31.1.12

ΘΡΑΣΥΒΟΥΛΟΥ ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΗ: Σκέψεις για το ευρώ, την ευρωζώνη και το εθνικό νόμισμα

Δεν έχετε καταλάβει κάποια πράγματα, αγαπητοί συμπατριώτες!


Παρακολουθώ από καιρό τις δημοσκοπήσεις που πραγματοποιούνται με ερώτημα την άποψη των Ελλήνων σχετικά με το Ευρώ και την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη. Προσπαθώ λοιπόν να ερμηνεύσω το γεγονός ότι παρά τον καταιγισμό οικονομικών μέτρων που έχουν σαν αποτέλεσμα την ύφεση της οικονομίας της χώρας, αλλά και την επιδείνωση της καθημερινότητας του συνόλου των πολιτών, εντούτοις τα δυο τρίτα των ερωτωμένων στις πιο πρόσφατες από αυτές τις δημοσκοπήσεις εξακολουθούν να επιθυμούν την παραμονή της χώρας μας στη ζώνη του Ευρώ.

Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία βεβαίως ότι η προπαγάνδα η οποία ασκείται από συγκεκριμένα Μέσα μαζικής ενημέρωσης, αλλά και από ικανό αριθμό οικονομολόγων, οι οποίοι «χτίζουν» τα επιχειρήματα τους για την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη με τρομοκρατικά επιχειρήματα για το τι ακριβώς θα συνεπάγεται -κατά τη γνώμη τους- η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, έχει παίξει καλά το ρόλο της και έχει φέρει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Το πόσο αγνή βεβαίως είναι η πρόθεση των εν λόγω ΜΜΕ και πόσο υπεράνω ιδιοτέλειας και συμφερόντων βρίσκονται, αυτό είναι ένα άλλο ζήτημα… Δυστυχώς στη σύγχρονη Ελλάδα της κατάρρευσης της ηθικής και των αξιών, πολλοί εκδότες χρησιμοποιούν τα ΜΜΕ τους για να στηρίξουν αλλότριες επιχειρήσεις τους. Όσον αφορά στους «σοφούς» περί την οικονομία, σημειώνω μόνο ότι πολλοί ήταν οι επαΐοντες τα οικονομικά, οι οποίοι τέσσερα χρόνια πριν καμάρωναν για την οικονομική πορεία της χώρας και για την ευημερία των αριθμών, ενώ στη συνέχεια, υπερασπιζόμενοι τις συνταγές του «Μνημονίου» διεύρυναν τα αδιέξοδα.
Φοβούμαι όμως ότι – πέραν της προπαγάνδας, που καλά κρατεί και επιτελεί το έργο της – οι πολίτες της Ελλάδας δεν έχουν κατανοήσει κάποια απλά πράγματα. Ή ίσως δεν θέλουν να τα κατανοήσουν.

Είναι αδιανόητο να υπάρχει πολίτης αυτής της χώρας, ηλικίας μικρότερης των 65 ετών, άνδρας ή γυναίκα αδιάφορο, ο οποίος να λαμβάνει σύνταξη από οποιοδήποτε κρατικό ασφαλιστικό ταμείο και ο οποίος να συνεχίζει να πιστεύει ότι μπορεί να εξακολουθήσει η παραμονή της χώρας μας στην Ευρωζώνη, και παρά ταύτα αυτός να εξακολουθεί να λαμβάνει τη σύνταξη του. Πολλώ δε περισσότερο αφορά η παρατήρηση αυτή εκείνους τους συνταξιούχους της παραπάνω πολυάριθμης κατηγορίας, οι οποίοι παράλληλα με την απολαβή της σύνταξης τους, που επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό, δηλαδή όλους μας, εξακολουθούν να εργάζονται και μάλιστα συχνά σε εργασίες αδήλωτες και μη φορολογούμενες.

