και ψευτοήρωας του
αντι-Μακεδονικου αγώνα».
Διαδικτυακή ιστοσελίδα
του ‘‘Ουράνιου τόξου’’
«Mη λησμονείτε ποτέ το θάνατο
του Παλικαριού, αλλά προπάντων
μη λησμονείτε τη ζωή του»
Ιων Δραγούμης
Μαρτύρων και ηρώων αίμα
«Λευκή ας βαλθή όπου έπεσες κολώνα
(πως έπεσες γραφή να μη το λέη)
Λευκή με της πατρίδας την εικόνα
Μόνο εκείνη ταιριάζει να σε κλαίη
Βουβή μαρμαρωμένη να σε κλαίη».
Κωστής Παλαμάς,
Νεκρική Ωδή στον ΄Ιωνα Δραγούμη - Περιοδικό Νουμάς, Αθήνα, 15.8. 1920
Οκτώβριος 2008. Κρατώ στα χέρια μου ένα πολύ φροντισμένο βιβλίο. Φροντισμένο με αληθινή βιβλιοφιλική στοργή,τέτοια που ποτέ μέχρι τώρα δεν αξιώθηκε ο συγγραφέας του μήτε όσο έζησε τη λιγοστή ζωή του μήτε κι ύστερα. Το “Μαρτύρων και Ηρώων αίμα” του ΄Ιωνα Δραγούμη από τις προσφορές με σημασία της εφημερίδας “Το Βήμα”. Το βιβλίο που ο ακριβός του φίλος, και ο μέγας αισθητικός Περικλής Γιαννόπουλος, ο αλαβάστρινος Ελληνας, που αργότερα χάρισε τα νιάτα του σπονδή στους Τρίτωνες και τις Νηρηίδες του Φαληρικού πελάγους, είχε χαρακτηρίσει σαν «ευαγγέλιο» και «αρχαγγελικό σπαθί». Αν ο Θεός το θέλει σκέφτομαι, με πεντέμιση μόλις ευρώ, όσο δηλαδή κοστίζει σήμερα ένας καφές, το βιβλίο αυτό θα μπει σε κάθε ελληνικό σπίτι και θ’ αποτελέσει κτήμα κάθε οικογένειας. Εκδοτικό επίτευγμα και παράδοξο μαζί που θα ζήλευε κάθε συγγραφέας, εκατό σχεδόν χρόνια μετά τη συγγραφή του, κάποιο βιβλίο του να δοκιμάζει αυτήν την τύχη.
Βέβαια “Tο Bήμα” από την προηγούμενη εβδομάδα φρόντισε να μας προϊδεάσει (η προστατεύσει;) διαφημίζοντας (;) το βιβλίο που θα πρόσφερε: “είναι γραμμένο με πάθος, με θέρμη, με θαυμασμό για τον ήρωά του και με πατριωτική έξαρση που αργότερα οδήγησε τον Δραγούμη στα άκρα”. Δηλαδή: καλός ο Ίωνας αλλά ακραίος! Στην εποχή του άσπρο η μαύρο, των απίστευτων μανιχαϊσμών και των αποκλεισμών μέσα σε επιφάσεις δημοκρατίας και ελευθερίας (μόνον καταναλωτικής) να οριοθετούμε με μια μόνο λέξη μια ολάκερη ζωή, ένα πνεύμα που στις εξάρσεις του γέννησε και δορύαιχμες ιδέες. Να φυλαχτούμε λοιπόν κι από τον «ακραίο»… Ιησού -ας σκεφτώ κι εγώ ακραία- τον οργίλο με το φραγγέλιο στο Ναό και την αποστροφή του προς τους υποκριτές και τους πλούσιους. Θάχουμε τότε απαρνηθεί ολόκληρη τη διδασκαλία Του. Και θάχουμε λησμονήσει τον Θεό του «στρέψαι και την άλλην»…
Πριν μερικά χρόνια η μεγάλης επίσης κυκλοφορίας αθηναϊκή εφημερίδα “Ελευθεροτυπία” πρόσφερε στους αναγνώστες της ένα πολύτομο έργο τιτλοφορούμενο “Η Ιστορία των Ελλήνων” Στον 12ο τόμο σελίδα 319 διαβάζουμε : “Ο Ίων Δραγούμης μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ο διανοούμενος του φασισμού πριν από τον φασισμό”. Τι να πει κανείς;
Δυό ακόμα πυροβολισμοί στο άψυχο κυλισμένο κατάχαμα κορμί…
Λεωφόρος Κηφισίας
31 Ιούλιου 1920, ώρα 3.30 μ.μ.
Σπαρακτικά η Κοτοπούλη τον ικέτεψε να μη φύγει. Να μη βγει έξω τέτοιες ώρες που το θερμασμένο μίσος κι η λάβα του καλοκαιριού είχαν πάρει την πρωτοκαθεδρία. Η απόπειρα κατά του Βενιζέλου στο σταθμό της Λυών στο Παρίσι ξύπνησε και πάλι το δράκο του εθνικού διχασμού, τον αγρίεψε και τον έβγαλε στο δρόμο να χορτάσει αίμα κι εκτόνωση.
Όταν οι τρομεροί «Γυπαραίοι» εντόπισαν το ανοιχτό «φορντάκι» του Ίωνα να κατεβαίνει την Λεωφόρο Κηφισίας έκαμαν στον οδηγό ζωηρές χειρονομίες να σταματήσει στο πλάϊ.
«Για πού το ΄βαλες λεβέντη;» του απηύθηνε ο πιο ζωηρός ένοπλος της συντροφιάς. «Ξέρεις σε ψάχνουμε από ώρα, μωρέ καταραμένε κι ήρθες κι έπεσες μοναχός σου στα χέρια μας. Καλοσταδεχτήκαμε παιδιά! Κατέβα γρήγορα κάτω Δραγούμη! γρύλιξε αφρίζοντας. Ο μαυριδερός λοχίας που έστεκε θυμωμένος μπροστά στον αμίλητο Ιωνα ήταν ο Σαρτζέτης πρωτοπαλίκαρο των ταγμάτων εφόδου του Κρητικού και παλιού μακεδονομάχου Παύλου Γύπαρη. Τα τάγματα έφεραν τον τίτλο-στάχτη στα μάτια- της προσωπικής φρουράς του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου. Άλλη όμως ήταν η πραγματική δουλειά τούτων των παλικαράδων.
