3.5.10

ΣΟΝΙΑΣ ΕΥΘΥΜΙΑΔΟΥ ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΟΥ: Βιβλίο και ανάγνωση

Το κείμενο που ακολουθεί ακούστηκε στις 6 Μαρτίου 2010 στην αίθουσα του Δημοτικού Συμβουλίου Καστοριάς, όπου η γράφουσα προσκλήθηκε από το πολιτιστικό σωματείο των υπαλλήλων του ΟΤΕ να μιλήσει για το διαρκώς φλέγον αυτό θέμα. Δημοσιεύεται, όμως, τώρα με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου, που γιορτάζεται στις 23 Απριλίου κάθε χρόνο.

Για το βιβλίο και την ανάγνωση προσκλήθηκα να μιλήσω σήμερα εδώ μ’ έναν τρόπο τελείως διαφορετικό από αυτόν που συνηθίζω, μια που δεν έτυχε ως τώρα να μιλώ για το θέμα αυτό σε κοινό μεγαλύτερο σε ηλικία από τα παιδιά, που είναι το συνηθισμένο και αγαπημένο μου κοινό. Η πρόταση που μου διατυπώθηκε σε τηλεφωνική επικοινωνία από την κ. Σπυροπούλου εκ μέρους του πολιτιστικού σωματείου υπαλλήλων του ΟΤΕ-οφείλω ευ- χαριστίες στο φίλο της ΟΔΟΥ Χρήστο Τζήμα, που με πρότεινε- με αιφνιδίασε εντελώς, αλλά και με προκάλεσε. Να μιλήσω σε μεγάλους για το βιβλίο; Τι να τους πω; Τι που να μην το γνωρίζουν ήδη;
Μια οποιαδήποτε άλλη πρόκληση ίσως και να την προσπερνούσα ευγενικά, ευχαριστώντας για την πρόταση. Μια πρόκληση, όμως, με θέμα το βιβλίο μού ήταν αδύνατον. Έτσι, βρίσκομαι σήμερα κοντά σας να μιλήσουμε για το πολυσυζητημένο αυτό- και με το δίκιο του- αντικείμενο, που διαφέρει απ’ όλα τ’ άλλα, γιατί είναι ζωντανό∙ έχει φωνή και μιλάει κι έχει ψυχή. Αλλά έχει και όνομα που προέρχεται από το «βίβλος» ή «βύβλος», όπως ονομαζόταν ο πάπυρος της Αιγύπτου.
Το βιβλίο ήταν ο πολύτιμος και αχώριστος φίλος των αρχαίων Ελλήνων. Γνωρίζουμε το παράδειγμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που κάτω από το προσκέφαλό του είχε την ομηρική Ιλιάδα για να ζεσταίνει την ψυχή του. Και, αν τότε διάβαζαν φωναχτά, ακόμα κι όταν οι ακροατές ήταν οι ίδιοι οι αναγνώστες, σήμερα σχεδόν όλοι το κάνουμε σιωπηρά. Επιπλέον, σήμερα οι περισσότεροι διαβάζουν, οι λιγότεροι αναγιγνώσκουν, αναγνωρίζουν, δηλαδή, μέσα στις σελίδες κάποια άγνωστη πλευρά του εαυτού τους ή θυμούνται κάτι που είχαν λησμονήσει.
Κι από τον πάπυρο στην περγαμηνή κι έπειτα στην πιο μεγάλη επανάσταση στην ιστορία του σύγχρονου πολιτισμού, την εφεύρεση της Τυπογραφίας, χάρη στην οποία τυπώνονται σήμερα εκατομμύρια βιβλία κάθε λογής και για κάθε γούστο. Μα, «όσο πολλά κι αν είναι τα βιβλία που κυκλοφορούν, η αλήθεια είναι πως ένα βιβλίο είναι ένα πραγματικό θαύμα. Θαύμα του ανθρώπινου μυαλού και των χεριών, της επιδεξιότητας και της φαντασίας. Κάθε βιβλίο, ακόμα και σήμερα που πάρα πολλοί άνθρωποι γράφουν στον ηλεκτρονικό υπολογιστή, είναι μια ολόκληρη περιπέτεια από τη μοναξιά του συγγραφέα ως τα χέρια του αναγνώστη. Μια περιπέτεια χωρίς τέλος». («Μια περιπέτεια χωρίς τέλος», Δ. Βαλάσης, εκδ. Κέδρος)
Κι από την αρχαία «μελετηρή» Ελλάδα στη σύγχρονη με τα πολύ χαμηλά ποσοστά αναγνωσιμότητας, η οποία πριν από ένα χρόνο (1/2009) μετριόταν στο 8%∙ πρόκειται για χαμηλότατη αναγνωσιμότητα, ιδίως όταν συγκρίνεται με την υπόλοιπη Ευρώπη, όπου μετριέται στο 30%. Κι είναι αυτά τα ποσοστά σε θέματα ουσιώδη και ζωτικά, που, όταν είναι τόσο χαμηλά, μας κάνουν να ζηλεύουμε τους άλλους, που μας ξεπερνούν. Και γινόμαστε αναγκαστικά ξενομανείς σε αυτές τις περιπτώσεις, εμείς που αποστρεφόμαστε την ξενομανία, αναγκαστικά ξενομανείς και στις άλλες περιπτώσεις με τις ανεπιθύμητες πρωτιές μας σε άλλους τομείς που μας αποδεκατίζουν ή μας διασύρουν, καθώς αποδεικνύουν έναν ρηχό τρόπο σκέψης ή έναν επιπόλαιο τρόπο δράσης. Και, επανερχόμενοι στο θέμα που μας απασχολεί, ας πάρουμε μια γεύση από πράγματα «τρελά και τελείως φευγάτα»-τουλάχιστον για τα δικά μας δεδομένα- που γίνονται αλλού, με στόχο την προώθηση του βιβλίου και της ανάγνωσης:

