1.9.22

ΣΟΝΙΑΣ ΕΥΘΥΜΙΑΔΟΥ-ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΟΥ: Η Μακεδονία κι η γυναίκα... [III]

 
ΟΔΟΣ εφημερίδα της Καστοριάς


...όταν όλα «τα ‘σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά» στον τόπο μας… ή Μακεδονία, γυναίκα, Καστοριά θυσιάστηκαν για ελευθεριά*


Μετά την παράδοση του Σουλίου με τη συνθήκη της 12ης Δεκεμβρίου 1803, που επέτρεπε στους Σουλιώτες να πάνε ένοπλοι όπου ήθελαν, ο Αλή πασάς, πατώντας τη συνθήκη, επιχείρησε να εξοντώσει όσους είχαν επιζήσει. Ένας από αυτούς ο Κίτσος Μπότσαρης, ξεφεύγοντας, ήρθε στο Βουλγαρέλι των Τσουμέρκων, αλλά βλέποντας πως κι εκεί κινδύνευε να κυκλωθεί από τους Αλβανούς, παρέλαβε όλους τους εκεί Σουλιώτες, που ήταν 1.148, και κατέφυγαν στις 22 Δεκεμβρίου στα Άγραφα, σε κάποια μονή πάνω σε απόκρημνο βράχο. 

Αφού πολιορκήθηκε εδώ από ισχυρή δύναμη του Αλή, αντιστάθηκε για 4 μήνες, αλλά γύρω στα μέσα του Απριλίου του 1804, οι Αλβανοί κατέλαβαν με προδοσία τη μονή και κατέσφαξαν όσους βρίσκονταν εκεί, εκτός από 80 περίπου άντρες και 2 γυναίκες, που διέφυγαν με τον αρχηγό. Η Λένω του Μπότσαρη, 15χρονη κόρη του Κίτσου Μπότσαρη, πολεμούσε στη μονή πλάι στον αδερφό της Γιαννάκη, αλλά μόλις αυτός σκοτώθηκε, πήγε κοντά στον θείο της Νίκζα, που πολεμούσε δίπλα στον Αχελώο, και σκότωσε πολλούς Τούρκους. Όταν όμως περικυκλώθηκε από τους εχθρούς, για να μη συλληφθεί, έπεσε στο ποτάμι και πνίγηκε (Ν. Πολίτη, Δημοτικά τραγούδια).

Ξεχωριστές, επίσης, μες στις γενναίες Σουλιώτισσες η γενναία καπετάνισσα Μόσχω Τζαβέλα κι η Δέσπω, η οποία αντιστάθηκε σθεναρά στους εχθρούς, κι όταν κλείστηκε στου Δημουλά τον πύργο, με 10 άλλες κόρες, νύφες, εγγονές κι εγγονούς της, βλέποντας πως κάθε άλλη αντίσταση ήταν μάταιη, ρώτησε τα παιδιά της αν δεν προτιμούν τον θάνατο από τη σκλαβιά. Όλοι ζήτησαν τον θάνατο και μαζεύοντας στη μέση όση πυρίτιδα είχαν, έβαλε φωτιά σ’ αυτήν και κάηκαν. Ήταν Χριστούγεννα του 1803 (ό.π.). 

«Στρατιωτικές εφημερίδες» έλεγε ο Κολοκοτρώνης τα δημοτικά τραγούδια. Είχαν ακρίβεια στις περιγραφές σαν πολεμικές ειδήσεις, με λίγους στίχους, καλοδουλεμένα ώστε να αποστηθίζονται εύκολα και να διαδίδονται γρήγορα σε κοινωνίες αγραμμάτων και στις σκληρές συνθήκες της εποχής. Μαρτυρούν μια εποχή ανάτασης των Ελλήνων και προβάλλουν υψηλές αρετές ανδρείας, γενναιοψυχίας, αυταπάρνησης και ελεύθερου φρονήματος»
Τα δημοτικά τραγούδια είναι έγκυρες ιστορικές πηγές. 

