30.1.09

ΣΟΝΙΑΣ ΕΥΘΥΜΙΑΔΟΥ ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΟΥ: Σάββατο βράδυ, στο αρχοντικό Ζάχου

Όπου το αρχοντικό φόρεσε όλα τα παλιά του και μας υποδέχτηκε. Μας υποδέχτηκε ακόμα και με τη χαρακτηριστική μυρωδιά που έχει το αυθεντικό παλιό. Εκεί, στον παλιό αυτό χώρο, γιατί δεν ταίριαζε αυτή, η συγκεκριμένη παράσταση σε χώρο καινούριο και απαστράπτοντα, απλώς γιατί διαπραγματευόταν μια αξία που ευδοκιμούσε στα παλιότερα χρόνια όπου ο ατομισμός δεν ήταν τόσο φουσκωμένος όσο στην εποχή μας. Εκεί κι ας υπήρχε ένα μικρό πρόβλημα με τη θέαση, καθώς όλοι οι θεατές ήμασταν στο ίδιο επίπεδο. Εκεί για να φανεί υπογραμμισμένο το μεράκι που, ενώ στερείται τον ιδανικό χώρο για τέτοιες προσπάθειες (καημένη Καστοριά μας, που μπορείς και δικαιούσαι να καυχιέσαι για τον προηγούμενό σου πολιτισμό και για τον τωρινό σε πλακώνει η σιωπή και η απραξία, ιδίως στο πολύ συγκεκριμένο θέμα του πολιτιστικού κέντρου που μόνη εσύ απ’ όλες τις πόλεις δεν έχεις), τα καταφέρνει να εκφράζεται και μάλιστα περιφημότατα σε τέτοιους χώρους.

Κι όμως. Παρά τις φαινομενικά αλλά και τις αντικειμενικά αντίξοες συνθήκες, ήταν μια ξεχωριστή βραδιά. Επιβεβαιώθηκε άλλη μια φορά μέσα μου η απόλυτα δικαιολογημένη αγάπη πολλών μεγάλων στα παιδικά βιβλία. Καλά, για τη δική μου δε χρειάστηκε ποτέ να δικαιολογηθώ σε κανέναν. «Διαβάζω για τη δουλειά μου» ήταν και είναι πάντα η πρόφασή μου, για να απολαύσω ωραία βιβλία. Βιβλία που έχουν τη δύναμη να κάνουν τον αναγνώστη τους καλύτερο άνθρωπο(μη βιαστείτε να χαμογελάσετε ειρωνικά, δεν αναφέρομαι στο διδακτισμό που τα χαρακτήριζε κάποτε τόσο, που πολλά ή όλα κατέληγαν υποχρεωτικά σε ένα δίδαγμα) χωρίς μάλιστα να καταλαβαίνει ο ίδιος ποιος είναι ο σκοπός τους. Γιατί η εκπλήρωση αυτού του σκοπού προκύπτει μέσ’ από μιαν όμορφα πλεγμένη πλοκή, που σε απορροφά τόσο ώστε δε συνειδητοποιείς τα άλλα τα μεγάλα που έρχονται αβίαστα , μα και δυνατά και εγκαθίστανται μέσα μας.Έτσι αβίαστα και χωρίς να το περιμένω μου είχε συστήσει την Παπλωματού μια μαθήτριά μου, η Πηνελόπη, όταν πήγαινε στην πρώτη τάξη. Φτιάχναμε μια ιστορία και κάποια στιγμή κολλήσαμε σε κάποιο σημείο. Η ευρηματική ιδέα της Πηνελόπης με έκανε να τη ρωτήσω πώς τη σκέφτηκε και τότε άκουσα για πρώτη φορά για την κυρία Παπλωματού.

Απόψε συναντήθηκα μαζί της για δεύτερη φορά. Την είδα μπροστά μου να κεντάει τα υπέροχα και ζηλευτά της παπλώματα, την άκουσα να τραγουδάει το χαρακτηριστικό της τραγούδι με την ταιριαστή συνοδεία της μουσικής που ξεχυνόταν από ένα καλοπαιγμένο ακορντεόν, την πίστεψα. Δεν ήταν δύσκολο να την πιστέψω. Είχε πολλούς συνεργούς που όλοι έβαλαν τα δυνατά τους να μας ξεγελάσουν και να ταξιδέψουμε όλοι μαζί σε μια άλλη χώρα, που δεν είναι τελικά καθόλου άλλη, αφού…
Αφού μόλις προχτές ήταν που δυο άστεγοι στην Αθήνα σκότωσαν έναν τρίτο άστεγο για ένα παγκάκι. Όχι γέροντες που, ε, μπορεί και να μη λειτουργούσε και πολύ καλά το μυαλό τους κι ίσως και να την είχαν βαρεθεί τη ζωή τους τόσο δύσκολη που ήτανε. Γύρω στα σαράντα ήταν όλοι τους. Κι ανατριχιάσαμε όσοι διαβάσαμε την είδηση που επιβεβαίωσε με το φριχτό της περιεχόμενο αυτό που ήδη γνωρίζουμε ∙ πως η ανάγκη δε νικιέται καθόλου εύκολα και πως δεν πρέπει να την υποτιμούμε αν είμαστε συνετοί κι αν θελήσουμε να αποφύγουμε να καταντήσουμε Γαλλία , η οποία, όσο κι αν έχει ξεκινήσει να τους φροντίζει φτιάχνοντάς τους κατοικίες και εγκαταστάσεις όπου μπορούν να πλένονται και, τέλος πάντων, βοηθώντας τους να επιβιώσουν, βλέπει τους αστέγους της να αυξάνονται και να πληθύνονται με ρυθμούς που τρομάζουν (προσωπικά με τρόμαξαν και οι ηλικίες τους, αφού διάβασα για νεότατους ανθρώπους, μόλις είκοσι χρονών ανάμεσά τους).

