«Ο συνετός και μαχητικός ιεράρχης,
ο σοφός και πάντοτε μειλίχιος δάσκαλος,
ο εθνικός και υπέρμαχος αγωνιστής
των ελληνικών ιδεωδών, ο άνθρωπος»
Περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 71-72, 1968, Φλώρινα
Η αιτία για την πολύ σημαντική στιγμή που ζούμε όλοι μας τώρα υπήρχε εδώ και πολλά χρόνια. Υπήρχε από τότε που πρωτοακούσαμε τ’ όνομά του και ποιος ήταν ο ξεχωριστός αυτός Μαυροβινός∙ ένας συγχωριανός μας που, με πόνο διαπιστώναμε μες στα χρόνια που περνούσαν, πως δεν τον γνώριζε το ίδιο το χωριό που τον γέννησε. Βγαίνει, μάλιστα, το συμπέρασμα πως το χωριό μας αυτό το ξεχωριστό παιδί του το αγνοούσε εξαρχής, όχι πως, ενώ το γνώριζε, το ξέχασε με τα χρόνια. Όλο αυτό, λοιπόν, όσο δε γινόταν κάτι για ν’ αλλάξει, ήταν μια μέγιστη αχαριστία από μέρους όλων μας.
Μια πρώτη αφορμή που, όμως, αναγνωρίστηκε πολλά χρόνια μετά, ήταν μια τελετή που επαναλαμβάνεται με πραγματική ευλάβεια κάθε χρόνο ανελλιπώς και μάλιστα εδώ και πολλά χρόνια, όχι στο χωριό που τον γέννησε, αλλά στη δεύτερή του πατρίδα, τη Φλώρινα. Πρόκειται για μια τελετή όπου βραβεύονται οι πρώτοι μαθητές των γυμνασίων και λυκείων της Φλώρινας (είχα την τύχη να τη ζήσω κι εγώ προσωπικά κάποιες φορές και μου έχουν μείνει από αυτήν κάποια ξεχωριστά βιβλία της βιβλιοθήκης μου, καθώς, τότε τουλάχιστον, τα βραβεία μας ήταν βιβλία που οι κάτοχοί τους χάριζαν στο σύλλογο που την έκανε κι αυτός με τη σειρά του με αυτά βράβευε τους μαθητές. Μόνο που, όταν τη ζούσα, δεν την υποψιαζόμουν την ανταλλαγή που θα ακολουθούσε ∙ δεν το ήξερα πως η ζωή θα με έφερνε στο χωριό του ανθρώπου που προς τιμήν του γίνονταν όλα αυτά τότε, δεν γνώριζα το χρέος που από τότε κουβαλούσα επάνω μου κι έπρεπε οπωσδήποτε κάποια στιγμή να ξεπληρώσω).
Για δεύτερη αφορμή υπήρξε το άρθρο που του αφιέρωσε στην εφημερίδα Καστοριανή Εστία στις 17 Νοεμβρίου 1994 ο κ. Γιώργος Αλεξίου, τώρα Σχολικός Σύμβουλος Α/θμιας Εκπ/ σης, και που έδωσε σε κάθε αναγνώστη του να καταλάβει με πόσο σοβαρή περίπτωση Καστοριανού είχαμε να κάνουμε.
Όμως, σπεύδω να προλάβω οποιοδήποτε «ναι μεν αλλά» σας, όσον αφορά τη σχέση του π. Γερμανού με την πατρίδα του. Ναι, ο π. Γ. Χρηστίδης δεν υπηρέτησε στην Καστοριά σ’ ολόκληρη τη ζωή του, αλλά πώς αλλιώς θα μπορούσε να γίνει, αφού πήρε μετάθεση γι’ αλλού; Ναι, ευεργέτησε με χρήματα έναν άλλο τόπο, και αναμφίβολα αυτός ο άλλος τόπος τον τίμησε και εξακολουθεί να τον τιμά όπως του άξιζε και του αξίζει. Γιατί η δεύτερη πατρίδα του, η Φλώρινα, έκανε και εξακολουθεί να κάνει το χρέος της απέναντί του, το πρόβλημα, όμως, το έχουμε εμείς οι κάτοικοι της πρώτης του πατρίδας. Εμείς που ίσως και να μην έχουμε καταλάβει πως η πνευματική προσφορά ενός ανθρώπου είναι ανώτερη από κάθε υλική προσφορά και πως, ενώ η υλική προσφορά έχει συγκεκριμένο ή συγκεκριμένους αποδέκτες, η πνευματική προσφορά απλώνεται παντού. Ο π.Γερμανός, οφείλουμε να το ξεκαθαρίσουμε εντελώς μέσα μας, ευεργέτησε κάθε άνθρωπο που διάβασε κείμενό του, τελείως ανεξάρτητα από τον τόπο όπου αυτός κατοικεί.
Ας ρίξουμε μια ματιά ακριβώς απέναντί μας, στην Καστοριά, να δούμε τον ποιητή που έχει κάνει σύμβολό της η πόλη, το Χριστόπουλο, κι ας βγάλουμε τα συμπεράσματά μας περί του χρέους που οφείλουμε κι εμείς στο δικό μας λόγιο. Έχουμε, λοιπόν, ή δεν έχουμε εμείς οι συγχωριανοί του κάποιο χρέος αξεπλήρωτο απέναντί του; Λοιπόν, είναι ή δεν είναι τεράστια τιμή για το χωριό που γέννησε αυτόν τον προχωρημένο για την εποχή του, αλλά και για σήμερα λόγιο; Θα ‘πρεπε ή δε θα ‘πρεπε να νιώθουμε περήφανοι που είμαστε συγχωριανοί του; Και, τέλος, έχουμε το δικαίωμα να βλέπουμε μέσ’ από πολύ στενές οπτικές γωνίες εκείνους τους ανθρώπους που με το πνευματικό τους έργο απλώνουν φτερά και σκεπάζουν και άλλες πατρίδες πέρα από τη γενέτειρα πατρίδα τους και ωφελούν και άλλους τόπους, απλούστατα γιατί έχουν το σπάνιο προσόν να μπορούν αυτό να το πετυχαίνουν;
Ε, λοιπόν, ο π. Γερμανός Χρηστίδης την πατρίδα του την κουβαλούσε μέσα του όπου κι αν βρισκόταν. Βλέπετε, η πατρίδα δεν είναι μονάχα το χώμα που πατάμε, ο τόπος όπου κατοικούμε. Η πατρίδα πάνω απ’ όλα είναι ιδέα και μ’ αυτή την έννοια μπορούμε να την κουβαλάμε παντού, όπου κι αν βρισκόμαστε. Ευτυχώς. Έτσι συνέβαινε για χρόνια ολόκληρα με τους Πόντιους και τους άλλους Μικρασιάτες παππούδες μας που, ενώ είχαν έρθει πρόσφυγες εδώ, δεν έπαψαν ούτε στιγμή να αποκαλούν «πατρίδα» τους τα μέρη που άφησαν πίσω τους και να τα κουβαλούσαν παντού και πάντα μες στην καρδιά τους.
