27.12.21

ΧΡΥΣΟΥΛΑΣ ΠΑΤΡΩΝΟΥ ΠΑΠΑΤΕΡΠΟΥ: Μαζαλτό


ΟΔΟΣ εφημερίδα της Καστοριάς
ΟΔΟΣ 18.3.2021 | 1072

Σχεδόν ίσες στο ύψος. Μόνο που εκείνη θα μπορούσε να είναι, αν όχι γιαγιά, σίγουρα μάνα, με μένα στερνοπαίδι της. Η Μαζαλτό. Η πάντα χαμογελαστή βοηθός και προστατευόμενη της θείας. Όταν το επέτρεπε ο καιρός, περνούσε η Μαζαλτό από το σπίτι μας, χαιρετούσε με ρεφεράντζα όλη την οικογένεια με εκείνον τον κάπως περίεργο, αλλά τόσο γλυκό για τ’ αυτιά μου τονισμό, «θα το πάρω το μικρό στη τεία», έλεγε, άπλωνε το μικροσκοπικό της χέρι έπιανε το δικό μου απαλά, πετούσε ένα τρυφερό φιλί στον καρπό και, πού μας είδατε. Δεν περπατούσα, πηδούσα από τη χαρά μου. Προτού κλείσει η πόρτα πίσω μας, συμπλήρωνε: «και τα το φέρω για ύπνο, μη σκοτίζεστε...»

Η Μαζαλτό. Η Εβραία φίλη, βοηθός και προστατευόμενη της θείας. Νάνος στην εμφάνιση· ούτε ένα κεφάλι ψηλότερή μου κι ας ήμουν μόλις τεσσάρων χρόνων. Κανέναν δεν είχε δικό της, ούτε γονείς, ούτε άντρα, ούτε παιδιά. Όταν παλιότερα έμενε η οικογένεια του θείου κοντά στον εβραίικο μαχαλά, όταν πήγε και η θεία ως καινούργια νύφη στο πατρικό του άντρα της, η πρώτη που γνώρισε ήταν η Μαζαλτό. Γέννησε εκεί τα παιδιά της, μαζί τα ανέθρεψαν· βοηθός σε όλα η Μαζαλτό. Απέκτησαν κάποτε δικό τους σπίτι, παρούσα στη μετακόμιση η Μαζαλτό. Θελήματα έκανε σε όλους τους ομόθρησκούς της· έπιανε το χέρι της και από ράψιμο. Διορθώματα και μπαλώματα σε ρούχα. Το ένα κομμάτι ψωμί, έτσι το εξασφάλιζε. Είχε, βέβαια, και στέγη: δύο καμαράκια σε ένα μικροσκοπικό σπιτάκι στην ίδια γειτονιά, κληρονομιά των γονιών της. Τι άλλο να ζητήσει; Είχε και τη φιλία της θείας που δεν την άλλαζε με «όλα τα καλά του κόσμου», έλεγε σε όλους γύρω της, χριστιανούς κι εβραίους. Είχε κι εμένα που τη λάτρευα και δεν χόρταινα να είμαι μαζί της. Να την ακούω να μιλά με την περίεργη προφορά των λέξεων και τον ακόμη πιο ασυνήθιστο τονισμό τους, να μου λέει παλιές ιστορίες και παραμύθια, να μου μαθαίνει τα ονόματα των λουλουδιών και των δέντρων και να με χώνει στην αγκαλιά της κάθε λίγο και λιγάκι λέγοντας: «το πιο όμορφο λούλουντι στην αυλή είναι το κόριτσακι μου». Μια όμορφη εποχή, όλο γλυκές στιγμές και χάδια. Στο σπίτι, με εργαζόμενους γονείς και δύσκολα, κατοχικά χρόνια, πού καιρός για χάδια και φιλιά...

Έμαθε η μαμά στη δουλειά ότι οι Γερμανοί θα μάζευαν όλους τους Εβραίους και θα τους έστελναν να δουλέψουν σε εργοστάσια, στη Γερμανία. Αναστατώθηκε. Ειδοποίησε αμέσως τη θεία και της εξήγησε πόσο την ανησύχησαν τα νέα που άκουσε από επίσημα χείλη στο γραφείο. Πως σε άλλα μέρη, στη Θεσσαλονίκη για παράδειγμα, είχαν στείλει ήδη ειδοποιητήρια στις επιτροπές για να συγκεντρώσουν ονομαστικούς καταλόγους. Κάτι έπρεπε να γίνει με τη Μαζαλτό. Η θεία με τα αγόρια της βάλθηκαν να ψάχνουν λύση, να βρουν τρόπο να μη γραφτεί στους καταλόγους η δικιά τους προστατευόμενη. Στο υπόγειο, πίσω ακριβώς από την αποθήκη όπου έβαζαν τα ξύλα, έφτιαξαν τα αγόρια μια μικρή φωλίτσα για να μείνει η Μαζαλτό. Κανένας δεν θα μπορούσε να σκεφτεί να ψάξει στο σημείο εκείνο. Χειμώνας ακόμη, αν και ο Μάρτης πλησίαζε στο τέλος του, έβαλαν και μαγκάλι για να την προφυλάγουν από το κρύο. Όλα έτοιμα.