Είναι εξίσου αδιανόητο να υπάρχουν πολίτες αυτής της χώρας, οι οποίοι όντας συνταξιούχοι άνω των 65 ετών, και λαμβάνοντας συντάξεις παχυλές και πλουσιοπάροχες, οι οποίες συχνά υπερβαίνουν το εισόδημα του αντίστοιχου εργαζομένου του κλάδου από τον οποίο συνταξιοδοτούνται, να πιστεύουν ότι μπορεί να συνεχίζεται επί μακρόν το ίδιο συνταξιοδοτικό καθεστώς, που επιφυλάσσει μάλιστα την ευνοϊκή προοπτική στο μέλλον της λήψης της δικιάς τους σύνταξης από την σύζυγο, ούσα ήδη συνταξιούχο από ίδια ασφάλιση. Και ταυτόχρονα οι πολίτες αυτοί να πιστεύουν ότι η κατάσταση αυτή μπορεί να συνεχίζεται εις το διηνεκές, παράλληλα με την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη.

 Όταν στη Βουλγαρία και τη Ρουμανία οι καταβαλλόμενες συντάξεις είναι της τάξης των 100 ή 150 Ευρώ, αν όχι μικρότερες, καίτοι οι χώρες αυτές έχουν δικό τους νόμισμα και άρα δυνατότητα νομισματικής χαλάρωσης, δεν μπορώ ειλικρινά να καταλάβω για ποιο λόγο οι Έλληνες δημόσιοι υπάλληλοι κυρίως – για τους οποίους οι ασφαλιστικές καταβολές είναι στην ουσία λογιστικές – πιστεύουν ότι οι δικές τους συντάξεις σε μια χώρα υπερχρεωμένη και υπό το σημερινό οικονομικό τοπίο μπορούν να είναι όχι απλώς μεγαλύτερες, αλλά πολλάκις πολλαπλάσιες. Η αυτή παρατήρηση θα μπορούσε βεβαίως να γίνει και για την αντίστοιχη μισθοδοσία των εν ενεργεία δημοσίων υπαλλήλων…

Δε νοείται να υπάρχουν πολίτες αυτής της χώρας, που υπηρετούν στον δημόσιο ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα υπό οιαδήποτε ιδιότητα και υπό οιοδήποτε καθεστώς, οι οποίοι να μην αντιλαμβάνονται ότι σε ορατό και σύντομο χρονικό διάστημα, έρχεται η διακοπή της επαγγελματικής τους συνεργασίας με το Δημόσιο, ως προϋπόθεση παραμονής της Ελλάδας στην Ευρωζώνη – καθώς το Βερολίνο αξιώνει και επιτάσσει ότι ο Δημόσιος τομέας αυτής της χώρας θα πρέπει να συρρικνωθεί ριζικά και άμεσα.
Δεν νοείται επίσης τα ίδια παραπάνω πρόσωπα να μην αντιλαμβάνονται ότι είναι απολύτως παράλογο ο δημόσιος υπάλληλος αυτής της χώρας να έχει υψηλότερες αποδοχές από οποιοδήποτε εργαζόμενο ανάλογων προσόντων του ιδιωτικού τομέα, και ταυτόχρονα να ευελπιστούν ότι το καθεστώς αυτό μπορεί να εξακολουθεί να υφίσταται ενώ η χώρα παραμένει στην Ευρωζώνη και διευθύνεται οικονομικά και όχι μόνο από το Βερολίνο.

