2.9.10

ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΖΑΦΕΙΡΙΑΔΗ: Το μαγεμένο φεγγαράκι

Απόψε το φεγγαράκι είναι αλλιώτικο. Παιχνιδιάρικο. Πότε ξεπροβάλει μέσα από τα σύννεφα σαν γυναίκα, λαγγεμένη, ερωτιάρα, πολύπειρη, που ζητά αβάσταχτα τον εραστή της, πότε σαν γυναίκα χορτασμένη από χάδια, που χαμογελάει ευτυχισμένη, πότε σαν μικρή φοβισμένη, ντροπαλή παρθένα νύμφη, που αφουγκράζεται στους λόγγους και στα δάση, μήπως και ακούσει το μαυλιστικό σουραύλι του θεού Πάνα.
Νάτο τώρα, που βγάζει την γλώσσα κοροϊδευτικά και μου λέει «Έι, εσύ έλα μαζί μου». Λιγώθηκα βρε παιδιά από τα πονηρά του μάτια, που μαζί με την μοσχοβολιά των νυχτολούλουδων της γειτονιάς νιώθω σαν μικρός Θεός.

Το ασημένιο το φως τύλιξε τρυφερά το πνεύμα μου, και με το γλυκό αεράκι άρχισε να με ταξιδεύει πάνω από την γαλάζια και άσπρη γαία μας. Με οδήγησε σε πόλεις μακρινές που δεν γνώρισα ποτέ και ούτε θα ξαναδώ, είδα και άκουσα θαύματα.
Ακούστε τι άκουσα και τι είδα. Με απίθωσε στην μακρινή χώρα των Μαγυάρων τσιγγάνων και συγκεκριμένα σε ένα καταυλισμό τους. Στο κέντρο υπήρχε μια μεγάλη αναμμένη φωτιά και γύρω-γύρω οι αξεπέραστοι βιρτουόζοι του βιολιού τσιγγάνοι, που συναγωνίζονται την αηδόνα στην γλυκύτητα, σκόρπιζαν στον αέρα τις παθιασμένες μελωδίες τους, ενώ οι λυγερόκορμες πανέμορφες κοπέλες της φυλής εκστασιασμένες και με φρενίτιδα υψωνόταν και λικνιζόταν στη μελωδία του πάθους. Στο πρόσωπο τους έλαμπε η χαρά της νιότης, και από τις παλάμες τους έβγαινε ο ήχος της καστανιέτας.
Τα παλικάρια του καταυλισμού με βλέμμα λαμπερό μ’ ένα γλυκό καημό στην καρδιά και στα σωθικά δεν χορταίνουν να καταβροχθίζουν αυτές τις αρχαϊκές ιέρειες της φυλής τους. Το ένα τους χέρι το δεξί ήταν στη μέση πάνω στην λαβή του μαχαιριού τους και κοίταζαν άγρια όποιον χαμογελούσε ή κοιτούσε στα μάτια την καλή του. Κρασί, τραγούδι, χορός, έρωτας.

Γεμάτος έξαψη σκούντηξα με τον αγκώνα μου το ασημένιο πνεύμα του φεγγαριού, «ει φεγγαρούλη για σεργιάνησε με και άλλο». Με πήγε τώρα σε κάτι χώρες σκοτεινές που οι ισχυροί ηγέτες τους με την ψυχή γεμάτοι κακία και καταχθόνια σκέψη με σύμβουλο τον εωσφόρο επιβουλεύονται και θέλουν να εξαφανίσουν και να υποτάξουν στο θέλημα τους πολλούς λαούς και μέσα σ’ αυτούς και τον δικό μας λαό.
Φημίζονται πολύ για την ανελέητη βαρβαρότητά τους και τώρα μάλιστα αποφάσισαν να δώσουν βορά την πατρίδα μας στα κτήνη και τα σαρκοβόρα και τις ύαινες που μας περιβάλουν ενώ καμώνονται τους φίλους μας ποτέ ούτε θέλουν ούτε επιθυμούν να μας προστατεύσουν από αυτούς. Θέλουν μάλιστα να μας διώξουν και από την λυκοπαρέα τους.
Γιατί να μην φύγουμε μόνοι μας από τις συμμορίες που επιθυμία τους είναι να μας καταστρέψουν. Καλύτερα είναι να τους γυρίσουμε την πλάτη, να κλείσουμε τα σύνορα και με την δραχμούλα μας έστω και αναιμική αλλά δικιά μας, με την ρετσινούλα μας με τον καφέ από κριθάρι στο καφενείο που θα στοιχίζει μια δραχμή και όχι ένα ευρώ και να ζήσουμε αγνοώντας και περιφρονώντας τους μια ζωή πιο ήρεμη έχοντας τα δικά μας και μόνο προϊόντα ακολουθώντας την ζωή των παππούδων μας και των πατεράδων μας.
Φρόντισαν να διαφθείρουν αρκετούς από τους πολιτικούς μας και ενώ ήξεραν σε πια κατάσταση οικονομική βρισκόμασταν μας άφησαν επί τούτου να υπερχρεωθούμε να φτωχύνουμε να πεινάσουμε και έχοντας ως σύμβουλο την φτώχεια και την πείνα να δώσουμε τα ιερά και όσια μας γη και ύδωρ και κομμάτια από την πατρίδα μας και την ψυχή μας στα βλοσυρά κτήνη που μας περιτριγυρίζουν.