Της Λένως του Μπότσαρη

Όλες οι καπετάνισσες από το Κακοσούλι
όλες την Αρτα πέρασαν, 
στα Γιάννενα τις πάνε
σκλαβώθηκαν οι ορφανές, 
σκλαβώθηκαν οι μαύρες
Κι η Λένω δεν επέρασε, 
δεν την επήραν σκλάβα
μόν' πήρε δίπλα τα βουνά, 
δίπλα τα κορφοβούνια
Σέρνει τουφέκι σισανέ 
κι εγγλέζικα κουμπούρια
έχει και στη μεσούλα της 
σπαθί μαλαματένιο
Πέντε Τούρκοι την κυνηγούν, 
πέντε τζοχανταραίοι
«Τούρκοι, για μην παιδεύεστε, 
μην έρχεστε σιμά μου
Σέρνω τουφέκια στην ποδιά 
και βόλια στις μπαλάσκες»
«Κόρη για ρίξε τ' άρματα, 
γλίτωσε τη ζωή σου»
«Τι λέτε, μωρ' παλιότουρκοι 
και σεις παλιοζαγάρια
εγώ είμαι η Λένω Μπότσαρη, 
η αδερφή του Γιάννη
και ζωντανή δεν πιάνουμαι 
εις των Τουρκών τα χέρια»

Από το Ζάλογγο της Ηπείρου στο Ζάλογγο της Μακεδονίας, την ηρωική Νάουσα. Στις 19/2/1822 ο Ζαφειράκης κηρύσσει την επανάσταση, που όλοι ξέρουμε πως κατέληξε μετά από 2 μήνες στην καταστροφή της όμορφης πόλης και την οικειοθελή πτώση των γυναικών στην Αραπίτσα, για να μην πέσουν στα χέρια των Τούρκων. Ηρωίδες οι Ναουσαίες που έπεσαν στο ποτάμι, πνίγηκαν, ξεφεύγοντας από τα χέρια των Τούρκων. Τα γυναικόπαιδα όμως που αιχμαλωτίστηκαν οδηγήθηκαν στα σκλαβοπάζαρα, όπου πωλούνταν, αλλά οι γυναίκες των καπεταναίων, που οδηγήθηκαν αλυσοδεμένες στη Θεσ/νίκη, μετά από φρικτά βασανιστήρια, βρήκαν μαρτυρικό θάνατο. Δύο από τις Ναουσαίες αρχόντισσες, η Ζαφειράκαινα κι η Καρατάσαινα, μα και άλλες ανώνυμες Ναουσαίες ηρωίδες, σύμφωνα με πληροφορίες του Γάλλου περιηγητή Πουκεβίλ, υπέστησαν βασανιστήρια που και ο ίδιος ο Πουκεβίλ διστάζει να περιγράψει -τόσο φρικτά ήταν- ούτε εμείς όμως είναι εύκολο να αναφέρουμε εδώ, καθώς όλες τους είχαν φρικτότατο τέλος, αφού οι Τούρκοι εξάντλησαν όλη τη φαντασία και την κακία τους, εφευρίσκοντας πρωτοφανή σε βάρος των Ελληνίδων βασανιστήρια. Ναουσαίες αιχμάλωτες κατέληξαν και στο παζάρι του Μοναστηρίου και είτε αγοράστη- καν είτε απελευθερώθηκαν από Έλληνες Μοναστηριώτες. 

«Τα μάτια μας είναι κουρασμένα από την όψη αυτών των άτυχων θυμάτων του πιο ελεεινού εμπορίου», έγραψε ο Γάλλος πρόξενος Bottu, όταν έφτασαν στη Θεσ/νίκη καραβάνια γυναικόπαιδων, που είναι πάντα τα πιο αθώα θύματα των πολέμων. Σε κάποια οικογένεια της Πρέσπας υπήρχε σχετικά πρόσφατα παράδοση ότι ένας πρόγονός τους είχε αγοράσει από έναν Τούρκο Πασά μια αιχμάλωτη χριστιανή από τη Νάουσα, ύστερα από την καταστροφή της, την οποία στη συνέχεια και νυμφεύθηκε.

