17.8.11

ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΣ ΠΑΝΤΣΟΥ: Οι μεταμορφώσεις της μοντέρνας ποίησης στις ποιητικές συνθέσεις του Χρήστου Παπαδόπουλου


Το κείμενο που ακολουθεί προέρχεται από την παρουσίαση της ποιητικής συλλογής του κ. Χρήστου Παπαδόπουλου με τίτλο «Έναστρο φιλοδώρημα» (εκδ.Αλφειός) που πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα της ΕΔηΚα.


Καλησπέρα σας
Κατ’ αρχάς σας ευχαριστώ γιατί με την παρουσία σας τιμάτε τη σημερινή εκδήλωση. Ακολούθως, θα ήθελα να σας συστηθώ: το όνομά μου είναι Αλεξάνδρα Πάντσου και βρίσκομαι εδώ με την ιδιότητα του ανύμφευτου εραστή της ποίησης. Σήμερα όμως, θα σας συστήσω κάποιον που έχει νυμφευτεί αυτό το ξεχωριστό είδος τέχνης, τον ποιητή Χρήστο Παπαδόπουλο.

Ο Χρήστος, γείτονας και επιστήθιος φίλος, ζει με τη σύζυγό του Φωτεινή και τα δυο παιδιά τους, τον Δημήτρη και τον Αλέξη, στο Τοιχιό της Καστοριάς. Ήταν κάποια μέρα πριν από 25 περίπου χρόνια που μοιραστήκαμε για πρώτη φορά την αγάπη μας για την τέχνη της ποίησης, όταν ο ποιητής αισθάνθηκε έτοιμος να μου απαγγείλει κάποια από τα ποιήματά του. Από τότε λοιπόν φαίνεται πως το πάθος μας για την ποίηση κάνει πιο όμορφες τις στιγμές που περνάω με τον Χρήστο και τη Φωτεινή.
Τι όμως συμβαίνει με τα άτομα, τα οποία αποφασίζουν να δοκιμαστούν στην τέχνη του ποιητικού λόγου; Η απάντηση υποθέτω μας παραπέμπει όχι μόνο στις αισθητικές συγκινήσεις που αυτή προσφέρει, αλλά και στην εσωτερική ανάγκη του ανθρώπου να κοινωνήσει μέσω της τέχνης με το μυστήριο της φύσης και της ζωής, με τον ξεχωριστό, όμως, τρόπο που τη βίωσε ο ποιητής στα παιδικά και εφηβικά του χρόνια στο ειδυλλιακό φυσικό περιβάλλον της ιδιαίτερης πατρίδας του, τους Ψαράδες της Πρέσπας, εκεί κοντά στο Τριεθνές, όπου κυριαρχεί η αίσθηση της απόλυτης μοναξιάς. Ωστόσο, κανείς δεν είναι μόνος όταν ενασχολείται με την ποίηση.

Επιχειρώντας να ταυτοποιήσουμε την ποίηση του Χρήστου Παπαδόπουλου με τις κυρίαρχες ποιητικές τάσεις της εποχής μας, διαπιστώνουμε ότι αυτή αναντίρρητα είναι ένα αντιπροσωπευτικό ποιητικό δείγμα της γενιάς του ’70, και σίγουρα εκεί θα καταγράφονταν από τους θεωρητικούς της λογοτεχνίας. Ο ποιητής, εκτός του ότι ηλικιακά ταυτίζεται με τους περισσότερους εκπροσώπους αυτής της ποιητικής γενιάς, φαίνεται να έχει και στενούς πνευματικούς δεσμούς με τους ‘οργισμένους ποιητές’ αυτής της δεκαετίας, καθώς στη θεματική του, στους τρόπους έκφρασης, αλλά και στις φόρμες του αναγνωρίζουμε το ποιητικό αίτημα της ‘γενιάς της αμφισβήτησης’ του 1970.

