9.8.11

ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΣΑΜΗ: Για να γίνει ανταγωνιστικός ο τουρισμός

Eνθαρρυντικά είναι τα μηνύματα για αύξηση του εισερχόμενου τουρισμού στην Ελλάδα, εν αντιθέσει με τον εσωτερικό, που πιστεύω ότι θα έχει μια πτώση ίσως και διψήφιου αριθμού. Την ευκαιρία για αύξηση του εισερχόμενου τουρισμού τη ζητούσε η χώρα μας, η οποία τα τελευταία χρόνια γνώριζε μόνο πτώση.
Αυτή την ευκαιρία η Ελλάδα, το Yπουργείο Τουρισμού, η τοπική αυτοδιοίκηση, ο ξενοδοχειακός κλάδος και όσοι εμπλέκονται με τον τουρισμό από το «καλημέρα» μέχρι το «αντίο» πρέπει να την αξιοποιήσουμε για καλύτερες τουριστικές χρονιές. Αυτό πρέπει να το προσέξουμε ιδιαίτερα γιατί ο Eλληνας εύκολα ενθουσιάζεται και εύκολα απογοητεύεται. Oλοι πρέπει να συμβάλουμε για να βγει μια επιτυχημένη τουριστική περίοδο και να γίνει μη γίνει αυτή η χρονιά ευκαιρία της «αρπαχτής».
Είναι ακόμα σημαντικό να χτυπήσει ο «κώδωνας του κινδύνου» για τους λίγους κακούς τουριστικούς επιχειρηματίες, οι οποίοι εκθέτουν όλους όσοι καταβάλλουν προσπάθειες για την ανάπτυξη του ελληνικού τουρισμού και την άψογη παροχή υπηρεσιών. Επιβάλλεται στη φετινή τουριστική σεζόν οι τουρίστες να φύγουν από τη χώρα μας ευχαριστημένοι, χωρίς παράπονα και κυρίως να μη φύγουν μετανιωμένοι που επέλεξαν την Ελλάδα για το ετήσιο παραθεριστικό τουριστικό τους ταξίδι. Την ευκαιρία οι τουρίστες επισκέπτες θα μας τη δώσουν, από εμάς εξαρτάται με ποιον τρόπο θα την αξιοποιήσουμε καλύτερα. Στόχος είναι οι επισκέπτες μας να γίνουν οι καλύτεροι πρεσβευτές του ελληνικού τουρισμού. Στο τέλος της σεζόν θα μετρήσουμε τα θετικά αποτελέσματα και θα βάλουμε νέο στόχο η επόμενη τουριστική σεζόν να είναι ακόμα καλύτερη.

Η Ελλάδα έχει πάρα πολλά να προσφέρει στους τουρίστες, είναι μια χώρα με τις πιο όμορφες, ποικίλες και σπάνιες περιοχές. Eχουμε την υποδομή για να τους κρατήσουμε για πολλά χρόνια στη χώρα μας και αν είναι ευχαριστημένοι θα μας φέρουν και άλλους φίλους τους. Η Ελλάδα έπρεπε να είναι πριν πολλά χρόνια μέσα στους δέκα καλύτερους τουριστικούς προορισμούς, στόχος που τέθηκε από τον πρωθυπουργό στη γενική συνέλευση του ΣΕΤΕ, όμως ποτέ δεν είναι αργά.
Από την τελευταία τουριστική κρίση η Ελλάδα είναι πιο ώριμη πια να ανακτήσει το χαμένο έδαφός της και να φτάσει ακόμα πιο ψηλά και στην πρώτη θέση προτίμησης, αρκεί να δώσουμε μεγάλη προσοχή εμείς οι εργοδότες (ξενοδόχοι) και το ξενοδοχειακό προσωπικό που είναι το Α και το Ω για την καλύτερη παροχή υπηρεσιών. Ταυτόχρονα πρέπει να είναι αρνητικοί στην απεργία, καλόκαρδοι και ευδιάθετοι για την εξυπηρέτηση των τουριστών (πελατών) και όσοι άλλοι εμπλέκονται στο τουριστικό επάγγελμα, π.χ. ταξί, ξεναγοί, εστιατόρια, καφέ κ.λπ. Η Ελλάδα είναι μια χώρα πλούσια σε φυσικές ομορφιές και έχει ενδιαφέρον για όλες τις κατηγορίες ανθρώπων. Διαθέτει ήλιο, θάλασσα, βουνό, αρχαία φυσική ομορφιά, ελληνική μεσογειακή κουζίνα και την παραδοσιακή ελληνική φιλοξενία, την οποία τα τελευταία χρόνια την αγνοήσαμε. Μια τέτοια χώρα που είναι φτιαγμένη για τουρισμό είναι κρίμα να μην είναι μέσα στους πρώτους 10 καλύτερους τουριστικούς προορισμούς.

