11.1.12

ΘΡΑΣΥΒΟΥΛΟΥ ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΗ: Δημοκρατία ή δυναστεία;

ΕΚΛΟΓΗ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΟΣ

Το ουσιαστικό ερώτημα ενός έωλου Δημοψηφίσματος
και η ανάγκη αλλαγής του Συντάγματος



Όλα σχεδόν τα δημοψηφίσματα που διεξήχθησαν στη σύγχρονη ελληνική ιστορία σχετίζονταν με το πολίτευμα, αν δηλαδή η χώρα θα αποτελούσε αβασίλευτο ή βασιλευομένη δημοκρατία. Δυστυχώς, και με ευθύνη όλων των πολιτικών, δεν αναπτύχθηκε πολιτική παιδεία του λαού γύρω από το θεσμό του δημοψηφίσματος, αφού ποτέ δε ρωτήθηκε ο ελληνικός λαός για σοβαρά πολιτικά ζητήματα, την ευθύνη των οποίων ανέλαβαν ιστορικά αποκλειστικά και μόνο οι εκάστοτε κυβερνώντες. Κάτω από αυτό το πρίσμα, όταν σε ανύποπτο χρόνο η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ είχε ανακινήσει το ζήτημα των δημοψηφισμάτων ως μέθοδο καθαρής λαϊκής εντολής για σοβαρά ζητήματα, το θέμα παρουσιαζόταν ελπιδοφόρο και θετικό. Βεβαίως η κυβερνητική πορεία το οδήγησε και αυτό στις καλένδες. Χάθηκε μαζί με τα λεφτά…
Το ζήτημα των δημοψηφισμάτων είχε επανέλθει πρόσφατα στην επικαιρότητα, οπότε και το αρμόδιο υπουργείο προετοίμαζε νομοσχέδιο για την διαδικασία τέλεσης τους. Ώσπου αίφνης και εν αιθρία, ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ γνωστοποίησε την πρόθεση του να θέσει την πρόσφατη συμφωνία με τους Ευρωπαίους εταίρους σε δημοψήφισμα, καταφέρνοντας να ταράξει τα πολιτικά ύδατα, να αναστατώσει τις διεθνείς αγορές και να καταστεί το πρόσωπο της ημέρας στο διεθνή τύπο.
Εν τέλει, εξ όσων διαφαίνονται, και αφού προηγήθηκε η θρασεία παρέμβαση του Βερολίνου στα εσωτερικά της χώρας και ο πολιτικός του εκβιασμός, σύμφωνα με τον οποίο το ερώτημα του δημοψηφίσματος θα ήταν η παραμονή η όχι της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, η πρόταση για το δημοψήφισμα ξεφούσκωσε και πιθανότατα αυτό δε θα πραγματοποιηθεί.

Γυρνώντας πάλι στην ιστορία, θα δούμε ότι σχεδόν όλα τα προηγούμενα δημοψηφίσματα διεξήχθησαν σε ταραγμένες για τη χώρα περιόδους. Η πλέον τραγική στιγμή ήταν το 1920 κι ενόσω διεξαγόταν η Μικρασιατική εκστρατεία - την οποία σημειωτέον οι διοργανωτές του είχαν προηγουμένως ως αντιπολίτευση αποκηρύξει, υποσχόμενοι το ψευδές «οίκαδε», κερδίζοντας τις εκλογές, όπως κάποιοι άλλοι, ογδόντα εννέα χρόνια μετά, κέρδισαν τις εκλογές, ψευδόμενοι με ένα άλλο γνωστό σύνθημα… Τότε λοιπόν, στα 1920, οι διοργανωτές του δημοψηφίσματος ήρθαν σε ευθεία ρήξη με τους Ευρωπαίους «συμμάχους» της χώρας, επιμένοντας να επαναφέρουν στο θρόνο τον Κωνσταντίνο τον Α’ – «εισπράττοντας» στη συνέχεια την εγκατάλειψη τους. Τα περισσότερα από τα δημοψηφίσματα αυτά χαρακτηρίστηκαν από τις εκάστοτε αντιπολιτευόμενες πλευρές, αλλά και από τους μεταγενέστερους ιστορικούς, ως νόθα, καθώς το αποτέλεσμα τους προήλθε ύστερα από κατάφορη έκνομη πίεση του εκλογικού σώματος, αλλά και από ατασθαλίες κατά τη διεξαγωγή της ψηφοφορίας και την καταμέτρηση.