Το ίδιο συνέβαινε και με τον άνθρωπο που τιμάμε σήμερα. Ζούσε αλλού, αλλά όποιος κι αν τον ρωτούσε από πού είναι απαντούσε χαριτολογώντας και με πολύ καμάρι, όπως μαρτυρούν άνθρωποι που είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν από κοντά: «Από το Μαύροβο. Δε βλέπεις τι μαύρος είμαι;». Αλλά ούτε αυτό φτάνει για ν’ αποδείξει την τεράστια αγάπη του για τον τόπο του. Η μεγαλύτερη απόδειξη είναι τα πολλά κείμενά του που αναφέρονται στην Καστοριά, τα κείμενα που εμπνέεται από αυτή την περιοχή. Ανάμεσά τους εξέχουσα θέση έχει αυτό που αναφέρεται στο χωριό του και ο τρόπος με τον οποίο είναι γραμμένο, τα όσα υμνητικά λέει για τους συγχωριανούς του, φανερώνουν την απέραντη αγάπη που νιώθει γι’ αυτούς, για όλους τους…Ας πιάσουμε, όμως, το νήμα της ζωής του από την αρχή για να μπορέσουμε να τον γνωρίσουμε καλύτερα…
Ο αρχιμανδρίτης Γερμανός γεννήθηκε στο χωριό μας, το Μαυροχώρι της Καστοριάς, το 1883. Το όνομά του ήταν Δημήτριος και έμαθε τα πρώτα του γράμματα εδώ «από φωτισμένους Καστοριανούς δασκάλους της εποχής του. Μετά το δημοτικό σχολείο Μαυροχωρίου, γράφτηκε και φοίτησε με επιτυχία στο φημισμένο Γυμνάσιο της Καστοριάς». Στο Γυμνάσιο Καστοριάς (1900) φοίτησε «υπό την προστασία του γέροντός του αειμνήστου Μητροπολίτου Γερμανού Καραβαγγέλη», ο οποίος, αφού εκτίμησε τη θεοσέβεια, το χαρακτήρα, την ευφυΐα, τη φιλομάθεια και την εργατικότητα του νεαρού Δημητρίου, στην ηλικία των 25 ετών τον χειροτόνησε διάκονο και του έδωσε το όνομά του, ενώ στη συνέχεια τον έστειλε για ανώτερες σπουδές στην περίφημη θεολογική Σχολή της Χάλκης. Εκεί έδειξε μεγάλο ζήλο και διακρίθηκε μεταξύ των συμφοιτητών του. Από τη Σχολή αποφοίτησε το 1912 με βαθμό 4,48 «λίαν καλώς» (άριστα ήταν το 5).Τότε του έγινε πρόταση να πάει για ευρύτερες σπουδές στη Γερμανία, αυτός όμως αρνήθηκε γιατί αγαπούσε πολύ τη γενέτειρά του τη Μακεδονία και ποθούσε να υπηρετήσει το γρηγορότερο σ’ αυτήν. Πράγματι το 1912 ο φλογερός κληρικός και δόκιμος θεολόγος Γ. Χρηστίδης επέστρεψε στη γενέθλιά του περιοχή Καστοριάς και υπηρέτησε στη Μητρόπολή της ως ιερέας και ιεροκήρυκας μέχρι το 1915. Το έτος εκείνο διορίστηκε ως καθηγητής στο εξατάξιο Γυμνάσιο Φλώρινας, όπου και δίδαξε ως το 1920 οπότε μετατέθηκε στο Γυμνάσιο της αγαπημένης του Καστοριάς.
Στην Καστοριά μετά από απόφαση του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου, του ανατέθηκαν και καθήκοντα αναπληρωτού επιθεωρητού των δημοτικών σχολείων μέχρι που μετατέθηκε στο Γυμνάσιο Έδεσσας το έτος 1923.
Από την Έδεσσα το 1934 μετατέθηκε πάλι στο Γυμνάσιο Φλώρινας, στο οποίο υπηρέτησε μέχρι το 1939, οπότε υπέβαλε την παραίτησή του από την υπηρεσία μετά από 25ετή ευδόκιμη διδακτική υπηρεσία.
Το 1941 διορίστηκε Ιεροκήρυκας της Ι. Μητρόπολης Φλώρινας και δούλεψε με πολύ ζήλο μέχρι το 1953. Αυτό το χρονικό διάστημα περιόδευσε όλες τις ενορίες σαν πραγματικός Απόστολος του Χριστού. Δε χρησιμοποιούσε τα μέσα συγκοινωνίας, αλλά «διήρχετο τας πόλεις και κώμας κηρύσσων το Ευαγγέλιον της Βασιλείας του Θεού» πεζή, καθότι ήταν δεινός ορειβάτης. Από το 1953 ως το 1967 υπήρξε Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος της Ι. Μητροπόλεως και, όπως λένε οι άνθρωποι που τον γνώρισαν από πολύ κοντά: «Αγαπούσε τη γυμναστική και, κάνοντας άσκηση χειμώνα-καλοκαίρι, παρέτεινε τη ζωή του για πολλά χρόνια.
Γνώριζε καλά την τουρκική, τη γαλλική και τη γερμανική γλώσσα, αλλά ήταν και δεινός ελληνιστής». Και λένε και κάτι ακόμα πολύ χαρακτηριστικό και πολύ σημαντικό ∙ πως «ποτέ δεν έλειπε από τον κόρφο του βιβλίο, γιατί αγαπούσε πολύ τα βιβλία».
Στις αρχές του 1968, όμως, ο π. Γερμανός αρρώστησε και μπήκε για νοσηλεία στο Νοσοκομείο της Φλώρινας, όπου και νοσηλεύτηκε ως τις 15 Οκτωβρίου του 1968,οπότε απεβίωσε. Η κηδεία του έγινε με τρόπο επιβλητικό, όπως ταιριάζει σε κάθε αληθινά μεγάλο ιεράρχη. Η σεπτή σορός του μεταφέρθηκε στον Ιερό Ναό Αγίου Παντελεήμονος, όπου εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα. Άλλωστε, ήθελε όλη η Φλώρινα να αποχαιρετήσει τον άνθρωπο που την αγάπησε με τόσο πάθος. Ήθελε να του φανερώσει και την ύστατη αυτή στιγμή του αποχαιρετισμού το πάθος με το οποίο αγαπούσε και εκείνη τον εθνικό αγωνιστή που είχε ζήσει μαζί της τις χαρές και τις λύπες, τις μεγαλειώδεις στιγμές αλλά και τις μαρτυρικές, όπου ήταν παντού πρώτος ο π. Γερμανός.
Η κηδεία του έγινε με επιβλητικό τρόπο, ενώ με τη διαθήκη του ο Αρχιμανδρίτης άφησε όλη του την περιουσία στο Φιλεκπαιδευτικό Σύλλογο της πόλης “Αριστοτέλης”, το Σύλλογο που τον τιμά όπως του αξίζει ακόμα και σήμερα, με σκοπό, όπως γράφεται ρητά μες στη διαθήκη του, «να συντελέσω και εγώ εις την πρόοδον και ανάπτυξιν της Φλωρίνης και μάλιστα εις την ανύψωσιν του πολιτιστικού επιπέδου της νεολαίας της».