Ο Ίωνας κατάλαβε αμέσως. Είχε έρθει η ευλογημένη ώρα. Για τούτη τη στιγμή ετοιμάζονταν όλα τα χρόνια. Ο δρόμος είχε φτάσει στο τέρμα όπως ακριβώς τα ΄χε υπολογίσει. Και δεν είχε ν΄ αντιτείνει η να συνομιλήσει απέναντι στις οργισμένες φωνές του ένστολου όχλου. Την πορεία μιας ζωής δεν μπορεί ένας χωροφύλακας που στέκεται στο δρόμο σου να σ΄ αναγκάσει να την προδώσεις. Προτίμησε να σιωπήσει από δω και πέρα και να μη πει τίποτα πια.
Θυμήθηκε μονάχα όσα έγραφε στο ημερολόγιό του τρία χρόνια πρωτύτερα εξόριστος στο Αιάκιο της Κορσικής: «Η τυραννία του Βενιζέλου μ΄ έμαθε να μην περιμένω δίκαιο από κανέναν, ούτε από τους Γάλλους που μ΄ εξόρισαν, ούτε από την Ελλάδα που μ΄ έχει εκτοπισμένο. Βρέθηκα μπροστά στη βία και την αντίκρισα φάτσα με φάτσα, είναι ωμή, σκληρή, απαίσια. Μόνο στις δικές μου τις κρυμμένες δυνάμεις μου απομένει να στηρίζομαι. Μα είναι τόσο μικρές, οι ατομικές δυνάμεις μπρος στην ομαδική τη βία».
Σαν άγγιξαν τα πόδια του στο χώμα, χέρια τον άρπαξαν ολόγυρα και τον έσυραν. Ξέσκισαν σε μεριές το λευκό του λινό κοστούμι. Το καπέλο του έπεσε και ανακατώθηκε στα χώματα από τα συρσίματα και το ποδοβολητό της αγριεμένης ομάδας. Οι γροθιές έπεφταν βροχή από παντού στο πρόσωπο και το κεφάλι μα ο ώριμος άνδρας υπέμενε ολόρθος χωρίς να διαμαρτύρεται. Κι αυτό τους πείσμωνε και τους ερέθιζε ακόμα πιο πολύ. «Αυτό ήταν τόφαγες το κεφάλι σου! Τέλειωσαν τα ψωμιά σου λιμοκοντόρε!». Άρχισαν να τον πηγαίνουν όπως σε πορεία διαπόμπευσης μέσα στο μεσημέρι όπου κι ο αέρας ακόμα είχε κρατήσει την ανάσα του κι άφηνε ολάκερη τη δουλειά για το αβάσταχτο καλοκαίρι και τα θερμά μυαλά. Πίσω του θα έστεκε τώρα, σκέφτονταν ο Ίων, όλο αγωνία η Μαρίκα στο σπίτι κλαίγοντας.
Μόλις λίγες ώρες νωρίτερα το θέατρό της είχε λεηλατηθεί και καταστραφεί από τον όχλο. Τίμημα στη σχέση της μαζί του, πληρωμή άξια για τον δηλωμένο της αντιβενιζελισμό. Εκεί κοντά σ΄ ένα παραθύρι σιμώνοντας θ’ απορούσε με την σημαδιακή ακινησία του μεσημεριού και την χαύνωση που προκαλούσε ο Ιούλιος κι η Πηνελόπη Δέλτα. Έρωτας παλιός κι αποκαμωμένος των χρόνων της Αλεξάνδρειας. Η Πηνελόπη πειθαρχημένη στην θέληση του Μπενάκη του αυταρχικού της πατέρα που «έπνεε μένεα» για το Δραγούμη που ντρόπιασε τ΄ όνομα της οικογένειας και το γάμο της θυγατέρας του με τον Δέλτα, μαγεμένη τώρα από την πνοή του μεγάλου κρητικού είχε ξεγράψει από καιρό τον Ίωνα που αγκαλιάστηκε «με τους βασιλικούς». Στον άχαρο και άστοργο αυτόν εναγκαλισμό που ο Ίων αφέθηκε σαν οι διωγμοί κι οι αλλεπάλληλοι εκτοπισμοί που του επιφύλαξε το Βενιζελικό καθεστώς παράγιναν. Ο Βενιζελισμός, με τη δημοκρατική του προβιά, και οι ξένες πρεσβείες, που αλώνιζαν στη χώρα, έστειλαν αυτόν τον οραματιστή του έθνους – συνοδοιπόρο θερμό κάποτε του Βενιζέλου - στην αντίπαλη παράταξη.
Κι όποιος δεν έχει μάτια να βλέπει πιο μακριά κάθεται τώρα καλοζωϊσμένος, ήσυχος και ασφαλής να θωρεί τον «επιβεβλημένο από τα πράγματα διασυρμό» αυτού του ανθρώπου κάτω στον δρόμο. Πίσω από ‘να κλειστό παραθύρι αντίκρυ στο θανατηφόρο απομεσήμερο του Ιουλίου.
Καθώς το εκτυφλωτικό φώς διοικεί τον κόσμο κι εξαφανίζει τις μορφές. Χαρίζοντάς τις άϋλες στην ανωνυμία…
ΕΝΑΣ ΑΥΤΟΠΤΗΣ ΜΑΡΤΥΣ
ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΙ ΤΗΝ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ
ΤΟΥ ΙΩΝΟΣ ΔΡΑΓΟΥΜΗ
"Περί την 4ην απογευματινήν ανέμενον μεθ΄ ομάδος εκ τριών η τεσσάρων προσώπων την άφιξιν του τραμ παρά την γωνίαν της λεωφόρου Κηφισίας και της οδού Ιωάννου Παπαδιαμαντοπούλου, πλησίον του υπ΄ αριθμόν 907 στύλου των ηλεκτρικών συρμάτων.
Την προσοχή μου επέσυρεν ομάς στρατιωτών αγόντων εν συνοδεία έναν πολίτην καλού παρουσιαστικού και βαδίζοντος μετά πολλής αξιοπρέπειας. Δεξιόθεν και αριστερά αυτού εβάδιζον δύο στρατιώται, δεκάς δε ετέρων στρατιωτών έπετο εκ του σύνεγγυς. Πάντες έφερον ντουφέκια.