Το μοναδικό δημοψήφισμα που δε γνώρισε πολιτική αμφισβήτηση είναι αυτό του 1974, οπότε καταργήθηκε ο βασιλικός θεσμός και το πολίτευμα της χώρας έγινε αβασίλευτη προεδρευομένη κοινοβουλευτική δημοκρατία.
Τέκνο του δημοψηφίσματος εκείνου – στο αποτέλεσμα του οποίου καίριο ρόλο έπαιξε η στάση του Κωνσταντίνου Καραμανλή του πρεσβύτερου – ήταν το Σύνταγμα του 1975. Σύμφωνα με αυτό, ο πολλά προβλήματα δημιουργήσας θεσμός του άνακτος, αντικαταστάθηκε τρόπον τινά από εκείνον του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο οποίος, ως κορυφή και ρυθμιστής του πολιτεύματος, έχοντας κάποιες περιορισμένες εξουσίες, μπορούσε να λειτουργήσει ως αντισταθμιστικός παράγοντας, που σε τυχόν κρίσιμες για τη χώρα στιγμές, είχε τη δυνατότητα να παρέμβει, βγάζοντας τη χώρα από τα αδιέξοδα. Ατυχώς – όπως τουλάχιστον δείχνουν τα εν εξελίξει διαδραματιζόμενα – οι λιγοστές εκείνες αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας αφαιρέθηκαν με τη συνταγματική τροποποίηση του 1986, μετατρέποντας τον εκάστοτε πρωθυπουργό σε απόλυτο άρχοντα της χώρας, ενώ ο ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας απέκτησε τελετουργικό αν όχι διακοσμητικό χαρακτήρα.
Καίτοι ήδη από τα χρόνια εκείνα είχαν εκφραστεί βάσιμες αντιρρήσεις σκεπτόμενων ανθρώπων της νομικής επιστήμης, της διανόησης αλλά και της πολιτικής, η συνταγματική μεταρρύθμιση προχώρησε. Βρισκόμασταν τότε στο μεσουράνημα του ΠΑΣΟΚ και του ιδρυτή του και πατέρα του σημερινού αρχηγού του: ήταν η εποχή που η πολιτική καθοριζόταν κατά της επιταγές της εφημερίδας που είχε γκρεμίσει τον Καραμανλισμό… Πολιτικά αδιέξοδα βίωσε η χώρα και στα 1989-90. Αλλεπάλληλες εκλογές και οικουμενικές κυβερνήσεις ήταν το επακόλουθο – αλλά η οικονομία της χώρας δεν είχε τα σημερινά χάλια, ή τουλάχιστον δεν είχαν καταστεί αυτά ορατά σε όλους.


* * *

Η Ελλάδα έχει εισέλθει προ πολλού σε στενωπό. Η υπαγωγή της στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και τον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης, η οποία οφείλεται αποκλειστικά στο σημερινό αρχηγό του ΠΑΣΟΚ, έφερε τα πάνω κάτω στην καθημερινότητα των πολιτών και είχε σαν αποτέλεσμα πρωτοφανή οικονομική ύφεση, ενώ δυστυχώς δεν μείωσε το χρέος της χώρας, αλλά αντιθέτως το διόγκωσε. Υπό αυτό το πρίσμα ήταν επιλογή ατυχής, την επιβεβαίωση της οποίας θα κάνει ύστερα από χρόνια η ιστορία.
Γεγονός είναι πάντως ότι με την πάροδο του καιρού και καθώς τα απαιτούμενα από τους δανειστές της χώρας και επιβαλλόμενα από τους κυβερνώντες οικονομικά μέτρα αυξάνονται σε αριθμό και σε ένταση, προκαλούν εκτεταμένη λαϊκή δυσαρέσκεια, προβάλει μέρα με την ημέρα προφανής λαϊκή δυσαρμονία κυβερνώντων και λαϊκής βούλησης.