-Στην Ισπανία στη διάρκεια ενός εικοσαήμερου του καλοκαιριού 2007 δέκα ηθοποιοί διήνυσαν περισσότερα από 5.000 χλμ. στην άμμο, ενσαρκώνοντας ήρωες της λογοτεχνίας και μοιράζοντας δώρα σε όσους διάβαζαν στην άμμο, σε μια προσπάθεια να μεγαλώσει το ποσοστό του 56% των Ισπανών που η έρευνα απέδειξε πως διαβάζει συχνά.
-Στη Νέα Υόρκη υπάρχει και λειτουργεί υπαίθρια δανειστική βιβλιοθήκη και αναγνωστήριο (όχι μονάχα σε ένα πάρκο, αλλά σε περισσότερα), όπου μπορεί αυτός που θα αποφασίσει να περάσει εκεί το απόγευμά του να δανειστεί όποιο βιβλίο του αρέσει, να βγάλει τα παπούτσια του στο γρασίδι και να απολαύσει το διάβασμά του κάτω από τη σκιά των πλατανιών.
-Στη Ρωσία, όταν η έρευνα έδειξε πως μειώθηκε κατά πολύ ο αριθμός των αναγνωστών, έκλεισαν πολλά καζίνο, τα οποία μετατράπηκαν σε βιβλιοθήκες.
-Στις ΗΠΑ «καμουφλάρουν» τα εξώφυλλα και τα τοποθετούν σε βιτρίνες αλλαντικών, οικοδομικών υλικών, ακόμη και σε παζάρια ζώων, ανάλογα με το θέμα τους και όντως μοσχοπουλιούνται. Κι αυτό με το σκεπτικό πως, όταν δεν πάει ο Μωάμεθ στο βουνό, καλό κι ωφέλιμο και χρήσιμο είναι να πάει το βουνό προς το μέρος του, για να τον κερδίσει.
Και, τελειώνοντας με τα παραδείγματα που σταχυολογήσαμε πρόχειρα για να αποδείξουμε πόσο και πώς κινείται το βιβλίο σε χώρες έξω από τη δική μας, ας θυμηθούμε το κυνήγι του κρυμμένου θησαυρού που διοργανώθηκε κάποιες φορές στην Αθήνα την ημέρα που γιόρταζε το βιβλίο, το οποίο, έστω για τη συγκεκριμένη μέρα, ήταν ο θησαυρός που αναζητούσαν αυτοί που παρακινήθηκαν να «παίξουν» (όχι πως δεν είναι θησαυρός πάντα, μόνο που οι περισσότεροι δεν το ξέρουν-τι κρίμα!). Και να μη μας διαφύγει να αναφερθούμε και στη δράση «Βιβλίο ψάχνει αναγνώστη», με βιβλία αφημένα σε απίθανα μέρη και αναγνώστες που τα έβρισκαν και τα χαίρονταν, διαβάζοντάς τα.

