9.6.14

ΣΟΝΙΑΣ ΕΥΘΥΜΙΑΔΟΥ-ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΟΥ: 21 Φεβρουαρίου: Παγκόσμια ημέρα μητρικής γλώσσας




“Πατρίδα είναι η γλώσσα που σκεφτόμαστε…”

…έλεγε μια φράση που ποτέ μου δεν ξέχασα. Και τη θυμήθηκα τις προάλλες, όταν, μιλώντας για το Μοναστήρι της καρδιάς μας, σκάλωσα στο απόσπασμα του πολύ αγαπημένου μου Γ. Μόδη όπου, περιγράφοντας μια φαινομενικά μη ελληνική οικογένεια της ηρωικής πόλης που σήμερα δεν ανήκει στην Ελλάδα, πως έκλαψαν και μοιρολόγησαν την αγαπημένη τους νεκρή στα ελληνικά έλεγα και να διακόψω θέλησα για να συμπληρώσω πως τον άνθρωπό σου τον κλαις στη γλώσσα της καρδιάς σου κι όχι σε άλλη, αλλά δεν το είπα· δε σχολίασα, απλώς γιατί το θεώρησα περιττό. Άλλωστε και ποιος δεν το ξέρει πως, ναι, καλύτερα εκφράζουμε και τον μεγάλο μας πόνο και τη χαρά και τον θυμό και την οργή μας και κάθε δυνατό μας συναίσθημα στη γλώσσα της καρδιάς μας…

«Τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνική» λέει ο Ελύτης και λίγο παρακάτω «Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου» και μας παραπέμπει κατευθείαν στο «Μήγαρις έχω άλλο στο νου μου πάρεξ ελευθερία και γλώσσα;» του εθνικού μας Δ. Σολωμού. Και ήταν τις προάλλες και πάλι, μες στην τάξη όμως αυτή τη φορά, που έλεγα για το αρχαιοελληνικό ρήμα ποιώ, που, είτε το θέλουν κάποιοι είτε όχι, είναι η ρίζα πολλών σημερινών λέξεων που χρησιμοποιούμε εμείς οι Έλληνες της κρίσης, καθώς «αρτοποιός» λέμε και «φαρμακοποιός» και «ποιητής» και «ποίημα», το τελευταίο είτε όταν πρόκειται για κυριολεξία είτε για μεταφορά… Κι εκεί ένιωσα τη βαθιά ανάγκη να πω πως εμείς οι ποντιακής καταγωγής Έλληνες ακόμα «εποίκα» λέμε όταν μιλάμε ποντιακά, παραλείποντας το η από τον αρχαίο παρακείμενο του ρήματος ποιώ και «έγκα» λέμε αντί για «έφερα», που προέρχεται από τον αρχαίο αόριστο του φέρω «ήνεγκα». Τέτοια θαυμαστά πράγματα συνδέουν ακατάλυτα εμάς τους σημερινούς Έλληνες της κρίσης με κείνους τους Έλληνες στις αμμουδιές του Ομήρου. Και είναι αυτά τα πράγματα που έκαναν τον Λακαριέρ και τους άλλους πιο άγνωστους από αυτόν ελληνιστές να παραδέχονται πως, ναι, και βέβαια είμαστε απόγονοι εκείνων των Ελλήνων που είχαν μεγαλουργήσει και θαυμάζονται ακόμα και σήμερα…

Και ήταν μόλις σήμερα το απόγευμα που διάβασα τη συνέντευξη ενός τελείως άγνωστού μου Βρετανού ελληνιστή, του Χόλτον, που αγωνιά για τα κέντρα διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας που κλείνουν συνεχώς στο εξωτερικό γιατί η Ελληνική Πολιτεία δεν ενδιαφέρεται καθόλου –το αντίθετο θα ήταν δυστυχώς έκπληξη για μας που ξέρουμε-, αλλά κλείνουν γιατί ζούμε- δυστυχώς και πάλι-στην εποχή της χρησιμοθηρίας και της ταχύτητας: «Τι να τα κάνουμε τα αρχαία, σάμπως θα μιλήσουμε με τον Περικλή;» ρωτούσε χαριτωμένα η εθνική μας Αλίκη σε μια από τις κωμωδίες της που στα μαθητικά χρόνια αναφέρονται, νάτη λοιπόν η χρησιμοθηρία, μαθαίνουμε ό,τι θα μας χρειαστεί, τίποτε πέρα από αυτό, κι ας είναι τα αρχαία η ρίζα των ελληνικών που μιλάμε σήμερα και ας είναι τα ελληνικά η ρίζα πολύ διαδεδομένων γλωσσών που μιλιούνται από άλλους λαούς σήμερα, καθώς έχουν καταγραφεί 11.555 αγγλικές λέξεις που έχουν ελληνική ρίζα και έφτασαν μέχρι τις μέρες μας μέσω των λατινικών και της γαλλικής γλώσσας. Όσο για την αναφορά του ελληνιστή στη σημερινή εποχή της ταχύτητας, «μαθαίνουμε μόνο ό,τι μπορεί να μας εξασφαλίσει γρήγορα δουλειά» λέει κι εξηγεί έτσι τη μείωση του αριθμού των ανθρώπων που ενδιαφέρονται για τις ανθρωπιστικές σπουδές και για να μάθουν τα ελληνικά. Κι όμως…

