9.4.23

ΣΟΝΙΑΣ ΕΥΘΥΜΙΑΔΟΥ-ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΟΥ: Οι ιερείς της περιοχής Καστοριάς στον Μακεδονικό Αγώνα

 

«Επειδή πάντοτε κατά τους αγώνες του Έθνους μας προΐστατο η Εκκλησία, έτσι και τώρα προ πάντων, ότε κατ’ αυτής κυρίως στρέφονται αι επιθέσεις των εχθρών μας, πρέπει και πάλιν η Εκκλησία να προστατεύση τον Αγώνα, δια την συνεννόησιν των κοινοτήτων προς αλλήλας και την αλληλοβοήθειαν».
Παύλος Μελάς

Και ποιος δεν ξέρει, άλλωστε, πως οι Βούλγαροι κομιτατζήδες, μια που για τα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα μιλάμε, στους παπάδες, τους προκρίτους και τους δασκάλους ξεσπούσαν κυρίως!... Και ποιος απ’ όσους αναφέρονται στην περίοδο αυτή μπορεί να αποφύγει να σταθεί ιδιαιτέρως στον Μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανό Καραβαγγέλη, που οργάνωσε τον Αγώνα κι ήταν η ψυχή του! Κι όμως, η προσφορά του Κλήρου δεν περιορίζεται μόνο σ’ αυτή των μητροπολιτών της εποχής εκείνης, οι οποίοι υπήρξαν σπουδαίοι μαχητές και πραγματικοί ήρωες, αλλά μαχητές και ήρωες υπήρξαν και πολλοί ιερείς, που με τη στάση τους τίμησαν και το ράσο και την Πατρίδα.

Ξεκινάμε από τους ιερείς της περιοχής μας που έχασαν τη ζωή τους για τη λευτεριά και την Πατρίδα: 

■ παπα-Χρήστος Βρίτσιος από το χωριό Περικοπή. Κατά την εξέγερση του Ίλιντεν, στις 20 Ιουλίου 1903, αρνήθηκε να γίνει εξαρχικός και γι’ αυτό τον δολοφόνησαν οι κομιτατζήδες μαζί με τον Ιωάννη Βρίτσιο. Συνεργαζόταν με τον καπετάν Κώττα και τον Γερμανό Καραβαγγέλη.
-παπα-Ησαΐας Κύρου από τη Χαλάρα. Ήταν ιεροδιδάσκαλος. Τον συνέλαβαν, του έκοψαν τα χέρια, τα πόδια, τα αυτιά, του έβγαλαν τα μάτια και στο τέλος τον αποκεφάλισαν το 1902 επειδή αρνήθηκε να γίνει εξαρχικός κι ήταν συνεργάτης με τον Καραβαγγέλη. «Πεθαίνω Έλληνας» φώναξε στους δολοφόνους του και ξεψύχησε. 

■ παπα-Αθανάσιος Ρίζος (Τουχουλιώτης) από τον Πεύκο Καστοριάς. Δολοφονήθηκε στα Σπήλαια Καστοριάς, στον νάρθηκα του ναού, μαζί με τον επίτροπό του Φίλιππο Μπουλιούτση, την 1/2/1904. 
-Ο ηγούμενος Άνθιμος μόναζε με άλλους τρεις καλόγερους στο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου Κορομηλιάς. Τον δολοφόνησαν οι κομιτατζήδες μαζί με άλλους τρεις καλόγερους και με δυο γυναίκες που πήγαν ν’ ανάψουν τα καντήλια και να λειτουργηθούν. Τον ηγούμενο τον κατακρεούργησαν με ενενήντα εννέα μαχαιριές, έβαλαν φωτιά στο μοναστήρι και έφυγαν. Στην κηδεία συμμετείχαν όλοι οι χωριανοί που πονούσαν κι έκλαιγαν γιατί είχαν χάσει τους καλούς κληρικούς. Η δολοφονία αυτή έγινε στις 8/3/1905.

