30.7.09

ΝΩΝΤΑ ΤΣΙΓΚΑ: Τα εν…Νίκω εν Δήμω

Ένας επιστολικός σχολιασμός του αυτοβιογραφικού βιβλίου του Νίκου Δήμου: «Οι δρόμοι μου»


Αγαπητέ- πιστέψτε με αδιαλείπτως εδώ και τριανταπέντε περίπου χρόνια- κ. Δήμου,

Στο προηγούμενο τεύχος (αριθ. 186) του «Φωτογράφου» στη σελ. 30 ο Τάκης Τζίμας «συνιστά» το βιβλίο σας: «Ο Δρόμοι μου». Είχα διαβάσει ένα τόμο μονάχα των «δρόμων» και δεν είχε τύχει μέχρι ως τα σήμερα μέσα στη φρενίτιδα και την επαγγελματική προσήλωση να το πάρω είδηση. Το θερμό όμως κείμενο του αρθρογράφου με έπεισε και δυο μέρες τώρα βοηθούντων γαρ των εκλογών και της αργίης…Αγίου πνεύματος το «ξεκοκάλισα». Είστε λοιπόν απολύτως υπεύθυνος που δεν πήγα να ψηφίσω στην πατρίδα μου το Βογατσικό της Καστοριάς (προγονική πατρίδα και του συμμαθητή σας στο Κολλέγιο και φίλου μου Μάρκου Δραγούμη).
Στο Βογατσικό όπου στα χρόνια της εφηβείας ένας άνθρωπος ανήσυχος (καθόλου «του πνεύματος» μα απλά από ‘κείνα τα αιρετικά και ενοχλητικά μυαλά της επαρχίας) μου είχε συστήσει τη «Δυστυχία του να είσαι Έλληνας». Για καιρό τσαμπουνούσα στις παρέες από μνήμης ολόκληρα κατεβατά αποφθεγμάτων που είχα αποστηθίσει από το βιβλίο για να κάνω εντύπωση. Δεν κατάφερα βέβαια στις εξετάσεις της έκθεσης για τα (αρτικολεκτικά) ΑΕΙ να σερβίρω κανένα από αυτά γιατί αυτά δεν αποτελούσαν «κλασσική γνώση».
( Ενώ οι Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος, Ε. Παπανούτσος, Α. Τερζάκης κλπ κυριαρχούσαν τότε…). Μέσα μου βαθιά όμως είχε πια γαντζωθεί ένας αντιρρησίας της κοινής διαδρομής, κι ένας ιδιότυπος αναρχισμός με αφορμή… Η σχέση μας συνεχίστηκε κι αλλού με τις επιφυλλίδες και τις διαδρομές σας από δω και κει σε έντυπα και ΜΜΕ.
Κάποτε ελλείψει χρημάτων είχα νοικιάσει το φοιτητικό μου δωμάτιο μονάχα για τους καλοκαιρινούς μήνες. Καιρό μετά είχα αντιληφθεί ότι οι πρόσκαιροι ενοικιαστές μου είχαν «ελαφρύνει» τη βιβλιοθήκη μου από όλα τα υπάρχοντα βιβλία του Νίκου Δήμου. Περισσότερο χάρηκα παρά λυπήθηκα πιστέψτε με. Τέτοια επιλεγμένη κλοπή ήταν πράξη πόθου προφανώς. Άρα έπιασε και τόπο. Σήμερα η βιβλιοθήκη μου σωρεύει …αδιάβαστα βιβλία –που μάλλον με απειλούν με έξωση από το σπίτι όπως θα λέγατε και σεις και υπομονετικά περιμένουν «την ώρα τους». Ένα ξόρκι απέναντι στο θάνατο το θεωρώ κι αυτό πως αυτός θα βραδύνει πολύ και θα επιτρέψει…
Τα χρόνια πέρασαν γρήγορα σαν τα πουλιά. Η ιατρική μπορεί να έχει φέρει την οικονομική ανεξαρτησία αλλά από πόσα δεν μ’ έχει στερήσει. Σκέφτομαι πως εσείς λίγο νεώτερος από μένα είχατε αφήσει κατά μέρος τον επαγγελματικό στίβο και γεμάτα εικοσιπέντε χρόνια μετά συνεχίζετε κάνετε ανενόχλητος πια αυτό που σας αρέσει (όχι και πως η διαφήμιση δεν σας άρεσε-απλά σας στερούσε, ήταν απλώς νευρωτικός μηχανισμός: πρέπει και δεν πρέπει… Θυμάμαι την κλάψα του Σεφέρη στις ημερολογιακές του «Μέρες» για την άτιμη την διπλωματία που του στερούσε ώρες από μελέτη και γραφή. Τούδινε όμως τα προς το ζειν. Ας έκαμνε κι αλλοιώς!).
Το αυτοβιογραφικό σας λοιπόν κείμενο με συγκλόνισε. Το βρήκα …θανατηφόρα ειλικρινές και ίσιο. Με τις απαραίτητες δόσεις νοσταλγίας και ποίησης ούτε μια στιγμή γλυκερό. Λίγοι θα είχαν την τόλμη να δημοσιεύσουν (και μάλιστα εν ζωή «τα εν… Νίκω εν Δήμω!»). Δεν θα προσπαθήσω να κάμω τον ψυχαναλυτή -βέβαια η Νευρολογία δεν απέχει πολύ από τα χωράφια της ψυχανάλυσης- αλλά θεωρώ πως το κομβικό σημείο στη ζωή σας λέγεται: καθηγητής Στούρμαν. Ο άνθρωπος που τα συγκέντρωνε όλα όσα είχατε επιθυμήσει. Ερωτική ορμή, σωματική ρώμη, ψυχικό κάλλος, φωτιά στο μυαλό. Που πέρασε από τις συμπληγάδες του ρατσισμού και του μίσους (βλέπε στρατόπεδα συγκέντρωσης) και βάλθηκε ν’ ανοίξει καινούργιους δρόμους στη φιλοσοφική σκέψη. Μαζί του παρέσυρε σαν γνήσιος ακαδημαϊκός δάσκαλος όλα τα επίσης φλεγόμενα μάτια και μυαλά. Αν ζούσε εσείς δεν θα ήσασταν εδώ. Είμαι σίγουρος.
Ύστερα ο εγωϊστής (και δραματικά μόνος τείνω να πιστέψω πατέρας σας) αυτός «ο ξένος» -όπως γράφετε - σας γεμίζει θυμό πρώτα και μετά λύπη. Που δεν μπορέσατε να του πείτε, να του εξηγήσετε. Που άφησε στη μέση τη συζήτηση που θα γινόταν κάποτε. Η σκληρότητα, η απαίτηση του πατέρα λοιπόν εκλήφθηκε σαν απόρριψη και άρνηση. Μήπως όμως ήταν (απο-)φυγή; Τον καταλαβαίνατε και τον συγχωρούσατε όμως ταυτόχρονα τον μισήσατε για την κλειστή του ψυχή. Οι άλλοι (το κοινό, η σιωπηλή κριτική) φαίνεται πως αντιπροσώπευαν το δικό του βλέμμα. Κι από κει μέχρι σήμερα αναρωτιέστε γιατί δεν υπάρχει ένα νεύμα κατανόησης. Στην ακτεύθυνση της αποδοχής της συγγραφικής ιδιότητας και του έργου…
Όμως νιώθω πως ότι είμαι είμαι για τον εαυτό μου και για όσους αγαπώ μονάχα. Φροντίζω να έχω γύρω μου όσα εκτιμώ για πολύτιμα και άξια (οικογένεια, συντρόφους, βιβλία, φίλους, μουσικές, φωτογραφικές μνήμες ίσως και άλλα και δεν ξέρω με ποια σειρά…) κι αυτό είναι όλο. Οι στιγμές ευτυχίας σπίθες («Μια λάμψη ο κόσμος κι ότι είδες είδες!». Κάπως έτσι πρέπει να το λέει ο Ελύτης.