Οι εκπρόσωποι αυτής της ποιητικής γενιάς, γεννημένοι οι περισσότεροι μετά το 1945, ζουν και δρουν πνευματικά στη Θεσσαλονίκη, η οποία κρατεί την πρωτοκαθεδρία της ποιητικής τέχνης σε όλη τη μεταπολεμική περίοδο, ενώ η Αθήνα την ίδια περίοδο φαίνεται να φθείνει ποιητικά. Ωστόσο, αυτήν την εποχή εντοπίζουμε ποιητικούς πυρήνες και σε άλλες Μακεδονικές πόλεις, όπως στη Φλώρινα, την ιδιαίτερη πατρίδα του ποιητή Χρήστου Παπαδόπουλου, η οποία σήμερα θεωρείται και ως το ‘καταφύγιο της Βαλκανικής ποίησης’.

Η γενιά του ’70, όμως, δεν επηρεάστηκε όσο θα περίμενε καείς από τη μεταπολεμική ποίηση και για αυτό το λόγο οι αιματηρές εμπειρίες του 2ου Παγκόσμιου Πολέμου, της Γερμανικής Κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου απουσιάζουν από τη θεματική της. Αντίθετα, οι ποιητές αυτής της δεκαετίας, ζώντας μέσα στη δικτατορία του 1967, την οποία εκλαμβάνουμε ως χρονικό όριο της αφετηρίας τους (terminus post quem), εκφράζουν με το έργο τους μια γενικευμένη κοινωνική δυσφορία, ένα πνεύμα επαναστατικότητας και αντίστασης στο κατεστημένο με γλώσσα καταγγελτική και συνθηματολογική. Δεν είναι, ωστόσο, μόνον η στέρηση της ελευθερίας στο εσωτερικό της χώρας από το καθεστώς των συνταγματαρχών που τροφοδοτεί αυτή την αντίδραση, αλλά και το βαρύ ψυχροπολεμικό κλίμα, καθώς επίσης ο ‘Μάης του ’68’ και οι κινητοποιήσεις της ‘Νέας Αριστεράς’ στα Αμερικάνικα πανεπιστήμια, παρά την εμφατικά προβαλλόμενη οικονομική ανάπτυξη και άνοδο του καταναλωτισμού αυτής της περιόδου.

Ο ποιητικός λόγος του Χρήστου Παπαδόπουλου, αναπαράγοντας αυτή τη βαριά ατμόσφαιρα, λαμβάνει διαστάσεις καταγγελίας, η οποία στοχεύει στην αποκήρυξη και ανατροπή των παραδοσιακών μέτρων. Το ποίημα Γ΄ από τις ποιητικές συνθέσεις Σκόρπιοι Στίχοι της συλλογής Νούφαρα (σ.15) φαίνεται να είναι ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα αυτής της αποδομητικής προσπάθειας μιας ευνουχισμένης κοινωνίας, η οποία κρατά τα μέλη της δέσμια με τις μορφές εκμετάλλευσης που συντηρεί. Έτσι λοιπόν ο ποιητής, έχοντας ως επίκουρο την τέχνη, διαδηλώνει μέσω ενός προσχηματικού ορισμού της ποίησης τη διαφοροποίησή του από κάθε μορφή εξουσιαστικής νοοτροπίας, η οποία στερεί στις λαϊκές τάξεις τη δυνατότητα να δραστηριοποιηθούν δημιουργικά. Σε αυτόν, λοιπόν, τον κόσμο που κλυδωνίζεται από την αμφιβολία και την αμφισβήτηση, ακόμα και οι πνευματικές αξίες φαντάζουν ως ‘παρείσακτες έννοιες’. Έτσι, στο ομώνυμο ποίημά της συλλογής Νούφαρα (σ.52) ο ποιητής διαπιστώνει με θλίψη ότι δεν υπάρχουν πλέον ιδεολογίες ή φιλοσοφίες ικανές να συνεισφέρουν κάτι σημαντικό, καθώς ‘πουλιούνται και αυτές στα Super Market των ιδεών’.