Χωρίς με κανένα τρόπο να υιοθετεί ο γράφων ακρίτως τα πάσης φύσης αιτήματα των απεργών και των διαμαρτυρομένων, πολλά από τα οποία είναι σαφώς παράλογα, άδικα ή ανεδαφικά, δε μπορεί εντούτοις να μη παραβλέψει το λαϊκό αναβρασμό που είναι ορατός σε κάθε του βήμα, και που πήρε κορυφαία μορφή με τα επεισόδια που σημειώθηκαν κατά τις πρόσφατες παρελάσεις της 28ης Οκτωβρίου 2011 σε διάφορες πόλεις της χώρας. Τα επεισόδια αυτά, όπως και πλείστα άλλα προγενέστερα, οφείλονται στην πλειοψηφία τους στην εκτεταμένη λαϊκή αγανάκτηση και οργή και όχι βεβαίως στις ενέργειες κάποιου συγκεκριμένου πολιτικού κόμματος, όπως παραπλανητικά θέλει να τα παρουσιάσει η κυβέρνηση.
Και εν τέλει, όταν όλοι οι επαγγελματικοί κλάδοι και οι κοινωνικές ομάδες βρίσκονται σε παρατεταμένες κινητοποιήσεις και εκφράζουν την κάθετη διαφωνία τους, όταν όλες οι δημοσκοπήσεις επί μακρόν δείχνουν ότι η αποδοχή της κυβέρνησης από την κοινωνία καταρρέει, υπολειπόμενη κατά πολύ των αντιπάλων της, όταν – το σημαντικότερο – οι οικονομικοί δείκτες και η οικονομική πορεία, για τη βελτίωση των οποίων έγιναν όλες αυτές οι θυσίες, επιδεινώνονται, τότε αυτή η κυβέρνηση βρίσκεται σε εξόφθαλμη αδυναμία συνέχισης του έργου της και πρέπει να οδηγείται η χώρα σε εκλογές για να ξεφεύγει από το αδιέξοδο. Είναι προφανές επίσης ότι ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ – και ακόμη πρωθυπουργός την ώρα που γράφονται ετούτες οι γραμμές – βρίσκεται και όχι άδικα στο μάτι του κυκλώνα: η πλειοψηφία των πολιτών επιθυμεί την αποχώρηση του από την εξουσία, και μια απλή βόλτα στο δρόμο αρκεί για να το διαπιστώσει ο κάθε κακόπιστος.

Δε γνωρίζω ειλικρινά αν η επόμενη - η όποια επόμενη – κυβέρνηση θα είναι καλύτερη από την παρούσα. Αλλά αυτό δε νομιμοποιεί τη συνέχιση της παρούσας κατάστασης, πολλώ δε μάλλον όταν οι σημερινοί κυβερνώντες καλούνται εκ των πραγμάτων να πάρουν μέτρα και αποφάσεις που δεν θα δεσμεύουν απλώς την επόμενη κυβέρνηση, αλλά τις επόμενες γενεές. Τέτοια μέτρα βεβαίως δεν έχει δικαίωμα να πάρει ούτε κυβέρνηση εξωκοινοβουλευτικών και τεχνοκρατών. Απαιτείται πλήρης ενημέρωση του ελληνικού λαού, που αποτελεί το εκλογικό σώμα και δεν είναι κοπάδι προβάτων προς σφαγή… Γνωρίζω όμως ότι με την αποχώρηση του Γ.Α. Παπανδρέου η χώρα θα έχει απαλλαγεί - οριστικά ελπίζω – από μια πολιτική δυναστεία, που κυριάρχησε στο σύγχρονο πολιτικό σκηνικό και οδήγησε τη χώρα στα σημερινά έσχατα και έγκατα. Διότι χωρίς να παραβλέπω διόλου τις ευθύνες της προηγούμενης κυβέρνησης, ο πολιτικός σχηματισμός του ΠΑΣΟΚ είναι αυτός που είχε τις ευθύνες της χώρας τα 19 από τα τελευταία 30 χρόνια, ενώ τόσο η προσφυγή στο ΔΝΤ και το μηχανισμό στήριξης, όσο και η αποτυχία των μνημονίων και των οικονομικών συνταγών τους, αλλά και της εφαρμογής τους, είναι αποκλειστική επιλογή των σημερινών κυβερνώντων και τους βαρύνει απόλυτα – με πρώτιστο τον νυν πρωθυπουργό. Ο γράφων δεν είναι βεβαίως δικαστής για να κατανείμει ευθύνες, ούτε θα συμμετάσχει στην επόμενη Βουλή, η οποία πάντως έχει κάθε δυνατότητα να εφαρμόσει το άρθρο 86 του Συντάγματος. Ο γράφων εκφράζει απλά τις σκέψεις του ως δημοκρατικός πολίτης αυτής της χώρας. Με αυτή την έννοια, φρονώ ότι το προαναγγελθέν δημοψήφισμα, έωλο ήδη και ανακληθέν, θα αποτελούσε μια κάποια λύση. Διότι ο ελληνικός λαός θα είχε τη μοναδική ευκαιρία να εκφράσει την αντίθεση του στα τεκταινόμενα με ένα ηχηρό όχι, αλλά και στην περίπτωση εκείνη που θα εκφραζόταν θετικά, θα έπρεπε αυτό να γίνει σεβαστό από της διαφωνούντες. Και θα γινόταν. Διότι ο ελληνικός λαός δικαιούται απόλυτα να γνωρίζει και να δεχτεί ή να απορρίψει τα όσα ορίζει το Βερολίνο, αναλαμβάνοντας τις συνέπειες.