Μόλις το απόσπασμα επλησίασεν εις τον υπ΄ αριθμόν 905 στύλον του τράμ μετέβαλλεν κατεύθυνσιν προς αριστερά και εσταμάτησε παρα το πεζοδρόμιον, αφήνοντας τον αιχμάλωτο πολίτη εις απόστασιν τεσσάρων βημάτων. Οι στρατιώται αφού εσταμάτησαν, επυροβόλησαν. Ερρίφθησαν παρ΄ αυτών περί τους δέκα πυροβολισμούς. Ουδέν πρόσταγμα ηκούσθη. Ο πυροβοληθείς πολίτης κατέπεσεν άπνους, χωρίς να βγάλει κραυγή, χωρίς να είπη τι...».
«Έφτασε η ώρα σου Δραγούμη» φώναξε ο Λοχίας.
Νωρίτερα είχαν σταθεί για μισή ώρα, κάτω από ΄να δέντρο έξω από το στρατόπεδο του Θων όπου και τα γραφεία του τάγματος. Εκεί ο Παύλος Γύπαρης -που ειδοποιήθηκε εν τω μεταξύ νάρθει- σαν άλλος Πιλάτος κι αφού έκαμε κάποιο επείγον τηλεφώνημα, πιθανότατα στον Εμμ. Μπενάκη, έδωσε οδηγία σε φρουρά «δώδεκα εμφανισίμων άνδρών υπο τον λοχία Σαρτζέτην να συνοδεύσουν τον Δραγούμην προς τας φυλακάς».
Τον έπρωξαν απέναντί τους στο στύλο του τραμ λίγο πριν το νοσοκομείο του Ευαγγελισμού. Δέκα έκαναν τέσσερα βήματα πίσω. Σήκωσαν τα όπλα και σημάδεψαν όλοι.
Λένε πως στην στερνή την ώρα περνάει στα μάτια του ανθρώπου που ψυχορραγεί ολόκληρη η ζωή του σαν ταινία με γρήγορη ταχύτητα. Κι ανάλογα με την «επί του φοβερού βήματος απολογία» η μάχη με το Χάρο έχει η δεν έχει αγωνία. Τις αγωνίες του ο Δραγούμης τις έζησε σε κάθε στιγμή της ζωή του. Παλεύοντας με οράματα, με ιδέες, με έρωτες, με πάθη. Μα πάνω απ΄ όλα με την ψυχή του πάλευε πάντα αυτήν που τώρα τώρα παρέδιδε στον όχλο κουρασμένη κι αηδιασμένη. Ήταν μέχρι εδώ μια πορεία αναμενόμενη και επιβεβλημένη. Μα- ποιός θα το πίστευε;- κι ολότελα επιλεγμένη μαζί από το υποψήφιο θύμα. Να διαλέγεις το θάνατό σου από τα πριν χωρίς να γίνεσαι αυτόχειρας.
Και τότε μισοκοιμισμένος και μισοξυπνητός, ένοιωσα την τραγική ματαιότητα κάθε σχεδίου και κάθε πράξης μου αφού τις πράξεις μου και τα σχέδιά μου μπορώ να τα κάνω μυθιστορήματα, τι ανάγκη να τα εκπληρώνω και σαν πράξεις και σαν εκτέλεση σχεδίων. Έτσι σιγά-σιγά η ενέργεια γίνεται γράψιμο, και ο ενεργητικός άνθρωπος η ο άνθρωπος,γραφιάς. Και λυπήθηκα τρομερά στον ύπνο μου που δε θα ήταν πια ανάγκη να εκτελέσω το σχέδιο μου στ΄ αλήθεια, αφού το είχα δει εκτελεσμένο σ΄ ένα μυθιστόρημα που εγώ το σκάρωσα. Το μυθιστόρημα είχε ωραία μέρη και ήταν ωραίο σύνολο. Μέσα φαίνονταν η αγάπη η μεγάλη της γυναίκας για τον άντρα της. Ο άντρας της έφευγε συχνά και ξαναρχόταν και αυτή τον περίμενε πάντα με τη γλυκιά τυραννία της απαντοχής και δεν του έγραφε για να μην πιστοποιήσει στον εαυτό της πως δεν ήταν πια κοντά της. Σ΄ ένα απ ΄αυτά τα ταξίδια ο άντρας της σκοτώθηκε, και δεν σκοτώθηκε από τους εχθρούς, μα από κείνους, που δεν τον χώνευαν επειδή είχε δειχτεί ανώτερος απ΄ αυτούς. Η γυναίκα του βλέπει μια μέρα και τον φέρνουνε σκοτωμένο. Μπαίνει σε μια βάρκα και πνίγεται μέσα σε μια λίμνη.
Οι «Γυπαραίοι» εκτελεστές της επιθυμίας του Δραγούμη που έγινε διαταγή για το «σκοπεύσατε!» - που δεν ακούστηκε - για το «Πύρ!» -που μήτε και αυτό ακούστηκε- γιατί μονάχα μέσα του το ψιθύριζε ο μελλοθάνατος αριστοκράτης κι αυτοί το έβλεπαν στο βλέμμα του.
Σαν εκείνος αποφάσισε την καίρια στιγμή έψαξε για το εφεδρικό του μονόκλ. Το άλλο είχε σπάσει μέσα στην κακοποίηση και τις σπρωξιές που προηγήθηκαν. Το φόρεσε με μια κίνηση μεγαλοπρεπή και αέρινη. Και σαν να έλεγε : «Τώρα είμαι έτοιμος!»
Εκείνοι αναγνώρισαν αμέσως το κρίσιμο νεύμα του προσώπου του:
-Φάτε το το σκυλί!
Ο Ίων έπεσε καταματωμένος στα χώματα. Καθώς κείτονταν άψυχος κάποιος από το απόσπασμα πλησίασε και τον λόγχισε δύο φορές στον τράχηλο κόβοντάς του σχεδόν ολότελα το λαιμό. Ύστερα τον κέντησε στα πλευρά. Ένα κοντοστούπικο μαυριδερό αποσπόρι της πειρατείας που λυμαίνονταν κάποτε την Κρήτη, ένας ότι πρέπει λεβέντης των χαμαιτυπείων, έφτυσε και κλώτσησε τον νεκρό. Ο επικεφαλής έδωσε τη χαριστική βολή συντρίβοντας τ’ όμορφο κεφάλι. Ύστερα όλοι μαζί γύρισαν αδιάφορα την πλάτη κι απομακρύνθηκαν με περήφανο στρατιωτικό παράστημα άξιο του καύσωνα και της τρέλας τους.