Όμως, λίγο μετά τη μεταπολίτευση στην Ελλάδα η αύρα της επαναστατικότητας που ενέπνεε τη γενιά του ΄70, άρχισε σταδιακά να υποχωρεί, δίνοντας τη θέση της σε ενδοψυχικές αναζητήσεις και υπαρξιακούς προβληματισμούς. Πολύ ενδιαφέρον είναι το εγχείρημα του Χρήστου Παπαδόπουλου στο ποίημα του Τ’ Αληθινό Πρόσωπο από τη συλλογή Ματωμένη Στράτα (σ.57), όπου με τη διαπεραστική και ενδοσκοπική του ματιά επιχειρεί μια εσωτερική ανάλυση της πολυπρόσωπης personas του ποιήματος με έναν επώδυνα σαρκαστικό τρόπο. Ωστόσο, το πλέον αξιοσημείωτο της σύνθεσης αυτής είναι οι Ελιοτικές κατακερματισμένες εικόνες (τα fragments του Eliot: « έδωσε μια και έγινε κομμάτια ο καθρέφτης») που σε συνδυασμό με το βαθύ συνειδησιακό άγχος μαρτυρούν την παρουσία της Μοντέρνας Ποίησης στο έργο του, η οποία εκπροσωπούνταν στον Αγγλοσαξωνικό χώρο από τους T.S. Eliot, Ezra Pound, James Joyce και William Butler Yeats, ενώ στην Ελλάδα από τους πλέον άξιους εκφραστές της ποιητικής γενιάς του ’30, τους Γιώργο Σεφέρη, Οδυσ.Ελύτη και Γιάννη Ρίτσο.
Το μοτίβο του καθρέφτη, ο οποίος είναι ένα από τα πλέον πολυσήμαντα επαναλαμβανόμενα λογοτεχνικά σύμβολα, επανέρχεται στο ποίημα Άβατο της συλλογής Έναστρο Φιλοδώρημα (σ.17), για να λειτουργήσει, όμως, αυτή τη φορά αντίστροφα με τον καταδυτικό τρόπο του ‘οράν και του ιδέσθαι’, σε μια προσπάθεια ανασύνθεσης της κατακερματισμένης ζωής του ποιητή. Προσφεύγοντας, λοιπόν, αυτός ικέτης στον θεό Έρωτα, επιχειρεί μια καθαρτική και λυτρωτική αυτογνωσία μέσω της αναζήτησης του ‘εύφορου ψυχικού κόσμου’ του ερωτικού αντικειμένου, ο οποίος αντανακλάται στον καθρέφτη των ματιών της γυναικείας παρουσίας που κυριαρχεί στο ποίημα. Είναι, όμως, ικανός ο καθρέφτης να λειτουργήσει τόσο μεταμορφωτικά ή τελικά αυτός θα αποδειχτεί πλάνος; (προβληματισμός).

Ωστόσο, οι αντοχές του ποιητή φαίνεται να δοκιμάζονται, καθώς αυτός ο ίδιος έχει προβεί σε μια έσωθεν κατοχή του μυαλού του, την οποία εμφατικά καταμαρτυρούν οι στίχοι του ποιήματος Ιδέες από τη συλλογή Ματωμένη Στράτα (σ.56) «λαμπάδιασαν οι ιδέες μέσα στο νου απ΄ την πολύ τριβή./και τώρα, ποιος μαζεύει τις στάχτες». Η εμπειρία, όμως, αυτή, εκτός του ότι είναι άκρως κατακερματιστική και αλλοτριωτική για τον ξενιστή εαυτό του, είναι και εμφανώς δηλωτική του αδιεξόδου στο οποίο έχει περιέλθει η πρώτη μετεμφυλιακή γενιά, η οποία, καθώς αποδεικνύεται σήμερα, δεν εκπλήρωσε ποτέ τα όνειρά της.

Το ερώτημα, ωστόσο, το οποίο γεννάται αγγίζει ζητήματα πρόσληψης του κινήματος του ποιητικού μοντερνισμού των αρχών του 20ου αιώνα από τους ποιητές της γενιάς του ’70. Οι εκπρόσωποι αυτής της δεκαετίας, προσκομίζοντας τη δική τους ποιητική πρόταση, λειτούργησαν ως εξής: αντί να στραφούν προς τον χώρο της μεταπολεμικής ποίησης, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, αγκάλιασαν την ποιητική παράδοση με τον τρόπο που αυτή αντανακλάται στην ποίηση του Καβάφη, του Καρυωτάκη, καθώς επίσης και στο ποιητικό έργο της γενιάς του ’30, στο οποίο αυτοί φαίνεται να έδωσαν ιδιαίτερη έμφαση. Έτσι, επιστρατεύοντας πολλές φορές τη μοντερνιστική τεχνική της επιστροφής στο μυθικό και ιστορικό παρελθόν (μυθική μέθοδος), επεξεργάζονται θεματικά μοτίβα, τα οποία συχνά απαντώνται στα ποιήματα των Ελλήνων μοντερνιστών, όπως ‘η αγωνία της φθοράς και του θανάτου’, ‘το αίσθημα του κενού’, ‘η μυθολογία της φύσης’ και ‘ο αισθησιακός και πνευματικός ερωτισμός’. Και όλα αυτά με τη χρήση του συμβόλου, τη συγκινησιακή χρήση της γλώσσας και τη διατάραξη του συντακτικού ρυθμού, στοιχεία που, εκτός των άλλων, καταδεικνύουν και τη σκοτεινότητα της μοντέρνας ποίησης.