Είναι παράλογο να υπάρχουν ελεύθεροι επαγγελματίες αυτής της χώρας, οι οποίοι να εξακολουθούν να ελπίζουν ότι για τον κλάδο τους ειδικά θα επιτευχθεί μια εξαίρεση, ώστε να εξακολουθεί να υφίσταται κρατικός προστατευτισμός ή προνομιακή μεταχείριση τους – ανάλογα με την οπτική που έχει ο καθένας – και ταυτόχρονα να συνεχίζουν να πιστεύουν ότι η χώρα θα παραμείνει στην Ευρωζώνη. Ομοίως είναι δύσκολο να δεχτεί κάποιος πως υπάρχουν έμποροι σ’ αυτή τη χώρα, που ενώ είναι εξόφθαλμο πως το τοπίο του λιανικού εμπορίου αλώνεται ταχέως από τις πολυεθνικές επιχειρήσεις, εντούτοις αυτοί πιστεύουν ότι θα καταφέρουν να διατηρήσουν το μικρομεσαίο κατάστημα τους σε μια αγορά που δέχεται τέτοιους κραδασμούς και αλλαγές, την ώρα που η χώρα θα παραμένει στην Ευρωζώνη, όπως και οι ίδιοι επιθυμούν. Είναι παράλογο να μην αντιλαμβάνονται όλοι αυτοί οι αυτοαπασχολούμενοι, ότι η παραμονή στην Ευρωζώνη συνεπάγεται μεταξύ άλλων την έλευση κεφαλαιουχικών πολυεθνικών εταιρειών, στις οποίες στην καλύτερη των περιπτώσεων κάποιοι εξ αυτών θα καταλήξουν χαμηλόμισθοι υπάλληλοι, και οι οποίες θα συσσωρεύσουν ελληνικό πλούτο δουλεμένο με την ελληνική εργατική δύναμη, ο οποίος θα μεταφερθεί στην Εσπερία, και δη κυρίως στο Βερολίνο.

Είναι όχι απλώς παράλογο αλλά και τραγικό να υπάρχουν επιχειρηματίες αυτής της χώρας, οι οποίοι να στηρίζουν διαχρονικά τον πλουτισμό τους από τη συνεργασία τους με το ελληνικό κράτος, είτε μέσω προμηθειών, είτε μέσω εκτέλεσης δημόσιων έργων, και οι ίδιοι αυτοί άνθρωποι να πιστεύουν ότι η Ευρωζώνη είναι ένα είδος διαβατηρίου για να συνεχίσει αυτή η άρρωστη πρακτική, εξακολουθώντας μάλιστα να συνοδεύεται από αδιαφάνεια, φοροδιαφυγή, χρηματισμούς και προμήθειες. Το φαινόμενο αυτό είναι σαφής απόδειξη έλλειψης παιδείας και αποθέωσης του μεταπρατικού κράτους και των διαπλεκόμενων κυβερνώντων…

Είναι εξίσου αδιανόητο να υπάρχουν μικροϊδιοκτήτες – κάτοχοι έγγειας περιουσίας, οι οποίοι να πιστεύουν ότι – παραμένουσας της χώρας μας στην Ευρωζώνη – εντούτοις εκείνοι θα εξακολουθούν να δύνανται να κατέχουν και να νέμονται την περιουσία τους αυτή, όταν συντριπτικό ποσοστό των Γερμανών δεν έχει ιδιόκτητη κατοικία και το γεγονός αυτό συμπεριλαμβάνεται στα μύρια όσα προβάλλουν οι κατά φήμην εταίροι μας στην προσχεδιασμένη πολεμική τους κατά της χώρας μας. Η περιουσία τους αυτή, αφού προηγουμένως απαξιωθεί, μέσω της υπερφορολόγησης και των λοιπών μέτρων κατά της ιδιοκτησίας που μας επιβάλλονται άνωθεν – θα περάσει μια μέρα, σε πολύ σύντομο χρόνο, σε χέρια μεγάλων ξένων οίκων, που δραστηριοποιούνται στην εκμετάλλευση ακινήτων. Ακόμη περισσότερο αφορά η παραπάνω παρατήρηση τα εκατομμύρια εκείνων των Ελλήνων που όντας υπερδανεισμένοι, εξακολουθούν να μην αντιλαμβάνονται ότι η συσσώρευση τοκογλυφικών οφειλών σε βάρος τους δεν θα μπορέσει να τιθασευτεί μόνο ένεκα του γεγονότος ότι η χώρα θα παραμένει στην Ευρωζώνη, διότι αυτή δεν αποτελεί ευαγές ίδρυμα και αδυνατούν να δουν, προφανώς από μυωπική παραμόρφωση της σκέψης, ότι σύντομα θα είναι πρώην ιδιοκτήτες απωλέσαντες τα έγγεια σε διαδικασίες αναγκαστικών πλειστηριασμών.

