ΟΔΟΣ 17.5. 2012 | 642 |
Η κατάσταση στην Ελλάδα, ολόκληρη την εβδομάδα μετά τις εκλογές – όπως και όλη η προηγούμενη και (δυστυχώς) η αμέσως επόμενη πολιτική περίοδος, θα καταγραφούν στην ιστορία της χώρας. Φυσικά, όχι με χρυσά γράμματα. Κατά πάσα πιθανότητα, θα γραφτούν με θαμπά χρώματα όσα έγιναν, συμβαίνουν και θα συμβούν, αν επαληθευτούν οι εκτιμήσεις. Όχι μόνο επειδή οι συνθήκες από την αρχή (και λίγο πριν το 2009) ήταν δύσκολες και πρωτόγνωρες. Αλλά πρωτίστως διότι, από μια σοβαρή αλλά πρωτίστως οικονομική κρίση, η κατάσταση εξελίσσεται σε κάτι που προϊδεάζει για μια επερχόμενη καταστροφή. Πολιτική, κοινωνική, ίσως και εθνική αυτοκτονία. Εκτός κι’ αν την τελευταία στιγμή, στις νέες εκλογές γίνει ένα θαύμα.
Υπάρχουν στιγμές σ’ αυτές τις ώρες του πολιτικού μαρτυρίου που ο βασανισμός μοιάζει ατελείωτος, και μπορεί να υποστηριχθεί ότι τα αστεία τελείωσαν, ενώ η Ελλάδα κινδυνεύει θανάσιμα. Κινδυνεύει από την μεγαλύτερη καταστροφή μετά το 1922, και υπό συνθήκες που παραπέμπουν ακόμη πιο παλιά. Και συγκεκριμένα στο 1453 όταν –μήνας Μάϊος και τότε- παραδομένοι στην τυφλή και κουφή ιδιορρυθμία που προκλήθηκε από την εσωστρέφεια, και την εν συνεχεία δημιουργία των (ακόμη συντηρούμενων) στερεοτύπων και προκαταλήψεων για την ιστορική και εθνική (δήθεν) ανωτερότητα του νέου ελληνισμού, οι Βυζαντινοί απέτυχαν να αποτρέψουν την ολοκλήρωση της κατάκτησής τους από τους Οθωμανούς. Τους οποίους προτίμησαν τελικά, παρά την… λατινική καλύπτρα.
Και παραδόθηκαν σε τέσσερις αιώνες μοναξιάς, στην σκλαβιά ενός τόσο διαφορετικού κόσμου, όπως των Τούρκων που ακόμη και σήμερα, 2 αιώνες περίπου μετά την Επανάσταση (και 100 μετά την απελευθέρωση της Καστοριάς), αισθητικά τουλάχιστον εξακολουθούν να καθορίζουν πολλές από τις τύχες και τις πτυχές του σύγχρονου ελληνισμού και ιδιαίτερα της Ελλάδος. Με σημαντικότερο στοιχείο την διαφθορά, δωροδοκία και την μοιρολατρία.
Στην Καστοριά, οι μέρες αυτές διατηρούν με δραματικό τρόπο τις ανοικτές πληγές της τοπικής κοινωνίας σε όλα τα επίπεδα και τα μέτωπα. Όπως και ένα τεράστιο ερωτηματικό να συνοδεύει τις προοπτικές των δύο νεοεκλεγέντων βουλευτών, Μαρίας Αντωνίου (από την Ν.Δ) και Σ. Κουμπάνη (από τους «Ανεξάρτητους Έλληνες») στις θέσεις που κατείχαν οι Ζήσης Τζηκαλάγιας και Φίλιππος Πετσάλνικος.
Με εξαίρεση την περίπτωση του Φιλίππου Πετσάλνικου, που ως προς τα καθεστωτικά χαρακτηριστικά των ατελείωτων θητειών του -για τα οποία και μόνο- θα έπρεπε ήδη να έχει αποχωρήσει από την πολιτική ζωή της Καστοριάς εδώ και χρόνια, δεν είναι εύκολο να απαντηθεί η απορία τι είναι αυτό που θα αποδείξει ότι αυτά που δεν μπόρεσαν -ή δεν θέλησαν- να κάνουν οι προηγούμενοι υπέρ του τόπου, θα τα επιτύχουν οι νέοι βουλευτές, οι οποίοι τις πρώτες ημέρες της εκλογής τους δεν δείχνουν κάποιο αξιοσημείωτο πολιτικό πλεονέκτημα ή ιδιότητα που να κάνει την διαφορά. Προς το παρόν τουλάχιστον. Διότι μετά τις επόμενες εκλογές η τυχόν επανεκλογή της κ. Μαρίας Αντωνίου στο αξίωμα του μοναδικού πια βουλευτή Καστοριάς, θα προσθέσει ακόμη πιο βαριές ευθύνες στις πλάτες της, μιας και δεν θα υπάρχει δεύτερος βουλευτής.
