22.11.09

ΟΔΟΣ: Ωδείο

Η πολιτιστική πτώχευση της Καστοριάς, είναι μια υπόθεση που χρονίζει επικίνδυνα, μια παλιά πλέον υπόθεση. Συνώνυμη της σύγχρονης περιόδου. Και απόλυτα ταιριαστή με την συνολική εικόνα της βαθειάς κρίσης. Η ευθύνη της δεν ανήκει και δεν χρεώνεται μόνο στην τωρινή, ούτε στην περασμένη, αλλά ούτε καν στην προπερασμένη δημοτική αρχή. Ανήκει όμως σε όλες και όλους. Όπως ανήκει σ’ όλους η Ολυμπιακή Φλόγα, την οποία υποδέχθηκε η πόλη της Καστοριάς την π. Κυριακή.

Εκτός κι’ αν κάποιοι πιστεύουν στ’ αλήθεια ότι δεν τους βαρύνει καμμιά ευθύνη για τίποτε. Ότι μπορούν να δανείζονται ή και να οικειοποιούνται λίγη (ή πολλή) από την λάμψη της ολυμπιακής φλόγας ή από την λάμψη των κοινωφελών δωρεών δημοτών (ή και άλλων ιδιωτών) και ότι η ιστορία αλλά και το δικό τους χρέος εξαντλούνται εκεί.
λα αυτά και τα ακόμη χειρότερά τους, υπάρχουν και δεν αλλάζουν την δεινή κατάσταση, ούτε με την σύντομη διέλευση της ολυμπιακής φλόγας, ούτε πολύ περισσότερο με την αποπεράτωση και τα εγκαίνια του δημοτικού ωδείου Καστοριάς που οφείλεται σε γενναία χρηματική δωρεά του ευπατρίδη κ. Δημήτρη (Τάκη) Μπαϊρακτάρη και για τον λόγο αυτό ονομάστηκε έτσι.

Το σημερινό σχόλιο δεν θα αναλύσει τον συμβολισμό της σημαντικής δωρεάς ενός δημότη της αλλοτινής Καστοριάς, προχωρημένης τώρα πια ηλικίας, που ενώ πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του ιδιωτεύοντας και αθόρυβα (είναι περισσότερο από βέβαιο ότι οι πιο πολλοί δεν τον γνώριζαν) αποφάσισε και πάλι ήσυχα, χωρίς πολλά λόγια, καυχησιές και τυμπανοκρουσίες, να προβεί σε δωρεές χρημάτων στην γενέτειρα του. Ένα μέρος των οποίων, δηλαδή το Ωδείο, είναι πλέον πραγματικότητα.
ια τα νεοελληνικά δεδομένα, η ανέγερσή του έγινε σε πρωτοφανείς ρυθμούς με αποτέλεσμα να αποπερατωθεί σε χρόνο ρεκόρ. Πρόκειται για αρχιτεκτόνημα με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά -κάπως προωθημένα- που μπορούν να συμβολίσουν την αδιάσπαστη εδαφική ενότητα της παλιάς Καστοριάς του δωρητή, με την σημερινή Καστοριά (και) στις επεκτάσεις της όπου και κτίσθηκε (στην περιοχή της Χλόης), σε οικόπεδο που διατέθηκε από τον Δήμο Καστοριάς.

Όπως βεβαίως συμβολίζουν την ιστορική συνέχεια μιας πόλης, η οποία στο παρελθόν είχε έδρα εδώ, αλλά και πραγματικές, λειτουργικές επεκτάσεις παντού στον κόσμο (όσες και οι παροικίες των γουναράδων της) και ιδιαίτερα σε Νέα Υόρκη και Παρίσι και αλλού. Τις οποίες γνώριζε από πρώτο χέρι ο δωρητής. Ζούσε επομένως όλα αυτά τα χρόνια την Καστοριά, σε μια διαφορετική, κάπως ιδεώδη διάσταση και πάντως ευρύτερη απ’ αυτήν που ορίζεται την διοικητική της έννοια. Αυτός είναι προφανώς ο λόγος, που προτίμησε να δωρήσει για την ανέγερση δημοτικού Ωδείου και όχι Εργαστηρίου κατασκευής μουσικών οργάνων για δερβίσηδες. Και συναφείς μεθέξεις.