Πράματα και θάματα διοργανωμένα με φροντίδα και κόπο, αλλά προπαντός με φαντασία και πολύ μεράκι που συμβαίνουν αλλού, θα ‘πρεπε όμως κι εδώ, με αποκλειστικό στόχο την αύξηση της αναγνωσιμότητας σε επίπεδα που να τιμούν έναν τόπο που ανέκαθεν είχε καλή σχέση με το πνεύμα και τον πολιτισμό, αλλά που τελευταία μάλλον δεν ενδιαφέρεται και πολύ, καθώς αφοσιώθηκε στο κυνήγι άλλων «αξιών» εφήμερων και αδιάφορων, όπως κι αν κανείς εξετάσει το θέμα. Κι αν χρειαζόμασταν ένα παράδειγμα για να πείσουμε ή να πειστούμε, θα αναφέραμε αυτό της τηλεόρασης, ενός μέσου ενημέρωσης(;) που έχει εξορίσει το βιβλίο από τα προγράμματά της. Ψάξτε μόνοι σας μήπως θυμηθείτε έναν τίτλο εκπομπής που να ασχολείται και να υπηρετεί το θέμα που συζητάμε. Μάλλον θα δυσκολευτείτε πολύ να βρείτε, γιατί η ανάγνωση είναι μια στατική δραστηριότητα που καθόλου δε γράφει στο γυαλί. Και είναι τόσο δεδομένο πως «τηλεόραση και βιβλίο διαγράφουν πορείες ασύμπτωτες» (Μ. Τζιαντζή, εφ. Καθημερινή), ώστε τα δύο αυτά αντικείμενα συνυπάρχουν μονάχα στη φράση του σοφού που εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του στην τηλεόραση, γιατί, κάθε φορά που κάποιος σπιτικός του την άνοιγε, αυτός κλεινόταν στο δωμάτιό του και διάβαζε. Και, εκτός από έκφραση ευγνωμοσύνης, η συγκεκριμένη φράση είναι και μια συνταγή, που, ακολουθώντας την, μπορείς να κατακτήσεις τη σοφία, αν, φυσικά, σε ενδιαφέρει κάτι τέτοιο. Αλλά τηλεόραση και βιβλίο συνυπάρχουν και στις οδηγίες προς αναγνώστες του Ίταλο Καλβίνο: «Διώξε από πάνω σου κάθε άλλη σκέψη. Άσε τον κόσμο που σε περιβάλλει να διαλυθεί στην ασάφεια. Την πόρτα είναι καλύτερα να την κλείσεις. Από την άλλη μεριά είναι αναμμένη η τηλεόραση. Πες το αμέσως στους άλλους: “Όχι, δεν θέλω να δω τηλεόραση!” Ύψωσε τη φωνή σου, ειδάλλως δεν θα σε ακούσουν: “Διαβάζω! Δεν θέλω να μ’ ενοχλήσει κανείς!” (…) Πάρε την πιο αναπαυτική στάση: καθισμένος, πλαγιασμένος, κουλουριασμένος, ξαπλωμένος. Ξαπλωμένος ανάσκελα, στο ένα πλευρό, μπρούμυτα. Σε πολυθρόνα, σε ντιβάνι, σε κουνιστή καρέκλα, σε σεζ λογκ, σε πουφ. Σε αιώρα, αν βέβαια διαθέτεις αιώρα. Πάνω στο κρεβάτι ή και κάτω από τα σεντόνια. Μπορείς, ακόμα, να βολευτείς με το κεφάλι κάτω, σε στάση γιόγκα. Με το βιβλίο αντεστραμμένο, εννοείται». («Αν μια μέρα του χειμώνα ένας ταξιδιώτης», εκδ. Καστανιώτης)

