25.6.12

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΣΤΟΥΜΠΟΥ: Το παράδειγμα των σύγχρονων… «θερμοπυλομάχων» του 1941

Όλοι γνωρίζουν ότι τη μεγάλη εβδομάδα του 1941 και ο ελληνικός λαός αντιμετώπιζε, σχεδόν μόνος του, άλλη μια μεγάλη δοκιμασία. Αυτή της επίθεσης των σιδερόφραχτων μεραρχιών των γερμανικών «SS». Τότε, ελάχιστοι ευρωπαϊκοί λαοί είτε δεν είχαν συνθηκολογήσει είτε δε στέναζαν κάτω από τη μπότα των «SS».
Λίγοι γνωρίζουν ότι στο Δισπηλιό τη Μεγάλη Τρίτη, 15 Απριλίου 1941, μερικά ανοργάνωτα τάγματα του ελληνικού στρατού βρέθηκαν αντιμέτωπα με τον καλύτερο στρατό του κόσμου. Αυτό όμως δεν αποτελούσε φόβητρο για τους Έλληνες και ειδικά για τον Ταγματάρχη (ΠΒ) Ιωάννη Παπαρρόδου. Ήξεραν ότι Πάσχα σημαίνει θυσία. Και η θυσία έγινε. Νεκροί έπεσαν πολλοί αξιωματικοί και στρατιώτες. Ο αγώνας ήταν άνισος. Οι σύγχρονοι «θερμοπυλομάχοι» αντιμετώπισαν με θάρ- ρος, ίδιο με των προγόνων τους, τις πάνοπλες γερμανικές μεραρχίες, που διέθεταν: άριστα εκπαιδευμένους στρατιώτες, ισχυρότατο πυροβολικό, τεθωρακισμένα (Tiger) και αεροπορία («στούκας»).

Το μέγεθος της θυσίας του Τχη Ι. Παπαρρόδου και των υπολοίπων Ελλήνων που έπεσαν στο πεδίο της μάχης φαίνεται και από τα εξής:
1) Δεν υπήρχε κανένας αντίστοιχος «σπαρτιατικός νόμος» που να τους διατάζει : «ή ταν ή επί τας».
2) Στενωποί, βουνά και οχυρά δεν υπήρχαν. Αντίθετα η μικρή πεδιάδα και ο χαμηλός λόφος νότια της λίμνης της Καστοριάς ήταν ιδανικά μέρη για την ανάπτυξη των γερμανικών μεραρχιών και ειδικά της μηχανοκίνητης ταξιαρχίας « SS -Σωματοφυλακή Αδόλφου Χίτλερ» (LSSAH). Η μάχη αυτή περισσότερο θύμιζε τη μάχη ενός άλλου «παπά», του Παπαφλέσσα, στο Μανιάκι της Μεσσηνίας, την 20η Μαΐου 1825.
3) Μερικά ελληνικά τάγματα, με λίγα κανόνια, χωρίς πολεμικό υλικό και χωρίς τανκς και αεροπλάνα αντιμετώπιζαν τα πάνοπλα «SS». Είναι «η μοναδική μάχη εκ συναντήσεως του ελληνο – γερμανικού πολέμου», αλλά και η μοναδική μάχη όπου την ίδια μέρα ένας μικρός εθνικός στρατός αντιμετώπισε τις στρατιές δύο αυτοκρατοριών, της Ιταλικής και της Γερμανικής.
4) Την αποτελεσματική άμυνά τους δυσχέραιναν επιπλέον : η παντελής έλλειψη οχυρώσεων, το πετρώδες και ακάλυπτο του εδάφους, η απουσία αντίστοιχου διαμετρήματος πυροβολικού και φυσικά η απουσία αεροπορίας που θα αντιμετώπιζε τη σφοδρή επίθεση των «στούκας».
5) Έδωσε την ευκαιρία στον ελληνικό στρατό να μην εγκλωβιστεί και έτσι να διαφύγει προς νότια, αφού κατάφεραν να συγκρατήσουν τα «SS» για μια ολόκληρη μέρα, όταν αυτά καταλάμβαναν άλλες ισχυρές ευρωπαϊκές χώρες είτε αμαχητί είτε μέσα σε 1 – 2 μέρες.
6) Η Σ.Σ. Ευελπίδων τίμησε τη θυσία αυτή με το να δώσει το όνομα του Τχη Ι. Παπαρρόδου σε ένα από τα δύο τάγματά της.
7) Χάρη στη θυσία αυτών και όσων πολέμησαν στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο σήμερα αναπνέουμε τον αέρα της ελευθερίας και της δημοκρατίας.