Έτσι, εν όψει των νέων εκλογών στις οποίες οδηγείται η χώρα, θεωρείται πιθανό ότι μετά απ’ αυτές -αν έχει απομείνει κάτι- να μην τίθεται πλέον κανένα ζήτημα για την βραχύβια εκλογή του κ. Σ. Κουμπάνη. Επιτρέπονται όμως και γι’ αυτόν οι συγκριτικές εκτιμήσεις, ιδιαίτερα μετά τις παιδιάστικες, αλλά προπαντός επικίνδυνες για πολιτικό άνδρα παλινωδίες του προέδρου κ. Πάνου Καμμένου αναφορικά με την περίφημη non paper επιστολή του. Την οποία ενώ προφανώς (και ορθά) παρέδωσε στον πρόεδρο της Δημοκρατίας, πριν αλέκτωρ φωνήσαι τρις, υπό την απειλή των ζηλωτών ανενδότων του κόμματός του (πρόκειται για κάτι γραφικές καρικατούρες, κοινούς αργόσχολους και τηλεπερσόνες) ανακάλεσε άρον-άρον για να γελοιοποιηθεί.
Ίσως γι αυτή την ρευστότητα και την ασάφεια να ευθύνεται η γενική πολιτική κατάσταση που τραυματίζει ακόμη περισσότερο την Ελλάδα ως κράτος, πατρίδα και ιδέα. Η περιφορά των διερευνητικών εντολών μετά τις εκλογές της 6ης Μαΐου, και η στάση πολιτικών εκφραστών και παραγόντων από διαφορετικά κόμματα, ιδιαίτερα της «αγνής» αριστεράς και «πατριωτικής» δεξιάς, που προσπαθούσαν να διώξουν από πάνω τους την κυβερνητική ευθύνη, υποβάθμισε ακόμη περισσότερο την προοπτική ανάκαμψης της οικονομίας και της κοινωνίας.
Αντίστοιχα δύσκολες καταστάσεις παρατηρήθηκαν σε πολλά κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μόνο που εκεί, η διαφαινόμενη αλλαγή σε λιγότερο αυστηρές συνταγές της ανατολικογερμανίδας Καγκελαρίου Άγκελα Μέρκελ, παρέχουν ήδη, έστω και δειλά, τις πρώτες ενδείξεις ανάκαμψης, από τις οποίες η Ελλάδα είναι και πάλι απούσα, εξ αιτίας του απόλυτου μετεκλογικού χάους και ήδη εν όψει του προεκλογικού αποπροσανατολισμού.
Έτσι στον διεθνή περίγυρο, η Ελλάδα απομονώθηκε ακόμη περισσότερο, με αποτέλεσμα η αξία της ιδιαίτερα ως πρωταρχικού φορέα των αξιών του δυτικού κόσμου (μέγεθος που πάντοτε την αναβάθμιζε), συρρικνώθηκε τόσο πολύ ώστε να προστεθεί ένα ακόμη προσβλητικό εξώφυλλο με τον ακραίο τίτλο «Αντίο Ακρόπολη» από το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel, στοιχείο που πιστοποιεί προχωρημένη διάρρηξη των ιστορικών και ψυχικών δεσμών της Ευρώπης προς την Ελλάδα.
Ρήξη που έχει ξεπεράσει ακόμη και τα τελευταία ψυχολογικά όρια, με αποτέλεσμα να διεξάγεται ελεύθερος και ακατάσχετος διάλογος για την έξοδο της Ελλάδος από την ευρωζώνη, ακόμη και δε και την αποβολή της από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Εξέλιξη που ενθαρρύνεται και τροφοδοτείται από τον γερμανικό μεγαλοϊδεατισμό, ο οποίος σε μόλις 20 χρόνια επανένωσης των δύο Γερμανιών φέρνει και πάλι την Ευρώπη ενώπιον δύσκολων καταστάσεων. Με πρώτο θύμα (και θύτη ταυτόχρονα) την Ελλάδα, η οποία τίθεται ενώπιον τρομακτικών διλημμάτων, όπως ευρώ ή δραχμή, αλλά και Ευρώπη ή Αφρική, και εν τέλει to be or not to be.