Στην ιερή μνήμη όλων των ηρωίδων γυναικών της Νάουσας, ακούμε το τραγούδι «Μας πάτησαν τη Νιάουστα», ιστορικό τραγούδι, που τραγουδιόταν ως πρόσφατα και στο Βογατσικό (από το cd «Άσπρο τριαντάφυλλο φορώ», τραγούδια από το Βογατσικό Καστοριάς, ηχογραφήσεις του 1965 και 1980): 

Μας πάτησαν τη Νιάουστα

Μας πάτησαν τη Νιάουστα 
και την απάνω Χώρα
Πήραν μανούλες με παιδιά 
και πεθερές με νύφες
Πήραν και μια μικρόνυφη, 
τρεις μέρες παντρεμένη
Που ‘χει(ν) τα τέλια στα μαλλιά, 
τα νύχια της βαμμένα
‘Ξήντα Αρβανίτες την κρατούν 
κι εξήντα την ‘ξιτάζουν
«Περπάτ(ι)α μήλο μ’ κόκκινο 
και ροϊδινό μ’ γραμμένο
Μήναν τα ρούχα σε βαρούν, 
μήναν τα κοντογούνια;»
«Κι ουδέ τα ρούχα με βαρούν
Μόν’ με βαρούν τα βάσανα, 
τα ντέρτια της καρδιάς μου
Μ’ εσκότωσαν τον άντρα μου, 
σε πράσινο λιβάδι
Πλημμύρισεν το αίμα του»
«Κόρη μου δεν παντρεύεσαι, 
Τούρκον άντρα να πάρεις;»
«Φύγε-φύγε βρωμόσκυλο, 
φύγε-φύγε ‘π’ εμπρός μου
(ν) Εγώ Ρωμιά γεννήθηκα, 
Ρωμιά και θα πεθάνω»
Και το σπαθί του έβγαλεν 
και το κεφάλ’ την πήρε
«Ώραν καλή σου νύφη μου 
και στο καλό να πάνεις
Πάνε να βρεις τον άντρα σου» 

Η Θρακιώτισσα Δόμνα Βισβίζη, η Βορειοελλαδίτισσα Μπουμπουλίνα του Αγώνα, είναι μια παραγνωρισμένη ηρωίδα του 1821. Με τον σύζυγό της, τον καπετάνιο χατζή-Αντώνη Βισβίζη, και το «μπρίκι» τους, την «Καλομοίρα», υποστήριξαν πολλαπλώς την Επανάσταση, μέχρι που ο Βισβίζης ξεψύχησε και η Δόμνα ανέλαβε τη διοίκηση του καραβιού. Γέννησε τα παιδιά της στο κατάστρωμα, συνέχισε να συμβάλλει στις στρατιωτικές επιχειρήσεις των Ελλήνων –ο Δημήτριος Υψηλάντης τη χαρακτήριζε «ευγενεστάτη και γενναιοτάτη»–, ώσπου ξόδεψε την περιουσία για τις ανάγκες της Επανάστασης, χωρίς να λάβει τα υπεσχημένα από το ελληνικό κράτος. Πέθανε μόνη, σε μεγάλη ένδεια, αφού στο μεταξύ είχε απευθυνθεί με πλήθος επιστολών στη νέα ελληνική διοίκηση, χωρίς αποτέλεσμα. 

Ο μεγαλύτερος γιος της Θεμιστοκλής, που τον είχαν πάρει οι Γάλλοι Φιλέλληνες να σπουδάσει στη Γαλλία, έκανε τόση εντύπωση στο Παρίσι με την ομορφιά του, τη φουστανέλα και το φέσι, ώστε τον ζωγράφισε μια Γαλλίδα ζωγράφος, η Αδέλα Ταρντιέ. Η ζωγραφιά αυτή κυκλοφόρησε σε χιλιάδες κάρτες σε όλη τη Γαλλία και με τα χρήματα που μαζεύτηκαν από την πώλησή της ενισχύθηκε η Ελληνική Επανάσταση. Οι γαλλικές εφημερίδες τον υμνούσαν κι έχει γραφτεί πως ο πολύ σπουδαίος συγγραφέας και ποιητής της Γαλλίας Βίκτωρ Ουγκώ έγραψε γι’ αυτόν το ποίημα «Το Ελληνόπουλο». 

Πουλάκι πόθεν έρχεσαι, 
πουλάκι γι΄ αποκρίσου
μην είδες και μην άκουσες 
για την κυρά Δομνίτσα
την όμορφη, τη δυνατή, την αρχικαπετάνα,
πούχει καράβι ατίμητο 
και πρώτο μεσ’ στα πρώτα,
καράβι γοργοτάξιδο, καράβι τιμημένο,
καράβι που πολέμησε στης 
Ίμπρος το μπουγάζι;
Και το πουλάκι στάθηκε 
και το πουλάκι λέει,
την είδα την απάντησα σιμά στο Αγιονόρος
τρεις μέρες επολέμαγε 
με δυο χιλιάδες Τούρκους
Καράβια εδώ, καράβια εκεί, 
καράβια παρά πέρα
και τούτη σαν τον αετό 
ώρμαγε και χτυπούσε
δεξιά ζερβά κι ανάστροφα 
κι όπου βολούσε ακόμα
κι άκουγες βόγγους δυνατούς 
και στεναγμούς μεγάλους
κι άκουγες κλάματα πικρά, 
κατάρες στην κατάρα
κι θάλασσες κοκκίνιζαν 
ως φέσια των αγάδων.
 