Ειδικότερα για την ποίηση του Χρήστου Παπαδόπουλου, αυτή χαρακτηρίζεται από την εξής αμφισημία: ενώ ο ποιητής κάνει προσπάθεια να παρακολουθήσει τις καινούργιες τάσεις και εκφάνσεις της γενιάς το ’70, όμως το έργο του προδίδει πως αυτός τελικά παραμένει περισσότερο δεμένος στο άρμα της μοντέρνας ποίησης, καθώς μοτίβα και τεχνικές από τις πλέον εμβληματικές φυσιογνωμίες του Ελληνικού μοντερνισμού, όπως τον Σεφέρη, τον Ελύτη, τον Ρίτσο και τον Γκάτσο, εντοπίζονται διάσπαρτα στο έργο του. Πολύ συχνά όμως ο ποιητής, σε μια αγωνιώδη προσπάθεια αυτοπροσδιορισμού, επεκτείνεται και πιο βαθιά στο παρελθόν, για να φτάσει στον μεγάλο πρόδρομο του παγκόσμιου μοντερνισμού, τον Κωνσταντίνο Καβάφη. Χρήστο, αν και είσαι τυπικά νυμφευμένος με την ποίηση της γενιάς του ’70, θεωρώ πως δε φλερτάρεις απλά με τη μοντέρνα ποίηση, αλλά είσαι παθιασμένα ερωτευμένος με αυτή.

Θα πρότεινα τώρα την ανάγνωση ενός ποιήματος, το οποίο έχει μεταφραστεί στην Αγγλική γλώσσα από την Anny Lins, μια από τις επίσημες μεταφράστριες της ποίησης του Γιάννη Ρίτσου. Μιλάω για το ποίημα Ντουλτσό από τη συλλογή Έναστρο Φιλοδώρημα (σ.43), το οποίο κατά την προσωπική μου εκτίμηση εμπλουτίζει επάξια την ανθολογία της γενιάς του ’70. Στη σύνθεση αυτή ο ποιητής, περιδιαβαίνοντας τα σοκάκια της ομώνυμης Καστοριανής συνοικίας, φαίνεται να παλινδρομεί ανάμεσα στο σκοτάδι και στο φως. Η αγωνιώδης ησυχία της νύχτας δίνει την αίσθηση ενός αόρατου κινδύνου, ο οποίος συνεχώς επικρέμαται. Στο όλο σκηνικό έρχεται να προστεθεί και το σχεδόν σχιζοφρενικό puzzle των σουρρεαλιστικών εικόνων του ποιήματος, οι οποίες σαφώς μας παραπέμπουν στα υπαρξιακά ποιήματα της Τετάρτης Διάστασης του Γιάννη Ρίτσου και ειδικότερα στη Σονάτα του Σεληνόφωτος, όπου τα αντικείμενα μετακινούνται απειλητικά, δημιουργώντας την αίσθηση ενός τρομαχτικού Gothic τύπου περιβάλλοντα χώρο. Θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμο να σταθούμε εμφατικά σε εκείνους τους στίχους του Ντουλτσό, οι οποίοι διαδηλώνουν στο μέγιστο τις υπαρξιακές αγωνίες και φόβους του ποιητή: «Ο κισσός αγκαλιασμένος με το μπαλκόνι/απλώνει τα δάχτυλά του μέχρι τις χελιδονοφωλιές», «Τα μακριά χέρια του πλάτανου, τεντώθηκαν ως το παράθυρο/και οι παλάμες του αποτυπώθηκαν στο τζάμι.