Εκείνη τη μέρα, δεν ήταν και η πιο ηλιόλουστη, μάλλον βαρυχειμωνιά θύμιζε, η Μαζαλτό δεν πέρασε από το σπίτι. Με πήρε, όμως, η μαμά από το χέρι και πήγαμε στης θείας. Οικογενειακό συμβούλιο. Περίμεναν να έλθει και η ίδια και να της εξηγήσουν το σχέδιο που είχαν καταστρώσει. Η Μαζαλτό ήλθε κουκουλωμένη και μ’ ένα μπογαλάκι στο χέρι. «Να σας αποχαιρετήσω κάρντιες μου» είπε και με πήρε στην αγκαλιά της. «Φέβγκω με τους ντικούς μου όλους. Πάμε στη Γκερμάνια να ντούλεψουμε». Μάταια προσπάθησαν να της εξηγήσουν όλοι, και προπαντός η μαμά, ότι θα μπορούσε μια χαρά να μείνει στον κρυψώνα. Άλλωστε, δεν είχε κανέναν συγγενή για να είναι στην ξενιτιά μαζί του. «Όχι κάρντια μου», είπε, και με κράτησε ακόμη πιο σφιχτά στην αγκαλιά της. «Όπου η ντική μου φύλη κι εγκώ. Εκεί ανήκω. Όμως, θα γκύρισω πάλι, να ντω την κούκλα μου νύφουλα». Και τα φιλιά της σκέπαζαν τα μάγουλά μου μαζί με δάκρυα. Μ’ έπιασαν κι εμένα τα κλάματα και την πήρα από πίσω, όταν ξεκίνησε να φύγει. Με σήκωσε ο ξάδελφος στην αγκαλιά του και δεν με άφησε να τρέξω στη Μαζαλτό.

Τη θυμάμαι πάντα με νοσταλγία περισσή. Νυφούλα δεν τα κατάφερε να με δει. Ούτε και μάθαμε κάτι άλλο γι’ αυτήν ποτέ. Το «όχι κάρντια μου, όπου η ντική μου φύλη κι εγκώ», ακόμη με κάνει να καρδιοχτυπώ...


Του Θρασύβουλου Παπαστρατή, 
εις μνήμη των Εβραίων της πόλης μας…

 
Φωτογραφία: Ο Βασίλειος Δόϊκος με την Μαζαλτό.

Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 18 Μαρτίου 2021, αρ. φύλλου 1072.

7 σχόλια:

  1. Θρασύβουλος Παπαστρατής [fb]27/12/21

    Το συγκινητικό και εξαιρετικό αυτό κείμενο, η κυρία Χρυσούλα μου έκανε την τιμή να μου το αφιερώσει. Είναι η μεγαλύτερη τιμή που μου έχει γίνει και με συγκινεί βαθιά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Alexandros Laoumtzis [fb]27/12/21

    Σε μια φωτογραφία, όλη η ιστορία της Καστοριάς. Στην ουσία της.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ανώνυμος28/12/21

      Η ιστορία της Καστοριάς είναι πως θα βγει η Μαζαλτο από τη λίστα των Γερμανών....Επίκαιρο και διαχρονικά στην Ελλάδα....

      Διαγραφή
  3. Λεωνίδας Παπαδημητρίου [fb]27/12/21


    Ακουστά είχαμε το όνομα αυτό. Τώρα τοποθετείται στη σωστή θέση του. Το σχόλιο του κ. Λαουμτζή είναι όλη η ουσία, η πραγματικότητα. Εύχομαι καλή χρονιά με πολλές τέτοιες αναμνήσεις και αποκαλύψεις.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Θησαυρός της Καστοριάς η κυρία Πατρώνου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Γιώργος Χατζηδημητρίου [fb]28/12/21

    Εξαιρετικό! Να σε έχει ο Θεός καλά αγαπημένη Χρυσούλα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