Ακόμα πρέπει και επιβάλλεται να κατεβάσουμε το κόστος των δωματίων ώστε η Eλλάδα μας να γίνει ανταγωνιστική έναντι των άλλων χωρών, κάτι που θέλουν όλοι οι εργοδότες (ξενοδόχοι) και εργαζόμενοι. Για να επιτευχθεί η ποιότητα στην παροχή υπηρεσιών πρέπει να μειώσουμε τα έξοδα λειτουργικότητας και το ευρώ να αποκτήσει αγοραστική αξία, ώστε και ο εργαζόμενος να ζήσει αξιοπρεπώς με τον μισθό που εισπράττει. Την πρώτη κίνηση πρέπει να την κάνει το ίδιο το κράτος μειώνοντας το κόστος των ΔΕΚΟ όπως ΔΕΗ-ΟΤΕ-Δημοτικά Tέλη-Kαύσιμα και να μειώσει το ΙΚΑ του εργατικού δυναμικού, που είναι δυσβάσταχτο κόστος για τους τουριστικούς επιχειρηματίες. Με αυτό το κόστος λειτουργίας των ξενοδοχείων οι επιχειρηματίες του τουρισμού δύσκολα μπορούν να ανταγωνιστούν για παράδειγμα τον Τούρκο επιχειρηματία ξενοδόχο στην τιμή του δωματίου. Είναι προφανές ότι δεν θέλουμε να είμαστε ακριβότεροι των άλλων χωρών, αλλά το κάνουμε λόγω ανάγκης, γιατί ο Τούρκος επιχειρηματίας ξενοδόχος έχει σημαντικά μειωμένο κόστος λειτουργίας σε σχέση με τον Eλληνα ξενοδόχο. Ο εργαζόμενος πρέπει να ικανοποιείται απόλυτα από την εργασία που παρέχει γιατί αλλιώς πάμε στην κοινή λογική που λέει «εσύ κάνεις ότι με πληρώνεις και εγώ κάνω ότι εργάζομαι». Δεν θεωρώ αυτή τη λύση του προβλήματος σωστή, το κόστος μπορεί να μειωθεί με πολλούς τρόπους, όπως η υψηλότερη και μακρύτερη επιδότηση για θέσεις σε όλους τους εργαζόμενους στην ξενοδοχειακή επιχείρηση και γενικά μείωση του κόστους της καθημερινότητας για τον κάθε εργαζόμενο και για τον κάθε πολίτη.

Παράλληλα, η φερεγγυότητα του έλληνα επιχειρηματία δυστυχώς στη χώρα μας καταδικάζεται αντί να είναι παράδειγμα προς μίμηση. Είναι αλήθεια ότι ο φερέγγυος στο Δημόσιο αλλά κυρίως στους ασφαλιστικούς οργανισμούς (ΙΚΑ-ΔΕΚΟ) μπαίνει στην ίδια διαδικασία με έναν κακοπληρωτή. Αυτό που συμβαίνει στη χώρα μας είναι απαράδεκτο. Εάν σε έναν ασφαλιστικό οργανισμό βρεθεί κάποιος ο οποίος καταχράστηκε τον οργανισμό, αμέσως ο εκάστοτε υπουργός βγάζει μια νέα υπουργική απόφαση, με νέες αποφάσεις για να διαφυλάξει τον οργανισμό από τυχόν δεύτερο κακοπληρωτή, με διάφορες ασφαλιστικές δικλίδες και συμπεριλαμβάνει και τους 99 φερέγγυους εργοδότες. Πολλές φορές αναρωτήθηκα, «αξίζει να είσαι φερέγγυος σε αυτό το κράτος;». Πιστεύω ότι πρέπει να καθιερωθεί μια ετήσια κάρτα φερεγγυότητας των ασφαλιστικών ταμείων και των δημόσιων οργανισμών και αυτή να επιδεικνύεται στη διαδικασία των συναλλαγών ώστε να υπάρχει άμεση εξυπηρέτηση στους καλοπληρωτές και αυτό να αποτελέσει ένα πρόσθετο κίνητρο για να είναι όλοι οι επαγγελματίες φερέγγυοι, ώστε να έχουν κι αυτοί την ίδια άψογη μεταχείριση ή να χρησιμοποιούνται λίστες κακοπληρωτών και μόνο γι'Α αυτούς να γίνεται η ειδική μεταχείριση, ώστε ο οργανισμός να αποφύγει την περαιτέρω ταλαιπωρία του για την είσπραξη των χρημάτων. Δεν μπορεί να ταλαιπωρούνται 100 εργοδότες για έναν κακοπληρωτή και να αντιμετωπίζονται όλοι με καχυποψία από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Eτσι θα απαλλαχθούν και οι υπηρεσίες από τη μεγάλη εργασία της γραφειοκρατίας και θα επανέλθει σιγά-σιγά η εμπιστοσύνη πολίτη και κράτους.

