμου» στέλνει τα χαιρετίσματά της από τη φυλακή. Εκ του παραλλήλου ημιπαράφρονες, οριακοί ψυχοπαθητικοί, και με απολύτως διαταραγμένη προσωπικότητα, δημοσιογράφοι προετοιμάζουν την κοινή γνώμη, ιχνηλατούν τις προθέσεις, παραπληροφορούν επί ώρες συστηματικά, διαμορφώνουν την λαϊκή οργή και αντίδραση ενάντια στην «εξέγερση»,αλλά και ενάντια στους «δολοφόνους –αστυνομικούς».
Ταυτόχρονα και σε πλήρη σύγχυση κοάζουν «Μα που είναι το κράτος και η αστυνομία» για να μας προστατεύσουν, «που είναι ο στρατός»; Παρακολουθούν βήμα- βήμα τους εμπρησμούς κι εμείς μαζί τους. Τα ολοκαυτώματα και οι λεηλασίες των πόλεων που αντικρίζουμε μας καθηλώνουν οργίλους, άπραγους, ανήμπορους μπροστά στην τηλεόραση. Ούτε ένας άρχων δεν είναι σε θέση να μας καθησυχάσει. Και την άλλη μέρα πύρινα συνθήματα σε τοίχους μας προειδοποιούν: Δεκαπεντάχρονος νεκρός. Οι καναπέδες σας έχουν αίματα!
Από παιδί
κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια
Ο φιλήσυχος πολίτης, ο πειθήνιος τηλεθεατής βιώνει με οδύνη το τοπίο της καταστροφής. Νοιώθει προδομένος από την άδικη επίθεση που δέχεται από την αδίστακτη, αχάριστη, απείθαρχη κι αχόρταγη νεολαία. Στο στόχο μοιάζει να βρίσκονται όλοι. Η γιορτή, η φαντασμαγορία, η υποκρισία της κοινωνίας του ενός τρίτου, η βιτρίνα τους. Πρόκειται άραγε για αυτοχειριασμό της κοινωνίας με φίδια που εκτρέφει στον κόρφο της; Βόρεια προάστεια, κοινωνία της κραυγαλέας επίδειξης και του λαϊφ στάιλ γρηγορείτε! Φόβος σε κάθε σας βήμα εφεξής. Επί τριάντα χρόνια το μεταπρατικό και «βαθειά δημοκρατικό» ελληνικό κράτος στριμώχνει σαν κοτόπουλα φυλακισμένους στα κελιά των φυλακών. Έξω η ατιμωρησία κυβερνά και διαπερνά το μεδούλι ολόκληρου του κρατικού μηχανισμού. Στρεψοδίκες και κυκλωματίες δικαστές διαπλεκόμενοι με ρασοφόρους, εκμεταλλευτές του μόχθου των εργαζομένων με ύπουλα «δομημένες συνταγές επενδύσεων», οπλέμποροι, μιζαδόροι υπουργοί, νέοι αγιορείτες Ρασπούτιν που συμπήσουν real estate στο city του Λονδίνου.
Γενικευμένη διαφθορά στα ανώγεια και τα ισόγεια, απώλεια στήριξης της κοινωνίας. Στενάζουν τα συσσίτια της ενορίας, σιωπούν οι άστεγοι, χωρίς ήχο οι εκρήξεις στα σκοτεινά και υδατοστεγή αμπάρια των πλοίων, σε δρόμους και σε πλατείες αργοπεθαίνουν οι όρθιοι νεκροί, οι «άθλιοι χρήστες» αβοήθητοι. Με το μαχαίρι στο λαιμό τους σιωπούν οι δανειολήπτες των τραπεζών. Οι τραπεζίτες κομπάζουν, επαίρονται και αδιαφορούν για την κοινωνική κατακραυγή την ώρα που «τα δικά τους χρυσά παιδιά» τους σκάβουν το λάκκο. Όλα αυτά φυσικά εκτός βιτρίνας.
Κι ο «Δήμαρχος Χαζοχαρούμενος» ετοιμάζει τη γιορτή στα μεγάλα αστικά κέντρα και πάλι. Στολίζει θεόρατα χριστουγεννιάτικα δέντρα και βιτρίνες και περιμένει την τηλεόραση. Μια τέτοια βιτρίνα σπάζει ο τυφλός κουκουλοφόρος για να φανεί το από πίσω μακάβριο και το μαύρο. Για να δει και ν’ αποδείξει το πραγματικά καμένο.
Ας μαζέψουμε τα γυαλιά. Μέθυσαν αυτή τη φορά και τα έσπασαν ας πούμε. Ας καθαρίσουμε τον μέσα μας τόπο ν΄ ανάψουμε τη σπίθα της πραγματικής δημοκρατίας. Οι φυλακές δεν μπορεί να χωρέσουν μια ολόκληρη κοινωνία. Δεν μπορούμε να συγχωρήσουμε τη βία μπορούμε όμως να την κατανοήσουμε. Κι αν δεν μπορούμε να συγχωρέσουμε και να κατανοήσουμε τα παιδιά μας τι πρόκειται να κάνουμε; Να τ’ αφήσουμε αφύλαχτα από δω και μπρος ανάμεσα στις αδέσποτες;
Προτού το αυγό του φιδιού εκκολαφθεί, πριν ο φρουρός του χρεωκοπημένου συστήματος αξιών βγει από μέσα μας να περιφρουρήσει- Θερμοπύλες τάχατες- ας αρχίσουμε τα μικρά καθημερινά βήματα της αποκαθήλωσης. Είμαι σίγουρος πως όλοι έχετε αναγνωρίσει ανάμεσα σ’ αυτούς που πλιατσικολογούσαν τα μαγαζιά κι εκείνον (τον Ινδό μάλλον) που μάζευε το καλοκαίρι τις φράουλες στην Ηλεία ανασφάλιστος και με 15 ευρώ τη μέρα. Υπάρχουν ένα εκατομμύριο τέτοιοι στη χώρα μας. Την επόμενη φορά θα δαγκώνουν κι όλας.
Την Ελλάδα αυτή –τον παρακμιακό ετούτο κόσμο, δεν θα τ’ αλλάξει η κοινωνία της ανίερης συμμαχίας. Θα τα καταστρέψει το ίδιο άγχος που γεννά η άνομη συμβίωση η παράταιρη συναίνεση. Κάποτε οι περισσευάμενοι φτωχοί θα εξεγερθούν και θα τα σπάσουν όλα. Γι αυτό ας αρνηθούμε την κοινωνία της ανερυθρίαστης ενοχής και της ευρείας συνενοχής. Κι ας καλωσορίσουμε την κοινωνία της συμμετοχής και της ανοχής.
Θέλω να κλείσω, και προς επίρρωσιν φυσικά των ανωτέρω, με τον επίλογο του Μισέλ Φάϊς από την «Ελευθεροτυπία» της 9.12.2008: «Το ζήτημα, βέβαια, είναι τι κάνουμε εμείς. Όλοι εμείς που αρνούμαστε να δεχθούμε ότι, εντέλει ζούμε σε μια εχθρική χώρα. Όλοι εμείς που δυσφορούμε από την απουσία της πολιτικής, του δημόσιου χώρου, των συνομολο γημένων ορίων. Όλοι εμείς που χρόνια τώρα βλέπουμε τον ίδιο ομαδικό αξύπνητο εφιάλτη».
Το κείμενο αφιερώνεται στο φίλο γιατρό Χαρ. Παπαδόπουλο.
Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 18.12.2008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.