12.12.09

Β.Π. ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ: Τα 3+1 μουστάκια του αγίου Νικολάου

Τους βλέπω κάθε χρόνο από το μπαλκόνι του γραφείου μου επί της κεντρικής οδού, να σέρνουν ουδέτερα τα βήματά τους στο ρυθμό του αργού μαρς. Πρώτη σειρά των επισήμων της κοσμικής εξουσίας κατά την περίλαμπρη και με βυζαντινή παπαδοσύνη, λιτανεία της εικόνας του αγίου Νικολάου, ανήμερα της γιορτής του. Με όλη την επισημότητα λες και βγήκαν μόλις από το καθαριστήριο του καθωσπρεπισμού που επιβάλλει το πρωτόκολλο, ο κ. Δήμαρχος, οι κ.κ. νυν βουλευτές κι ο τ. βουλευτής και υπουργός. Κοινό σημείο οπτικής αναφοράς τα μουστάκια! Κάπως με μελαγχολεί η σοβαροφάνειά τους ακόμα και η τυχόν σοβαρότητα που ενδύονται.

Επί της μικρής μας ιστορίας. Την 6η Δεκεμβρίου τιμάται η μνήμη του αγίου Νικολάου και πανηγυρίζει ο καθεδρικός ναός της πόλεως (1664 η ανέγερση και 1721 η δεύτερη σχεδόν εκ βάθρων ανακατασκευή του) που θεμελιώθηκε από τον Ι. Τράντα, τον πρώτο άρχοντα και οικιστή της που ήρθε σ’ αυτήν («πλούσιος ων και έχων ποίμνιον εκ δωδεκακισχιλίων αιγών και προβάτων») μετά την καταστροφή του κάστρου του Κτενίου (1649). Αφιέρωσε την εκκλησία στον θαλασσινό άγιο παρά την αθαλάσσια γεωγραφική υφή της πόλης μάλλον εκ του ομώνυμου ναϋδρίου που υπήρχε στο βυζαντινό χωριό.

Πριν λίγο καιρό (10 Οκτωβρίου) δημοσίευσα κάτι λίγα στον ασύνορο (κι ασύδοτο φορές) χώρο της μπλογκόσφαιρας (iparemvasi.blogspot.com) για τα «Τρία μουστάκια» (Νίτσε, Μαλλαρμέ, Χάιντεγκερ) του φιλοσόφου της καθημερινότητας Κωστή Παπαγιώργη σε αντιπαραβολή αισθητική του μυστακοφόρου ηγετικού απαράτ της πόλεως, ήγουν του νυν Δημάρχου κ. Λ. Καλουτά και των κ. Π. Κουκουλόπουλου και Γ. Βλατή (βουλευτών). Μετά τη λιτανεία προσθέτω και τον κ. Νίκο Τσιαρτσιώνη, τ. βουλευτή, υπουργό κ.λπ. στα τρία μουστάκια. Εντελώς κοζανίτες τη μέρα αυτή υποθέτω νιώθουν ιδιαίτερα το θρησκευτικό, ιστορικό και πνευματικό της βάρος στο νυν και στο αεί της. Αν και μου φαίνεται πως μόνον ο νέος δήμαρχος (αλλά πολύ παλιός στα δημοτικά πράγματα άρα άνευ του δικαιώματος της χάριτος από τον «Κήπο» των πολιτικών «Χαρίτων») να στενάζει κάτω από το βάρος των τρεχουσών υποχρεώσεών του (αλλά και την κρυφή αγωνία της μελλούμενης επανεκλογής του). Οι λοιποί μάλλον ήρθε ο καιρός ν’ απολαύσουν (ως άνθρωποι τη δικαιούνται) την βουλευτική τους άνεση («Πέρασε ο καιρός της γνώσης ήρθε ο καιρός της απόλαυσης» Κλωντέλ). Μια πολιτική ζωή δηλαδή αμέριμνη (μόνον η επανεκλογή τους θα τους ενδιαφέρει πια), αφού δεν τους πέφτει και κανένας λόγος στη Βουλή παρά να σηκώνουν ή κατεβάζουν τα χέρια τους, λέγοντας κάπου κάπου για το πελατειακό τηλεοπτικό κοινό τους, τον κοντό ή μακρύ τους λόγο. Ο,τι γινόταν πάντοτε δηλαδή.

Σκέφτομαι κατά πόσον αυτοί οι εντός πόλεως επιφανείς πολίτες, που δείχνουν τόση παραδοσιακή αφοσίωση, ιστορική γνώση, πολιτισμική μέριμνα μέχρι και ...αγωνία για το νυν και το μετά της στους τομείς αυτούς, αν και πόσο τους απασχολούν επί της ουσίας τα θέματα του πολιτισμού των γραμμάτων της γενικώς.
Στα άλλα κοινά ζητήματα ίσως να τα κατάφεραν και να τα καταφέρνουν όπως όπως, αλλά στα γράμματά της, που εφάπτονται της ιστορίας της πόλεως, την οποία βιώνουν ακόμα και στην ασήμαντη πνευματικά και πολιτιστικά, λιτανεία της ημέρας, έχω την εντύπωση πως στέκονται εντελώς ξένοι κι αδιάφοροι αλλά τελικά «ωραίοι» αρκούμενοι στις αφόρητες κοινοτοπίες με δηλώσεις λίγο πριν ή μετά τις παρελάσεις και τις γιορτές. Είναι σ’ ένα φαίνεσθαι πρόσκαιρης ή διαρκούς ανεπίγνωτης ασχετοσύνης ή είναι ένα σύμπτωμα της αθεράπευτης πνευματικής τους μετριοσύνης.