Στο ίδιο κλίμα αυτής τρομαχτικής συνωμοσίας των δυνάμεων του σύμπαντος κινείται και το ποίημα Έρωτας στις Λεύκες από τη συλλογή Έναστρο Φιλοδώρημα (σ.20).Η ποιητική μυθολογία, όμως, του Χρήστου Παπαδόπουλου φαίνεται πως βρίσκει τρόπους να προσπερνά τη βαριά και καταθλιπτική ατμόσφαιρα της Ελιοτικής και Σεφερικής ποίησης, καθώς αυτός δεν έζησε στο ομιχλώδες Λονδίνο – παρεμπιπτόντως και ο Σεφέρης ξόδεψε κάποια χρόνια στην αγγλική πρωτεύουσα ως πρεσβευτής της Ελλάδας – αλλά στην καθαρή και λαμπερή από τον κόκκινο ήλιο και το λευκό χιόνι ατμόσφαιρα της Πρέσπας, η οποία φαίνεται να λειτουργεί ως αντιστάθμισμα έναντι των δυνάμεων που αντιστρατεύονται την αιωνιότητα της ζωής. Έτσι, αξιοσημείωτη είναι η καταληκτική κορύφωση του ποιήματος Έρωτας στις Λεύκες, η οποία δονεί τον αναγνώστη, καθώς καταδεικνύει την αναμέτρηση του ‘άλαλου ποιητή’ με όλες τις μεταμορφώσεις της υπαρξιακής του αγωνίας. Ωστόσο, είναι αυτή η αναμέτρηση, η οποία δίνει τελικά τη δυνατότητα στον ποιητή να γεφυρώσει το χάσμα που υπάρχει ανάμεσα σε αυτόν και τη γυναικεία παρουσία του ποιήματος και να την προτρέψει ακολούθως να μην παραιτηθεί ποτέ από την αίσθηση της σημαντικότητας: «κρύψου εκεί!/ αξημέρωτα θα έρθουν οι επίκουροι ξυλοκόποι./ Πάντα η ζωή ξαναχαράζει/ όταν κρατάς προσανάμματα». Οι υπαινικτικά ερωτικοί αυτοί στίχοι στέλνουν ένα απίστευτα ελπιδοφόρο μήνυμα, το οποίο σαφώς μας παραπέμπει στην πεμπτουσία της ποίησης του Ρίτσου, που αίτημά της είναι «από τον θάνατο να αναδύεται η ζωή και στη πέτρα να φυτρώνει λουλούδι”.

Εξίσου αισιόδοξα είναι και τα άλλα ερωτικά ποιήματα του Χ.Παπαδόπουλου, από τα οποία αναδύεται μια μοναδική ενέργεια. Ωστόσο αυτή σε καμία περίπτωση δεν εξισώνεται με το ενστικτώδες libido και τη λαγνεία –ένας ομολογουμένως ιδιαίτερα προσφιλής τρόπος προσέγγισης του μοτίβου του έρωτα από μια μερίδα λογοτεχνών τα τελευταία χρόνια - αλλά με την αθώα και ανιδιοτελή ερωτική αγάπη, η οποία μας μεταφέρει πίσω στα πρώτα χρόνια της εφηβικής αθωότητας. Ενδεικτικά θα μπορούσαμε να σταθούμε στα ποιήματα Παλίρροια και Ξερό Κλαδί της Ματωμένης Στράτας (σ.30&37), τα οποία συνενώνουν την οικειότητα και τρυφερότητα του μικρόκοσμου των ποιητικών προσώπων με την επιβλητικότητα του μεγαλόκοσμου που μας περιβάλλει. Το γυναικείο σώμα είναι περιγράψιμο και αναπαραστήσιμο μόνο σε συνάρτηση με τη φύση, η οποία δημιουργεί κατά τα πρότυπα της ποίησης του Ελύτη έναν απαραβίαστο χώρο μαγείας και γνησιότητας. Η εξύμνηση της Αγαπημένης προς την οποία εξάλλου απευθύνονται όλα τα ερωτικά ποιήματα του Χ.Παπαδόπουλου, συνοδεύεται από έναν έντονο εικονισμό που κινητοποιεί πολλές διαφορετικές πραγματικότητες της φύσης, όπως φυτά, ζώα, λουλούδια, πουλιά, το μυστικό κελάιδισμα των οποίων παράγει γλυκύτατους ερωτικούς ήχους.