Αφήνοντας πίσω τους σαν ρούχο αδειανό έναν ωραίο Έλληνα. Τον πρώτο μεταξύ των Αρίστων…
«Σ΄ όποια γωνιά του Ελληνισμού κι αν βρεθώ, θα πασχίζω πάντα να δυναμώνω, να ξυπνώ, να ζωντανεύω…Ξυπνώ κάθε ύπνο κεντρίζω κάθε βαρεμό, συδαυλίζω κάθε στάχτη, ξεσκεπάζω κάθε σπίθα κρυμμένη και ανάβω κάθε φωτιά σβησμένη, βγάζω κάθε πνοή κουρασμένη και παίζω κάθε χορδή σιωπηλή. Ξυπνώ, ξυπνώ, ξυπνώ…»
Kαι το καταπέτασμα του Ναού
εσχίσθη εις δύο…
Είναι τυφλοί οι άνθρωποι.
Κι οι περισσότεροι γεννήθηκαν
για να είναι και μικροί.
Ι.Δ.
Ο δηλητηριασμένος αέρας του αθηναϊκού απογεύματος εκείνου του Ιουλίου σκόρπισε την είδηση σ΄ ολόκληρη τη χώρα σαν κάποια αποφορά αβάσταχτη, σαν στάχτη βρωμερή και σκόνη αλλόκοτη που τα τίναζε κανένας από πάνω του ανάλογα με την ιδεολογία του (…και την πληροφόρησή του ) κι έβγαινε κατά το δοκούν καθαρός και αμόλυντος:
Πως εφονεύθη ο Ι. Δραγούμης δεν χρειάζονται πλέον στον αναγνώστη πολλές δικαιολογίες. Κατά πληροφορίας είχε συνοδεύσει την δίδα Μαρίκα Κοτοπούλη και ενώ διήρχετο τους Αμπελοκήπους παρά την έπαυλη Θων συνελήφθη υπο ομάδος πολιτών απειλούντων να τον λιντσάρουν.
Προς σωτηρίαν του έσπευσε περίπολος στρατιωτών του τάγματος Ασφαλείας. Τον πρώτον πλησιάσαντα αυτόν εκ των στρατιωτών ο Δραγούμης απεπειράθη να πυροβολήσει δια πιστολίου αλλά ο στρατιώτης προλαβών τον ελόγχισε.
Μετά τινα λεπτά, μεταφερθείς στο 2ο στρατιωτικό Νοσοκομείο απέθανε. Εκείθεν μετεφέρθη εις το Νεκροταφείον…
(1 Αυγούστου 1920, Εφημερίδα Εμπρός -στην 4η σελίδα)
Φόνος του Ι. Δραγούμη
Ο Ι. Δραγούμης ετοποθετήθη μεταξύ δύο στοίχων χωροφυλάκων και ωδηγείτο εις το Φρουραρχείον. Καθ΄οδόν όμως επι της Λεωφ. Κηφισίας αποπειράται….(απω)θεί τους περιβαλλοντας… και τρέπεται (εις φυγήν)…
(οι άνδρες τον ) καταδιώκουν κραυγάζοντες προς αυτόν να σταθεί.
Ο Ι. Δραγούμης όμως τρέχει χωρίς να απαντήσει όταν δε ο εις των στρατιωτών τον επλησίασε αρκούντως, ο Ι. Δραγούμης εξήγαγεν περίστροφον και τον επυροβόλησε. Η σφαίρα διέλαθε του σκοπού της, ο δε στρατιώτης καταφθάσας ετραυμάτισε δια δύο αλλεπαλλήλων λογχισμών εις το στήθος τον Ι. Δραγούμην. Κατόπιν τούτων η περίπολος μεταφέρει τον τραυματίαν εις το Β΄ Στρατιωτικόν Νοσοκομείον προς νοσηλείαν. Δυστυχώς όμως περί την 5.30 μμ εξέπνευσε συνεπεία της σοβαρότητος των τραυμάτων και της αιμορραγίας. Η θλίψις και η αγανάκτησις των κυβερνητικών κύκλων επι τω θανάτω του Ι. Δραγούμη υπήρξε απερίγραπτος.
(1 Αυγούστου 1920, Εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος -στην 2η σελίδα)
Ότι άφησε η λογοκρισία
Μετά φιλικής αλλά και εθνικής οδύνης αγγέλομεν τον θάνατον του Ιωάννου Στ. Δραγούμη
(Λογοκρισία)
(1 Αυγούστου 1920, Εβδομαδιαία εφημερίδα Πολιτική επιθεώρησις –εκδότες Α. Μπούσιος & Αθ. Σουλιώτης –Νικολαϊδης)
Αίνος των αρίστων
Πόσες λέξεις και ποιοι χαρακτηρισμοί θα έφταναν για ν΄ αποδώσουν ιχνογραφώντας μονάχα το πέρασμα μιας τόσο σημαντικής ελληνικής μορφής; Ο ωραίος ΄Ελληνας, ο υψιπετής και αριστοκράτης, ο ευπατρίδης των γραμμάτων και της πολιτικής, η μόνιμα πυρωμένη κι ασίγαστη ψυχή, ο μειλίχιος κι ευγενικός άνθρωπος ο παρορμητικός ταυτόχρονα, ο ερωτευμένος με τις γυναίκες ο χωρίς χυδαιότητα, ο ερωτεύσιμος, ο μαχητής, ο σφριγηλός διανοητής, ο αισθαντικός και δόκιμος λογοτέχνης, το αχόρταγο χωνευτήρι των νέων ιδεών, το «ξυπνητήρι του ελληνισμού», ο ιδιοφυής και ακάματος οραματιστής, ο μελαγχολικός και πάντοτε αυστηρός με τον εαυτό του άνθρωπος, ο ταγμένος στο δρόμο της διάκρισης μα ποτέ της ματαιοδοξίας, αυτός που δεν βρήκε ποτέ το δρόμο του μα που σ΄ όλη του τη ζωή ερευνώντας απέφυγε τις βεβαιότητες και την ήρεμη ζωή, ο γοητευτικά αυτοκαταστροφικός. Ήταν μονάχα αυτά ο Ίωνας;
Έξαφνα στην ησυχία της νυκτός φύσηξε ένας άνεμος δυνατός, τρελός σαν να ήθελε να σαρώσει τον κόσμο, και είπα του ανέμου:
«Βρε αδελφέ, τι σ΄ έπιασε και ήρθες να χαλάσεις την ησυχία μας και να μας συνταράξεις έτσι. Καλά ήμαστε όπως ήμαστε».