Και αυτοί είναι οι λόγοι οι οποίοι υποχρεώνουν τους υπεύθυνους στον Δήμο Καστοριάς, τωρινούς και αυριανούς, τώρα με την αποπεράτωση του νέου δημοτικού Ωδείου, να καταβάλλουν όλες και όσες προσπάθειες χρειάζονται ώστε να λειτουργήσει σύμφωνα με τους όρους της δωρεάς που θα είναι απλοί και αυτονόητοι: Το Ωδείο να είναι και να μείνει ωδείο, χώρος διδασκαλίας και προαγωγής της μουσικής. Θυσιαστήριο των Μουσών και επομένως της παιδείας, όπως γίνεται σε όλο τον υπόλοιπο (πολιτισμένο) κόσμο. Ούτε εκκοκκιστήριο, ούτε πλυντήριο πολιτισμού και πολύ περισσότερο ούτε χρηματιστήριο πολιτικής. Όπου θα βολεύονται οι κάθε λογής εποχούμενοι, ή ευνοημένοι, και θα βγάζει το μουσικό και πολιτικό του απωθημένο ο κάθε εις προστάτης.

Σαν κι’ αυτούς που -μέχρι πρότινος- κάθισαν στον τράχηλο της Καστοριάς για 5 έως 10 χρόνια ο καθένας, και με τις ανύπαρκτες «δράσεις» τους βάφτιζαν την οκνηρία «μυσταγωγία» και τον μουσικό εκφυλισμό «παράδοση». Με το αζημίωτο μάλιστα, αφού επιβάρυναν τα οικονομικά του Δήμου, όχι μόνο δυσανάλογα, αλλά αναποτελεσματικά και αρνητικά. Και δη σε μια περίοδο που η πόλη της Καστοριάς έκλεισε ως (δήθεν;) ετοιμόρροπο και σφράγισε ερμητικά το Πνευματικό της Κέντρο. Χωρίς έκτοτε να γίνει τίποτε (απολύτως τίποτε) προς την κατεύθυνση ανέγερσης νέου, στην ίδια κατά προτίμηση ιδανική άλλωστε θέση. Είναι το μοναδικό Πνευματικό Κέντρο που τιτλοφορήθηκε και δη με πινακίδες και κάθε επισημότητα εκτός από ετοιμόρροπο και επικίνδυνο.

Στο πλαίσιο αυτού του κατηφόρου, που είχε ξεκινήσει από τις μουσικές βαλκανιάδες της πρώϊμης εποχής Μιλόσεβιτς (και Γκλιγκόρωφ), για να επεκταθεί στις μουσικές εκδοχές της Μέσης Ανατολής, το αρχοντικό Βέργου που προοριζόταν για Δημοτική Πινακοθήκη και για τον σκοπό αυτό χρηματοδοτήθηκε η ανακαίνιση και συντήρησή του από την Ευρωπαϊκή Ένωση, μετατράπηκε αυθαίρετα σε εργαστήρι ουτιών και μπαγλαμάδων (κάτω από την εικονική δράση και την αιγίδα του παρασιτικού «Κέντρου Βυζαντινού Πολιτισμού»), σε μουσικό πρόναο της ραθυμίας με αισθητικό αλλά και σαφή πολιτικό συμβολισμό.

Και στο οποίο, τώρα που διακόπηκε η λειτουργία του, και απαλλάχτηκαν οι «υπεύθυνοι» της κοπιώδους διακονίας που προσέφεραν έναντι μερικών χιλιάδων ευρώ μηνιάτικα, με όλα τα έξοδα τους πληρωμένα, φιλοξενείται η έκθεση με το φωτογραφικό λεύκωμα του Λεωνίδα Παπάζογλου, που ανακάλυψε και ανέδειξε ο αδικοχαμένος Γεώργιος Γκολομπίας. Έστω κι’ αν στον υπόγειο όροφο του αρχοντικού διατηρούνται χώροι που προορίζονται για την επαναλειτουργία της δήθεν σχολής των δήθεν παραδοσιακών μουσικών οργάνων (που πρέπει να μείνει οριστικά στο παρελθόν), την οποία επαπειλεί ο Δήμος Καστοριάς με πρόσφατο δελτίο τύπου για την έκθεση των φωτογραφιών. Ποιος ξέρει αν πίσω απ’ αυτά προσπαθούν να βολέψουν κάποιους ημετέρους, εν όψει των δημοτικών εκλογών του χρόνου.

Το Ωδείο και η λειτουργία του αρχοντικού Βέργου ως χώρος εκθέσεως των φωτογραφιών, έστω κι’ αν γι’ αυτόν εκφράζονται επιφυλάξεις -σαν κι’ αυτές που είχε ο αείμνηστος Γ. Γκολομπίας- για την κατάσταση και την καταλληλότητα του χώρου που φιλοξενείται και παρουσιάζεται η φωτογραφική συλλογή, θα μπορούσαν να είναι το φιλί της ζωής για τον πολιτισμό της Καστοριάς που ψυχορραγεί. Αρκεί αυτό που ακούγεται να είναι ανάσα ζωής και όχι ο πολιτιστικός ρόγχος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