Κι έφτασε η μεγάλη ώρα κι η πιο ιερή∙ η ώρα των γυναικών του Μεσολογγίου∙ της ιερής αυτής πόλης που «δεν έχει ανάγκη τονισμού, γιατί είναι υψηλή από μόνη της»(Μαρία Τοπάλη, Καθημερινή 21/3/2021). Τα άκρως δραματικά γεγονότα που διαδραματίστηκαν στο Μεσολόγγι, περιγράφει ο καταγόμενος από το Πισοδέρι Φλώρινας μεγάλος αγωνιστής και συγγραφέας Νικόλαος Κασομούλης. Η δική του περιγραφή, γράφει ο επιμελητής των Ενθυμημάτων του Κασομούλη επίσης μεγάλος Γιάννης Βλαχογιάννης, «μοιάζει με άξαφνο ξεσκέπασμα βαθιά κρυμμένου κόσμου ζωντανού. Φαντασθείτε, μια στιγμή, ένα απίστευτο άνοιγμα ναού μέσα στη γη χωμένου, που να λειτουργιέται ακόμα μυστικά, με τα εικονίσματά του και με τα θυμιατά, με τα καντήλια και τα μανουάλια του αναμμένα, με παπάδες και δεσπότη λαμπροφόρετους, με ψαλτάδες αγγελόφωνους, παραδομένα, όλα κι όλους, σε μια λειτουργιάν ανείπωτη, μυστική μονοκλησιά, πανηγύρι αναστάσιμο, που άρχισε και που ποτέ δε θα τελειώσει πια. 

Σ’ αυτό το πανηγύρι το φανταχτερό μας προσκαλεί ο Κασομούλης. (…)Μπαίνοντας κανείς με τη φαντασιά του και με τον Κασομούλη συντροφιά στο Μεσολόγγι, δεν μπορεί να κρατήσει τα δάκρυα. Έδωσα πιο πάνω την εικόνα ναού που λειτουργιέται τάχα. Λοιπόν, ο αναγνώστης νιώθει την ανάγκη την αμίλητη να γονατίσει και να σταυροκοπηθεί(…)». (Επιβάλλεται εδώ να κάνω έναν παραλληλισμό: όπως ο Παύλος Μελάς με τη θυσία του αφύπνισε το Ελληνικό κράτος, έτσι και το Μεσολόγγι, με τη θυσία του αφύπνισε τις Μεγάλες Δυνάμεις, που μετά την ηρωική Έξοδο αποφάσισαν να σταθούν στο πλευρό της Ελλάδας. «Η πτώση της πόλης αυτής θα ήταν και η απαρχή της σωτηρίας της», ήταν η προφητεία του Ιωάννη Καποδίστρια. 
- συνεχίζεται - 


Φωτογραφία: Γυναίκα με στολή και αρματωσιά μακεδονομάχου, φωτογραφία Λ. Παπάζογλου (1872-1918).


(*) Πρόκειται για το κείμενο της επιτυχημένης εκδήλωσης-αφιερώματος στα 200 χρόνια από το 1821 που έκανε ο Προοδευτικός Σύλλογος Κυριών Καστοριάς στην αυλή του Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα στις 7 Νοεμβρίου 2021. Θερμά συγχαρητήρια στη φιλόλογο κ. Ανδρομάχη Τζήμα και στην μπάντα Χαλκινομάνια, για την εξαιρετική απόδοση των ποιημάτων και των τραγουδιών της εκδήλωσης, καθώς και στην Πρόεδρο κ. Νίνα Μπουρλή και το Δ.Σ. του Συλλόγου για την άψογη διοργάνωση της εκδήλωσης! 
Σ.Ε.Π.


Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 9 Δεκεμβρίου 2021, αρ. φύλλου 1105.
Σχετικά:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