Προηγουμένως όμως είχε δείξει την έννοια του και για το χωριό του και χωριό μας, στέλνοντας εδώ ολόκληρη την πλούσια βιβλιοθήκη που διέθετε, προφανώς γιατί ήθελε με τον τρόπο αυτό να συμβάλει και στην ανύψωση του πολιτιστικού επιπέδου της νεολαίας του Μαυροχωρίου, μόνο που το χωριό δεν έδειξε ενδιαφέρον και ο εκλεκτός συγχωριανός μας αναγκάστηκε -με πολύ βαριά καρδιά σίγουρα- να ακυρώσει την αρχική του θέληση και να την πάρει πίσω, αφήνοντας εμάς σήμερα να απορούμε και να λυπόμαστε βαθιά για την ευκαιρία που χάσαμε να υπάρχει μια σπάνια βιβλιοθήκη στη διάθεση όλων μας.
Στο μεταξύ:
Όλα αυτά τα χρόνια ο π. Γ. Χρηστίδης συνδύαζε την ευγένεια του χαρακτήρα του με τη δύναμη του φρονήματος και την εκπαιδευτική παρρησία με την υπαλληλική ευσυνειδησία.
Υπήρξε και πρότυπο εθνικού αγωνιστή, καθώς οι θετικές εθνικές υπηρεσίες του ήταν πολύτιμες και, σύμφωνα με μαρτυρία του κ Χρ. Παπασταύρου, το 1913 συγκρότησε σώμα εθελοντών και μαχόταν με τους Βουλγάρους στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα. Για όλα αυτά η Πολιτεία τον τίμησε με παράσημα.
Επίσης:
-Πολύ αξιόλογη υπήρξε η πνευματική του προσφορά με τις εθνικού, παιδαγωγικού και ιστορικού κυρίως περιεχομένου μελέτες, τις οποίες δημοσίευσε σε περιοδικά και εφημερίδες και ιδίως στο περιοδικό του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας “Πανταινος” και του Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου της Φλώρινας “Αριστοτέλης”.
Κλείνοντας κάπου εδώ το βιογραφικό του ξεχωριστού αυτού λογίου που κατάγεται από το χωριό μας και πριν πάρουμε μια γεύση από το σπουδαίο του έργο, αξίζει να πούμε πως ο συντοπίτης μας συγγραφέας και Σχολικός μας Σύμβουλος κ. Γ. Αλεξίου, που έχει πολύ ασχοληθεί με τον Αρχιμανδρίτη Γερμανό Χρηστίδη, που τον έχει γνωρίσει αλλά και έχει δημοσιεύσει γι’ αυτόν (από το σχετικό του άρθρο στην εφημερίδα Καστοριανή Εστία έχουμε αντλήσει πολλά από τα στοιχεία που μόλις ακούσατε), χαρακτηρίζει τις μελέτες του «σημαντικότατες», ενώ ο σπουδαίος συντοπίτης μας συγγραφέας κ. Κωνσταντίνος Δούφλιας τον θεωρεί ως το σπουδαιότερο Καστοριανό συγγραφέα και γράφει με το δικό του χαρακτηριστικό τρόπο:
«Ο Γερμανός Χρηστίδης, ένας λόγιος ιστοριοερευνητής αρχιμανδρίτης, τέκνον του Μαυροχωρίου Καστοριάς, έκαμε την πρώτη ολοκληρωμένη εργασία για τα μνημεία της Καστοριάς και την παρουσίασε στην περιοδική έκδοση «Γρηγόριος Παλαμάς» το 1922.Εμείς οι νεότεροι οι δήθεν μελετητές, οι αυτοαποκαλούμενοι ιστοριοπολιτισμιογράφοι προσπαθούμε να βρούμε και να γράψουμε για τις παραλείψεις και ελλείψεις του σπουδαίου πονήματός του. Δε λαμβάνουμε σχεδόν καθόλου υπόψη μας το τι διέσωσε αυτός ο πολύ σπουδαίος άνθρωπος. Διέσωσε πράματα και θάματα(ασφαλώς και πολλές ενθυμήσεις) από το φθοροποιό χρόνο, από τον κλέφτη και φθοροποιό ανθρώπινο παράγοντα. Π.χ. στο Ευαγγέλιο των Αγίων Αναργύρων, και στα λίγα φύλλα που διασώθηκαν, ο συγγραφέας μας δίδει τις θαυμαστές αράδες των βραχέων χρονικών. Μας δίδει την εποχή των διωγμών και των καταδυναστεύσεων των προπατόρων μας.
1820
Έγινεν Αλήπασας
αναθεματισμένος
και κλείπτικαν (=κλείστηκαν)
όλα τα Ιωάννινα
εις τον καλέ (=στο Κάστρο)
1820
Ιουλίου 27
Εβγήκεν το ασκέρι
να πήγαινε στα Τρίκαλα
δια τους κλέφτες
και ο αλήπασας τους εγέλασαν
και εν πάσι ηιώς
αμήν.»
(εφ. ΟΔΟΣ,9/11/2006)
ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ
- Ιουστινιανή Α’. Λυχνίδος, Αχρίς, περιοδικό “Γρηγόριος ο Παλαμάς”, σελ. 7
- Η Μητρόπολις Καστορίας μέχρι του 1767, περιοδικό “Γρηγόριος ο Παλαμάς”, σελ. 10
- Έκαστος δημιουργός της τύχης του περιοδικό “Γρηγόριος ο Παλαμάς”, σελ. 11
- Αι εκκλησίαι της Καστορίας (σε συνέχειες), περιοδικό “Γρηγόριος ο Παλαμάς”, σελ. 28
- Γυναίκες της Αρχαίας Μακεδονίας περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 6, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 1957, σελ. 5
- Ο όσιος Ναούμ, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 7, Ιανουάριος-Φεβρουάριος 1958, σελ. 6
- Ο Βασίλειος Παπαγεωργίου, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 9, Μάιος- Ιούν. 1958, σελ. 5
- Αι γυναίκες της Ελληνιστικής εποχής εν Αιγύπτω, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 13, Ιανουάριος-Φεβρουάριος 1959, σελ. 8
- Κρίσεις περί του χαρακτήρος και του έργου του Μεγάλου Αλεξάνδρου, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 17, Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 1959, σελ. 14
- Βάκων και Αριστοτέλης, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 19, 1960, σελ. 2
-Ένας μικρός ήρως, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 24, 1960, σελ. 2
- Το σπαθί του Καραμπίνα, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 30, σελ. 2
-Ο εθνικός ρόλος του Κλήρου Φλωρίνης επί Τουρκοκρατίας, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 35-36, 1962, σελ. 6
- Γλυκόπικροι αναμνήσεις, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 43, 1964, σελ. 10
- Η μάχη του Βορίλα-Λόγγου, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 48, 1964, σελ. 10
-Εις την Φλώριναν μαϊμού δεν χορεύει, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 51-52, 1965, σελ. 3
- Μια βραδιά εις το ηρωικόν Μοναστήριον, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 55, 1966, σελ. 5
-Αναμνήσεις εκ του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 56, 1966, σελ. 20
-Ο Ιερός Ναός του Αγίου Ενδόξου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 89-90, Σεπτέμβριος- Δεκέμβριος, 1971, σελ. 9
-Το Μαυροχώρι ή Μαύροβο κατά το 1912, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 65-66-67-68, 1968, σελ. 4
Ποιες και τι λογής βεβαίως προόδους σημείωσε μέχρι τώρα στη δεντροφυτεία π.χ., τότε πριν από 50 χρόνια αριθμούσε 19-20 ποικιλίες απιδιών-αχλαδιών στην κηπουρική, πώς διαρρύθμισε τη ρυμοτομία, ποια Σχολεία, ποια υδραγωγεία ίδρυσε, πώς διασκεύασε την αποβάθρα, ποια και πόσα νεόκτιστα κτίρια κατασκεύασε, ποιους εγγράμματους και σπουδαίους άντρες ανέδειξε και γενικά πώς καλαισθητικά διαμορφώθηκε μέχρι σήμερα κ.λ.π. δεν είμαι αρμόδιος, καθώς δε ζω πια εκεί, να εκφέρω γνώμη και να περιγράψω τις φυσικές, τεχνικές και λοιπές καλλονές της. Αυτό επαφίεται σε ένα από τους κατοίκους της, ο οποίος ζει και απολαμβάνει τη χάρη της κωμόπολης.(…)
Έτος 1968.Δε γνωρίζουμε το μήνα. Ξέρουμε, όμως, πως το κείμενο αυτό γράφτηκε από το Μαυροβινό π.Γερμανό Χρηστίδη λίγο πριν τελειώσει την επί γης ζωή του κι ενώ εξακολουθούσε να κουβαλά μέσα του μια πίκρα, που δεν είχε γίνει Μητροπολίτης Καστορίας, όπως του άξιζε. Το κείμενο αυτό δείχνει τη μεγάλη καρδιά του, αλλά και την τεράστια συγχωρητικότητα που συναντήσαμε και αλλού προηγουμένως και που τον χαρακτήριζε, μια συγχωρητικότητα εφαρμοσμένη και έμπρακτη, όχι στη θεωρία και στο κήρυγμα, όπως, δυστυχώς, συμβαίνει συχνά. Δείχνει, όμως, και την τεράστια και βαθύτατη αγάπη για το χωριό που τον γέννησε και που ο ίδιος το εξιδανικεύει πλήρως λόγω αυτής του της άμετρης αγάπης.
