16.4.23

ΧΡΥΣΟΥΛΑ ΠΑΤΡΩΝΟΥ - ΠΑΠΑΤΕΡΠΟΥ: Ο ζευγολάτης


ΟΔΟΣ εφημερίδα της Καστοριάς
ΟΔΟΣ 13.10.2022 | 1144

Ακόμη δεν μπορώ να ξεκαθαρίσω. Με είχε πάρει ο ύπνος; Μου ήρθε η λέξη ξαφνικά στο μυαλό χωρίς να ξέρω γιατί; Ζευγολάτης! Σίγουρο είναι ότι μετά από λίγο χάθηκα στην αγκαλιά του Μορφέα. Αλλά και πάλι, γιατί ζευγολάτης; Τίποτα σχετικό δεν είχα διαβάσει. Ποτέ, απ’ όσο μπορώ να θυμηθώ, δεν είχα ακούσει κάποια σχετική συζήτηση, πολύ δε περισσότερο, δεν αναφέρθηκα σε ζευγολάτη. Ίσως βέβαια να υπήρχε η λέξη σε κάποιο σχολικό βιβλίο της Γλώσσας ή της Ιστορίας. Πιθανόν. Και επειδή νιώθω αρκετά μπερδεμένη, καταφεύγω σε απεικονίσεις και ετυμολογικά λεξικά. Φυσικά και στο διαδίκτυο. Βλέπω εκεί τον Ζευγολάτη, το ειδώλιο από τον έκτο αιώνα προ Χριστού, το οποίο εκτίθεται στο Λούβρο και το έχει φτιάξει ένας κοροπλάστης από τη Θήβα. Άρα, ένας από εκείνους που έπλασαν και τις Ταναγραίες κόρες. Έτσι λοιπόν δουλεύει η μνήμη όταν δεν την κατευθύνουμε εμείς; Τρέχει από το ένα θέμα στο άλλο και μας παροτρύνει να ασχοληθούμε με εικόνες και λέξεις, στις οποίες ούτε καν μας πήγε το μυαλό; Ο ζευγολάτης της Θήβας, με σπασμένο τον αριστερό του βραχίονα –εκείνον που κρατούσε το αξιάλι προφανώς– σκυμμένος και κρατώντας το αλέτρι οργώνει τη γη. Περασμένος ο ζευγάς στον λαιμό των αλόγων. Θαυμάζω το ειδώλιο, μου μένει η απορία. Η Ταναγραία κόρη, το πολύτιμο δώρο ενός θείου, για την οποία μιλούσαμε χτες με τη μητέρα μου, με οδήγησε στο πήλινο αγαλματίδιο; Εκείνη τη στιγμή ακριβώς, με ένα πελώριο ερωτηματικό να μου κατακλύζει το νου, μπαίνει στο δωμάτιο η ίδια. –«Θυμάσαι να αναφέραμε κατά τη χτεσινή μας συζήτηση τη λέξη ζευγολάτης;» ρωτάω. Με κοιτάζει περίεργα. –«Τι ερώτηση! Αλλά μια και μου πασάρεις τον ζευγολάτη, μήπως θα ήθελες να σου αφηγηθώ μια ιστορία από τα παιδικά μου χρόνια με έναν αμαξηλάτη; Ή επί το λαϊκότερο, αραμπατζή; Ω, ναι! Κάποια μακρινή σχέση έχει με τον δικό σου ζευγολάτη.