Αλλά ας προχωρήσουμε και σε κάτι άλλο: στο ζήτημα της θέσης του βιβλίου στη ζωή μας σήμερα που το οικονομικό είναι το ζήτημα που κυριαρχεί, έχοντας περιθωριοποιήσει όλα τα άλλα. Αφήνοντας για το τέλος την απάντηση στο ερώτημα «γιατί διαβάζουμε;», πρέπει να δούμε και γιατί να εξακολουθήσουμε να διαβάζουμε και, άρα, να αγοράζουμε βιβλία, τη στιγμή που η οικονομική μας κατάσταση γίνεται ολοένα και δυσκολότερη. Απαντούμε αμέσως: γιατί το βιβλίο, καθώς βοηθάει τον αναγνώστη να ταξιδέψει, τον βοηθάει ταυτόχρονα να ξεφεύγει και από τη μιζέρια που τον τριγυρίζει. Διότι, πέρα από την οικονομική κρίση, μεγαλύτερη είναι η ψυχολογική κρίση. Και, ακόμα, γιατί, καθώς η οικονομική, αλλά κι η οποιαδήποτε κρίση, μας δίνει πάντα την ευκαιρία να κάνουμε αναθεώρηση αξιών, προτεραιοτήτων, τρόπου ζωής, το βιβλίο αποδεικνύεται πως είναι τελικά ένας «φτηνός πλούτος». «Η ανάγνωση -και οι άπειροι κόσμοι στους οποίους μας ανοίγει- είναι η καλύτερη απόδραση από τη φτηνή φέτα ζωής που θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε ότι είναι η ύπαρξή μας.» (Κ. Κατσουλάρης, δημοσιογράφος)
Η καταβύθιση στις σελίδες ενός βιβλίου, όμως, ανεξάρτητα από το σκηνικό της κρίσης μέσα στο οποίο κινείται αυτό σήμερα, είναι μάλλον το καλύτερο δώρο που μπορούμε να προσφέρουμε στον εαυτό μας, για πολλούς λόγους:
-Γιατί, όπως καίρια διατυπώθηκε από τον Τζορτζ Στάινερ, «Τα βιβλία, τα καλά και κατορθωμένα, αποτελούν το σύνθημα για να γίνουμε καλύτεροι από αυτό που είμαστε».
-Γιατί το βιβλίο ήταν και θα εξακολουθεί να είναι η ιδανική μας κρυψώνα. Το είπαν με το δικό τους τρόπο οι παραμυθάδες αδερφοί Γκριμ πως έχουμε ανάγκη από «τις κρυψώνες εκείνες μέσα σε σπίτια και αυλές που περνούσαν από παππού σε εγγονό και τώρα υποχωρούν διαρκώς στην ανάγκη για περισσότερο χρήσιμο χώρο μέσα στις καινούριες κατοικίες μας, στην ανάγκη για μια κενή κι ανόητη μεγαλοπρέπεια».
- Το είπε κι ο δικός μας Άγγελος Τερζάκης (1907-1979): «Υπάρχουν σοβαροί λόγοι να πιστεύουμε πως ο πολιτισμός μας έχει παρεκκλίνει, αν δεν έχει πάρει ολότελα στραβό δρόμο κάτω από την επίδραση σκοτεινών εκμεταλλευτών. Μόνη ελπίδα να διορθωθεί η πορεία του, όσο θα είναι ακόμα καιρός, το βιβλίο. Ο Βολταίρος είχε πει κάποτε πως τον κόσμο τον κυβερνάνε τα βιβλία. Σήμερα πρέπει ένας άλλος λόγος, ακόμα πιο κρίσιμος, να ειπωθεί: Πως ο κόσμος, αν σωθεί, θα το χρωστάει στο βιβλίο. Γιατί αυτό το γκόλφι (εγκόλπιο, φυλαχτό) της ανθρωπιάς έχει τη δύναμη να ξορκίζει τα δαιμόνια, να εξυγιαίνει την ατμόσφαιρα, να οπλίζει τη λυτρωτική φαντασία, να ξυπνάει την αυτογνωσία, ν’ ανάβει το μάτι, να στυλώνει το φρόνημα, να ψυχώνει το χέρι. Η μάχη του ανθρώπου δεν θα χαθεί ενόσω θα υπάρχει καταφυγή του Λόγου, το βιβλίο». («Ταραγμένες ψυχές», Εκδόσεις των Φίλων, 1993)
Και για ένα σωρό άλλους λόγους υποκειμενικούς και προσωπικούς. Γιατί η ανάγνωση δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά ένας έρωτας. Κι όπως σε κάθε έρωτα, ο ίδιος ο εραστής και μόνον αυτός ξέρει για ποιους ακριβώς λόγους είναι ερωτευμένος με το φωτεινό αντικείμενο του πόθου του, το βιβλίο…

Αφιερώνεται εξαιρετικά στο θαυμάσιο αγόρι που, κάνοντας ένα συντομότατο-ευτυχώς-πέρασμα από την Εντατική, του απαγορεύτηκε η παρέα όλων των ηλεκτρονικών του φίλων και του επιτράπηκε μονάχα αυτή του βιβλίου. Κι έτσι κατάλαβε πως να ένας ακόμη τομέας όπου το βιβλίο υπερτερεί έναντι των άλλων φίλων της νεολαίας μας και του ανθρώπου γενικότερα…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