5.9.22

ΣΟΝΙΑΣ ΕΥΘΥΜΙΑΔΟΥ-ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΟΥ: Η Μακεδονία κι η γυναίκα... [IV]

 
ΟΔΟΣ εφημερίδα της Καστοριάς


...όταν όλα «τα ‘σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά» στον τόπο μας… ή Μακεδονία, γυναίκα, Καστοριά θυσιάστηκαν για ελευθεριά*


«Η ανείπωτη τραγωδία του Μεσολογγίου ήταν το δυνατό χτύπημα που έδιωξε τις στάχτες από τα μάτια όσων επέμεναν να μη βλέπουν και φώτισε τις συνειδήσεις τους και τώρα όλοι έχουν κάνει την υπόθεση της Ελλάδας δική τους», όπως γράφτηκε χαρακτηριστικά στο αφιερωμένο στον πρώτο κυβερνήτη της Ελλάδας βιβλίο της Καρολίνας Μέρμηγκα με τίτλο «Κάτι κρυφό μυστήριο», εκδ. Μελάνι).
Ήρθε, λοιπόν, η ώρα των γενναίων γυναικών του Μεσολογγίου, που με μοναδικό τρόπο ύμνησε ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός, γράφοντας το αριστούργημά του «Οι Ελεύθεροι πολιορκημένοι», ακούγοντας από απέναντι τις κανονιές, εκεί απ’ τον αγιασμένο εξαιτίας του λόφο της Στράνης στη Ζάκυνθο.

Προσκυνούμε τη χάρη όλων των γυναικών του Γένους μας που αγωνίστηκαν ενάντια στη σκλαβιά, σκύβουμε το κεφάλι στα μαρτύριά τους, θαυμάζουμε τα έργα όλων τους. Στεκόμαστε, όμως, ιδιαιτέρως στην ιερή αυτή στιγμή της Ιστορίας, την αιματοβαμμένη Έξοδο από την πόλη-σύμβολο. Και πριν από την Έξοδο; Πριν από την Έξοδο, επί έναν ολόκληρο χρόνο, οι μάνες έπρεπε να θρέψουν τα παιδιά τους μ’ οποιονδήποτε τρόπο μπορούσαν κι ας ζήλευαν και το σπυρί που το πουλί έβρισκε να φάει κι ας το θέλαν και για τις ίδιες τους, που κι αυτές πεινούσαν. Οι Μεσολογγίτισσες αυτές υπήρξαν το δυνατότερο παράδειγμα υπομονής κι απαντοχής. Γράφει για τις Μεσολογγίτισσες ο Σολωμός, υμνώντας τες κι απαθανατίζοντάς τες: 
«Ιδού, αυτές οι γυναίκες φέρνονται θαυμαστά∙ αυτές είναι μεγαλόψυχες, και λένε ότι μαθαίνουν από μας∙ δε δειλιάζουν, μολονότι τους επάρθηκε η ελπίδα που είχαν να γεννήσουν τέκνα για τη δόξα και για την ευτυχία. Εμείς λοιπόν μπορούμε να μάθουμε απ’ αυτές και να τες λατρεύουμε έως την ύστερην ώρα». 

Και συνεχίζει ο εθνικός μας ποιητής:
«(…) Οι γυναίκες, εις τες οποίες έως τότε είχε φανή όμοια μεγαλοψυχία με τους άντρες, όταν δέονται και αυτές, δειλιάζουν λιγάκι και κλαίνε∙ όθεν προχωρεί η Πράξη∙ διότι όλα τα φερσίματα των γυναικών αντιχτυπούν εις την καρδιά των πολεμιστάδων, και αυτή είναι η υστερινή εξωτερική δύναμη που τους καταπολεμάει, από την οποίαν, ως απ’ όλες τες άλλες, αυτοί βγαίνουν ελεύθεροι. 
Είναι προσωποποιημένη η Πατρίδα, η Μεγάλη Μητέρα, θεάνθρωπη, ώστε να αισθάνεται όλα τα παθήματα, και καθαρίζοντάς τα εις τη μεγάλη ψυχή της να αναπνέη την Παράδεισο (…)». 