■ Ο παπα-Ιωάννης Παπαϊωάννου ήταν ιεροδιδάσκαλος από το Νόστιμο Καστοριάς. Ήταν ο ιδρυτής του δημοτικού σχολείου του χωριού του, που πρωτολειτούργησε το 1863 σε εκκλησιαστικό κτίριο που σωζόταν ως το 1943, οπότε το έκαψαν οι Γερμανοί μαζί με όλα σχεδόν τα σπίτια του χωριού. Ο παπα-Ιωάννης ήταν εφημέριος στο Ασπρονέρι Καστοριάς και δολοφονήθηκε στον ναό του Προφήτη Ηλία, όπου και ο τάφος του. Οι κομιτατζήδες, αφού τον σκότωσαν, διέδωσαν ότι τάχα το έκαναν οι Έλληνες Μακεδονομάχοι, με σκοπό να πάρουν τα χωριά μας με το μέρος τους, αλλά οι κάτοικοι των χωριών μας δεν πίστεψαν και παρέμειναν πιστοί στο Πατριαρχείο (Για τους παραπάνω ιερείς γράφει ο Αρχιμανδρίτης Μιλτιάδης Σιδερίδης στο βιβλίο του «Η Εκκλησία στο Μακεδονικό Αγώνα», εκδ. Καστοριανή Εστία, 1995).

■  Στις 21 Ιουνίου 1902, ενώ τελούσε μόνος τον Εσπερινό, Οθωμανοί πυροβόλησαν ενώ βρισκόταν μπρος στην Αγία Τράπεζα τον ιερέα Βασίλειο Καλαπαλίκη, εφημέριο στο Χιλιόδενδρο, και τον τραυμάτισαν ελαφρά στο χέρι. Όταν όμως ο ιερέας βγήκε έξω για να δει τι συμβαίνει, δέχτηκε τη μανιώδη επίθεσή τους με ξύλα και τσεκούρια. Το κεφάλι του κατακρεουργήθηκε, ενώ το σώμα του δέχτηκε πολλά χτυπήματα. Το νεκρό σώμα του βρέθηκε αγνώριστο κι αναγνωρίστηκε από τη γενειάδα και τα ιερά του άμφια (Ημερολόγιο 2021, Ι. Μητρόπολις Καστοριάς).

■  Τρία αδέρφια έχασε από τους κομιτατζήδες ο στενός συνεργάτης του Γ.Καραβαγγέλη ήρωας παπα-Γερμανός Γούλιος από τον Αη-Δημήτρη, χωριό του Ν. Καστοριάς που δεν υπάρχει πια. Ο ίδιος, εξαιτίας του άσβεστου μίσους των Βουλγάρων, κατέληξε το 1917 σε εξορία και καταναγκαστικά έργα στις γαλλικές αποικίες της μακρινής Δυτ. Αφρικής, απ’ όπου δεν επέστρεψε ποτέ (Σ. Ευθυμιάδου-Παπασταύρου, εφ. ΟΔΟΣ, 12/10/2007). 

■  Όλοι γνωρίζουμε τον παπα-Σταύρο Τσάμη από το Πισοδέρι. «Ο Φλωρινιώτης Τυρταίος του Μακεδονικού Αγώνα, ο συνεργάτης του Παύλου Μελά και νεκροφόρος της τιμίας κεφαλής του. Δολοφονήθηκε στις 26 Αυγούστου 1906, σε ηλικία 33 ετών, αφήνοντας πατέρα, μητέρα, σύζυγο και μία κόρη. Παραπλανημένος και αυτός με το ίδιο δόλιο τέχνασμα των Βουλγάρων, έπεσε στην ενέδρα τους. Τραυματίστηκε στο στήθος και κατόρθωσε να κρυφτεί στο παρακείμενο δάσος. Όπως σημειώνει ο Μογλενών Άνθιμος στην ίδια αναφορά του, είχαν περάσει μερικές ώρες αφότου είχαν φύγει οι Βούλγαροι και μπόρεσε ο παπα-Σταύρος να καθαρίση την πληγή του και να επιθέση τεμάχιο μήλου που είχε στο θυλάκιό του. Μη έχοντας τις δυνάμεις και την τόλμη να επιστρέψη μόνος στο χωριό, κάλεσε σε βοήθεια τους καρβουνιάρηδες που εργάζονταν στο δάσος. Αυτοί όμως ήσαν οπαδοί και συνεργάτες του βουλγαρικού κομιτάτου και, αντί να τον βοηθήσουν, κατέφεραν στο κεφάλι του δύο κτυπήματα με τσεκούρι και τον θανάτωσαν». («Η συμβολή του Κλήρου στο Μακεδονικό Αγώνα», Αρχιμανδρίτη Ειρηναίου Χατζηεφραιμίδη, περ. Αριστοτέλης)