Αφήνω τελευταίους όλους εκείνους που όντας μικροκαταθέτες σε ελληνικές τράπεζες, με καταθέσεις που τις περισσότερες φορές είναι καρπός σκληρής δουλειάς και οικονομίας δεκαετιών. Όλοι αυτοί οι συμπατριώτες μας – ο αριθμός των οποίων ολοένα και λιγοστεύει, όπως και οι καταθέσεις τους –ευελπιστούν ότι η παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη διασφαλίζει τις καταθέσεις τους και κατ’ επέκταση την ελπίδα τους για ευμάρεια. Διότι καίτοι βεβαίως λογιστικώς πιθανόν να διασφαλίζονται αυτές οι καταθέσεις, οι ίδιοι δεν είναι σε θέση να αντιληφθούν ότι το μικρό κεφάλαιο τους θα εξανεμίζεται με γρήγορο ρυθμό δια της διολίσθησης, προκειμένου να πληρώνονται οι ολοένα και αυξανόμενοι φόροι, αλλά και για να διατηρηθούν για λίγο ακόμη οι αξιοπρεπείς συνθήκες στις οποίες έχουν οργανώσει τη ζωή τους, καθώς το άμεσο εισόδημα τους θα μειώνεται. Δεν αντιλαμβάνονται όμως ότι σύντομα θα έχει εξαφανιστεί το κεφάλαιο τους, οδηγούμενο εν μέρει στην κατανάλωση και κατά μείζονα λόγο στους φόρους και μέσω αυτών στο Βερολίνο, και ότι ύστερα, εκτός από κεφάλαιο δεν θα υπάρχει ούτε ελπίδα τόσο γι’ αυτούς όσο και για τη χώρα. Ύστερα – δε θα υπάρχει ύστερα…

Με όλα τα παραπάνω δεν θέλω βεβαίως να πω ότι θα πρέπει σε αυτή τη χώρα να υπάρχουν δυο εκατομμύρια δημόσιοι υπάλληλοι, ούτε ότι θα πρέπει να υφιστάμεθα άλλα δυο εκατομμύρια τριανταπεντάχρονων συνταξιούχων, οι συντάξεις των οποίων είναι μεγαλύτερες από το μέσο όρο της υπόλοιπης Ευρώπης. Κάθε άλλο. Δε μπορώ όμως να αποδέχομαι ως εξίσου φυσικό να εισάγονται σε μια χώρα παραγωγό εσπεριδοειδών, χυμοί πορτοκαλιών σε παγοκολόνες από τη Βραζιλία, ως αποτέλεσμα των ποικίλων συμβάσεων ελευθέρου εμπορίου, που υπέγραψαν χωρίς περίσκεψη στο παρελθόν οι ηγεσίες της χώρας. Και την ίδια ώρα οι παραγωγοί να θάβουν τα φρούτα τους σε χωματερές, ή να παραμένουν αυτά στα δέντρα χωρίς να μαζεύει κανείς. Δε μπορώ να δεχτώ ως λογικό ότι το ελληνικό λάδι εξάγεται στη Γερμανία και επανεισάγεται στην Ελλάδα για να πουληθεί ακριβότερα προς όφελος των πολυεθνικών. Δε μπορώ να δεχτώ ως αυτονόητο το ότι οι Έλληνες κτηνοτρόφοι θα χύνουν το γάλα που παράγουν, προκειμένου να ενισχυθεί το εισαγόμενο από το Βορρά γάλα σε σκόνη, στα πλαίσια των ποσοστώσεων της Ε.Ε. Δε μπορώ να δεχτώ πως κάποιοι αποδέχτηκαν τις έξωθεν επιταγές και διέλυσαν την καλλιέργεια καπνού – διότι καπνά παράγει αυτή η γη και όχι αυτοκίνητα – χωρίς να αξιώσουν και να πετύχουν την επαρκή αντικατάσταση της.