Αυτή η άμετρη συγχωρητικότητα που τον διέκρινε σε όλη τη ζωή του κι όχι μόνο στα τελευταία του είναι η εγγύηση ότι μας έχει ήδη συγχωρήσει και όλους εμάς τους συγχωριανούς του, σημερινούς και προγενέστερους, που τον είχαμε ξεχάσει, που τον αγνοούσαμε. Αυτός, σίγουρα, με τη μεγάλη του καρδιά όχι μόνο μας είχε συγχωρήσει, αλλά και μας αγαπούσε. Και μας περίμενε υπομονετικά. Περίμενε με υπομονή και συγκατάβαση να έρθει όχι τόσο η ώρα του, αλλά η ώρα μας. Η δική μας ώρα να ξεπληρώσουμε το τεράστιο χρέος. Έστω και σήμερα, 41 ολόκληρα χρόνια μετά το θάνατό του. Σήμερα, σε μια εποχή που το χωριό μας χρειάζεται το λόγιο που έτσι κι αλλιώς διέθετε –κι ας μην το ήξερε-, το λόγιο που θα μπορούσε να είναι το πρότυπο για όλους μας. Ένα πρότυπο που είναι σίγουρο πως μπορεί να βοηθήσει στην αποκατάσταση της ταραγμένης σχέσης ημών των σημερινών ανθρώπων με τα γράμματα, με τα βιβλία, με τη μόρφωση. Αυτός είναι και ο λόγος που ζητήσαμε το Σχολείο μας να πάρει το δικό του όνομα.
Και για έναν ακόμη λόγο. Γιατί τελευταία όλο και πιο συχνά οι ψυχολόγοι που «δίνουν τη συνταγή της ευτυχίας και του ευ ζην» στους ανθρώπους που τη γυρεύουν συνδέουν αυτή την ευτυχία με το συναίσθημα της ευγνωμοσύνης. Κι εμείς στο Σχολείο μας δεν είναι η πρώτη φορά που διδάσκουμε την ευγνωμοσύνη και το πώς αυτή εκφράζεται. Κι όλο αυτό με στόχο να αγγίξουν τα παιδιά μας την ευτυχία. Κι όχι μόνο τα παιδιά, αλλά κι εμείς οι μεγάλοι, που ποτέ δεν είναι αργά να αγγίξουμε την πολυπόθητη για όλους μας ευτυχία…
Ε, λοιπόν, ο π. Γερμανός Χρηστίδης την πατρίδα του την κουβαλούσε μέσα του όπου κι αν βρισκόταν. Βλέπετε, η πατρίδα δεν είναι μονάχα το χώμα που πατάμε, ο τόπος όπου κατοικούμε. Η πατρίδα πάνω απ’ όλα είναι ιδέα και μ’ αυτή την έννοια μπορούμε να την κουβαλάμε παντού, όπου κι αν βρισκόμαστε. Ευτυχώς. Έτσι συνέβαινε για χρόνια ολόκληρα με τους Πόντιους και τους άλλους Μικρασιάτες παππούδες μας που, ενώ είχαν έρθει πρόσφυγες εδώ, δεν έπαψαν ούτε στιγμή να αποκαλούν «πατρίδα» τους τα μέρη που άφησαν πίσω τους και να τα κουβαλούσαν παντού και πάντα μες στην καρδιά τους.
Το ίδιο συνέβαινε και με τον άνθρωπο που τιμάμε σήμερα. Ζούσε αλλού, αλλά όποιος κι αν τον ρωτούσε από πού είναι απαντούσε χαριτολογώντας και με πολύ καμάρι, όπως μαρτυρούν άνθρωποι που είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν από κοντά: «Από το Μαύροβο. Δε βλέπεις τι μαύρος είμαι;». Αλλά ούτε αυτό φτάνει για ν’ αποδείξει την τεράστια αγάπη του για τον τόπο του. Η μεγαλύτερη απόδειξη είναι τα πολλά κείμενά του που αναφέρονται στην Καστοριά, τα κείμενα που εμπνέεται από αυτή την περιοχή. Ανάμεσά τους εξέχουσα θέση έχει αυτό που αναφέρεται στο χωριό του και ο τρόπος με τον οποίο είναι γραμμένο, τα όσα υμνητικά λέει για τους συγχωριανούς του, φανερώνουν την απέραντη αγάπη που νιώθει γι’ αυτούς, για όλους τους…Ας πιάσουμε, όμως, το νήμα της ζωής του από την αρχή για να μπορέσουμε να τον γνωρίσουμε καλύτερα…
Ο αρχιμανδρίτης Γερμανός γεννήθηκε στο χωριό μας, το Μαυροχώρι της Καστοριάς, το 1883. Το όνομά του ήταν Δημήτριος και έμαθε τα πρώτα του γράμματα εδώ «από φωτισμένους Καστοριανούς δασκάλους της εποχής του. Μετά το δημοτικό σχολείο Μαυροχωρίου, γράφτηκε και φοίτησε με επιτυχία στο φημισμένο Γυμνάσιο της Καστοριάς». Στο Γυμνάσιο Καστοριάς (1900) φοίτησε «υπό την προστασία του γέροντός του αειμνήστου Μητροπολίτου Γερμανού Καραβαγγέλη», ο οποίος, αφού εκτίμησε τη θεοσέβεια, το χαρακτήρα, την ευφυΐα, τη φιλομάθεια και την εργατικότητα του νεαρού Δημητρίου, στην ηλικία των 25 ετών τον χειροτόνησε διάκονο και του έδωσε το όνομά του, ενώ στη συνέχεια τον έστειλε για ανώτερες σπουδές στην περίφημη θεολογική Σχολή της Χάλκης. Εκεί έδειξε μεγάλο ζήλο και διακρίθηκε μεταξύ των συμφοιτητών του. Από τη Σχολή αποφοίτησε το 1912 με βαθμό 4,48 «λίαν καλώς» (άριστα ήταν το 5).Τότε του έγινε πρόταση να πάει για ευρύτερες σπουδές στη Γερμανία, αυτός όμως αρνήθηκε γιατί αγαπούσε πολύ τη γενέτειρά του τη Μακεδονία και ποθούσε να υπηρετήσει το γρηγορότερο σ’ αυτήν. Πράγματι το 1912 ο φλογερός κληρικός και δόκιμος θεολόγος Γ. Χρηστίδης επέστρεψε στη γενέθλιά του περιοχή Καστοριάς και υπηρέτησε στη Μητρόπολή της ως ιερέας και ιεροκήρυκας μέχρι το 1915. Το έτος εκείνο διορίστηκε ως καθηγητής στο εξατάξιο Γυμνάσιο Φλώρινας, όπου και δίδαξε ως το 1920 οπότε μετατέθηκε στο Γυμνάσιο της αγαπημένης του Καστοριάς.