Στο ίδιο πλαίσιο κινούνται και οι συνθέσεις Περνάς συχνά απ’ τα όνειρά μου και Φωτογράφος της συλλογής Έναστρο Φιλοδώρημα (σ.9&16). Ο έρωτας σε αυτά τα ποιήματα συνέχει τα φυσικά στοιχεία σε μια πρωτοφανή αρμονία, υλοποιώντας την αρχέγονη ένωση του ανθρώπου με τη φύση, τα δώρα της οποίας απλόχερα προσφέρθηκαν στον ποιητή κατά τη διάρκεια των παιδικών και εφηβικών του χρόνων στις Πρέσπες. Το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι ότι το συναίσθημα του έρωτα ως θυμική έξαρση να προσλαμβάνει στα ποιήματα αυτά συμπαντικές διαστάσεις. Στο σημείο αυτό θα πρότεινα να σταθούμε σε δύο άλλα ποιήματα, την Ηλιαχτίδα και την Επέτειο από το Έναστρο Φιλοδώρημα (σ.12&22), στα οποία ο έρωτας συνεπικουρούμενος από την ποίηση, δημιουργεί έναν επίγειο Παράδεισο για τους ερωτευμένους, απαλλαγμένο, ωστόσο, από την αμαρτία των Πρωτόπλαστων.

Από τη σημερινή μας εκδήλωση, φυσικά, δεν θα παραλείπαμε ένα επίκαιρο ποίημα. Είναι το Στ’ από τη σειρά Σκόρπιοι Στίχοι της συλλογής Νούφαρα (σ.20), για το οποίο ζητώ την άδεια από τον φίλο μου τον Χρήστο να το αφιερώσω σε όλους τους μαθητές μου, οι οποίοι σύντομα θα κληθούν να ‘προϋπαντήσουν το μέλλον’ όχι μόνο με ‘ένα χαμόγελο του έρωτα’-κατά τα λεγόμενα του ποιητή- αλλά και με ‘ένα πράσινο φτερούγισμα καρδιάς σαν μαντήλι μετάξινο ή λάβαρο διαδήλωσης’. Στη σύνθεση αυτή το ερωτικό στοιχείο φαίνεται να προσλαμβάνει πολιτικές και κοινωνικές διαστάσεις, οι οποίες διεκδικούν την έξοδο από το δράμα. Το αίτημα αυτό αναγνωρίζεται σε πολλά ποιήματα του Γ.Ρίτσου, που έχουν ως στόχο την απόκτηση της εμπειρίας ‘του κοινωνικού πράττειν’ μέσα από μικρές και ασήμαντες καθημερινές ενέργειες, τέτοιες σαν της Χωριάτισσας στο ομώνυμο ποίημα της συλλογής Νούφαρα (σ.34), οι οποίες ωστόσο χαιρετίζονται με ενθουσιασμό, καθώς είναι συντελεστικές σε μεγάλες και σημαντικές κατακτήσεις.

Επιπλέον, δε θα μπορούσε να απουσιάζει από το έργο ενός Πρεσπιώτη ποιητή το υγρό στοιχείο, το οποίο μας παραπέμπει στις απαρχές της ζωής. Ωστόσο, το παράδοξο είναι ότι στη σύνθεση Νότιος Παραλία της συλλογής Έναστρο Φιλοδώρημα (σ. 21) ο ποιητής αδυνατεί να ανακαλέσει ‘μνήμες νερού’ ενόψει του άνυδρου -σε συμβολικό επίπεδο- περιβάλλοντος της παραλίας της Καστοριάς, η οποία, ζώντας ένα απογοητευτικό παρόν μέσα στους ταχείς ρυθμούς της αστικοποίησης του Νεσκαφέ, βιώνει τη δική της αποσύνθεση. Το ποίημα αυτό συμπυκνώνει κάποια από τα πλέον βασικά χαρακτηριστικά της Μοντέρνας ποίησης, καθώς προβάλλει, σύμφωνα με τα Ελιοτικά πρότυπα, τους νέους όρους ζωής στο σύγχρονο αστικό περιβάλλον, όπου η μεγιστοποίηση του κέρδους αναδεικνύεται ως ο κύριος αίτιος της απωθητικής σημερινής εικόνας της Νότιας παραλίας της πόλης μας.