Πολύ ορθά έχει γραφτεί για τις Μεσολογγίτισσες πως: «Οι γυναίκες του Μεσολογγίου εξευγενίστηκαν από τον Πόνο. Δεν μοιάζουν σε τίποτε με τις συνηθισμένες γυναίκες. Έχουν πια βγει από τον κύκλο της καθημερινότητας και έχουν γίνει τραγικά σύμβολα. Είναι Ιφιγένειες και Αντιγόνες που βαδίζουν ατάραχα και σιωπηλά και αδιαμαρτύρητα προς το Μεγάλο Χρέος. Υψώνονται σε ασύλληπτα ύψη συνέπειας, αυταπάρνησης και θυσίας, για τα οποία ύψη τις προετοίμασαν πρώτα πρώτα η ελληνικότητά τους και δεύτερον η δυστυχία τους.

Οι γυναίκες του Μεσολογγίου ήταν στ’ αλήθεια εξαιρετικές και μοναδικές στην ιστορία του κόσμου. Η θυσία τους ανώτερη από αυτή των γυναικών του Ζαλόγγου, γιατί οι Σουλιώτισσες βρέθηκαν σε στιγμή απελπισίας και, μέσα σε μια ομαδική έξαρση, ρίχτηκαν στον γκρεμό. Ενώ οι Μεσολογγίτισσες ήξεραν από πολύ καιρό ότι τις παραμόνευε ο χαμός και μεμονωμένα η καθεμιά και οικειοθελώς αποφάσισαν να βαδίσουν προς τον θάνατο.
Έτσι, οι γυναίκες της Εξόδου, με τον αξιοπρεπή και τίμιο θάνατό τους, αξιοποίησαν τη ζωή, ενώ με την περιφρόνησή τους στα ανθρώπινα δεδομένα νίκησαν την ύλη. Κι όταν νικάει κανείς την ύλη, κάνει ένα μεγάλο βήμα προς τον Θεό.» 

Ακακία Κορδόση, Καθημερινή, 24/4/1994
 
(«700.000 γρόσια έδωσα εγώ και το ’26 ό,τι μου είχε απομείνει σε κοσμήματα -ό,τι έστεκε ανάμεσα σ’ εμένα και την απόλυτη ανέχεια- πήγε στους δυο χιλιάδες Μεσολογγίτες που σώθηκαν απ’ την Έξοδο», λέει η Μαντώ Μαυρογένους στο βιβλίο «Κάτι κρυφό μυστήριο» της Καρολίνας Μέρμηγκα, εκδ. Μελάνι, και θα ήταν άδικο να μην το σημειώναμε εδώ, καθώς μιλάμε για τη συμμετοχή των γυναικών στον μεγάλο ξεσηκωμό του Γένους).

 Αυτά τα σπουδαία και συγκλονιστικά λόγια αξίζουν στις Μεσολογγίτισσες και ο εθνικός μας ποιητής τις τιμά και με τα παρακάτω κορυφαία: 

Ψυχή μεγάλη και γλυκιά, 
μετά χαράς σ’ το λέω.
Θαυμάζω τις γυναίκες μας 
και στ’ όνομά τους μνέω.
Και βλέπω πέρα τα παιδιά 
και τις αντρογυναίκες
γύρω στη φλόγα π’ άναψαν 
και θλιβερά τη θρέψαν
μ’ αγαπημένα πράματα 
και με σεμνά κρεβάτια,
ακίνητες, αστένακτες, 
δίχως να ρίξουν δάκρυ∙
και ‘γγίζει η σπίθα τα μαλλιά 
και τα λειωμένα ρούχα.