Από τη ζωή του ας δούμε μερικούς σταθμούς μονάχα. Το 1902 εικοσιπέντε χρόνων με αίτησή του διορίζεται υποπρόξενος στο μοναστήρι. Ο πατέρας του Στέφανος, ο Λάμπρος Κορομηλάς, ο Καστορίας Γερμανός Καραβαγγέλης και ο ίδιος οργανώνουν το Μακεδονικό κομιτάτο,την θρυαλλίδα του Μακεδονικού Αγώνα, αντίδραση δίκαια και επιβεβλημένη απέναντι στην εθνοκάθαρση του Βουλγαρικού κομιτάτου που είχε αρχίσει πολλά χρόνια νωρίτερα και είχε προκαλέσει την εξόντωση πολλών Ελλήνων και την τρομοκράτηση Ελληνόφωνων και μη -πάντως ελληνόδοξων - χριστιανών της Μακεδονίας. Ο ιδρυτής των ονείρων του ένδοξου βυζαντινισμού, ο εμψυχωτής της νέας πνοής του έθνους –κράτους είναι αυτός που γράφει με τα ίδια του τα χέρια το πρωτόκολλο παραδόσεως της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους και υψώνει την ελληνική σημαία στο Μητροπολιτικό μέγαρο (Στη Μητρόπολη εγώ ανέβασα την ελληνική σημαία). Το ημερολόγιο δείχνει 26 Οκτωβρίου 1912. Τον επόμενο χρόνο θα τεθεί σε διαθεσιμότητα από το διπλωματικό σώμα για δύο μήνες γιατί ενέκρινε την ένωση του Καστελόριζου με την Ελλάδα χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με τον αρμόδιο υπουργό. Τα επόμενα χρόνια μετά τον αγώνα θα βρεθεί Πρόξενος σε Πόλη, Ρώμη και Αγία Πετρούπολη.
Αργότερα, θύμα του εθνικού διχασμού και της Γαλλικής ραδιουργίας, εκλεκτός εξόριστος σε Σαμοθράκη, Κορσική και Σκόπελο. Η βενιζελική παράταξη μισαλλόδοξη και εκδικητική στέλνει το 1917 στην αγκαλιά του Βασιλικού κόμματος έναν πρώην υποστηρικτή του Ελευθέριου Βενιζέλου και αληθινό κόσμημα της ελληνικής πολιτικής σκηνής: τον Ιωνα. Αναγκάζει τον ακραιφνή αντίπαλο της Μεγάλης ιδέας και ορκισμένο δημοτικιστή, αυτόν που ανατράφηκε με την τραγική φιλοσοφία του Νίτσε και του Μπαρρές, έναν υπαρξιστή πριν από του υπαρξιστές, που διάβασε αναρχικούς όπως τον πρίγκηπα Κροπότκιν, τον Μπακούνιν και τον Μαξ Στίρνερ -που τον ενέπνευσαν- αλλά και τον Καρλ Μαρξ που τον ενόχλησε και γρήγορα απομακρύνθηκε από αυτόν, τον ιδιότυπο σοσιαλιστή και «εθνικιστή» να προσχωρήσει στη Βασιλική παράταξη και ν΄ αναγορευθεί σε ηγέτη της. Ο Ίωνας τα επόμενα χρόνια θα αρθρογραφεί πια «απταίστως»,για τις ανάγκες και τα καθιερωμένα της εφημερίδας Πολιτική επιθεώρησις στην καθαρεύουσα, γλώσσα την οποία μισεί μέχρι θανάτου. Και μέχρι θανάτου θα λογίζεται πλέον σαν εχθρός του Βενιζέλου.
Πόσες ζωές χωρούν εδώ μέσα; Πόσες ζωές αλήθεια έζησε ο Ιωνας; Δύο παραδέχεται ο ίδιος. Η μια εσώτερη δύσκολη και ατέλειωτη. Και μια άλλη περίοπτη από το πλήθος που του επιβάλει η φιλοδοξία του για την κοινωνική διάκριση. Τρόπαιο και για τις δύο ο μαρτυρικός του θάνατος!
Στην ταινία του Θ. Αγγελόπουλου «Το μετέωρο βήμα του πελαργού» στιγμή μοναδικής αισθητικής και φιλοσοφικής κορύφωσης είναι η στιγμή που ο πολιτικός κατεβαίνοντας από το βήμα μουρμουρίζει διπλώνοντας τα χαρτιά της ομιλίας του και στριμώχνοντάς τα σε μια τσέπη «…Κάποτε πρέπει να σωπαίνει κανείς προσπαθώντας ν΄ ακούσει τη μουσική πίσω από τη βροχή…». Σκεφτόμουν τη στιγμή εκείνη πως ο μόνος πολιτικός που θα μπορούσε μέσα στα 150 χρόνια της κοινοβουλευτικής μας ιστορίας να ξεστομίσει μια τέτοια φράση είναι ο Ίωνας Δραγούμης. Φανταστείτε την έκπληξή μου όταν αργότερα πολύ διαβάζοντας τα Φύλλα ημερολογίου του διάβαζα:
«Η αίσθηση της τραγικότητας της ζωής δεν μου φέρνει γέλιο σαρδόνιο, ούτε άλλο, αλλά μου φέρνει μουσική. Αναβρύζει από τα κατάβαθα των σωθικών μου μια πλούσια, πολυσήμαντη, περίπλοκη και καθάρια στην έκφραση μουσική που με γεμίζει και χύνεται στον κόσμο».