Κι όμως από τη μέχρι τώρα εμπειρία μου έχω –κι όχι μόνον εγώ φυσικά-συνειδητοποιήσει ότι η χρήση της γλώσσας, προφορική και γραπτή, είναι μια ωραιότατη άσκηση του πνεύματος: πόσες φορές, μιλώντας με άλλους, δεν πιάνουμε τον εαυτό μας να κάνει πολλές στροφές σε ελάχιστο χρόνο, προκειμένου να τα καταφέρει να βρει τις επόμενες λέξεις που θα εκφράσουν με τον καλύτερο τρόπο αυτό που θέλει να πει και μάλιστα χωρίς να φανεί κανένα σημάδι πίεσης εσωτερικής!... Πόσες φορές δείχνουμε πως μιλάμε τελείως αβίαστα και δε φανερώνουμε ίχνος από την εσωτερική αδιάκοπη εγρήγορσή μας, από τον όμορφο αγώνα να βρούμε τις κατάλληλες λέξεις στον κατάλληλο χρόνο!.... Και πόσο όλος αυτός ο αγώνας μάς φέρνει πιο κοντά στην εσωτερική μας καλλιέργεια, που αποτελεί αιώνιο ιδανικό και παντοτινό ζητούμενο!... Και πόση η χαρά μας όταν τα καταφέρνουμε, αλήθεια πόση!...

Πρόκειται για έναν αδιάκοπο αγώνα, όχι φυσικά για καύχηση, αλλά για την προσωπική ικανοποίηση πως, ναι, είναι η γλώσσα μου ένα μεγάλο δώρο που μου δόθηκε γιατί είχα την τύχη να γεννηθώ σ’ αυτήν την όμορφη και παράξενη πατρίδα, και είναι αυτή η γλώσσα μου ένα ιδανικό που αξίζει τον αδιάκοπο αγώνα μας. Μας δόθηκε κι έχουμε χρέος να τον φυλάξουμε αυτόν τον αμύθητο θησαυρό μας σαν κόρη οφθαλμού κι ακόμη περισσότερο. Τόσο πολύ!...

«Χρειάζεται άσκηση σπουδαία και κοπιαστική για να γράψει κανείς έστω και μία λέξη» λέει ο Νομπελίστας μας Γ. Σεφέρης και μας θυμίζει πως δεν είναι μονάχα η γλώσσα που μιλάμε που θέλει κόπο, αλλά πολύ περισσότερο κόπο θέλει η γλώσσα που γράφουμε. Κάτι σαν τα Μαθηματικά: «Όταν γράφετε», λέω στους μικρούς μαθητές μου, «πρέπει πάρα πολύ γρήγορα να βρίσκετε τι είναι η λέξη που γράφετε, να θυμάστε τι βασικό έχουμε πει γι’ αυτές τις λέξεις και να τη γράφετε σωστά» και τα παιδιά μια χαρά καταλαβαίνουν, γιατί ξέρουν και ν’ αγωνίζονται μια χαρά. Άλλο αν κάποιοι τα ωθούν στο εύκολο και στο δίχως κόπο και τα σπρώχνουν μακριά από την εγρήγορση και το απαιτητικό, καλλιεργώντας τους την αποστροφή για οτιδήποτε θέλει κόπο. Μα γίνεται ζωή χωρίς κόπο; «Κράτα το παιδί σου λίγο κουρασμένο και λίγο στενοχωρημένο, αν θες να του κάνεις καλό» έλεγε μια κινέζικη παροιμία, που, όταν την πρωτοδιάβασα, μ’ έβαλε σε πολλή σκέψη. Και, αφού δε γίνεται ζωή χωρίς κόπο, πώς γίνεται γλώσσα χωρίς κόπο-γίνεται; Και δε μιλάω για την ξένη γλώσσα, που, επειδή πληρώνεις για να τη μάθεις, δε θες να πηγαίνουν χαμένα τα λεφτά σου και γι’ αυτό κοπιάζεις για χάρη της. Μιλάω για τη γλώσσα τη δική σου, τη μητρική σου γλώσσα, τη γλώσσα που μ’ αυτήν σε νανούρισε η μανούλα σου, που αυτήν πρωτοάκουσες, που τις δικές της λέξεις πρωτοξεχώρισες όταν άρχισες να καταλαβαίνεις τον κόσμο γύρω σου-γι’ αυτήν τη γλώσσα μιλάω…

