1.4.12

ΘΡΑΣΥΒΟΥΛΟΥ ΟΡ. ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΗ: Η Νέμεση και οι ευθύνες

Σκέψεις για την παραπομπή του τ.πρωθυπουργού


ΟΔΟΣ 626 |  26.1.2012

Η πολιτική της εθνικής σωτηρίας συνίσταται εις την συναδέλφωσιν όλων των Ελλήνων. Αλλ’ η συναδέλφωσις θα ήτο αρχή ανήθικος εάν επρόκειτο να σημάνη λήθην ή μετάθεσιν των τρομερών ευθυνών, σύγχυσιν των αθώων και των ενόχων.
Διάγγελμα 4/17 Οκτωβρίου 1922
Επιτροπής Επαναστάσεως 1922 στον M.L.Smith,
Το Όραμα της Ιωνίας. Η Ελλάδα στη Μικρά Ασία 1919-1922

Όταν οι δικαστικές ή εισαγγελικές αποφάσεις δεν είναι αρεστές σε κάποιον πολίτη, ασκεί τα ένδικα μέσα που του επιτρέπονται και δεν περιέρχεται τα φόρα καταφερόμενος εναντίον εκείνων που τις εξέδωσαν.
Όταν δυο άμεμπτοι εισαγγελείς παραπέμπουν στη Βουλή ένα τέως πρωθυπουργό και κορυφαία στελέχη της κυβέρνησης του, με το ερώτημα της διερεύνησης ενδεχόμενης ύπαρξης ποινικών ευθυνών για τη διόγκωση και τον αυθαίρετο προσδιορισμό του ελλείμματος, με βάση το οποίο έλλειμμα υπήχθη η χώρα στο μηχανισμό στήριξης, και η πρόταση αυτή στηρίζεται στο σύνολο του συλλεχθέντος αποδεικτικού υλικού, από το οποίο προέκυψαν στοιχεία σχέσιν έχοντα με αξιόποινες πράξεις, τότε το κυβερνών κόμμα στο οποίο ανήκουν οι εν λόγω πρώην και νυν, οφείλει να σιωπά, αναμένοντας την εξέλιξη του ζητήματος. Για την περίπτωση βεβαίως που υπάρχουν όντως ποινικές ευθύνες πολιτικών προσώπων, η βαρύτητα της κατηγορίας αλλά και των συνεπειών της στην ίδια τη χώρα και στα εκατομμύρια των πολιτών της είναι τέτοιας έκτασης, που πιστεύω ότι ξεπερνά κάθε όριο πολιτικής ανοχής. Θυμίζω απλώς ότι για ελάσσονος κλίμακας αδικήματα στο παρελθόν, πολιτικά πρόσωπα αυτής της χώρας, αλλά και άλλων χωρών, οδηγήθηκαν σε έκτακτα στρατοδικεία και κάποιοι αντιμετώπισαν την εσχάτη των ποινών…

Οι πολιτικές ευθύνες του τέως πρωθυπουργού και κορυφαίων στελεχών της κυβέρνησης του είναι δεδομένες και πέραν πάσης αμφισβητήσεως. Μετά από δυο χρόνια διακυβέρνησης και αφού επέβαλε στον ελληνικό λαό τα επαχθέστερα μέτρα που έχει ποτέ επιβάλει δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση, παρέδωσε τη χώρα σε σαφώς χειρότερη κατάσταση από εκείνη που παρέλαβε, έχοντας προηγουμένως καταρρεύσει πολιτικά. Τις πολιτικές ευθύνες τις κατανέμει ο ελληνικός λαός – και η ώρα αυτή έρχεται. Το ζητούμενο αυτή την στιγμή είναι το εάν υπάρχουν πλέον των πολιτικών και ποινικές ευθύνες. Την απάντηση μπορεί να τη δώσει μονάχα η Δικαιοσύνη.
Δε θα προσθέσω τίποτε περισσότερο εδώ για το νόμο περί ευθύνης υπουργών, πιστεύοντας απλά ότι σε μια ευνομούμενη χώρα τέτοιος νόμος δεν έπρεπε να υπάρχει καν, και τα πολιτικά πρόσωπα θα έπρεπε να έχουν την ίδια νομική αντιμετώπιση με οποιονδήποτε απλό πολίτη. Στις ευνομούμενες χώρες τα πολιτικά πρόσωπα δεν αντιμετωπίζονται ως γαλαζοαίματοι πρίγκηπες και ευγενείς, ούτε σχεδιάζουν νόμους για να απαλείψουν από τους εαυτούς των πάσα ευθύνη και συνέπεια, αλλά όταν παρανομούν, τιμωρούνται παραδειγματικά.