Αν ζούσε, λένε πολλοί, ο Ίωνας θα βρίσκονταν κάποτε μαζί με τους έξη εξιλαστήριο θύμα και εξάντληση της λαϊκής οργής για την οδύνη της σφαγής στη Μικρασία και την αποκοτιά για «το φτάσιμο στην κόκκινη μηλιά». Μα στα όνειρα του Ίωνα δεν έστεκε εμπόδιο η ημισέληνος και τα φέσια τα τούρκικα. Δεν είχε αυτός τέτοια οράματα. Τα δικά του οράματα την ανόρθωση του Βυζαντίου άγγιζαν, για τους Τούρκους δεν είχε μίσος κανένα, αυτούς τους διαφεντεύουμε έλεγε, τους έχουμε διαβρώσει από τα μέσα. Ελληνικές πόλεις η Πόλη, η Σμύρνη, οι πόλεις της Μαύρης Θάλασσας. Οι Σλάβοι και πιότερο οι Βούλγαροι ήταν ο αληθινός εφιάλτης του. Με τον Βενιζέλο περπάτησε σιμά κάποτε μα απομακρύνθηκε αηδιασμένος από την πολιτική του. Υποστηρικτής της Αντάντ βρέθηκε μαζί του –πλάϊ σ΄ ένα Βενιζέλο που δημιουργούσε με συνθήκες «την Ελλάδα των πέντε θαλασσών», πιστός στη δική του «μεγάλη ιδέα» των μεγάλων συνθηκολογήσεων (και φυσικά των αναλόγων παραχωρήσεων…). ΄Ισως, λένε κάμποσοι άλλοι, όσο η γνώμη του ΄Ιωνα ήταν υπολογίσιμη, κάποτε θα μπορούσε ν΄ αποφασίζει, και οι εξελίξεις στην υπόθεση της Μικρασιατικής καταστροφής θάταν πολύ διαφορετικές, αν δεν είχε εν τω μεταξύ δολοφονηθεί. Όμως ο θάνατος είναι το αναπόδραστο γεγονός και η έλευσή του δεν χωρεί αμφισημίες και εικοτολογικές ερμηνείες. Ο Ίωνας δολοφονήθηκε παραμονές της μεγάλης εθνικής καταστροφής που ακολούθησε. Ίσως ο θάνατος του νάταν και σημαδιακός. (Η μήπως η Mικρασιατική καταστροφή να στάθηκε άραγε το μεγάλο τίμημα;).
Ο Οδυσσέας Ελύτης γράφει στα «2Χ7ε» με τον τίτλο «Οι πολλοί ΄Ελληνες του ενός Δραγούμη»:
«Αριστοκράτης είσαι είτε όταν κληρονομείς αυτομάτως κάποιον πρόγονο είτε αν κατακτάς με το σπαθί σου τις ιδιότητες που συνεπάγεται θέλω να πω, ειδικότητες «αποκτηθείσες εν τω στρατεύματι» όπως λέγαμε την εποχή της μόδας των πολέμων.
Τέτοιος ήταν ο Ιων Δραγούμης, ο γλυκοαίματος και θανάσιμα μισητός, ο άνθρωπος των σαλονιών και των κομιτάτων, ο δημοτικιστής και γόνος καθαρολόγων, ο σεμνός κι ο ερωτιάρης, ο εχθρός της μικρής και εντίμου Ελλάδος αλλ΄ αδελφικός φίλος του βασιλέως, ο μακράν μέχρι θανάτου από τον Ελευθέριο Βενιζέλο και οραματιστής μιας άλλου είδους μεγάλης Ελλάδας. Αυτές όλες οι πέρλες, άλλοτε φωτερές κι άλλοτε αλαμπείς, δεν συνθέτουν μόνον ένα μυστηριώδες όνομα παρά γενούν μια προσωπική μυθολογία που με γέμισε γοητεία σ΄ όλη την πρώτη μου νεότητα. Σχεδίαζα μεγάλα δοκίμια περί μελλοντικών ονείρων του ελληνισμού, που δεν ήξερα, όπως δυστυχώς δεν ξέρω ίσαμε σήμερα, πώς να τα γεμίσω. Εί-ναι οι σφαίρες που αφανίζουν μυστικά, η στη θέση των μυστικών δεν υπάρχουν παρά ευγενείς ιδεολογίες;
…Στη Σαμοθράκη του όμως εξακολουθώ να βρίσκω ίσαμε σήμερα τον λεπτοφυή συγγραφέα και πατριώτη από πηγή.
Που, όπως σ΄ ένα ακρογιάλι έρημο της Θράκης περπάτησε μες στην καθαροσύνη του μεσημεριού έτσι ανυπόδητος πέρασε πάνω από τις αιχμές και τις πανουργίες της τρέχουσας πολιτικής…».
Ο αείμνηστος καθηγητής Δημήτριος Ευρυγένης έγραφε το 1961:
«…Τα στοιχεία της Εθνικής Ιδέας, όπως την διεμόρφωσε κατά την αγωνιστική του θητεία στον ελληνικό Βορρά ο Ιων Δραγούμης, συνθέτουν, πρέπει να συνθέτουν, και σήμερα τη σχέση του καθενός μας προς το έθνος. Μέσα σ΄ αυτά τα στοιχεία μπορεί να βρή κι η σημερινή ελληνική νεότης τις βασικές προϋποθέσεις του ιδανικού της. Αγωνιστικότης, επαγρύπνισις, ετοιμότης και πείσμα στους εθνικούς αγώνες. Εσωτερικά για να ελέγχουμε πάντα τον εαυτό μας και να τον γυμνάζουμε. Κι εξωτερικά για να διασφαλίζουμε τα δικαιώματα του Ελληνισμού μέσα στα πλαίσια μιας ευκταίας ειρήνης.
…Kι αλήθεια οι λόγοι του είναι, και σήμερα ακόμη, για κάθε ΄Ελληνα χτυπήματα σπαθιού, λαμπερές σπίθες. Ξυπνούν μέσα μας μια λαχτάρα για την Ελλάδα στην πιο δημιουργική, την πιο συμπυκνωμένη, την πιο ανδρική μορφή της.»
Συνεχίζονται οι πυροβολισμοί
Κοντεύουν ενενήντα χρόνια από τη μέρα τη δολοφονίας του Ιωνα Δραγούμη. Στα χρόνια μέχρι σήμερα το επίσημο ελλαδικό κράτος αρκέστηκε να εκπληρώσει τα τυπικά του χρέη απέναντι στον σπουδαίο αυτόν Έλληνα. Έναν τάφο αξιοπρεπή στο πρώτο νεκροταφείο και την απέριττη επιτύμβια στήλη -έργο του γλύπτη Αριστοτέλη Ζάχου- στο σημείο όπου άφησε την τελευταία του πνοή. Μα και ένα δυο κείμενά του που συμπεριλήφθηκαν για την εθνική ανάταση στα Ανθολόγια του Δημοτικού που όμως εδώ και μισόν αιώνα έχουν εξαφανισθεί.