Μια χώρα στην οποία τα κόμματα δεν δείχνουν να έχουν αντιληφθεί επαρκώς το περίφημο «μήνυμα» που έστειλε ο επίσης περίφημος για την αστάθειά του ελληνικός λαός. Είναι ο ίδιος λαός που φώναζε κάποτε το «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο», και μέχρι πρόσφατα θρηνούσε την «δραχμούλα» του, για να διαρρηγνύει τώρα τα ιμάτια του ακόμη και στην λέξη «δραχμή». Κι’ όμως παρά ταύτα, να ψηφίζει τον ΣυΡιζΑ που καθώς αναδείχθηκε ο ουσιαστικός νικητής των εκλογών της 6ης Μαΐου, όλες τις προηγούμενες ημέρες έδειξε να είναι ανέτοιμος, ανώριμος και προπαντός απρόθυμος να διαχειριστεί κυβερνητικές ευθύνες.
Διότι, όχι μόνο η ανεξήγητη στάση του προέδρου του ΣυΡιζA, αλλά προπαντός οι απίστευτες δηλώσεις-απειλές στελεχών του, ολοκλήρωσαν το κακό. Μιλώντας ακατάπαυστα, αμετανόητα και με αλαζονεία, άλλοτε για καταγγελία των συμβάσεων που υπέγραψε η Ελλάδα, άλλοτε για έξοδο από το ΝΑΤΟ, άλλοτε για διαγραφή του χρέους (πάντοτε μονομερώς και χάρη στον γνωστό ελληνικό τσαμπουκά του τσάμπα μάγκα) άλλοτε για επιστροφή στην δραχμή, ή ακόμη χειρότερα για δήμευση των καταθέσεων, επανακρατικοποιήσεις των προβληματικών επιχειρήσεων – καρκινωμάτων του Δημοσίου, για κοινωνικοποίηση των τραπεζών, για επιβολή «αναγκαστικού» δανείου 100,00 ευρώ σε κάθε μεγαλοεισοδηματία που θα τολμούσε να δηλώνει πάνω από 20.000,00 ευρώ τον χρόνο, και άλλα τέτοια τραγικά και αναχρονιστικά. Τα οποία έδωσαν την εντύπωση ότι η Ελλάδα σύντομα θα μετατραπεί σε ένα κομμουνιστικό παράδεισο τύπου Κούβας, ή σε μια «ελεύθερη» οικονομία τύπου Βενεζουέλας, χώρες τις οποίες μοιάζει να θαυμάζει -για τους δυνάστες τους- η ηγεσία του.
Αρωγός σε όλα αυτά ο «αειθαλής» κ. Μανώλης Γλέζος, ένας κλασσικός αριστερός παλιάς κοπής, τιμημένος με το βραβείο Λένιν από την Σοβιετική Ένωση, τον οποίο πληρώνει η χώρα επειδή 70 χρόνια πριν έπραξε το αυτονόητο: κατέβασε την γερμανική σημαία από την Ακρόπολη. Ενώ τώρα ανέλαβε εργολαβικά την κομματική εντολή να τρομάζει με τις αναχρονιστικές πολιτικές απόψεις του, τους... καπιταλιστές. Όπως και η κ. Ζωή Κωνσταντοπούλου, θυγατέρα του άλλοτε προέδρου του ΣυΡιζΑ Νίκου Κωνσταντοπούλου, η οποία με τις τρομακτικές απόψεις της και την τυφλή αφοσίωσή της, ανέλαβε να διδάξει πολιτικό ήθος και τον αποστομωτικό τρόπο με τον οποίο το κόμμα της «τιμωρεί» την οικογενειοκρατία και τον νεποτισμό των δύο άλλων κομμάτων. Καθ’ ότι έχουν γεμίσει και τα αριστερά κόμματα από γόνους και απογόνους. Όπως ακριβώς η Κούβα και η Κορέα. Η βόρειος εννοείται.
«Να ζει κανείς ή να μη ζει», μοιάζει να αναρωτιέται στο χείλος του γκρεμού η Ελλάδα, όπως και σημαντικό τμήμα του ελληνικού λαού, που είναι περίπου το ίδιο υπεύθυνο για το σημείο στο οποίο οδηγήθηκαν τα πράγματα. Και τώρα, με ορατό τον κίνδυνο να κατεβεί και η ελληνική σημαία από την Ακρόπολη, άφωνος, μουδιασμένος ή και συνένοχος ο ελληνικός λαός, παρακολουθεί μερικούς από τους εκλεκτούς του, να καυγαδίζουν για το ποιος απ’ αυτούς θα προλάβει να ανοίξει την κερκόπορτα. Τούτο τον Μάϊο του 2012.
Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 17 Μαΐου 2012, αρ. φύλλου 642
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.