12.10.14

Λογοτεχνικό αφιέρωμα στην ιερή μορφή του πατέρα

Λογοτεχνικό αφιέρωμα του Δημοτικού Σχολείου Μαυροχωρίου Καστοριάς στην ιερή μορφή του πατέρα Υπεύθυνη της δράσης: Σόνια Ευθυμιάδου-Παπασταύρου

Οι αναγνώστες της Σχολικής μας Βιβλιοθήκης έγιναν φέτος και αυτά «βιβλιωρύχοι»: έψαξαν μες στα βιβλία που διάβασαν και βρήκαν αποσπάσματα που μιλούν για τη σημαντική και ιερή μορφή του πατέρα:
Ο μπαμπάς κράτησε το λόγο του. Πρωί πρωί την άλλη μέρα πήγε παρέα με τον Πάκι στο γήπεδο και έπαιξαν ποδόσφαιρο με την ψυχή τους. Ποιος κέρδισε; Μα φυσικά ο Πάκι, που έβαλε τουλάχιστον εκατό γκολ! Μετά έκαναν πικ νικ και ξάπλωσαν στο γρασίδι. Γύρισαν σπίτι κατάκοποι κι ευτυχισμένοι.

Αγγελική Πετκανά
Β’ τάξη (Το αρκουδάκι που δε ζηλεύει το αδερφάκι του, της Ρ. Ρώσση-Ζαΐρη, εκδ. Μίνωας) 


Ο Πέτρος ξαναβρέθηκε στο σπίτι του, με το μικρό «Δράκο της Φωτιάς».
-Μπαμπά, είδα έναν υπέροχο δράκο, τον πιο όμορφο δράκο του κόσμου, τόσο όμορφο που δεν μπορώ να τον περιγράψω.
-Αν θες, μπορούμε να σου τον κάνουμε δώρο στα γενέθλιά σου, είπε ο μπαμπάς συγκινημένος.
-Μπαμπά, νομίζω πως έχω αρκετούς δράκους. Δε χρειάζομαι άλλους. Θα χαρίσω και μερικούς στο ξαδερφάκι μου και στους γείτονες.
Ο Πέτρος είχε θεραπευτεί (από την πλεονεξία του).

Αναστασία Κυριακίδου
Β’ τάξη (βιβλίο Πλεονεξία από τη σειρά «Τι νιώθεις;» της Β. Μονρεάλ , εκδ. Φλούδας)


Η Ζέλια ζούσε ευτυχισμένη στο σπιτάκι της. Είχε ένα ροζ δωμάτιο κι ένα γαλάζιο κρεβάτι. Είχε δικά της τα πιο όμορφα παπούτσια του κόσμου και το πιο θαυμάσιο φόρεμα. Δικό της ένα κουτί γεμάτο παιχνίδια. Δικό της κι έναν ωραίο μπαμπά. Και μια μαμά μόνο για κείνη!
Μιχαέλα Δαρίδου
Β’ τάξη (βιβλίο Ζήλια από τη σειρά «Τι νιώθεις;» της Β. Μονρεάλ, εκδ. Φλούδας)


Η Έλλη είχε χάσει τους γονείς της όταν ήταν μωρό κι έτσι αποφάσισε πως είχε έρθει η ώρα να… να ζητήσει καινούριους γονείς.
-Θέλω έναν μπαμπά και μια μαμά!
Η Έλλη είχε τώρα καινούριους γονείς. Δύο πολύ όμορφους ανθρώπους, όμως…

Αγγελική Πετκανά
Β’ τάξη (βιβλίο Ευτυχία από τη σειρά «Τι νιώθεις;» της Β. Μονρεάλ, εκδ. Φλούδας)


-Ξένε μου, πάρε κι εσύ κάτι για τους δικούς σου.
-Έχω μια κόρη όμορφη και μοσχαναθρεμμένη.
Φέρε μου δώρο ακριβό να μην το έχει άλλη.
-Έχω μια χάντρα, ξένε μου, από χρυσό κι ασήμι.
-Αυτή τη χάντρα φέρε μου, κυρά μου, δίχως άλλο.
-Αυτή η χάντρα, ξένε μου, με χρήμα δεν ξοφλιέται.
-Πες μου, τι θα ‘θελες κυρά κι εγώ θα σου το δώσω.
-Τριάντα μέρες, ξένε μου, τα μάτια σου μην κλείσουν.
Τριάντα μέρες, ξένε μου, τριάντα δύο νύχτες.
Τριάντα μέρες έμεινε ξάγρυπνος ο πατέρας.
Τριάντα μέρες έμεινε, τριάντα δύο νύχτες.