Η μνημειακή στήλη – ένας λεπταίσθητος βυζαντινός κίονας με το μονόγραμμα του Ιωνα - ραγίζει την ψυχή με τις σπαρακτικές λέξεις του Κ. Παλαμά χαραγμένες πάνω της («πως έπεσες γραφή να μην το λέη…»). Κάποτε η στήλη αυτή υπέστη βανδαλισμούς - από αμετροεπείς η ολιγοφρενείς - μα σήμερα έχει αποκατασταθεί και βρίσκεται σε αξιοπρεπή κατάσταση. Επισκέπτομαι το μέρος σχεδόν κάθε φορά που βρίσκομαι στην Αθήνα. Νοιώθω πως έχω κάποιο ραντεβού εκεί με τον Ίωνα και σαν συντοπίτες (και μαθητής με δάσκαλο) ανταμώνουμε και λέμε (και πάντα τον αφήνω να μιλά εκείνος…).
Τον ίδιο τον Ιωνα όμως τον ξεχάσαμε. Η φριχτή εγκατάλειψη του πτώματος του μέσα στο απόγευμα εκείνο σ΄ ένα πεζοδρόμιο της Αθήνας τράβηξε για λίγο μόνο τα περίεργα μάτια μας σαν θλιβερό περιστατικό της ημέρας. Ακούστηκαν ψέματα φρικτά και δόθηκαν εξηγήσεις που δεν έπεισαν κανέναν. Η δίκη-παρωδία που ακολούθησε με τον Γύπαρη και τον Μπενάκη κατηγορούμενους- και φυσικά αθώους στη συνέχεια- δεν απέδωσε ευθύνες. Το πεζοδρόμιο καθαρίστηκε από τα αίματα, τα χρόνια έσβησαν τη μνήμη του ανθρώπου που πέρασε. Ο ελληνικός λαός, αδιάφορος και απορροφημένος από την ίδρυση του «νεοελληνικού ονείρου», αυτού του ποταμού μωροφιλοδοξίας και μαζικής πλάνης που ζούμε στις μέρες μας, δεν χρειάστηκε ξανά κανέναν Δραγούμη. Αυτός προσφέρθηκε στη «Δεξιά», στους «εθνικιστές» και στην πιο ακραία τους απο- φορά. Κι εκείνοι με τη σειρά τους χρόνια τώρα καπηλεύονται αποσπάσματα, φράσεις και στίχους και θραύσματα από το βαρύ του έργο ιδιοποιούμενοι πράγματα που δεν τους ανήκουν. Προβαίνουν σε εκδόσεις κακές μέχρι κάκιστες έργων του, φτηνές κομματικές μπροσούρες, χρησιμοποιούν με αδίστακτο τρόπο τ΄ όνομά του. Εκών άκων σύρθηκε ο νεκρός Ίωνας σαν ηγέτης τους και μοιραία πυροβολείται από τους αντιπάλους.
Η σκύλευση του πτώματος και του ονόματος ενός τιμημένου άνδρα ενενήντα χρόνια μετά συνεχίζεται ! Η Ελλάδα και οι Έλληνες έχουν χάσει τη ρότα και πλέουν «ίσα βάρκα ίσα νερά». Η Πατρίδα πλέει σε άγνωστα νερά και μαύρα. Το καράβι που ταξιδεύει το λένε…σύγχυσις πλήρης!
Σαν ΄Εθνος κάθε ευκαιρία την έχουμε προ πολλού χάσει…
Γράφει με δίκαιη αγανάκτηση ο Χρήστος Γιανναράς:
Στο ελλαδικό κράτος(και στην Κύπρο) ασκείται απροσχημάτιστη ιδεολογική τρομοκρατία από συγκεκριμένη, μαφιόζικου τύπου συντεχνία. Διακλαδωμένη η συντεχνία σε ολόκληρο το κομματικό φάσμα (από τους τάχα και πούρους μαρξιστές- που έχουν θητεύσει σε όλα περίπου τα κόμματα της Βουλής- ως τους δυσερμήνευτης αδιαλλαξίας νεοφιλελεύθερους) ελέγχει τα σχολειά, τα πανεπιστήμια, την τηλεόραση, με οποιαδήποτε κυβέρνηση. Επιβάλλει η συντεχνία έναν διεθνισμό παλαιομαρξιστικής έμπνευσης κα νεοταξικής υπαγόρευσης, σίγουρη απατρία, ετοιμότητα για οποιαδήποτε παραχώρηση στον οποιονδήποτε αρκεί να φαντάζουμε εκσυγχρονισμένοι...
...Πάντως, στην παράδοξη οπτική για την οποία μιλάμε, η τριτοκοσμική υπανάπτυξη της ελληνικής κοινωνίας σήμερα καταφάσκεται μόνο για να αποδοθεί αποκλειστικά σ΄ εκείνο το τμήμα της που επιμένει να ζητάει ιστορική αυτοσυνειδησία, πολιτιστική ιδιαιτερότητα, γλωσσική συνέχεια. Στο τμήμα της κοινωνίας που θέλει να γρηγορεί στην αναζήτηση «νοήματος» της ύπαρξης και της συνύπαρξης, που διεκδικεί αξιοπρέπεια του ελληνικού ονόματος στις διεθνείς σχέσεις. Αυτοί όλοι είναι η συντήρηση, ο επάρατος «εθνικισμός» αυτοί που κρατάνε την Ελλάδα καθηλωμένη στην καθυστέρηση. Ενώ τα καταπληκτικά κατορθώματα των τελευταίων δεκαετιών τα πέτυχαν οι «κοσμοπολίτες» και «ολίγον λεβαντίνοι» υπουργοί εξωτερικών κάποιοι θαμώνες της λέσχης του Μπίλντεμπεργκ, κάποιοι εξωστρεφείς επιχειρηματίες.