■  Μια άλλη στυγερή δολοφονία, που προκάλεσε φρίκη και αποτροπιασμό στον Ελληνισμό, ήταν του παπα-Δημήτρη από το Στρέμπενο (σήμερα Ασπρόγεια). Ο παπα-Δημήτρης ήταν ένας από τους πιο ψυχωμένους ιερείς. Από τότε που ήρθε στην Καστοριά ο Μητροπολίτης Γερμανός βρισκόταν σε στενή επικοινωνία μαζί του. Όταν ο Μητροπολίτης τον ρώτησε ποιον έκρινε κατάλληλο για να ορίσει αρχηγό στα μέρη τους, αδίστακτα ο παπα-Δημήτρης σύστησε τον ανεψιό του, τον λεβέντη Βαγγέλη Γεωργίου, γνωστό ως Στρεμπενιώτη. Ο ίδιος οδήγησε στην Καστοριά, στη Μητρόπολη, τον Βαγγέλη. Ο Μητροπολίτης ενθουσιάστηκε από τη λεβεντιά και το γενναίο φρόνημα του νέου. Το ίδιο ενθουσιάστηκε αργότερα και ο Ίων Δραγούμης, όταν ήρθε στη Μακεδονία, κι έγραφε στον πατέρα του: «Αν σε κάποιον ήθελα να μοιάσω είναι ο Βαγγέλης Στρεμπενιώτης». Ο Γερμανός Καραβαγγέλης όρκισε ο ίδιος τον νέο αρχηγό και του ευχήθηκε καλή επιτυχία στον ιερό σκοπό που αναλάμβανε. Έτσι ο Βαγγέλης έγινε το δεξί χέρι του Μητροπολίτη, ο μεγάλος Αρχηγός του Αγώνα και ο παπα-Δημήτρης καμάρωνε.

Οι Βούλγαροι, που ήξεραν τη δράση του τολμηρού ιερωμένου, από τους πρώτους τον είχαν ξεγραμμένο, γιατί στεκόταν εμπόδιο στα σχέδιά τους. Μα εκείνος δε φοβόταν κανέναν. Πήγαινε συχνά στην Καστοριά, έδινε πολύτιμες πληροφορίες στον Δεσπότη, έπαιρνε τις εντολές του και ήταν ένας βασικός σύνδεσμος. Οι χωρικοί, βλέποντας τη θαρραλέα δράση του, κοντά του αναθάρρευαν και ένιωθαν ασφαλισμένοι. Έμεναν πιστοί στο Πατριαρχείο και αρνούνταν το Σχίσμα.

Αρχές Νοεμβρίου του 1902, ο παπα-Δημήτρης πήγε πάλι στην Καστοριά να συναντήσει τον Δεσπότη. Έμεινε μερικές μέρες και στις 7 του μηνός ξέσπασε άγρια θύελλα στα μέρη εκείνα. Χιόνια, βοριάδες, κρύο, σκοτάδι. Κι ενώ ο Καραβαγγέλης προσπάθησε να τον εμποδίσει να ξεκινήσει για το χωριό του, ο ιερέας δεν τον άκουσε και πήρε τον δρόμο του γυρισμού. Μα, πλησιάζοντας στο χωριό του, ξαφνικά μες στο σκοτάδι ρίχτηκαν κομιτατζήδες πάνω στον σεβαστό γέροντα και τον κατακομμάτιασαν. Πνιγμένο στο αίμα του τον βρήκαν τα ξημερώματα αγωγιάτες περαστικοί από εκεί. Τον έφεραν στο χωριό, όπου τον θρήνησαν οι δικοί του κι οι χωριανοί του, που έχασαν τον πνευματικό πατέρα και προστάτη τους.

Μετά την κηδεία, ο νεότερος γιος του, ο Νικόλαος, παρουσιάστηκε στον Καραβαγγέλη στην Καστοριά και τον παρακάλεσε να τον χειροτονήσει ιερέα, δίνοντάς του το όνομα του πατέρα του, παπα-Δημήτρη, και να τον βάλει στη θέση του, όπως και έγινε, ενώ ο άλλος γιος του, που βρισκόταν στην Αθήνα, μόλις έμαθε τη δολοφονία του πατέρα του, ήρθε και πολέμησε στη Μακεδονία και σκοτώθηκε στις 20 Ιουλίου 1905 σε μάχη στην Κέλλη Φλωρίνης, ενώ ο ανεψιός του Βαγγέλης Στρεμπενιώτης, αφού εκδικήθηκε τον θάνατο του θείου του, έπεσε κι ο ίδιος σε ενέδρα και έχασε τη ζωή του. Έτσι, ολόκληρη η οικογένεια του ηρωικού παπα-Δημήτρη θυσιάστηκε για τη λευτεριά της Μακεδονίας («Η Εκκλησία στο Μακεδονικό Αγώνα», Ρούλα Παπαδημητρίου, εκδ. Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος).