Δ.Σολωμός

«Το δημοτικό τραγούδι συνετέλεσε πολύ στη διατήρηση του Εθνικού Φρονήματος, της Πίστης και της Ελληνικής Γλώσσας».
«Τα δημοτικά τραγούδια καθρεφτίζουν μέσα τους πιστά και τελείως τη ζωή και τα ήθη, τα συναισθήματα και τη διανόηση του ελληνικού λαού και, καθώς τα εξωραΐζουν με τα ποιητικά στολίδια, αναζωπυρώνουν τις αναμνήσεις και τις εθνικές περιπέτειες. Εξ αιτίας όλων αυτών η δημοτική ποίηση είναι η πιο ασφαλής αφετηρία και το πιο στερεό θεμέλιο κάθε δημιουργίας της ελληνικής τέχνης».

Ποιος θε ν’ ακούσει κλάματα, 
γυναίκεια μοιρολόγια,
ας πάει ν’ από το Κάρελι 
κι από το Μεσολόγγι,
κι εκεί ν’ ακούσει κλάιματα, 
γυναίκεια μοιρολόγια,
πώς κλαιν οι μάνες για παιδιά 
και τα παιδιά για μάνες.
Δεν κλαίνε για το σκοτωμό, 
που θε να σκοτωθούνε,
μόν’ κλαίνε για το σκλαβωμό, 
που θε να σκλαβωθούνε.

περ. Ελεύθερη Γενιά 

Αν και θεωρείται ηρωίδα του πρώιμου Μακεδονικού Αγώνα, δεν παύει να ‘ναι κορυφαία αγωνίστρια της Τουρκοκρατίας στη Μακεδονία μας. Η Περιστέρα Κράκα γεννήθηκε το 1860 στη Σιάτιστα. Ο αδελφός της Γούλιας Κράκας βγήκε αντάρτης στα βουνά κι αποφάσισε κι η ίδια να βγει στο αντάρτικο όταν οι Τούρκοι την κάλεσαν για ανάκριση. Διέφυγε ντυμένη άντρας και πήγε να συναντήσει τον αδελφό της. Αυτός συνελήφθη από τους Τούρκους οι οποίοι τον έγδαραν ζωντανό. Η Περιστέρα πολέμησε στη Μακεδονική Επανάσταση του 1878, έγινε αρχηγός ανταρτικής ομάδας άνω των 40 ατόμων και ήταν γνωστή με το πολεμικό όνομα "Καπετάν Σπανοβαγγέλης". Εντόπισε τους δολοφόνους του αδελφού της τους οποίους εκδικήθηκε. Η δράση της έγινε γνωστή και εκτός Ελλάδος και η γαλλική φεμινιστική εφημερίδα "Λε Παπιγιόν" την αποκάλεσε Ζαν ντ' Αρκ του 20ού αιώνα. Σταμάτησε την ανταρτική της δράση και επέστρεψε στη Σιάτιστα όταν οι Τούρκοι της έδωσαν αμνηστία, για την οποία μεσολάβησε ο μητροπολίτης Σιάτιστας Αγαθάγγελος. Αυτός την υποδέχθηκε θερμά στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου. Η αμνηστία αυτή παραβιάστηκε από τους Τούρκους οπότε η Περιστέρα αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη Μακεδονία (που ήταν ακόμα υπό Οθωμανική διοίκηση) και να καταφύγει στη Θεσσαλία. Εκεί παντρεύτηκε έναν από τους συντρόφους της, τον αντάρτη Καπετάν Περδίκη. Επέστρεψε όμως κι έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής της στη Σιάτιστα κι εκεί πέθανε το 1938.
«Το δημοτικό τραγούδι με πιο πολλή ακρίβεια από κάθε άλλο πνευματικό δημιούργημα του λαού φανερώνει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του έθνους. (…) Στα τραγούδια και τις παραδόσεις ο εθνικός χαρακτήρας αποτυπώνεται «ακραιφνής και ακίβδηλος». 