Σε ανάμνηση και αναγνώριση της θυσίας των Ελλήνων που έπεσαν στη μάχη του Δισπηλιού, προτείνω:
1) την επίσημη αναγνώρισή της από την πολιτεία ως «Μάχη του Δισπηλιού»,
2) την καθιέρωση του ετήσιου μνημόσυνου και ετήσιων εορταστικών εκδηλώσεων, με την πρόσκληση της ανώτατης πολιτειακής, πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας. Επίσης, να προσκαλούνται όλοι οι εμπλεκόμενοι, Έλληνες, Βρετανοί, Αυστραλοί, Νεοζηλανδοί, αλλά και Γερμανοί και Ιταλοί.
3) τη κατασκευή ενός αντιπολεμικού μνημείου στη περιοχή «τελωνείο» του Δισπηλιού, που θα ενώνει και θα συμφιλιώνει τους λαούς.
4) την ενδελεχή καταγραφή της με την αντίστοιχη έκδοση βιβλίου.
5) την αναγνώριση όλων των πεσόντων.
6) την ενημέρωση της εκπαίδευσης, σε όλες τις βαθμίδες.
7) την ενημέρωση των Μ.Μ.Ε.

 Σήμερα νομίζουμε ότι η οικονομική κρίση κρίνει το μέλλον μας και το μέλλον της χώρας. Δεν ισχύει μόνον αυτό. Αυτά που κυρίως θα μας βοηθήσουν είναι : η γνώση της ιστορίας μας, οι διεκδικήσεις που μπορούμε να έχουμε εξ’ αιτίας της, αλλά ιδίως η διατήρηση, αξιοποίηση και βελτίωση των αξιών που μας βοήθησαν όχι μόνο να επιζήσουμε ως Έλληνες αλλά και να μεγαλουργήσουμε στους αιώνες.

Υ.Γ. Παραθέτω ένα αντιπολεμικό κείμενο του καθηγητή λαογραφίας κ. Λουκάτου Σωτ. Δημήτρη, όπως έζησε εκείνες τις ημέρες ως στρατιώτης.