■  Κλείνοντας με τους ιερείς της περιοχής μας που έδωσαν τη ζωή τους για την Πατρίδα, στο προαναφερθέν κείμενο του π.Ειρηναίου Χατζηεφραιμίδη, διαβάζουμε:

«Αυτό το αλύγιστο φρόνημα των Κληρικών ήταν που εντυπωσίασε τον Γάλλο περιηγητή Berard. Φτάνοντας στο Ντιχέμ (Τοιχιό;) της Καστοριάς και γινόμενος αυτόπτης μάρτυρας της θρασύτητας και της προκλητικότητας των Βουλγάρων, αακούει τα δεινά του Έλληνα παπά: πώς του έκλεψαν τα υποστατικά∙ άρπαξαν την παπαδιά και τη μαστίγωσαν∙ μάτιασαν όλα τα παιδιά του και πώς σε προσκύνημά του στο Άγιον Όρος, παραλίγο να τον κουρέψουν οι Βούλγαροι. Και γράφει παρακάτω ο Berard∙ «Πονέσαμε και μεις μαζί του για όλα του τα πάθη. Τον συμπονέσαμε προπάντων για τη μοίρα του να ζη ανάμεσα σε βαρβάρους… Ο γέροντας αυτός δεν ήταν από συμφέρον φυσικά που εξακολουθούσε να μένη στο λεηλατημένο του σπίτι και σ’ αυτό το χωριουδάκι, που ήταν πολύ φτωχό, για να μπορή να του πληρώνη δεκάτη και εκκλησιαστικά τυχερά∙ δεν ήταν το συμφέρον που τον έκανε να μένη στον βάρβαρο τόπο. Δεν είχαμε ακόμη ξαναδή παρόμοιο παράδειγμα της μυστηριακής αυτής δύναμης που, κυριεύοντας τους ανθρώπους, τους θέτει στην υπηρεσία του θριάμβου της ιδέας, παρόλες τις θεωρίες περί φυλών και καταγωγής, παρά τη γλώσσα, τις προλήψεις και τα αισθήματα που κληροδοτούνται από τους προγόνους».

Μα δεν πρέπει να ξεχνάμε και τους ιερείς που αγωνίστηκαν και πάλεψαν για την υπόθεση της λευτεριάς, που άργησε να επιστρέψει στην πολύπαθη γη της Μακεδονίας, χωρίς όμως να χάσουν τη ζωή τους και να μαρτυρήσουν, ιερείς όπως ο Πλάτων Αϊβαζίδης (*), πρωτοσύγκελος του Καραβαγγέλη, που έχασε τη ζωή του αργότερα, στις αγχόνες της Αμάσειας του Πόντου, ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος στο Τσιρίλοβο, που η προσωπικότητά του ενθουσίασε τόσο πολύ τον Παύλο Μελά, γνωστές περιπτώσεις Μακεδονομάχων ιερέων και οι δυο τους, αλλά και πιο άγνωστες περιπτώσεις όπως του παπα-Νικόλα Παπασταύρου, ιεροδιδασκάλου και στενού συνεργάτη του Καραβαγγέλη στο Μαυροχώρι, του παπα-Χρήστου από το Κωσταράζι, του ιεροδιδασκάλου παπα-Δήμου Οικονόμου από το Βογατσικό, του παπα-Γερμανού (**) από το χωριό Άγιος Δημήτριος που δεν υπάρχει πια, που η ζωή του μοιάζει με αληθινή περιπέτεια, και σίγουρα και πολλών άλλων ιερέων που τα ονόματά τους δεν έχουν σωθεί, αλλά οφείλουμε και σ’ αυτούς τη λευτεριά τη δική μας, τους χρωστάμε την ευγνωμοσύνη μας και θα τους τη χρωστάμε πάντα... 


(*) «Αθέατες πλευρές του Μακεδονικού Αγώνα», Σόνιας Ευθυμιάδου-Παπασταύρου, εκδ. Πελασγός,2016 και εφ. ΟΔΟΣ, 22/9/2011
(**) εφ. ΟΔΟΣ, 12/10/2007 και βιβλίο «Της Πατρίδας», εκδ. Πελασγός της Σόνιας Ευθυμιάδου-Παπασταύρου.

Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 6 Οκτωβρίου 2022, αρ. φύλλου 1143.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