Μια κόρη τ’ αποφάσισε 

Μια κόρη τ’ αποφάσισε 
να πάει με τους Κλέφτες,
βάνει φωτιά στον αργαλειό. 
Βάνει φωτιά στον αργαλειό, 
στο φιλντισένιο χτένι
και τ’ άρματά της φόρεσε.
Και τ’ άρματά της φόρεσε 
και πάει με τους Κλέφτες,
δώδεκα χρόνους έκανε.
Δώδεκα χρόνους έκανε 
στους Κλέφτες καπετάνιος,
κανείς δεν την εγνώρισε.
Κανείς δεν την εγνώρισε 
πως ήταν κορασίδα,
και μια Λαμπρή μια Κυριακή.
Και μια Λαμπρή μια Κυριακή 
μια ‘πίσημην ημέρα,
βγήκαν οι Κλέφτες στο χορό. 
Βγήκαν οι Κλέφτες στο χορό 
να ρίξουν το λιθάρι,
το ρίχνουν τα κλεφτόπουλα.
Το ρίχνουν τα κλεφτόπουλα, 
το πάν’ σαράντα αχνάρια,
το ρίχνει και η κορασιά.
Το ρίχνει και η κορασιά 
το πάει σαράντα πέντε,
κι από το σείσμα το πολύ.
Κι από το σείσμα το πολύ 
κι από το λύγισμά της,
εκόπη τ’ αργυρό κουμπί.
Εκόπη τ’ αργυρό κουμπί 
και ‘φάνη κάτι εφάνη,
κι άλλοι το λένε μάλαμα.
Κι άλλοι το λένε μάλαμα 
κι άλλοι το λένε ασήμι,
‘κείνο δεν είναι μάλαμα. 
‘Κείνο δεν είναι μάλαμα
‘κείνο δεν είναι ασήμι,
μόν’ είν’ της κόρης το βυζί. 

Και βγαίνουμε τώρα, εντελώς συνειδητά, εκτός θέματος, για ν’ αναφερθούμε στα Ελληνόπουλα της εποχής εκείνης. Το κάνουμε για δύο λόγους: και γιατί αποτελούν αχώριστο δίδυμο με τις μάνες τους -«γυναικόπαιδα» τους αποκαλούμε μαζί- και, προπαντός, επειδή εσείς τα παιδιά θα πάρετε τη σκυτάλη από εμάς τους μεγαλύτερους και θα πάτε την Πατρίδα μπροστά. Τα παιδιά της Ελλάδας εκείνης δεν έμειναν αμέτοχα στον αγώνα για λευτεριά, κάθε άλλο μάλιστα. Εστιάζουμε στο ηρωικό Μεσολόγγι και διαβάζουμε: «Οι Γελεκτσήδες ήταν μια ομάδα ατρόμητων εφήβων που ζούσαν στο Μεσολόγγι τους πρώτους καιρούς της Επανάστασης, αλλά έδρασαν κυρίως στη δεύτερη πολιορκία, που κράτησε έναν χρόνο και έληξε με την ηρωική Έξοδο της νύχτας 10 προς 11 Απριλίου 1826. Οι Γελεκτσήδες πήραν το όνομά τους από το γιλέκο που φορούσαν για να μην τους βαραίνει η κάπα. 

- συνεχίζεται - 


Φωτογραφία: Γυναίκα με στολή και αρματωσιά μακεδονομάχου, φωτογραφία Λ. Παπάζογλου (1872-1918).


(*) Πρόκειται για το κείμενο της επιτυχημένης εκδήλωσης-αφιερώματος στα 200 χρόνια από το 1821 που έκανε ο Προοδευτικός Σύλλογος Κυριών Καστοριάς στην αυλή του Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα στις 7 Νοεμβρίου 2021. Θερμά συγχαρητήρια στη φιλόλογο κ. Ανδρομάχη Τζήμα και στην μπάντα Χαλκινομάνια, για την εξαιρετική απόδοση των ποιημάτων και των τραγουδιών της εκδήλωσης, καθώς και στην Πρόεδρο κ. Νίνα Μπουρλή και το Δ.Σ. του Συλλόγου για την άψογη διοργάνωση της εκδήλωσης! 
Σ.Ε.Π.


Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 16 Δεκεμβρίου 2021, αρ. φύλλου 1106.
Σχετικά:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