Δε μπορώ επίσης να αποδεχτώ ως φυσική προϋπόθεση της αύξησης της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας της χώρας, τη συρρίκνωση των μισθών σε επίπεδα Βουλγαρίας ή Ινδίας. Δε μπορώ να ξεχάσω ότι η διάλυση της ελληνικής βιομηχανίας οφείλεται κατά κύριο λόγο στις «σοσιαλιστικές» επιλογές των κυβερνώντων του ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του 1980 κυρίως, πολλοί από τους οποίους εξακολουθούν να πολιτεύονται. Δε μπορώ να αποδεχτώ πολλά από τα παράλογα που μας επιβάλλονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και δεν μπορώ να δεχτώ ότι η χώρα μου, επί πολλές δεκαετίες κυβερνηθείσα από επίορκους ή ανίκανους πολιτικούς, που δεν μπορούσαν ή δεν ήθελαν να υψώσουν φωνή και ανάστημα, θα εξακολουθήσει να διοικείται με τους ίδιους όρους και από τους ίδιους ανθρώπους.

Ποτέ δεν έκρυψα ότι πιστεύω στην ανάγκη επιστροφής της χώρας στο εθνικό νόμισμα με παράλληλη στάση των εξωτερικών πληρωμών και επαναδιαπραγμάτευση του συνόλου του εξωτερικού χρέους με όρους που θα επιβάλει η Ελλάδα στους δανειστές και όχι το αντίστροφο, με όποιες συνέπειες και με όποιο κόστος συνεπάγεται η επιλογή αυτή, καθώς θεωρώ ότι μια ανεξάρτητη χώρα πρέπει να έχει εθνικό νόμισμα και δυνατότητα ίδιας άσκησης νομισματικής πολιτικής, Δεν σκοπεύω εντούτοις να επιχειρηματολογήσω περαιτέρω πάνω στο θέμα αυτό. Με τις σκέψεις που αναλύονται παραπάνω, θέλω απλά να υπενθυμίσω στους αναγνώστες κάποια δεδομένα, τα οποία θεωρώ αυτονόητες προϋποθέσεις για την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη, τα οποία εκτιμώ ότι η πλειοψηφία του ελληνικού λαού δεν έχει αντιληφθεί ή δεν θέλει να αντιληφθεί, πιστεύοντας αφελώς ακόμη ότι το Ευρώ αποτελεί πανάκεια… Δεν έχει επίσης αντιληφθεί ο ελληνικός λαός ότι η αιτία του προβλήματος δεν είναι αυτό καθαυτό το Ευρώ ως νόμισμα, αλλά το γεγονός ότι το τελευταίο δεν είναι συναλλακτικό μέσο πληρωμής μιας ενιαίας κοινοπολιτείας με δημοσιονομική ισορροπία, αλλά αποτελεί στην ουσία νομισματικό όπλο του Βερολίνου, μέσω του οποίου η Γερμανία ωφελήθηκε τα μάλα, αύξησε τα πλεονάσματα της σε βάρος των χωρών του Νότου και επιμένει σήμερα να κυβερνήσει την υπόλοιπη Ευρώπη δια «πυρός και σιδήρου» ως οικονομικά κατεχόμενη επαρχία…

Οφείλω όμως να επισημάνω κλείνοντας, ότι με τη φορά διαμόρφωσης των πραγμάτων στην Ευρώπη αλλά και στην Ελλάδα, τυχόν έξοδος της Ελλάδας από τη ζώνη του Ευρώ, δε θα γίνει πλέον ως επιλογή της Ελλάδας και με τους όρους που θα έχει επιλέξει αυτή ως κυρίαρχη χώρα, με γνώμονα και στόχο την προστασία των Ελλήνων πολιτών, αλλά ως αποπομπή και ως αντίποινα, με διαταγή του Βερολίνου, υπό μορφήν λακτίσματος από την εξ Ούννων «άνασσα» και με τους όρους που η Γερμανία θα επιβάλει για να προστατεύσει τα δικά της συμφέροντα…


Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 15 Δεκεμβρίου 2011, αρ. φύλλου 620

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