Στην Καστοριά μετά από απόφαση του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου, του ανατέθηκαν και καθήκοντα αναπληρωτού επιθεωρητού των δημοτικών σχολείων μέχρι που μετατέθηκε στο Γυμνάσιο Έδεσσας το έτος 1923.
Από την Έδεσσα το 1934 μετατέθηκε πάλι στο Γυμνάσιο Φλώρινας, στο οποίο υπηρέτησε μέχρι το 1939, οπότε υπέβαλε την παραίτησή του από την υπηρεσία μετά από 25ετή ευδόκιμη διδακτική υπηρεσία.
Το 1941 διορίστηκε Ιεροκήρυκας της Ι. Μητρόπολης Φλώρινας και δούλεψε με πολύ ζήλο μέχρι το 1953. Αυτό το χρονικό διάστημα περιόδευσε όλες τις ενορίες σαν πραγματικός Απόστολος του Χριστού. Δε χρησιμοποιούσε τα μέσα συγκοινωνίας, αλλά «διήρχετο τας πόλεις και κώμας κηρύσσων το Ευαγγέλιον της Βασιλείας του Θεού» πεζή, καθότι ήταν δεινός ορειβάτης. Από το 1953 ως το 1967 υπήρξε Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος της Ι. Μητροπόλεως και, όπως λένε οι άνθρωποι που τον γνώρισαν από πολύ κοντά: «Αγαπούσε τη γυμναστική και, κάνοντας άσκηση χειμώνα-καλοκαίρι, παρέτεινε τη ζωή του για πολλά χρόνια.
Γνώριζε καλά την τουρκική, τη γαλλική και τη γερμανική γλώσσα, αλλά ήταν και δεινός ελληνιστής». Και λένε και κάτι ακόμα πολύ χαρακτηριστικό και πολύ σημαντικό ∙ πως «ποτέ δεν έλειπε από τον κόρφο του βιβλίο, γιατί αγαπούσε πολύ τα βιβλία».
Στις αρχές του 1968, όμως, ο π. Γερμανός αρρώστησε και μπήκε για νοσηλεία στο Νοσοκομείο της Φλώρινας, όπου και νοσηλεύτηκε ως τις 15 Οκτωβρίου του 1968,οπότε απεβίωσε. Η κηδεία του έγινε με τρόπο επιβλητικό, όπως ταιριάζει σε κάθε αληθινά μεγάλο ιεράρχη. Η σεπτή σορός του μεταφέρθηκε στον Ιερό Ναό Αγίου Παντελεήμονος, όπου εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα. Άλλωστε, ήθελε όλη η Φλώρινα να αποχαιρετήσει τον άνθρωπο που την αγάπησε με τόσο πάθος. Ήθελε να του φανερώσει και την ύστατη αυτή στιγμή του αποχαιρετισμού το πάθος με το οποίο αγαπούσε και εκείνη τον εθνικό αγωνιστή που είχε ζήσει μαζί της τις χαρές και τις λύπες, τις μεγαλειώδεις στιγμές αλλά και τις μαρτυρικές, όπου ήταν παντού πρώτος ο π. Γερμανός.
Η κηδεία του έγινε με επιβλητικό τρόπο, ενώ με τη διαθήκη του ο Αρχιμανδρίτης άφησε όλη του την περιουσία στο Φιλεκπαιδευτικό Σύλλογο της πόλης “Αριστοτέλης”, το Σύλλογο που τον τιμά όπως του αξίζει ακόμα και σήμερα, με σκοπό, όπως γράφεται ρητά μες στη διαθήκη του, «να συντελέσω και εγώ εις την πρόοδον και ανάπτυξιν της Φλωρίνης και μάλιστα εις την ανύψωσιν του πολιτιστικού επιπέδου της νεολαίας της».
Προηγουμένως όμως είχε δείξει την έννοια του και για το χωριό του και χωριό μας, στέλνοντας εδώ ολόκληρη την πλούσια βιβλιοθήκη που διέθετε, προφανώς γιατί ήθελε με τον τρόπο αυτό να συμβάλει και στην ανύψωση του πολιτιστικού επιπέδου της νεολαίας του Μαυροχωρίου, μόνο που το χωριό δεν έδειξε ενδιαφέρον και ο εκλεκτός συγχωριανός μας αναγκάστηκε -με πολύ βαριά καρδιά σίγουρα- να ακυρώσει την αρχική του θέληση και να την πάρει πίσω, αφήνοντας εμάς σήμερα να απορούμε και να λυπόμαστε βαθιά για την ευκαιρία που χάσαμε να υπάρχει μια σπάνια βιβλιοθήκη στη διάθεση όλων μας.
Στο μεταξύ:
Όλα αυτά τα χρόνια ο π. Γ. Χρηστίδης συνδύαζε την ευγένεια του χαρακτήρα του με τη δύναμη του φρονήματος και την εκπαιδευτική παρρησία με την υπαλληλική ευσυνειδησία.
Υπήρξε και πρότυπο εθνικού αγωνιστή, καθώς οι θετικές εθνικές υπηρεσίες του ήταν πολύτιμες και, σύμφωνα με μαρτυρία του κ Χρ. Παπασταύρου, το 1913 συγκρότησε σώμα εθελοντών και μαχόταν με τους Βουλγάρους στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα. Για όλα αυτά η Πολιτεία τον τίμησε με παράσημα.