Είναι γεγονός ότι η Ελλάδα ολόκληρη πνίγηκε από γραφειοκρατία. Πρωθυπουργοί, υπουργοί, κυβερνήσεις έφυγαν και η γραφειοκρατία έμεινε. Και η σημερινή κυβέρνηση προσπαθεί και αυτή να καταπολεμήσει τη γραφειοκρατία, γιατί μόνο έτσι μπορούμε να πάμε μπροστά και να αναζητήσουμε επενδυτές. Eνας από τους πλέον ταλαιπωρημένους επενδυτές από τη γραφειοκρατία είναι και η δική μας εταιρία, η οποία από το 1999 προσπαθεί να δημιουργήσει ένα Πρότυπο Κέντρο Αναψυχής, σε μια έκταση 10.500 τ.μ, η οποία βρίσκεται δίπλα από το ξενοδοχείο μας, με αναψυκτήριο, πισίνες, παγοδρόμια, παιδική χαρά, τένις, μπάσκετ, μίνι γήπεδο ποδοσφαίρου και όλα τα σπορ του υγρού στίβου, διότι το οικόπεδό μας βρίσκεται δίπλα στο ξενοδοχείο και μπροστά από τη λίμνη. Πήραμε δύο οικοδομικές άδειες, η μία ακυρώθηκε λόγω γραφειοκρατίας, η νεότερη έχει προσωρινά ανασταλεί από προσφυγή άλλου συναδέλφου που δεν θέλει να γίνει η δική μας επένδυση για να μην πληγεί η δική του επιχείρηση. Εμείς λόγω του τοπικού το παλεύουμε ακόμα, εάν όμως ήμασταν απλώς επενδυτές θα είχαμε αποχωρήσει. Γι' αυτό και είναι πολύ σημαντικό το μέτρο για τη δημιουργία πολεοδομικού γραφείου στην υπηρεσία αδειοδότησης με το δικαίωμα να πραγματοποιεί έρευνα στις οικοδομικές άδειες. Eτσι, τα αιτήματα θα εξετάζονται με δίκαια και αντικειμενικά κριτήρια και οι εργασίες της επένδυσης δεν θα μπορούν να αναστέλλονται για ασήμαντους λόγους.

Όσο για το νομοσχέδιο που προωθείται για την τουριστική κατοικία συμφωνώ επί της αρχής, αλλά κρίνω ότι δεν θα έπρεπε να περιοριστεί σε πολυτελή συγκροτήματα. Αν επεκτεινόταν και σε κατώτερες κατηγορίες θέλω να πιστεύω ότι με αυτό τον τρόπο θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν πολλά από τα εγκαταλειμμένα χωριά της περιοχής μας. Πρέπει να συμπεριληφθούν και οι δικές μας περιοχές διότι έχουμε ανάγκη ο κόσμος να μείνει κοντά μας, πριν φύγουμε και εμείς οι λίγοι που μείναμε. Η δική μας περιοχή απευθύνεται σε ειδική μερίδα τουριστών (φυσιολάτρες, περιπατητές κ.λπ.), που δεν θέλουν θάλασσα και θα επιθυμούσαν να μείνουν στην περιοχή μας αγοράζοντας ένα μικρό οικονομικό σπίτι, να μείνουν στα εγκαταλειμμένα χωριά του Γράμμου και του Βίτσι. Όλα τα χωριά της περιοχής μας καταστράφηκαν στον πόλεμο του 1940, εγκαταλείφθηκαν και παραμένουν εγκαταλειμμένα, με πολύ λίγους κατοίκους, και από τότε περιμένουν την αξιοποίησή τους. Πιστεύω ότι είναι ανάγκη να ξαναζωντανέψουν τα χωριά αυτά.

Το κείμενο πρωτοδημοσιεύθηκε στην Εξπρές

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