Ωστόσο το ποίημα Άνοιξη της συλλογής Έναστρο Φιλοδώρημα (σ.14) κάλλιστα θα μπορούσε να λειτουργήσει ως αντίδοτο στην νοσηρότητα των καιρών μας. Έτσι, η επίκληση του ποιητή μέσω της ‘μυθικής μεθόδου’ των Αγγλοσαξόνων μοντερνιστών σε αρχέγονα πολιτιστικά πρότυπα, όπως ο ‘Μύθος του Νεκρού Θεού’ (Άδωνης- Περσεφόνη) και η συνακόλουθη αντιπαράθεση και σύγκριση αυτών (των προτύπων) με παθογένειες της σύγχρονης κοινωνίας, δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια θεραπευτική πρόταση του Χ.Παπαδόπουλου, η οποία σε συμβολικό επίπεδο βασίζεται στην νεκρανάσταση του ‘Νεκρού Θεού’ που θα φέρει τη γονιμότητα πίσω στη γη, η οποία θα αναζωογονήσει ξανά τη ζωή μας. Η επιστροφή, επομένως, στην παράδοση και τις αρχέγονες αξίες φαίνεται να είναι ο πλέον ενδεδειγμένος τρόπος για τεθεί υπό έλεγχο η αναρχία και το χάος της σύγχρονης κοινωνίας -όπως θα έλεγε και ο Τόμας Έλιοτ.

Καθώς, όμως, η περιδιάβασή μας στις μοντερνιστικές εκφάνσεις της ποίησης του Χρήστου Παπαδόπουλου πλησιάζει προς το τέλος της, θα επιμείνουμε λίγο ακόμη στο σκηνικό της παραλίας, όπου στο ομώνυμο ποίημα της συλλογής Έναστρο Φιλοδώρημα (σελ.33) ένα παιδί, ο Αλέξης -ο δευτερότοκος γιος του ποιητή- κουβαλά στην πλάτη του τις ελπίδες και τα όνειρα της μελλοντικής μας ύπαρξης. Το παιδί αυτό ανταποκρινόμενο σε ένα μοναδικό κοινωνικό κάλεσμα, στο οποίο δεν φαίνεται να ανταποκρίνονται οι μεγάλοι, προβαίνει αθόρυβα και υπομονετικά σε μια καθαρτική προσπάθεια, η οποία, μεταλλάσσοντας τη δυναμική της κοινωνίας, στοχεύει να βελτιώσει την ανθρώπινη ύπαρξη και να δικαιώσει την παρουσία της στον κόσμο. Ωστόσο, ας μη θεωρήσουμε εύκολο το εγχείρημα του Αλέξη, καθώς το πέρασμα από την πάθηση στην κάθαρση και τη συνακόλουθη λύτρωση, σύμφωνα με τα πρότυπα της αρχαίας Ελληνικής τραγωδίας, είναι ιδιαίτερα επίπονο και επώδυνο, επειδή μας επιτάσσει να διαβούμε την Κόλαση, για να μπορέσουμε ακολούθως να εξαγνιστούμε στο Πουργατόριο, κατά τα πρότυπα της Θείας Κωμωδίας του Δάντη. Αν δεν καούμε εκεί από τη φωτιά που θα μας περιβάλλει, τότε υπάρχει ελπίδα να σωθούμε. Εξάλλου η εικόνα μιας τρυφερής παιδικής φιγούρας να παίζει με τα κουβαδάκια στην παραλία πάντα είναι ελπιδοφόρα. Ας γίνουμε, λοιπόν, ξανά όλοι μας παιδιά, για να συνδράμουμε στην προσπάθεια του Αλέξη, ώστε να μην τον καταστήσουμε έναν σύγχρονο Σίσυφο.
Σας ευχαριστώ!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