Επιπλέον, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Φλωρινιώτη ιερέως Δημητρίου Ευθυμιάδη, μαθητή τότε του 6ταξίου γυμνασίου όπου δίδασκε ο π. Γερμανός, αυτός «υπήρξε μία εκκλησιαστική μορφή από τις σπάνιες για την εποχή εκείνη, καθώς συνδύαζε τον ακεραιότατο χαρακτήρα του, το γνωστό σε όλους ήθος του, με την ευρύτατη μόρφωση για την οποία διακρινόταν. Ο π. Δημήτριος μας λέει πως ζούσε πολύ ασκητικά σε ένα μικρό κελί στον Ι. Ναό του Αγίου Γεωργίου της πόλης της Φλώρινας, όπου υπήρχε μόνο το κρεβάτι του κι ένα γραφείο. Τα ράσα του ήταν τριμμένα και, καθώς δε μαγείρευε αλλά ούτε σε εστιατόριο έτρωγε, οι γυναίκες της Φλώρινας, ο κόσμος της οποίας τον υπεραγαπούσε, τον εκτιμούσε και τον θεωρούσε ευλογία Θεού για τον τόπο, οι Φλωρινιώτισσες γυναίκες, λοιπόν, του μαγείρευαν τα φαγητά που του άρεσαν- η πίτα, ειδικά η στριφτή, ήταν η μεγάλη του αγάπη, ίσως γιατί του θύμιζε το πολυαγαπημένο του χωριό με τις εξαιρετικές πίτες- και του τα πήγαιναν στο κελί του για να φάει. Τον χαρακτήριζε η μεγάλη αγάπη που είχε στους ανθρώπους. Δεν ήταν καθόλου απόμακρος από το λαό της πόλης, γι’ αυτό και αυτός ο λαός τον αγάπησε πραγματικά πολύ.
Επιπλέον, ό,τι καλό το επαινούσε, απ’ οπουδήποτε κι αν προερχόταν, ό,τι στραβό το καυτηρίαζε ∙ συχνά τα έβαζε με την εξουσία χωρίς να διστάζει και χωρίς να φοβάται καθόλου. Επίσης, η πόλη όλη γνώριζε μια του αγάπη πολύ προχωρημένη για ιερωμένο της εποχής εκείνης: ο π. Γερμανός ήταν λάτρης του κινηματογράφου, γι’ αυτό και οι Φλωρινιώτες τον έβλεπαν μια φορά την εβδομάδα στον έναν από τους δύο κινηματογράφους της πόλης, χωρίς αυτό να τους φαίνεται παράξενο, γιατί γνώριζαν ποιος ήταν ο άνθρωπος. Το πιο ωραίο απ’ όλα όμως ήταν το γεγονός ότι ο π. Γερμανός παρακολουθούσε την ταινία πάνω από τον εξώστη μαζί με τους μαθητές του, οι οποίοι απαγορευόταν τότε να πηγαίνουν στον κινηματογράφο».
Ακόμη, σύμφωνα με τα ειπωμένα από τον καθηγητή κ. Κυριάκο Παπαδόπουλο στον επικήδειο λόγο του για τον Αρχιμανδρίτη Γ. Χρηστίδη:
-Στο μορφωτικό του έργο τον ενέπνεε ακατάπαυστα ο παιδαγωγικός έρωτας, στην υπηρεσία του οποίου έθεσε ανεπιφύλακτα το εύστροφό του πνεύμα, το πάθος του για τη δουλειά και την αγάπη του για τη έρευνα.
-Μεταλαμπάδευσε τα ελληνοχριστιανικά ιδεώδη στις ψυχές των μαθητών του, των οποίων την αγάπη και την εμπιστοσύνη κέρδιζε πάντοτε με την καλοκαγαθία και τη μειλιχιότητα.
- Υπήρξε ιερουργός που θύμιζε τον καλόγερο του κρυφού σχολειού, που με τη φεγγοβολία της όψης του μετέδιδε ελπίδα και απαντοχή, καρτερία και αισιοδοξία.
-Σε όλη του τη ζωή πίστευε στην αποστολή των εκπαιδευτικών και χαιρόταν μαζί τους, γιατί, όπως τους έλεγε: «από τη Θεία Πρόνοια τάχθηκαν να είναι εκπαιδευτικοί, να διδάσκουν τη νεολαία, τη χρυσή αυτή ελπίδα της Πατρίδας, το διαρκές, το αιώνιο αυτό έαρ, τα σταθερά βάθρα και αλύγιστα στηρίγματα της Μεγάλης μας Πατρίδας και να χαλυβδώσουν το χαρακτήρα της με τις Εθνικές και Χριστιανικές παραδόσεις.
Ακόμη, σύμφωνα με τα ειπωμένα από τον καθηγητή κ. Κυριάκο Παπαδόπουλο στον επικήδειο λόγο του για τον Αρχιμανδρίτη Γ. Χρηστίδη:
-Στο μορφωτικό του έργο τον ενέπνεε ακατάπαυστα ο παιδαγωγικός έρωτας, στην υπηρεσία του οποίου έθεσε ανεπιφύλακτα το εύστροφό του πνεύμα, το πάθος του για τη δουλειά και την αγάπη του για τη έρευνα.
-Μεταλαμπάδευσε τα ελληνοχριστιανικά ιδεώδη στις ψυχές των μαθητών του, των οποίων την αγάπη και την εμπιστοσύνη κέρδιζε πάντοτε με την καλοκαγαθία και τη μειλιχιότητα.
- Υπήρξε ιερουργός που θύμιζε τον καλόγερο του κρυφού σχολειού, που με τη φεγγοβολία της όψης του μετέδιδε ελπίδα και απαντοχή, καρτερία και αισιοδοξία.
-Σε όλη του τη ζωή πίστευε στην αποστολή των εκπαιδευτικών και χαιρόταν μαζί τους, γιατί, όπως τους έλεγε: «από τη Θεία Πρόνοια τάχθηκαν να είναι εκπαιδευτικοί, να διδάσκουν τη νεολαία, τη χρυσή αυτή ελπίδα της Πατρίδας, το διαρκές, το αιώνιο αυτό έαρ, τα σταθερά βάθρα και αλύγιστα στηρίγματα της Μεγάλης μας Πατρίδας και να χαλυβδώσουν το χαρακτήρα της με τις Εθνικές και Χριστιανικές παραδόσεις.
Επίσης:
-Πολύ αξιόλογη υπήρξε η πνευματική του προσφορά με τις εθνικού, παιδαγωγικού και ιστορικού κυρίως περιεχομένου μελέτες, τις οποίες δημοσίευσε σε περιοδικά και εφημερίδες και ιδίως στο περιοδικό του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας “Πανταινος” και του Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου της Φλώρινας “Αριστοτέλης”.