Στην περίπτωση μας, ο σοσιαλεπώνυμος πολιτικός σχηματισμός με ανακοινώσεις του, ενώ θα έπρεπε να έχει ποιήσει την νήσσα, αμφισβήτησε αναφανδόν και με προκλητική φρασεολογία την εν λόγω εισαγγελική απόφαση, χαρακτηρίζοντας την μεθοδευμένη. Όταν σε μια Δημοκρατία αμφισβητείται κατά τέτοιο τρόπο η Δικαιοσύνη και οι αποφάσεις της, και η αμφισβήτηση αυτή δεν τίθεται από ένα απλό πολίτη – στον οποίο ίσως εν τέλει θα συγχωρείτο κάποιος ψυχικός βρασμός – αλλά γίνεται ευθέως από ένα πολιτικό κόμμα, που συμβαίνει μάλιστα σήμερα να είναι και το πλειοψηφούντως κυβερνών, χρηματοδοτείται δε από τους επαχθώς φορολογούμενους πολίτες, τότε είναι αυτή η ίδια η Δημοκρατία, η οποία βρίσκεται υπό αμφισβήτηση.
Όταν περαιτέρω, οι ίδιοι αυτοί εισαγγελείς λίγες μέρες πριν, εξαναγκάζονται να προβούν σε διάβημα, έχοντας φτάσει στα όρια της παραίτησης από μια θέση, η οποία έχει θεσμοθετηθεί για να διαφυλάξει ουσιαστικά αυτή τη Δημοκρατία, επικαλούμενοι μάλιστα παρεμβάσεις εξωθεσμικών παραγόντων, που δυσχεραίνουν το έργο τους, τότε αφενός είναι εύκολος ο συνειρμός του πόθεν ήλθαν οι παρεμβάσεις αυτές, αφετέρου εξέρχεται το συμπέρασμα ότι τα προβλήματα της Δημοκρατίας μας είναι δομικά.
Έτι περισσότερο, η παραπάνω θέση ενισχύεται από το γεγονός ότι η εκτελεστική εξουσία, χρησιμοποιώντας τη νομοθετική, επιχείρησε να «καταργήσει» τους εισαγγελείς αυτούς, μέσω προσχηματικών νομοθετικών παρεμβάσεων, χωρίς να υπάρχει αιτία και αποχρών λόγος γι’ αυτές.

Αν γράφω τις παραπάνω σκέψεις, δεν το κάνω βεβαίως για να υπερασπιστώ τους εν λόγω εισαγγελείς, διότι αφενός μεν δεν μέμφονται από κανέναν για το οτιδήποτε, αφετέρου δε δεν έχουν ανάγκη καμιάς υπεράσπισης από τον οποιονδήποτε. Ευτυχώς η Δικαιοσύνη σε αυτή τη χώρα είναι ανεξάρτητη και οι δικαστές απολαμβάνουν λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία, κατά την άσκηση δε των καθηκόντων τους υπόκεινται μόνο στο Σύνταγμα και τους νόμους και σε καμιά περίπτωση δεν υποχρεούνται να συμμορφώνονται με διατάξεις που έχουν τεθεί κατά κατάλυση του Συντάγματος. Τουλάχιστον αυτά ορίζει ακόμη το Σύνταγμα της Ελλάδος, στο άρθρο 87. Οφείλω όμως να επισημάνω ότι η προτεραία κυβέρνηση πολλάκις εισηγήθηκε και ψήφισε διατάξεις που σαφώς αντιβαίνουν το Σύνταγμα, αφετέρου δε, πολλά στελέχη της αντιμετώπιζαν την ελληνική Δικαιοσύνη με μια ισοπεδωτική λογική, ενώ ποικιλοτρόπως θεωρούσαν τους Έλληνες δικαστές όπως τους πλεονάζοντες δημοσίους υπαλλήλους. Πολλάκις δε, όταν δικαστικές αποφάσεις δεν ήταν αρεστές σε στελέχη της παρελθούσης κυβέρνησης, που δυστυχώς συμμετέχουν και στην παρούσα, δε δίστασαν τα στελέχη αυτά να καταφερθούν κατά των δικαστών.

Ίσως όλα τα παραπάνω να είχαν θεωρητική σημασία, εάν δεν βρισκόμασταν ως χώρα σε σημείο καμπής και επί ξυρού ακμής, καθώς τις ώρες που γράφεται το παρόν σημείωμα, ολοκληρώνονται οι διαπραγματεύσεις για το «κούρεμα» του δημόσιου χρέους της Ελλάδας. Το πολυσυζητημένο αυτό «κούρεμα» του ελληνικού χρέους, για το οποίο λιγότερο από ένα χρόνο πριν, μεγαλόσχημα κυβερνητικά στελέχη διερρήγνυαν τα ιμάτια τους πως δεν θα πραγματοποιείτο, δεν θα επιφέρει απλώς ζημίες στους ομολογιούχους και στους πιστωτές, αλλά θα προκαλέσει δυσμενέστατες συνέπειες σε ολόκληρο τον ελληνικό λαό. Διότι βεβαίως η έννοια του ομολογιούχου δεν είναι αόριστη, αλλά σε αυτή συμπεριλαμβάνονται τα ασφαλιστικά ταμεία της χώρας, δηλαδή το ασφαλιστικό της μέλλον – το οποίο θα είναι προφανώς μελανό.
Η Ελλάδα έχει ήδη πτωχεύσει – δεν χρειάζεται να παίζουμε με τις λέξεις, ούτε να ωραιοποιούμε τα δεινά με ευφυολογήματα. Όταν μια χώρα αθετεί την πληρωμή έστω και ενός μέρους υπεσχημένων οφειλών της, τότε αυτή η χώρα πτωχεύει. Και αυτό ισχύει, είτε «ευοδωθεί» η διαδικασία του αμφιλεγόμενου «κουρέματος», είτε όχι.

Το σημείωμα αυτό γράφτηκε ακριβώς επειδή κατά την κρίση του γράφοντος το γεγονός ότι η χώρα μας οδηγήθηκε στις «αγκαλιές» του ΔΝΤ και της Τρόικας ήταν αποκλειστική πολιτική επιλογή και ευθύνη του προηγούμενου πρωθυπουργού, προαποφασισμένη πιθανότατα ήδη όταν αναίσχυντα αναφερόταν στις προεκλογικές ομιλίες του στα «υπάρχοντα χρήματα». Η τυχόν λοιπόν ποινική ευθύνη τόσο του ιδίου, όσο και των αποκλειστικής επιλογής συνεργατών του για την αλλοίωση των στατιστικών στοιχείων του ελλείμματος της χώρας, αναμένει την ώρα της κρίσης και της κάθαρσης…

Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 21 Ιανουαρίου 2012, αρ. φύλλου 626

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