«…Tρίτη 15 Aπριλίου 1941. [….] Ξυπνάω με φως, με βόμβο αεροπλάνων και με κανονιές. [….] H αίθουσα του Σχολείου της Μεσοποταμιάς έχει αδειάσει... Όλοι οι συγκοιμώμενοί μου έχουν φύγει. Παρατημένα εδώ κι εκεί στρατιωτικά είδη, κουβέρτες, κράνη, γυλιοί. Ένα σωρό παιδάκια, με σακκίδια, γυρίζουν στην αίθουσα και τα μαζεύουν. Σηκώνομαι τρομαγμένος. Παίρνω μια κουβέρτα, από τις παρατημένες, την κάνω ρολό, και την ρίχνω στην πλάτη μου. Ρίχνω και στο σακκίδιό μου 5-6 άσπρες γαλέτες. Το όπλο μου το έχω πάντα κρεμασμένο. Βγαίνω έξω. Αεροπλάνα πετούν χαμηλά, από πάνω μας. Είναι Γερμανικά. Πρώτη φορά τα βλέπω έτσι καθαρά. [….] τώρα νέες φάλαγγες ατέλειωτες περνούν. Μεταγωγικό και Ιππικό και Πυροβολικό και πεζοί. Τα «παιδιά», κουρασμένα, περπατάνε με το στόμα ανοιχτό, από τη συχνή ανάσα. Σκονισμένοι, ξεκούμπωτοι και ξεσκούφωτοι. Κρατάνε το όπλο σαν γκλίτσα στον ώμο, κι άλλοι πίνουνε νερό όπου βρουν. [….] Πίσω από τον λόφο ακούγονται βροντερές κανονιές. H γη κάθε τόσο τραντάζει. Νοιώθω πως έχουμε πια μπει στη ζώνη των επιχειρήσεων, με τους Γερμανούς. Προχωρούμε. Έχουμε μπει, τώρα, στον μεγάλο ίσιο και μακρύ δρόμο, της πεδιάδας του Αλιάκμονα. Απέραντη πεδιάδα, ανοιχτό τοπίο, χαρά Θεού σήμερα, με τη λιακάδα. Σε μια τέτοια άπλα, ανάμεσα σε τόσο πράσινο, κάτω από φως και ζεστασιά, ξεχνάει κανείς τον κίνδυνο και τις συνθήκες του. Οι φαντάροι τραγουδάνε και κάθονται, παρέες-παρέες, στο γρασίδι και τρώνε. Σαν να ’ναι «κούλουμα». [….] Στο τέρμα του δρόμου μας αυτού, είναι ένα προσφυγικό χωριό, η Kολοκυθού. Στις πόρτες και στα δέντρα, από κάτου, στέκονται οι κάτοικοι και μας κοιτάνε. Είναι μεσημέρι περασμένο. Έξω από το χωριό έχει ένα ρυάκι με δροσερό νερό. Τοπίο μαγεία. Πρασινάδα και ζεστασιά. Κουρασμένο το μάτι μου από τα αλβανικά χιόνια, δεν χορταίνει να χαίρεται τούτο το παραδεισένιο πράσινο. Aντικρύζω ξαφνικά τη ζωή, στην πιο φρέσκια και θαλπωρική εκδήλωσή της. H μεγάλη Φύση είναι ανώτερη από τις μικρότητες των ανθρώπων. Οι αγωνίες μας είναι μικροεπεισόδια, μπροστά στη δική της ζωή. Εκείνη πρασινίζει κι ανθίζει όπως πάντα, μοσχοβολάει και ζεσταίνει εχθρούς και φίλους, χύνει άφθονα τα κρυονέρια της, και ξεπλένει αμέσως κάθε σταγόνα αίματος, που χύνεται στο γρασίδι της. Ξαπλώνω κάτω από μια ανθισμένη κερασιά. Λύνω τις γκέτες μου, λασκάρω τα παπούτσια μου, ξεκουμπώνω το χιτώνιό μου. Ας μου συμβή ό,τι θέλει. Δεν βιάζομαι να προχωρήσω. Κι αν ακόμα πρόκειται να πεθάνω, αξίζει τούτη η τελευταία απόλαυση, να γεμίση από ευτυχία η ζωή μου. Έχω ένα κύπελλο στο σακκίδιό μου, κι έτσι, όπως είμαι ξαπλωμένος, φέρνω το νερό του ρυακιού στα χείλη μου. Αχόρταγη απόλαυση. Είμαι μεθυσμένος από τον ήλιο, την ξεκούραση και τη μοσχοβολιά... [….] Εδώ δεν φοβάται κανείς τον θάνατο. Περνάνε από πάνω αεροπλάνα και δεν ανησυχώ. Είμαι βέβαιος πως αν ρίξουν βόμβα, θα την παρακολουθήσω όπως πέφτει, όπως σφυρίζει κι όπως σκάει. Τι ακαλαίσθητες χοντροκοπιές το σουλούπι τους κι ο θόρυβός τους! Τι βαρβαρότητα, μπροστά στο άσπρο πέταγμα περιστεριών, ή στο γαλήνιο και ειρηνικό φτερούγισμα των λελεκιών. Οι σειρές των φαντάρων περνάνε διαρκώς από πίσω μου. Ένας έχει μια φυσαρμόνικα στο στόμα του και παίζει. Ακούγεται όμορφα η μουσική. [….]»

Απόσπασμα από το βιβλίο του κ. Δημήτρησ. Λουκάτου« Οπλίτης στο Αλβανικό Μέτωπο: Ημερολογιακές Σημειώσεις 1940-1941 (Εκδόσεις Ποταμός, 2001).



Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 3 Μαΐου 2012, αρ. φύλλου 640

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