Κατερίνα Κατσανέβα
Γ’ τάξη (Η χάντρα η ασημένια, η χρυσομαλαματένια, της Σ. Γραμμόζη, εκδ. Παρρησία) 

Για το ίδιο βιβλίο η Χριστίνα Χριστοπούλου-Γ’ τάξη είπε πως ολόκληρο το περιεχόμενό του μιλάει για την αγάπη στον πατέρα, γι’ αυτό και έκανε τον κόπο να γράψει και να μας παραδώσει την περίληψη όλου του βιβλίου:
Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένα ζευγάρι που είχε μια κόρη όμορφη και μοσχαναθρεμμένη. Την ονόμασαν Μελένια γιατί τα μαλλιά της είχαν το χρώμα του μελιού. Ο πατέρας της, που ταξίδευε σε χώρες μακρινές, της είχε φέρει πριν από πολλά χρόνια μια χάντρα ασημένια και χρυσομαλαματένια. Τη χάντρα αυτή η Μελένια τη φόραγε πάντα στον λαιμό της.
Ο πατέρας την είχε αγοράσει από μια γυναίκα που του είπε ότι για να την ξεπληρώσει θα πρέπει να μείνει ξάγρυπνος τριάντα μέρες και τριάντα δύο νύχτες.
Έτσι κι έγινε και ο πατέρας κέρδισε τη χάντρα. Όμως υπήρχε ένας όρος: η χάντρα δεν έπρεπε να χαθεί γιατί αν αυτό συνέβαινε θα ‘πρεπε να μείνει πάλι κάποιος ξάγρυπνος τριάντα μέρες και τριάντα δύο νύχτες για να βρεθεί.
Δυστυχώς, η Μελένια περπατώντας στην παραλία έχασε στην άμμο τη χάντρα. Όσο κι αν έψαξε δεν μπόρεσε να τη βρει. Γι’ αυτό απελπισμένη ζήτησε τη βοήθεια του φεγγαριού. Κι αυτό κατέβηκε χαμηλά και φώτισε τη θάλασσα και τη χρυσή άμμο. Πρώτα ένας βαρκάρης είδε το φεγγάρι κι αφού έμαθε την ιστορία της Μελένιας προσπάθησε, μάταια όμως, να βοηθήσει.
Ένα δεύτερο παλικάρι κατάφερε να μείνει ξάγρυπνο και να βρει τη χάντρα. Την έδωσε στο φεγγάρι κι αυτό με μια φεγγαροαχτίδα την έστειλε στην αυλή της Μελένιας. Η Μελένια ξύπνησε και τρισευτυχισμένη τη φόρεσε στον λαιμό της. Τι ανακούφιση ένιωσε που δε θα στενοχωρούσε τον μπαμπά της…
Λίγες μέρες μετά γνώρισε το παλικάρι σε μια μεγάλη γιορτή.
Φυσικά στο τέλος αγαπήθηκαν και με την ευχή του πατέρα της παντρεύτηκαν.
Αχ πατέρα προδότη. Πατέρα άγιε. Πατέρα ήρωα. Πατέρα νικητή. Πατέρα με χρώματα και ήλιους. Πατέρα λιμάνι και έρημο. Πατέρα επαναστάτη. Πατέρα συμβιβασμένε. Κλαίω μαζί σου καθώς διαβάζω τους στίχους σου.