«Η γλώσσα δεν είναι μόνον ένα μέσον επικοινωνίας. Κουβαλάει την ψυχή του λαού μας κι όλη του την ιστορία και όλη του την ευγένεια», λέει και πάλι ο Ελύτης και μας θυμίζει, εκτός από τα της γλώσσας, πως αυτός ο λαός έχει ψυχή και ιστορία και ευγένεια ξεχωριστή, άλλο αν δείχνει αλλιώτικος τώρα. Και ακριβώς αυτός θα έπρεπε να είναι ένας άλλος αγώνας: να μάθουμε να διατηρούμε και την ψυχή μας και την ιστορία και την ευγένειά μας σε οποιεσδήποτε συνθήκες, ακόμα και στις πιο δύσκολες. Γιατί «το μεγάλο το καράβι θέλει και βαθιά νερά» κι εμείς, ναι, το έχουμε αποδείξει πολλές φορές πως δεν είμαστε και μικρά καράβια…

Κι επειδή ίσως και να σας έχω κουράσει με τα αυτονόητα που γράφω σήμερα, θέλω να κλείσω με δύο ποιήματα για τη γλώσσα μας και στη γλώσσα μας. Γιατί οι ποιητές μας ξέρουν πολύ καλύτερα από εμάς να σπάζουν τα χαλινάρια της σκέψης τους κι εκείνη, σαν ελεύθερο άτι, ν’ ανεβαίνει σε απάτητες κορφές, ανεβάζοντας κι εμάς μαζί της:

Η γλώσσα τούτη ψυχή κυμαινόμενη
μικρού λαού με σταθερό πεπρωμένο
που έζησε την κάθε μέρα του σαν μελλοθάνατος
αγωνίζεται να διδάξει τους εγγύς και μακράν
πως η υψίστη αποστολή ήταν πάντα το όραμα
όχι το πρόγραμμα

έγραφε πολύ παλιότερα ο Αρχιεπίσκοπος  Αυστραλίας Στυλιανός σε ποίημά του που δείχνει τόσο επίκαιρο, ενώ ο σπουδαίος μας  Νικηφόρος Βρεττάκος:

Η Ελληνική γλώσσα
Όταν κάποτε φύγω από τούτο το φως
θα ελιχθώ προς τα πάνω όπως ένα
ρυακάκι που μουρμουρίζει.
Κι αν τυχόν κάπου ανάμεσα
στους γαλάζιους διαδρόμους
συναντήσω αγγέλους, θα τους
μιλήσω  ελληνικά, επειδή
δεν ξέρουνε  γλώσσες. Μιλάνε
μεταξύ τους με μουσική.

Αυτά  γράφει ο ποιητής για την υπέροχη μητρική μας γλώσσα, και μας μεταφέρει σ’ έναν Παράδεισο όπου θα έχουμε την τεράστια τύχη και πάλι ελληνικά να ακούμε και να μιλάμε.
Μόνο που τότε θα τα μιλάνε και οι άγγελοι, δε θα ‘ναι όπως τώρα που τα μιλάμε μονάχα εμείς οι Έλληνες. Κι όχι πάντα επειδή τ’ αγαπάμε…


ΥΓ: «Κάθε εβδομάδα διορθώνω αράδα-αράδα 30 εργασίες φοιτητών-κοσκινίζω και την ορθογραφία» είπε σε συνέντευξή του ο γεννημένος στην Καστοριά πολύ γνωστός καθηγητής του ΕΜΠ κ. Θεοδόσης Τάσιος (Καθημερινή, 9/2/2014), που πολύ πρόσφατα βραβεύτηκε από τη Διεθνή Ένωση Δομικών Κατασκευών για το επιστημονικό του έργο, αλλά και τα κοινωνικά του ενδιαφέροντα. Ένα από αυτά συμπεραίνω πως είναι και η ελληνική γλώσσα, που η ορθή γραφή της απασχολεί τον διεθνώς διακεκριμένο καθηγητή και πρέπει να μας απασχολεί όλους ανεξαιρέτως τους Έλληνες… 


Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 22 Φεβρουαρίου 2014, αρ. φύλλου 729

1 σχόλιο:

  1. Αναγνώστης10/6/14

    Θερμά συγχαρητήρια στους δύο μικρούς ζωγράφους που εικονογράφησαν τόσο όμορφα το σπουδαίο ποίημα του Βρετάκου! Χίλια μπράβο!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