Με είχε συγκινήσει ιδιαίτερα το πόνημα ενός πρωτοπόρου δημοκράτη, που από το 19ο ήδη αιώνα, μαχόταν για την αβασίλευτο Δημοκρατία. Πρόκειται για την «Εκλογή Πολιτεύματος» του Γεώργιου Φιλάρετου, την οποία τόλμησα να δανειστώ ως υπότιτλο του παρόντος κειμένου, θεωρώντας πως είναι εξαιρετικά επίκαιρη. Ο Φιλάρετος καλούσε τότε το λαό να διαλέξει ανάμεσα στην αβασίλευτο και στη βασιλευομένη δημοκρατία, ερώτημα που για τη χώρα ευτυχώς έχει προ πολλού απαντηθεί με σαφή λαϊκή επιλογή. Σήμερα το ερώτημα επανέρχεται με νέους όρους: Επιτέλους, θα πρέπει να αποφασίσουμε σε αυτή τη χώρα ποιο πραγματικά θα είναι το πολίτευμα που θα τη διέπει: η γνήσια κοινοβουλευτική Δη- μοκρατία, όπου η Βουλή θα είναι πραγματικό Κοινοβούλιο σκεπτόμενων ανθρώπων και όχι άβουλων χειροκροτητών του ενός, ή η συνέχιση της οικογενειοκρατίας των ολίγων και η διαιώνιση των πολιτικών δυναστειών, που καταδυναστεύουν το λαό.
Ειλικρινά απεχθάνομαι τη σκύλευση των πολιτικών ηγετών. Η ιστορία είναι εκείνη που θα τους κρίνει και θα μας δώσει τα διδάγματα. Με τρομάζει το σοφό ρητό για την πεσούσα δρυ, την οποία πας ανήρ – και γυνή – ξυλεύεται, το οποίο διαβλέπω στον ορίζοντα να πραγματοποιείται. Ο σημερινός πρωθυπουργός οφείλει αξιοπρεπώς να αποχωρήσει – προσφέροντας έτσι τη μόνη σημαντική υπηρεσία στη χώρα…