Μαργαρίτα Μπούζμη
Στ’ τάξη (Η ζωή με τον πατέρα, Α. Κοκορέλη, εκδ. Πατάκη)

Ήταν χαρούμενος, πολύ χαρούμενος ο Φίλιππος, που ζούσε ως τότε με τον καημό ότι δεν πρόλαβε να γνωρίσει τον πατέρα του. Κι όταν τον έλεγαν «ορφανό», ένιωθε μια πελώρια βελόνα να του κεντρίζει την καρδιά. Μέσα σε τέσσερις μήνες, γεμάτους περιπέτειες, προσπάθεια και συχνές απογοητεύσεις, είχε κερδίσει τον αγώνα να ξαναβρεί τον αγνοούμενο του πολέμου, που μοναδική ανεύθυνη πληροφορία γι’ αυτόν ήταν πως τον είχαν συναντήσει στο στρατόπεδο του Μαουτχάουζεν κοντά στο Λιντς. Από κει κι έπειτα δεν είχε για κείνον άλλες πληροφορίες. Κι όσοι άκουαν πως αναζητούσε να βρει έπειτα από δεκατρία ολόκληρα χρόνια «αφάνειας» έναν παλιό κρατούμενο θεωρούσαν την προσπάθειά του αυτή καθαρή τρέλα.
Κι όμως ναι, είχε κερδίσει το δύσκολο αυτό αγώνα. Είχε βρει επιτέλους τον άνθρωπο που αναζητούσε, τον πατέρα που δεν είχε αξιωθεί τόσα χρόνια ν’
αγκαλιάσει. Τ’ όνειρο ολόκληρης της ζωής του είχε «πάρει σάρκα και οστά» κι ας του είχε στοιχίσει ως τώρα τόσα βάσανα.
Τώρα όμως άλλο πρόβλημα ορθωνόταν μπροστά του. Ο πατέρας που τόσα χρόνια λαχταρούσε είχε βρεθεί. Αλλά…

Σοφία Παπαϊωαννίδου και Θεοδώρα Λαμπροπούλου
Στ’ τάξη (Ο γυρισμός του πατέρα, Κ. Σφαέλλου, εκδ. Πατάκη)

Αλλά εδώ και λίγους μήνες, πώς να το κάνουμε, τα έβρισκε μπαστούνια στην αριθμητική. Κι η μητέρα του δεν μπορούσε να τον βοηθήσει σ’ αυτό το μάθημα. Φυσικά η μητέρα του έκανε τις πράξεις στο λεπτό και έβρισκε το αποτέλεσμα, αλλά τα λογάριαζε αλλιώτικα απ’ το δάσκαλο. Και του τα εξηγούσε κιόλας, αλλά όταν μια φορά βγήκε ο Πέτρος στον πίνακα και έλυσε το πρόβλημα όπως του είχε δείξει η μητέρα του, ο κύριος Μπέκερ συγχύστηκε.
-Θα λύνεις τα προβλήματά σου όπως σας έχω δείξει εγώ, είπε, και ο Πέτρος πήρε πάλι κακό βαθμό, αν και είχε βρει τη σωστή λύση. «Πρέπει να ‘χει κανείς πατέρα», συλλογιζότανε, «γιατί ο πατέρας θα ‘δινε στο δάσκαλο να καταλάβει ότι σημασία έχει να βρίσκεις το σωστό αποτέλεσμα». Έβγαλε το μαντίλι του από την τσέπη και έκανε πως σκουπίζει τη μύτη του. Δεν είναι ανάγκη να καταλάβουν ότι είναι έτοιμος να κλάψει. «Έπρεπε να ‘χω πατέρα» σκέφτηκε και τότε ξέσπασε στα κλάματα. «Μα έχω πατέρα» συλλογίστηκε ύστερα κι ίσως κάποτε γυρίσει κοντά μας.

Σοφία Παπαϊωαννίδου
Στ’ τάξη (Ο φανταστικός μπαμπάς του Πέτρου, Β. Κέρνερ, εκδ. Σπάθης)

Ήμουν στην πρώτη Γυμνασίου όταν χάθηκε η μητέρα μου. Τι υπομονετική και γλυκιά που ήταν!...
Τον πατέρα μου δεν τον έβλεπα παρά το βράδυ, όταν γύριζε από τη δουλειά του. Τη μέρα με φρόντιζε μια γειτόνισσα κι έτσι διόρθωνε τα πενιχρά οικονομικά της. Ο πατέρας μου ήταν περήφανος. Ήθελε να μη μου λείπει τίποτα.