Αδιάφοροι αλλά τρέχουν εν σπουδή εδώ κι εκεί γεμάτοι με άδειους λόγους, κάποιοι άσχετοι έως «ποινικής» διώξεώς τους, τα 3+1 μουστάκια κι όχι μόνον αυτοί αλλά και οι συνυπάρχοντές τους, ένα ημιμαθές επιτελείο κορδωμένων χάνων που χάνονται χωμένοι στο χυλό της ασημαντότητας. Κυρίως, όμως, ο κ. Δήμαρχος που σηκώνει και τις μεγάλες πέτρες («Βουλιάζουν» όσοι τις σηκώνουν) φαίνεται ήδη να πηγαίνει με τους ήχους της μπάντας του χρόνου που δεν έχουν σταματημό ή γυρισμό. Η πόλη του οδηγείται, αν δεν έχει οδηγηθεί στην πλήρη απαξίωσή της στο επίπεδο των γραμμάτων. Τα περίφημα διασωθέντα της πόλεως κειμήλια, ιστορικά και πνευματικά, για να θυμηθώ τον ποιητή Αντώνη Κάλφα, βρίσκονται στον πάτο της υπαρξιακής, εικονικής τους πραγματικότητας. Ψελλίζουν δημόσια συνήθως αμετροέπειες και κατ’ ίδιαν μοιράζονται αμήχανες αυταρέσκειες.

Ο καιρός περνάει. Μαζί του κι ο κ. Δήμαρχος που έχει σίγουρο μπροστά του ένα χρόνο για να βάλει άλλες βάσεις, ν’ αλλάξει κάτι, ν’ αφήσει σημάδια, αλλά και να συνεχίσει. Στο χέρι του είναι αλλά δεν ξέρω αν είναι στις προθέσεις ή τις ικανότητές του. Μου θύμισε Μκς ανήμερα του αγίου πασών των Κοζανιτών, πρωί καθώς περνούσε η χιλιάς και άνω των πιστών ακόλουθων κάθε εξουσίας, αυτό που είπε ο Φλομπέρ.

“Οσο μεγαλώνω βλέπω πόσο σκληρό είναι να βλέπεις τους ανίκανους να πετυχαίνουν»
Ανίκανοι τελικά ή απλώς λίγοι οι 3+1 και οι λοιποί τους; Οχι, απαραίτητα και σε όλα, αλλά ως προς τις φροντίδες τους για τον πολιτισμό των τοπικών γραμμάτων, αναμφιβόλως κάτι από τα δύο τσιμπολογούν.


***

ΥΓ. Αγίου Νικολάου το λοιπόν και μνήμη της άγριας δολοφονίας του νέου και του ακόμα πιο άγριου ξεσπάσματος των νέων. Ένα ματωμένο συναξάρι. Εδώ το Κτένι και ο μέγας Ι. Τράντας, τότε. Από το σημερινό χωριό έλκει την καταγωγή του ο ήδη κατάδικος Ηλίας Νικολάου (7,5 χρόνια κάθειρξη για διάφορες τρομοκρατικές -της πλάκας- πράξεις. Ετσι ένας συμπολίτης νεαρός (που έχει την πολιτική παραβατικότητα της ανυπακοής προς τα θρύψαλα του ψεύτικου, γυάλινου κόσμου που ζει -που ζούμε- στη άκρη της κάννης της ηλικίας του) βρέθηκε μπροστά στην αδυσώπητα τυλιγμένη κόλα χαρτιού με την κατασκευή στοιχείων και τη συνακόλουθη καταδίωξη όπως και στη δικαιοσύνη η οποία «Σαν τη θάλασσα που στα βάθη της πήρε ένα ναύτη/ όλα τα στοιχεία αληθινά ή ψεύτικα τα χάφτει». Ο Ηλ. Ν. όμως «κινδυνεύει» να αθωωθεί στο Εφετείο, αφού στο εφετείου του Θεού της συγγνώμης αθωώθηκε και στης κοινής γνώμης του απλού, βασανισμένου και πονεμένου από την αχρειότητα του συστήματος, πολίτη, πήρε αναστολή. Μέχρι τότε θα είναι στη φυλακή που ήδη την υπηρέτησε ένα χρόνο. Εν τω μεταξύ τις μέρες αυτές αθωώθηκαν οι «τρομοκράτες» του ΕΛΑ μετά από 2493 μέρες φυλακή, κάποιοι τους! Που πάει λοιπόν ο χαμένος χρόνος που τον κυλούν με τόση άνεση στην άβυσσο του τίποτα, εκείνοι που δεν μπορούν ούτε ένα πολύτιμο γραμμάριό του να δώσουν απ’ αυτόν, πίσω; Παραφράζω από την «Ωδή στο Λόρδο Μπάϋρον» του Διονυσίου Σολωμού.

«Δικαιοσύνη λίγο στάσου
να χτυπάς με το σπαθί
σίμωσε λίγο και αναστοχάσου
στων φυλακισμένων το κορμί».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