Πανηγύρι στη εκκλησία του Άι-Παντελεήμονα, κόσμος και κοσμάκης μαζεμένος· κατακόκκινα, ζαχαρωμένα κοκοράκια, τρακατρούκες, καραμελωμένα φιρίκια, όλα όσα τρέλαιναν τον παιδόκοσμο της εποχής εκείνης. Μόνο που η θεία η οποία με είχε πάρει μαζί της στο προσκύνημα του αγίου, δεν είχε ούτε διάθεση ούτε παράδες για ξόδεμα στους υπαίθριους πάγκους των πραματευτάδων. Ακριβώς πιο πάνω από την εκκλησία έστεκε μεγαλόπρεπο το σπίτι μιας άλλης συγγένισσας, άρτι αφιχθείσης από το Παρίσι και για κει κατευθύνθηκε κρατώντας με από το χέρι. Θα απολαμβάναμε, όπως μου τόνιζε από την ώρα που ξεκινήσαμε για τον εσπερινό, τα γαλλικά κεράσματα και τον καφέ από το «παρισινό» μπαλκόνι και θα χαζεύαμε τους πανηγυριώτες. Ο δρόμος ανηφορικός από την αυλή του ναού, όπου και όλα τα εκθέματα. Το μυαλό μου ωστόσο, καθώς απομακρυνόμασταν, εκεί στριφογύριζε. Προς τα κει γύριζε και το κεφάλι μου, στα κοκοράκια με τα προκλητικά λειριά τους. Όταν, σε μια στιγμή άφησε η θεία το χέρι μου για να χαιρετήσει μια γνωστή της, έστριψα εκατόν ογδόντα μοίρες. Ούτε τον θόρυβο του κάρου άκουσα ούτε τον αραμπά που προχωρούσε προς τον ναό, είδα. Βρέθηκα κάτω από το ξύλινο όχημα φαρδιά πλατιά. Δεν ξέρω καν αν ήταν φόβος αυτό που ένιωσα ή απορία. Μόνο που τώρα βροντές και αστραπές κατέκλυσαν τον χώρο. Και μέσα σ’ αυτή την ταραχή, ξεχώρισα τις κραυγές της θείας, των περαστικών, κλάματα παιδιών. Ώσπου να καταλάβω τι ακριβώς συνέβαινε, ο αραμπάς είχε ήδη πάρει την κατηφόρα και ο αμαξηλάτης φρόντισε να τον σταματήσει ακριβώς μπροστά στην πλατεία. Έτρεξε ο ίδιος αλλόφρων προς το μέρος μου, έτρεξε η θεία αλαφιασμένη, έτρεξαν παιδιά και μεγάλοι. Ήθελαν να με αγγίξουν, να διαπιστώσουν πως δεν είχα καταπατηθεί από τα άλογα. Τρομάρα πήρα μεγάλη, όλοι οι άλλοι μεγαλύτερη. Η θεία έτρεμε σύγκορμη· μάλλον αυτή χρειαζόταν ιδιαίτερη φροντίδα. Όσο για μένα, αποζημιώθηκα με μία χούφτα κοκοράκια και μία τρακατρούκα. Κατέβηκε και η Παριζιάνα θεία, με έσφιξε στην αγκαλιά της και, στρεφόμενη προς τον αραμπατζή, είπε: «Κύγιε αμαξηλάτη, αυτή η κατηφόγα δεν είναι κατάλληλη για άμαξες, μπογείς να σκοτώσεις μικγά παιδιά!». Από τότε έγινε ο αραμπατζής αμαξηλάτης!»

Δεν είχα ακούσει ποτέ πριν την ιστορία αυτή. Είναι περίεργη η στιγμή που βρήκε να μου την αφηγηθεί η μητέρα μου. Αμαξηλάτης, ζευγολάτης... Αρχίζω να ψάχνω λέξεις με την κατάληξη λάτης. Από το ελαύνω βγαίνει. Να τος και ο ιχνηλάτης, να ο στρατηλάτης, δεν λείπει ο ιππηλάτης ούτε ο κωπηλάτης· κι ο σφυρηλάτης συμπληρώνει τον κατάλογο. Την σκέψη μου προσπαθώ να σφυρηλατήσω. Ο ζευγολάτης, πάντως, που στο Μουσείο του Λούβρου στέκει, κρατά τα σκήπτρα. Και την προτίμησή μου...


Θα ήθελα με την ευκαιρία να εκφράσω τις ευχαριστίες μου στον φιλόλογο και λογο-τέχνη κο Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλο για τα καλά του λόγια σχετικά με τη συγκρότηση του τεύχους 1136 της «Οδού», το αφιερωμένο στη Σελήνη και να του αφιερώσω με τη σειρά μου το σημερινό μου πόνημα [σχετικά "εδώ"].


Φωτογραφία: Πήλινο ειδώλιο ζευγολάτη (11 Χ 22 cm) περ. 600-575 πΧ από την Θήβα Βοιωτίας. Μουσείο Λούβρο, Παρίσι Γαλλίας.


Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 13 Οκτωβρίου 2022, αρ. φύλλου 1144.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