Ηλίας Άλτας
Στ’ τάξη (Το μυστικό του πατέρα, Α. Παπάκου, εκδ. Ρέκος)

Ποτέ άλλοτε ο Φίλιππος δε βιαζόταν τόσο να γυρίσει σπίτι του όσο τη βραδιά εκείνη όταν ο περιπτερούχος, ακούγοντας τυχαία τ’ όνομά του, έπιασε κουβέντα για τον πατέρα του.
-Πώς ήταν ο πατέρας σου; Τον θυμάσαι;
Πώς γίνεται να τον θυμάμαι; Ούτε εκείνος με είδε ποτέ ούτε εγώ.
(…) Η κυρα-Πηνελόπη δεν έφερε αντίρρηση. Τόσα χρόνια δεν προσπαθούσε τάχα να κρατά ζωντανή στην καρδιά του παιδιού της την ανάμνηση του πατέρα που δεν είχε το δόλιο γνωρίσει;

Σοφία Παπαϊωαννίδου
Στ’ τάξη (Για τον πατέρα, Κ. Σφαέλλου, εκδ. Πατάκη)

Η αλήθεια είναι πως από τότε που απόχτησα το νυχτερινό μπαμπά μου θυμάμαι πιο εύκολα το καθετί. Δεν ξεχνάω τίποτα απ’ όσα λέμε και κάνουμε μαζί. Είναι τώρα τόσο πιο διασκεδαστικά! Πρώτα μ’ έπνιγε η βαρεμάρα. Το μόνο που έκανα ήτανε να λέω ιστορίες στον εαυτό μου. Μ’ αρέσει καμιά φορά να διηγιέμαι κάτι σε μένα, μα όχι και όλη την ώρα. Τώρα κουβεντιάζω μαζί του… τον ρωτάω…
(…) Οι νυχτερινοί μπαμπάδες είναι αληθινοί μπαμπάδες, δεν είναι φαντασίες και πράσινα άλογα, και θα το δούνε όλοι!

Σοφία Παπαϊωαννίδου
Στ’ τάξη (Ο νυχτερινός μπαμπάς, Μ. Γκρίπε, εκδ. Κέδρος)

Είναι ωραία όταν κάθονται κοντά στο μαγκάλι με τον μπαμπά. Και ψήνουν μακαρόνια και καψαλίζουν ψωμί και μετά το ραντίζουν με λάδι και ζάχαρη, κι όσο τα κάνουν όλα αυτά, της λέει ιστορίες από τη Μικρά Ασία.

Νάντια Παπασταύρου
Στ’ τάξη (Τ’ αυγουστιάτικο φεγγάρι, Β. Μάστορη, εκδ. Πατάκη)

Αφιερώνεται σε όλους τους μπαμπάδες που έχουν χαραχτεί στη μνήμη και την καρδιά των παιδιών τους με αγάπη… 


Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 12 Ιουνίου 2014, αρ. φύλλου 744


2 σχόλια:

  1. Με τη σάκα τους φορτωμένη αλήθειες13/10/14

    Από λεπτότητα η κ. Σόνια Ευθυμιάδου-Παπασταύρου δεν έδωσε στα παιδιά να διαβάσουν και το δικό της βιβλίο;
    Κι όμως, θυμάμαι όταν το διάβασα πριν από χρόνια πόση εντύπωση μου είχαν κάνει δύο εικόνες.
    Η μία του πατέρα που έφτιαχνε με τον γιο του έναν μικρό ξύλινο σταυρό και η άλλη του μικρού που αποκάλυψε στην τάξη του ότι ο μπαμπάς του τον νανούριζε με το "φεγγαράκι μου λαμπρό"...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ανώνυμος14/10/14

    Οχι..... Γιατι περιμενε εσενα να διαφημισεις τον αλτρουϊσμο της!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