Οι «αριστεροί» πάλι έχουν από μια τελειώσει τους λογαριασμούς μαζί του (αφού τον χάρισαν ευχαρίστως «απέναντι») και προτιμούν να χαίρονται τον «διεθνισμό τους» …χωρίς πατρίδα! Αντίδωρο στην πλάνη τους μακάρι να σταθούν τα λόγια του αριστερού κοσμοπολίτη Έλληνα Μιχάλη Ράπτη (του θρυλικού «Pablo») -του πιο… διεθνιστή από τους διεθνιστές!-
Η αναβίωση των εθνικισμών δεν μπορεί να θεωρείται σαν αρνητική απλώς εκδήλωση, που εναντιώνεται στην παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, αλλά και σαν αναπόφευκτη εκδήλωση αντίστασης εκείνων, οι οποίοι αισθάνονται ότι είναι υποχρεωμένοι η να αγωνιστούν για να διατηρήσουν μια δική τους εθνική ταυτότητα η να υποταχθούν απολύτως στη νέα τάξη πραγμάτων.
Και συνεχίζει αλλού:
«Εάν δεν αφαιρέσεις από την αστική ηγεσία την υπεράσπιση του εθνισμού και δεν την περάσεις στα χέρια της αριστεράς είσαι τελείως χαμένος σε οποιοδήποτε επαναστατικό σου παιχνίδι».
Το μεγαλύτερο μέρος του αρχείου του Ίωνα δεν έχει δει το φως της εκδοτικής δημοσιότητας. Από το 2000 και μετά, αν και προσιτό στον καθένα -στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη όπου φυλάσσεται -καθώς μάλλον δεν έχει ουσιώδες εκδοτικό ενδιαφέρον, κανένας δεν αναλαμβάνει να επιμεληθεί ούτε ακόμα και αυτήν την ημιτελή έκδοση των «Φύλλων Ημερολογίου» που κάποτε ο Κλέων Παράσχος τοποθετούσε πολύ ψηλά σαν έργο «μοναδικό ως σήμερα στη λογοτεχνία μας» ( μέχρι τότε δεν είχαν κυκλοφορήσει «Οι μέρες» του Γ. Σεφέρη ).
Σήμερα καθώς θεριεύει η κωμικοτραγική διαπάλη για την ονομασία του θλιβερού προτεκτοράτου των Σκοπίων, και το περίφημο «μειονοτικό» ανακινείται δολίως, ξύπνησαν μνήμες και μίσος ενός αιώνα στοχεύοντας πάλι τον Ιωνα και τις «εθνικιστικές του ιδέες». Απίθανα ιστορικά κατασκευάσματα διαπλέουν στο διαδίκτυο και τα λοιπά ΜΜΕ με τη μορφή φορεμένης ανάποδα -από τη φόδρα -ιστορίας λαμπερής και καινούργιας. Καταγέλαστης στους πάντες όμως.
Η διαπόμπευση, οι προπηλακισμοί, το βουητό του όχλου εξακολουθούν ν΄ ακούγονται στο δρόμο…
Όμως φτάνει. Αφήστε τον επιτέλους! Αυτόν που βάδισε με βηματισμό φλωρεντινού ποιητή, έχοντας όραμα για την Πατρίδα του. Αυτόν που ίδρυσε τα νέα όνειρα και πέρασε μέσα από τα αίματα και τον έρωτα χωρίς χυδαιότητα.
Αυτός ο βαθύτατα στοχαστικός, αντιφατικός, μελαγχολικός και ευγενής άνθρωπος δεν αξίζει τη χλεύη ούτε τη φτήνια. Άλλωστε έχει πεθάνει πια. Στις 13 Αυγούστου (με το σημερινό ημερολόγιο) του 1920…
Δεν πάει ο δημιουργός με σταθερό σκοπό. Ένα σπίθισμα, μια τάση από, μέσα του, ένας πόθος και ένας πόνος, τον σπρώχνει εμπρός. Λίγο βλέπει καθαρά εμπρός και κάνει σχέδιο, πρόγραμμα. Λίγο πάρα πέρα, απέραντο και ανεξιχνίαστο δάσος το μέλλον.
Βιβλιογραφία - πηγές
1. Αθ. Κόρμαλη, Η εκτέλεση του Ίωνα Δραγούμη, εκδόσεις Πελασγός, Αθήνα 1994
2. Οδ. Ελύτης, 2Χ7 ε Οι πολλοί Έλληνες του ενός Δραγούμη, Ικαρος-1996
3. Το ημερολόγιο του Νουμά, επιμέλεια Στεφ. Μπεκατώρος, Εναλλακτικές εκδόσεις, Αθήνα -2002
4. Δημ. Ευρυγένη, Ο Ίων Δραγούμης και ο Μακεδονικός αγών, Εταιρεία Μακεδονικών σπουδών, Θεσσαλονίκη- 1961.
5. Ίωνος Δραγούμη, Φύλλα ημερολογίου, τόμος Ε Επιμέλεια Θ. Σωτηρόπουλος, Αρχείο Ίωνα Δραγούμη, Ερμής 1986
6. Ίωνος Δραγούμη, Φύλλα ημερολογίου, τόμος ΣΤ Επιμέλεια Θ. Σωτηρόπουλος, Αρχείο Ίωνα Δραγούμη, Ερμής 1987
7. Επιτάφια στήλη στον Ίωνα Δραγούμη, Τετράδια Ευθύνης 1978.
8. Ίων Δραγούμης, Μαρτύρων και ηρώων αίμα, Από την σειρά ιστορικού μυθιστορήματος που κυκλοφόρησε η εφημερίδα το Βήμα. Αναπαραγωγή σε μονοτονικό σύστημα της 2ης έκδοσης (του 1914)
9. Ίωνος Δραγούμη, Ο Ελληνισμός μου και Οι ΄Ελληνες, Ελληνικός πολιτισμός, Ευθύνη, Αναλόγιο στ΄, 2000 ΜΧ
10. Αθ. Σουλιώτη – Νικολαϊδη, Οργάνωσις Κωνσταντινουπόλεως, εκδόσεις Δωδώνη, 1984
11. ‘Ιων Δραγούμης, Σταμάτημα, Νεφέλη -1991
12. Χρήστου Γιανναρά, Ιδιοφελή παράδοξα και φοβίες Επιφυλλίδα της Καθημερινής
13. Χρήστου Γιανναρά, Τι διαπραγματευόμαστε με τους Σκοπιανούς; Επιφυλλίδα της Καθημερινής, 26/10/2008
14. Η «νέα ιστορία» μέσα από τα «νέα» Ιδεολογικά φίλτρα, Περιοδικό Ρεσάλτο, Ιούλιος 2006
Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 4 και 11.12.2008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.