Κατόπιν αυτού, νομίζω ότι άλλος δρόμος από τις εκλογές και την ανανέωση του κοινοβουλίου δεν υπάρχει. Η παράταση της σημερινής κατάστασης και της κατ’ ουσίαν ακυβερνησίας πρέπει να πάρει τέλος. Και εν τέλει δεν είναι δυνατόν η πολιτική της χώρας να διεξάγεται με μεθοδεύσεις και όρους που κινούνται ανάμεσα στη χαρτοπαιξία και στο ποδόσφαιρο, με μπλόφες και με τρίπλες – και οι πολίτες να ανέχονται την πρακτική αυτή σιωπηρά και αδιαμαρτύρητα… Πάντως θαρρώ ότι είναι πλέον ή σαφές ότι κυβέρνηση εθνικής ενότητας και κοινής αποδοχής συνεπάγεται και προαπαιτεί όχι μόνο ένα τρίτο πρόσωπο ως πρωθυπουργό, αλλά και στελέχωση της από πρόσωπα διαφορετικά από εκείνα που μέχρι τώρα είχαν στα χέρια τους τις τύχες της χώρας και την έφεραν ως εδώ… Διαισθάνομαι επίσης ότι το ΠΑΣΟΚ ως πολιτικό μόρφωμα έχει κλείσει τον κύκλο του και πρέπει να αντικατασταθεί από ένα καινούριο μεγάλο λαϊκό δημοκρατικό κόμμα, που σε καμιά περίπτωση δε θα είναι το στα σπάργανα ευρισκόμενο κόμμα του Μνημονίου…
Φρονώ εν κατακλείδι ότι το πρόβλημα είναι θεσμικό. Πρέπει, με αφορμή την παρούσα πολιτική εμπειρία, να επανατοποθετηθεί το ζήτημα της αναθεώρησης του Συντάγματος, το οποίο μεταξύ άλλων θα πρέπει να περιλαμβάνει μέριμνα ενίσχυσης του Προεδρικού θεσμού, ώστε στις δύσκολες ώρες της χώρας, που ασφαλώς κάποτε θα ξαναέρθουν, να μπορεί να λειτουργεί ως εξισορροπητικός παράγων που θα βγάζει τη χώρα και το πολιτικό σύστημα από τα αδιέξοδα.

ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ ΚΑΙ ΕΠΙΜΥΘΙΟ:
     Το κείμενο αυτό είχε ολοκληρωθεί, αλλά οι πολιτικές εξελίξεις έτρεχαν. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, φεύγοντας νύχτα, ξεκίνησε τη διαδικασία των διαβουλεύσεων για να σχηματιστεί μια νέα κυβέρνηση, με σκοπό να βγει η χώρα από την κρίση - έξοδος βεβαίως που δε θα λύσει το πρόβλημα, καθώς ο γράφων πιστεύει ότι σε δυο ή τρεις μήνες θα είμαστε σε χειρότερο οικονομικό σημείο από ότι σήμερα. Πιστεύει άλλωστε ο γράφων ότι καμιά κυβέρνηση δεν μπορεί να είναι «Εθνικής Σωτηρίας» όταν ακολουθεί γραμμή προφρόνου υποταγής στις αξιώσεις του Βερολίνου, που καταπίνει ένα ένα τα μέλη της διαλυόμενης Ευρωπαϊκής πρώην Ένωσης. Εντούτοις, τρεις ημέρες μετά, οι διαβουλεύσεις συνεχίζονταν, χωρίς να έχουν καταλήξει σε οριστικό αποτέλεσμα, επιβεβαιώνοντας εκ του αποτελέσματος τις σκέψεις του γράφοντος, που εκτίθενται στο κείμενο αυτό. Απαράδεκτες πιέσεις του Βερολίνου, που δεν αρμόζουν σε συμμάχους, ούτε καν σε αντιπάλους, αλλά σε εθνικούς εχθρούς, εσωτερικές ίντριγκες από τη μεριά της κυβέρνησης και δικαιολογημένες επιφυλάξεις της αντιπολίτευσης, που δείχνει να σύρεται σε ένα δρόμο που πραγματικά δεν επιθυμεί.
      Κάποιοι θέλουν να αποφύγουν τις εκλογές, εμποδίζοντας την έκφραση του λαού. Το πολίτευμα τείνει να εκτραπεί και κινδυνεύει να νοθευτεί ακόμη περισσότερο η προτεραία λαϊκή εντολή, που βεβαίως δε δόθηκε σε μια κυβέρνηση τεχνοκρατών, αλλά σε ένα κόμμα που έπραξε επί δυο χρόνια τα απολύτως αντίθετα από εκείνα που είχε υποσχεθεί, προκειμένου να πάρει την εντολή… Η Δημοκρατία, που θέλουν να την πνίξουν στα παγωμένα νερά του Ρήνου και του Σπρέε, δεν είναι απλώς εν κινδύνω, αλλά εν καμίνω…

Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 10 Νοεμβρίου 2011, αρ. φύλλου 615


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