24.1.16

ΛΑΖΑΡΟΥ ΝΙΚΗΦΟΡΙΔΗ: Τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνική

[ήτοι περί του ορθώς λέγειν τε και γράφειν]

-Παραπολιτικά: Παράδιναν τα κάστρα απολέμιστα(!). Απολέμιστα, χωρίς πόλεμο, νέα λέξη; Πρώτη φορά την συναντώ. Βέβαια, υπάρχει το αρχαίο (ομηρικό) ρήμα πολεμίζω = κάνω, διεξάγω πόλεο, μάχομαι. Πολεμίζω άντα = εναντίον κάποιου ή πολεμίζω μετά τινός = πολεμώ μαζί με κάποιον ως σύμμαχος.

-Από άρθρο εφημερίδος. Λάθη του Βαρουφάκη, αλλά ο Βαρουφάκης είναι παρελθόν και το παρελθόν δεν διορθώνεται. Με την φράση του ο αρθρογράφος συμπίπτει με την αρχαιοελληνική σκέψη και ρήση: ό γέγονεν, γέγονεν και ου απογίγνεται. Αυτό που έχει γίνει, ... έχει γίνει και δεν υπάρχει περίπτωση να μη γίνει πάλι έτσι, δεν υπάρχει δηλαδή περίπτωση να διορθωθεί. Εμείς οι Νεοέλληνες λέμε: Ό,τι έγινε έγινε.

-Ευλυγισία και "μηχανισμός" της ελληνικής γλώσσας. Στέκομαι στην λέξη αδιάντροπος. Πώς πλάστηκε η λ'εξη; Εξωτερικά είναι ευκρινή τα συνθετικά της: α στερητικό + δια + ντροπή. Ο προβληματισμός μου είναι: Πώς βρέθηκε το δια; Διαντρέπομαι δεν υπάρχει ούτε μαρτυρείται. Άντροπος δεν μπορούσε να λεχθεί. Για αυτό καταλήγω ότι το δια "συνεφύη", προστέθηκε τρόπον τινά χάριν αποφυγής χασμωδίας και έτσι έγινε η λέξη αδιάντροπος. Η ποντιακή διάλεκτος είναι πιο συνεπής: Οι πόντιοι λένε: αοίκος ανέντροπος εν' (= τέτοιος αδιάντροπος είναι), όπως το ανένδοτος, ανέντιμος.

-(Από κείμενο καθαρευουσιάνικο) Ύστερον κατενόησεν το λάθος του και ενεφανίσθη με φανεράν και πεπαρρησιασμένην μεταμέλειαν. Στέκομαι στην λέξη παρρησιάζομαι = ομιλώ, εκφράζομαι με θάρρος και εύγλωττα (ρήμα λόγιο). Παράγεται το ρήμα από την λέξη παρρησία με την κατάληξη -άζομαι (πρβλ άγιος - αγιάζομαι, ήλιος - (η)λιάζομαι). Γοητευτική η ετυμολογία της λέξεως παρρησία (παν + ρήμα, ρήσις, ρητός, ρητόν) = λέγω, εκφράζομαι ελεύθερα, με θάρρος. Συνώνυμη η ελευθεροστομία, αλλά με την καλήν έννοια, όχι αθυροστομία ή στωμυλία. Ευκαιριακά: στωμυλία = φλυαρία, πολυλογία. Αντίθετα: η σιωπή, σιωπηρότητα(;), ευφράδεια, ευγλωττία.

-Εφημερίδα: ... όταν εν κρυπτώ και παραβύστω ψηφιζόταν η τροπολογία... (τα ω με υπογεγραμμένη, αφού πρόκειται για αρχαία ελληνικά). "εν κρυπτώ και παραβύστω", αρκετά συχνά ακούγεται αυτή η αρχαία παροιμιώδης ρήση. Το αρχαίο ρήμα παραβύω = εισάγω με πλάγιο τρόπο, παρεμβάλλω. Παράβυστος ήταν ο απρόσκλητος στο τραπέζι επισκέπτης, που παρεισέδυε ανάμεσα στους συνδαιτυμόνας και ομοτράπεζους. Άλλη σημασία: αυτός που είναι σε μια γωνιά χωμένος σαν να κρύβεται. Επίσης (το και σημαντικότερο), κάποιο μικρό δικαστήριο των αρχαίων Αθηναίων, όπου σε μικρό χώρο δίκαζαν οι ένδεκα δικαστές. Εξ αυτού, μεταφορικά: εν παραβύστω = στη γωνία, κρυφά.

Ο Γλωσσαμύντωρ
Λάζαρος Νικηφορίδης


Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 10 Σεπτεμβρίου 2015, αρ. φύλλου 802



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