Πάντες οι έχοντες ονύχια
αγωνίζονται να σπαράξωσι τους έχοντας πτερά
Εμμανουήλ Ροϊδης


Το βιβλίο σας δικαίως διαδράμει στην αποσιώπηση και την σκόπιμη δυσ…φήμιση (μάλιστα για έναν άνθρωπο της διαφήμισης) αλλά τελικώς κανείς δημιουργεί για το εαυτό του πρώτιστα νομίζω. Για την ψυχή μας εν τέλει γράφουμε. Κι ο Σεφέρης πριν προσεταιριστεί τον Κατσίμπαλη και την περί αυτόν ομάδα δεν πουλούσε ούτε την πρώτη έκδοση. Ποιος αναγνώρισε ποτέ τον Ζήση Οικονόμου τον αναχωρητή της Σκιάθου; Πόσοι έχουν διαβάσει ή έχουν καταλάβει τι ήταν ο Ζήσιμος Λορεντζάτος; (σπάνια πουλούσε πάνω από 1000 αντίτυπα των βιβλίων του). Πότε ο Κώστας Καββαθάς αναγνωρίστηκε ως επαϊων; Μπήκε ποτέ ο Νίκος Μάργαρης σε τιμητική θέση στο ψηφοδέλτιο των Πρασίνων; Υπάρχει πουθενά Λεωφόρος Αλεξανδρου Παναγούλη; (αντιθέτως Βενιζέλου και Παπανδρέου πολλές…). Που άφησαν να πεθάνει ένας Νίκος Καρούζος; Να μη πιάσουμε τώρα τα περί Νίκου Σκαλκώτα, Ν. Μπουζιάνη, Συκουτρή και άλλων ουκ έστιν αριθμός… Πεντέμιση χιλιάδες τίτλοι βιβλίων κάθε χρόνο στην ελληνική αγορά δεν ξέρω πόσοι κάνουν δεύτερη έκδοση. Πάνω από τα μισά σίγουρα πολτοποιούνται. Μια ιδιότυπη καύση (όχι τούτη τη φορά από τους Ναζί στην πλατεία της Όπερας) των ιδεών στην ολάνοιχτη αγορά. Με υπεύθυνη την αδιάφορη και (αδι-)αμόρφωτη κοινή γνώμη μα και την κριτική των επαϊόντων που δεν βρίσκουν καιρό…
Και εγένετο φως! Εν ζωή φυσικά. Νίκο Δήμου σας καλώ να ανασκευάσετε τους «Δρόμους» σας:

Δήμου Νίκος (Αθήνα 1935): Ποιητής, δοκιμιογράφος, μεταφραστής, πεζογράφος…
Λεξικό νεοελληνικής Λογοτεχνίας (Πρόσωπα, έργα, ρεύματα, όροι)
Εκδόσεις Πατάκη 2007. (Από κάτω ακολουθεί στο δικό της λήμμα της η μεγίστη κ. Κική Δημουλά…)


Τούτο -για την ιστορική διακρίβωση και ενημερότητα- συμβαίνει τριανταπέντε σχεδόν χρόνια από την πρώτη σπουδαία εμφάνιση βιβλίου -από άποψη αναγνωσιμότητας- του συγγραφέα και ύστερα από πενήντα οκτώ βιβλία…Μέχρι αυτή τη στιγμή η σιωπή για τη συγγραφική ιδιότητα του Νίκου Δήμου είχε σταθεί εύγλωτη).
Να σταθεί κανείς μια μέρα ολόκληρη με τον Δαλάϊ Λάμα στον κήπο του σπιτιού του στην Αθήνα. Να βρεθεί σε ταξίδι με τον Οδυσσέα Ελύτη στη Φλωρεντία (σαν τίτλος βιβλίου μου κάνει αυτό). Μια ζωή ολόκληρη, τι άλλες εμπειρίες δυνατές μπορεί να επιθυμεί να ζήσει κανείς; Και μονάχα αυτά θα τα είχε παράσημα και καύχημα για μια ζωή. Να μη πω για την επείγουσα κλήση Καραμανλή (για το χουβαρνταλίκι με τη φωτογραφία…) ανήμερα του Αγίου Νικολάου, τον σφηνωμένο στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου (και πολύ νευρικό φαντάζομαι Αλέξη Μινωτή). Πάντως ο «Εθνάρχης» αγόραζε και χάριζε σε φίλους του τη «Δυστυχία…» ( βιβλίο μπεστ σέλερ-ευπώλητο που θα λέγαμε- που εσείς σχεδόν μισούσατε όπως ακριβώς ο Μάνος Χατζηδάκις «Τα παιδιά του Πειραιά»).
Τα βιβλία αν δεν κινούν εντός μας, αν δεν σηκώνουν τη σκόνη των χρόνων, μάταια περνούν μπροστά στα μάτια μας. Σας καταθέτω λοιπόν ευθύς μια μικρή δική μου εμπειρία που ανέσυρε στη μνήμη μου το μικρό ταξιδιωτικό σας για τη Φλωρεντία:
Στο μοναδικό μέχρι σήμερα ταξίδι μου στην Τοσκάνη, θυμάμαι πριν δεκαπέντε περίπου χρόνια -ίσως να ‘φταιγε και το κρασί στις όχθες του Άρνο -κοντά στο Πόντε Βέκιο μια βόλτα με τα πόδια μεσάνυκτα διαμέσου της Πλάζα ντε Λα Σινιορία προς τη Σάντα Μαρία Ντελ Φιόρε, όλο αυτό τον ασπροντυμένο σαν αγγέλους κόσμο των νέων παιδιών να συζητά, να αγκαλιάζεται, ν’ αδειάζει κουτιά μπύρας και να ζει κάτω από την πρόσοψη του ναού που φωτισμένη υπερβολικά έφεγγε σαν καμωμένη από ελεφαντόδοντο. Το Βαπτιστήριο απέναντι σιωπηλό με τους κεντημένους μπρούτζους στις πόρτες του. Την άλλη μέρα οι τουρίστες είχαν διώξει τη μαγεία.

Κλείνω εδώ τη φλυαρία μου. Ευχαριστώ και πάλι για την δυνατή και ενδιαφέρουσα αναγνωστική εμπειρία.
Για μερικούς ανθρώπους ευτυχώς έμειναν τα βιβλία. Ανάμεσα σ’ αυτά πολλά από τα δικά σας. Και …ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ φυσικά (διακόσια χρόνια στην αφάνεια μέχρι να τον ξαναπροβάλλει ο Φέλιξ Μέντελσον-Μπαρτόλντυ) μαζί με άλλους του συναφιού.
Μ’ αυτά αγκαλιά θα μας βρει φαντάζομαι όταν έρθει Εκείνος (Tο Aνερμήνευτο). Όμως όπως λέει ο Ιρβιγκ Γιάλομ «εμείς δεν θα είμαστε τότε εκεί». Γιατί λοιπόν να μας νοιάζει;

Σας ασπάζομαι ειλικρινά σαν από τα παλιά μαθητής και φίλος.


Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 16.7.2009


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