Κλείνοντας κάπου εδώ το βιογραφικό του ξεχωριστού αυτού λογίου που κατάγεται από το χωριό μας και πριν πάρουμε μια γεύση από το σπουδαίο του έργο, αξίζει να πούμε πως ο συντοπίτης μας συγγραφέας και Σχολικός μας Σύμβουλος κ. Γ. Αλεξίου, που έχει πολύ ασχοληθεί με τον Αρχιμανδρίτη Γερμανό Χρηστίδη, που τον έχει γνωρίσει αλλά και έχει δημοσιεύσει γι’ αυτόν (από το σχετικό του άρθρο στην εφημερίδα Καστοριανή Εστία έχουμε αντλήσει πολλά από τα στοιχεία που μόλις ακούσατε), χαρακτηρίζει τις μελέτες του «σημαντικότατες», ενώ ο σπουδαίος συντοπίτης μας συγγραφέας κ. Κωνσταντίνος Δούφλιας τον θεωρεί ως το σπουδαιότερο Καστοριανό συγγραφέα και γράφει με το δικό του χαρακτηριστικό τρόπο:
«Ο Γερμανός Χρηστίδης, ένας λόγιος ιστοριοερευνητής αρχιμανδρίτης, τέκνον του Μαυροχωρίου Καστοριάς, έκαμε την πρώτη ολοκληρωμένη εργασία για τα μνημεία της Καστοριάς και την παρουσίασε στην περιοδική έκδοση «Γρηγόριος Παλαμάς» το 1922.Εμείς οι νεότεροι οι δήθεν μελετητές, οι αυτοαποκαλούμενοι ιστοριοπολιτισμιογράφοι προσπαθούμε να βρούμε και να γράψουμε για τις παραλείψεις και ελλείψεις του σπουδαίου πονήματός του. Δε λαμβάνουμε σχεδόν καθόλου υπόψη μας το τι διέσωσε αυτός ο πολύ σπουδαίος άνθρωπος. Διέσωσε πράματα και θάματα(ασφαλώς και πολλές ενθυμήσεις) από το φθοροποιό χρόνο, από τον κλέφτη και φθοροποιό ανθρώπινο παράγοντα. Π.χ. στο Ευαγγέλιο των Αγίων Αναργύρων, και στα λίγα φύλλα που διασώθηκαν, ο συγγραφέας μας δίδει τις θαυμαστές αράδες των βραχέων χρονικών. Μας δίδει την εποχή των διωγμών και των καταδυναστεύσεων των προπατόρων μας.
1820
Έγινεν Αλήπασας
αναθεματισμένος
και κλείπτικαν (=κλείστηκαν)
όλα τα Ιωάννινα
εις τον καλέ (=στο Κάστρο)
1820
Ιουλίου 27
Εβγήκεν το ασκέρι
να πήγαινε στα Τρίκαλα
δια τους κλέφτες
και ο αλήπασας τους εγέλασαν
και εν πάσι ηιώς
αμήν.»
(εφ. ΟΔΟΣ,9/11/2006)
ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ
- Ιουστινιανή Α’. Λυχνίδος, Αχρίς, περιοδικό “Γρηγόριος ο Παλαμάς”, σελ. 7
- Η Μητρόπολις Καστορίας μέχρι του 1767, περιοδικό “Γρηγόριος ο Παλαμάς”, σελ. 10
- Έκαστος δημιουργός της τύχης του περιοδικό “Γρηγόριος ο Παλαμάς”, σελ. 11
- Αι εκκλησίαι της Καστορίας (σε συνέχειες), περιοδικό “Γρηγόριος ο Παλαμάς”, σελ. 28
- Γυναίκες της Αρχαίας Μακεδονίας περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 6, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 1957, σελ. 5
- Ο όσιος Ναούμ, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 7, Ιανουάριος-Φεβρουάριος 1958, σελ. 6
- Ο Βασίλειος Παπαγεωργίου, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 9, Μάιος- Ιούν. 1958, σελ. 5
- Αι γυναίκες της Ελληνιστικής εποχής εν Αιγύπτω, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 13, Ιανουάριος-Φεβρουάριος 1959, σελ. 8
- Κρίσεις περί του χαρακτήρος και του έργου του Μεγάλου Αλεξάνδρου, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 17, Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 1959, σελ. 14
- Βάκων και Αριστοτέλης, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 19, 1960, σελ. 2
-Ένας μικρός ήρως, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 24, 1960, σελ. 2
- Το σπαθί του Καραμπίνα, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 30, σελ. 2
-Ο εθνικός ρόλος του Κλήρου Φλωρίνης επί Τουρκοκρατίας, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 35-36, 1962, σελ. 6
- Γλυκόπικροι αναμνήσεις, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 43, 1964, σελ. 10
- Η μάχη του Βορίλα-Λόγγου, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 48, 1964, σελ. 10
-Εις την Φλώριναν μαϊμού δεν χορεύει, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 51-52, 1965, σελ. 3
- Μια βραδιά εις το ηρωικόν Μοναστήριον, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 55, 1966, σελ. 5
-Αναμνήσεις εκ του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 56, 1966, σελ. 20
-Ο Ιερός Ναός του Αγίου Ενδόξου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 89-90, Σεπτέμβριος- Δεκέμβριος, 1971, σελ. 9
-Το Μαυροχώρι ή Μαύροβο κατά το 1912, περιοδικό “Αριστοτέλης”, τεύχος 65-66-67-68, 1968, σελ. 4
Το κείμενό του αυτό το αφιερώνει ο π. Γερμανός στο πολυαγαπημένο του χωριό. Στο μεγαλύτερο μέρος του πραγματεύεται την περίφημη μάχη του Μαυροχωρίου, το ολοκαύτωμά του, το 1912. Προηγουμένως, όμως, πλέκει έναν πραγματικό ύμνο στο χωριό του και χωριό μας:
Το Μαυροχώρι είναι μία από τις καλύτερες και πλουσιότερες κωμοπόλεις του Νομού Καστοριάς. Βρίσκεται σε υψόμετρο 630 μ. και έχει 1244 κατοίκους στην τελευταία απογραφή του 1961.Είναι παραλίμνια και επικοινωνεί με την Καστοριά με βάρκες και ατμακάτους. Είναι το επίνειο της περίφημης, ωραίας, αρχοντικής και προικισμένης με πολλές αρετές βυζαντινής πόλης Καστοριάς. Έχει τα ίδια ήθη και έθιμα, το ίδιο νοικοκυριό, την ίδια ενδυμασία και τον ίδιο πολιτισμό με τους κατοίκους της Καστοριάς.
Οι Καστοριανοί θεωρούν την κωμόπολη αυτή ως μια μεγάλη συνοικία τους και γι’ αυτό εύκολα συμπεθεριάζουν, ενώ δεν παρατηρείται το ίδιο και με τα άλλα περίχωρα της Καστοριάς.
Οι κάτοικοί της είναι έμποροι, γεωργοί, κηπουροί, κτηνοτρόφοι κ.λ.π. και ψαράδες. Είναι γνωστά τα νόστιμα ψάρια της λίμνης, που τώρα άρχισαν να λιγοστεύουν, να σπανίζουν, γιατί παθαίνουν φθορά από κάτι νεοφερμένα ψάρια, τα πρικιά.
Όλοι ανεξαιρέτως οι κάτοικοί της είναι εργατικοί, προοδευτικοί, δραστήριοι, νομοταγείς, αρχοντάνθρωποι, ανεξίκακοι, με το ελληνικό φιλότιμο, ευκατάστατοι, αξιοπρεπείς, μεγαλόψυχοι, ευγενείς, φιλόμουσοι, φιλόκαλοι, απλοί με την αρχαία σημασία της λέξεως, με τετράγωνο νου, θετικοί, ειλικρινείς, λένε τη σκάφη σκάφη, όπως είπε ο βασιλιάς Φίλιππος ο Β’ στους Χαλκιδείς όταν παραπονέθηκαν, δίκαιοι, αμερόληπτοι, ζητούν το συμφέρον τους στο συμφέρον του άλλου, άνθρωποι ισχυράς θελήσεως, με υπομονή και επιμονή, με θρησκευτικότητα ηθών, με ακλόνητη πίστη στο Θεό και τα λοιπά ιδανικά της Φυλής, σταθερού χαρακτήρα μέχρι πείσματος κάποιες φορές, ιππότες, λεβεντάνθρωποι,,,και γενικά προικισμένοι με ό,τι απαιτείται για το καλό κι αγαθό, όπως έλεγαν οι αρχαίοι Αθηναίοι.