Προσωπικά δεν έχω διαβάσει κάπου για κάποια παρόμοια προσπάθεια που έχουμε κάνει εμείς και δεν είναι ότι δεν έχουμε άστεγους. Αλλά, όπως γίνεται πάντα στη χώρα μας όπου ποτέ δεν προλαβαίνουμε το κακό-μάλλον δεν είμαστε των φρονίμων τα παιδιά-, ίσως να ξεκινήσουμε να προβληματιζόμαστε μετά τον προχτεσινό φόνο του 40χρονου για να του πάρουν το παγκάκι. Ίσως, όμως, και όχι. Άλλωστε, δεν ξεμπλέξαμε ακόμα απ’ τον άλλο φόνο, τον εντελώς απαράδεκτο, του 15χρονου παιδιού, πώς να στρέψουμε την προσοχή μας κι αλλού, όπου επίσης χρειάζεται να είμαστε προσεκτικοί;Όλα αυτά μου έφερε στο νου η θαυμαστή Παπλωματού, που έφτιαχνε τα υπέροχα παπλώματά της όχι για να τα πουλάει-ενώ θα μπορούσε κι ενώ θα γινόταν πλούσια, αν το ‘καμνε-, αλλά για να τα χαρίζει σ’ όποιον τα χρειαζόταν. Κι όχι μόνον αυτά…

Γιατί σκέφτηκα τι όμορφο και τι σπουδαίο ήταν όλο αυτό που έκαναν τα παιδιά ∙ τα συγκεκριμένα παιδιά που έπαιξαν θαυμάσια, που το ‘καναν δείχνοντας πόσο ένιωθαν σε βάθος αυτά που έπαιζαν. Πολύ σπουδαίο, γιατί έδειχναν το δρόμο. Γιατί, αφιερώνοντας αρκετό από τον πολύ λίγο ελεύθερο χρόνο που ξέρουμε όλοι πως έχουν ή, ακόμα, μη σπαταλώντας τον όπου αλλού συνηθίζουν να τον σπαταλούν οι άλλοι γύρω τους, μικροί και μεγάλοι, αυτά προτίμησαν το θέατρο. Έδειξαν έτσι, χωρίς να το συνειδητοποιούν ίσως τα ίδια, το δρόμο στους συνομηλίκους τους που εκτονώνουν το δικαιολογημένο θυμό τους καίγοντας και καταστρέφοντας. Ίσως γιατί κανείς δεν τους μίλησε και δεν τους υπέδειξε ποτέ πώς να αντιδρούν με υγιείς όμως τρόπους. Ίσως γιατί δεν τα κατάφεραν να το ανακαλύψουν μόνα τους αυτό, αφού μεγαλώνοντας σε μια χώρα όπου ο καθένας σκέφτεται με γνώμονα αποκλειστικά το ατομικό του συμφέρον και ποτέ μακροπρόθεσμα, είναι πραγματικά πολύ δύσκολο να ανακαλύψουν μόνα τους κάτι τέτοιο. Ίσως πάλι γιατί από κανέναν ποτέ δεν έχουν ακούσει πως «όποιος αγαπάει την πατρίδα του αγαπάει και τον εαυτό του και, άρα, όποιος καταστρέφει την πατρίδα του καταστρέφει και τον εαυτό του». Και ίσως, τελικά, ποτέ τους να μην κατάλαβαν πως «αυτός που κολακεύει τους νέους τούς κάνει το μεγαλύτερο κακό» (το τελευταίο αφιερώνεται εξαιρετικά στους δημοσιογράφους που αυτές τις μέρες θυμήθηκαν το χειρότερο εαυτό τους).

Προσωπικά, καθόλου δεν κολακεύω αυτή τη στιγμή τα παιδιά που απόψε στο αρχοντικό του Ζάχου μας έδωσαν ένα σωρό μηνύματα, με κορυφαίο πως να ένας τρόπος δυναμικότατος αντίδρασης στο κατεστημένο να νομίζεις ότι χαρά είναι μόνο το να παίρνεις . Κι ο τρόπος είναι να συμμετέχεις στο ζωντάνεμα ενός βιβλίου που έχει τη δύναμη να μας κάνει να νιώσουμε βαθιά μέσα μας ποια είναι η πιο μεγάλη κι η πιο αληθινή χαρά.Κλείνοντας, θα ήθελα, ακόμη να επισημάνω πόσο σημαντικό θα ήταν για όλους ανεξαιρέτως να δουν αυτή την παράσταση μέρες που είναι, όπου όλοι, άλλος λιγότερο κι άλλος περισσότερο, βασανίζονται κυριολεκτικά όχι από την έννοια αυτών που δυσκολεύονται, καθόλου αυτών (βλέπετε, δεν είμαστε σαν το μαθητή μου το Βασίλη, που μας εξομολογήθηκε, χωρίς να διστάσει καθόλου μήπως τον κοροϊδέψουν αυτοί που διακατέχονται από το πνεύμα της εποχής, πως: «εγώ, κυρία, ξέρετε, κάθε βράδυ πριν κοιμηθώ βασανίζω το μυαλό μου να βρω έναν τρόπο να σώσω τον κόσμο»), αλλά από την έννοια τι δώρα να κάνουμε στους δικούς μας (τα παιδιά τι δώρα θα τους κάνουν, γιατί έτσι τα μάθαμε εμείς οι μεγάλοι).Μόλις τη δουν θα καταλάβουν αμέσως το γιατί…

Σάββατο, 20 Δεκεμβρίου 2008

Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 15.1.2009

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