Το Μαυροχώρι είναι μία από τις καλύτερες και πλουσιότερες κωμοπόλεις του Νομού Καστοριάς. Βρίσκεται σε υψόμετρο 630 μ. και έχει 1244 κατοίκους στην τελευταία απογραφή του 1961.Είναι παραλίμνια και επικοινωνεί με την Καστοριά με βάρκες και ατμακάτους. Είναι το επίνειο της περίφημης, ωραίας, αρχοντικής και προικισμένης με πολλές αρετές βυζαντινής πόλης Καστοριάς. Έχει τα ίδια ήθη και έθιμα, το ίδιο νοικοκυριό, την ίδια ενδυμασία και τον ίδιο πολιτισμό με τους κατοίκους της Καστοριάς.
Οι Καστοριανοί θεωρούν την κωμόπολη αυτή ως μια μεγάλη συνοικία τους και γι’ αυτό εύκολα συμπεθεριάζουν, ενώ δεν παρατηρείται το ίδιο και με τα άλλα περίχωρα της Καστοριάς.
Οι κάτοικοί της είναι έμποροι, γεωργοί, κηπουροί, κτηνοτρόφοι κ.λ.π. και ψαράδες. Είναι γνωστά τα νόστιμα ψάρια της λίμνης, που τώρα άρχισαν να λιγοστεύουν, να σπανίζουν, γιατί παθαίνουν φθορά από κάτι νεοφερμένα ψάρια, τα πρικιά.
Όλοι ανεξαιρέτως οι κάτοικοί της είναι εργατικοί, προοδευτικοί, δραστήριοι, νομοταγείς, αρχοντάνθρωποι, ανεξίκακοι, με το ελληνικό φιλότιμο, ευκατάστατοι, αξιοπρεπείς, μεγαλόψυχοι, ευγενείς, φιλόμουσοι, φιλόκαλοι, απλοί με την αρχαία σημασία της λέξεως, με τετράγωνο νου, θετικοί, ειλικρινείς, λένε τη σκάφη σκάφη, όπως είπε ο βασιλιάς Φίλιππος ο Β’ στους Χαλκιδείς όταν παραπονέθηκαν, δίκαιοι, αμερόληπτοι, ζητούν το συμφέρον τους στο συμφέρον του άλλου, άνθρωποι ισχυράς θελήσεως, με υπομονή και επιμονή, με θρησκευτικότητα ηθών, με ακλόνητη πίστη στο Θεό και τα λοιπά ιδανικά της Φυλής, σταθερού χαρακτήρα μέχρι πείσματος κάποιες φορές, ιππότες, λεβεντάνθρωποι,,,και γενικά προικισμένοι με ό,τι απαιτείται για το καλό κι αγαθό, όπως έλεγαν οι αρχαίοι Αθηναίοι.
Ποιες και τι λογής βεβαίως προόδους σημείωσε μέχρι τώρα στη δεντροφυτεία π.χ., τότε πριν από 50 χρόνια αριθμούσε 19-20 ποικιλίες απιδιών-αχλαδιών στην κηπουρική, πώς διαρρύθμισε τη ρυμοτομία, ποια Σχολεία, ποια υδραγωγεία ίδρυσε, πώς διασκεύασε την αποβάθρα, ποια και πόσα νεόκτιστα κτίρια κατασκεύασε, ποιους εγγράμματους και σπουδαίους άντρες ανέδειξε και γενικά πώς καλαισθητικά διαμορφώθηκε μέχρι σήμερα κ.λ.π. δεν είμαι αρμόδιος, καθώς δε ζω πια εκεί, να εκφέρω γνώμη και να περιγράψω τις φυσικές, τεχνικές και λοιπές καλλονές της. Αυτό επαφίεται σε ένα από τους κατοίκους της, ο οποίος ζει και απολαμβάνει τη χάρη της κωμόπολης.(…)
Έτος 1968.Δε γνωρίζουμε το μήνα. Ξέρουμε, όμως, πως το κείμενο αυτό γράφτηκε από το Μαυροβινό π.Γερμανό Χρηστίδη λίγο πριν τελειώσει την επί γης ζωή του κι ενώ εξακολουθούσε να κουβαλά μέσα του μια πίκρα, που δεν είχε γίνει Μητροπολίτης Καστορίας, όπως του άξιζε. Το κείμενο αυτό δείχνει τη μεγάλη καρδιά του, αλλά και την τεράστια συγχωρητικότητα που συναντήσαμε και αλλού προηγουμένως και που τον χαρακτήριζε, μια συγχωρητικότητα εφαρμοσμένη και έμπρακτη, όχι στη θεωρία και στο κήρυγμα, όπως, δυστυχώς, συμβαίνει συχνά. Δείχνει, όμως, και την τεράστια και βαθύτατη αγάπη για το χωριό που τον γέννησε και που ο ίδιος το εξιδανικεύει πλήρως λόγω αυτής του της άμετρης αγάπης.
Αυτή η άμετρη συγχωρητικότητα που τον διέκρινε σε όλη τη ζωή του κι όχι μόνο στα τελευταία του είναι η εγγύηση ότι μας έχει ήδη συγχωρήσει και όλους εμάς τους συγχωριανούς του, σημερινούς και προγενέστερους, που τον είχαμε ξεχάσει, που τον αγνοούσαμε. Αυτός, σίγουρα, με τη μεγάλη του καρδιά όχι μόνο μας είχε συγχωρήσει, αλλά και μας αγαπούσε. Και μας περίμενε υπομονετικά. Περίμενε με υπομονή και συγκατάβαση να έρθει όχι τόσο η ώρα του, αλλά η ώρα μας. Η δική μας ώρα να ξεπληρώσουμε το τεράστιο χρέος. Έστω και σήμερα, 41 ολόκληρα χρόνια μετά το θάνατό του. Σήμερα, σε μια εποχή που το χωριό μας χρειάζεται το λόγιο που έτσι κι αλλιώς διέθετε –κι ας μην το ήξερε-, το λόγιο που θα μπορούσε να είναι το πρότυπο για όλους μας. Ένα πρότυπο που είναι σίγουρο πως μπορεί να βοηθήσει στην αποκατάσταση της ταραγμένης σχέσης ημών των σημερινών ανθρώπων με τα γράμματα, με τα βιβλία, με τη μόρφωση. Αυτός είναι και ο λόγος που ζητήσαμε το Σχολείο μας να πάρει το δικό του όνομα.
Και για έναν ακόμη λόγο. Γιατί τελευταία όλο και πιο συχνά οι ψυχολόγοι που «δίνουν τη συνταγή της ευτυχίας και του ευ ζην» στους ανθρώπους που τη γυρεύουν συνδέουν αυτή την ευτυχία με το συναίσθημα της ευγνωμοσύνης. Κι εμείς στο Σχολείο μας δεν είναι η πρώτη φορά που διδάσκουμε την ευγνωμοσύνη και το πώς αυτή εκφράζεται. Κι όλο αυτό με στόχο να αγγίξουν τα παιδιά μας την ευτυχία. Κι όχι μόνο τα παιδιά, αλλά κι εμείς οι μεγάλοι, που ποτέ δεν είναι αργά να αγγίξουμε την πολυπόθητη για όλους μας ευτυχία…
Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 12.2.2009
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.