Δεν φταίνε μόνο όσοι από τους πολιτικούς μας ήταν γραικύλοι και αφάνισαν ένα μεγάλο κομμάτι της περιουσίας της πατρίδος μας. Φταίμε και εμείς όλοι μας, είμαστε όλοι μας μικροί γραικύλοι. Ας σκεφτεί ο κάθε απλός άνθρωπος ο κάθε άνθρωπος που επανδρώνει μικρούς και μεγάλους θεσμούς αν δεν έχει κάνει κάτι για το οποίο πρέπει να ντρέπεται. Ας μην φαρισαïζουμε ας μην αδικούμε τους άλλους πρώτος ο αναμάρτητος τον λίθο βαλέτω π.χ. ένας υπάλληλος ο οποίος κλέβει από τον χρόνο της δουλειάς του ένα κομμάτι και ασχολείται με αλλότρια ας μου επιτραπεί να τον πω αργόμισθο και κλέφτη το ίδιο ισχύει και για τον κτηνοτρόφο, τον γεωργό που δήλωναν περισσότερο ζωικό κεφάλαιο η καλλιεργήσιμη γη από αυτήν που είχαν, γιατρούς, δικηγόρους, μηχανικούς, μικρομεγαλοπωλητές και όσοι γενικά προσφέρουν υπηρεσίες δεν δήλωναν τα πραγματικά τους εισοδήματα για να φορολογηθούν. Όταν κανείς κλέβει από το κράτος είναι σαν να κλέβει από τον εαυτό του και το μέλλον τον παιδιών του. Ας θυμηθούμε και τις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις τους νέους αγρότες, τους νέους επαγγελματίες που έπαιρναν εντελώς αδικαιολόγητα πόρους της πατρίδας μας.
Πρέπει να μάθουμε να μην φοβόμαστε τον τίμιο ιδρώτα και το ψωμί το οποίο είναι μουσκεμένο από την υγρασία του. Δεν μας χρειάζονται οι τηλεοράσεις τα αυτοκίνητα που θα τα χρωστάμε στις τράπεζες ούτε ακριβά ρούχα που θα τα χρωστάμε στο ράφτη μας. Η ζωή των πατεράδων μας ήταν δύσκολη αλλά απλή, κοπιαστική και υγιεινή. Με την Γράμμουστα μας με τα Όντρια με τον κυρ Μέντιο με τα αλογάκια μας με τα καματερά, με το αμπελάκι μας, με το μποστανάκι μας και την οικόσιτη κτηνοτροφία.
Η μέρα μας να είναι μέρα και η νύχτα μας να είναι νύχτα την μέρα να μας νοιάζει η δουλειά μας και την νύχτα οι παλιές καλές βεγγέρες. Ας ζήσουμε φτωχικά αλλά σύμφωνα με την ευχή του θεού. τα καλοκαιρινά μας μπάνια στον Αλιάκμονα και τα τρελά παιχνίδια μας στο παρακείμενο δασάκι.
Καταργώντας τον τεχνικό πολιτισμό όλα θα εξαγνιστούν. Ας μάθουν ο καθένας μας να βγάζει τα δικά του κάστανα από την φωτιά μόνος του και μόνο όταν ο συνάνθρωπός του δεν έχει χέρια τότε να βγάζει και τα δικά του.
Μη προσπαθούμε να αλλάξουμε τις νοοτροπίες και την φιλοσοφία και τον τρόπο ζωής του άλλου. Να προσπαθήσουμε να αλλάξουμε τις δικές μας και έτσι προσπαθώντας ο καθένας μας να αλλάξει το ρουν της προσωπικής του ιστορίας θα αλλάξει και η πορεία όλης της κοινωνίας.

Ας προσπαθήσουμε να μάθουμε την γλώσσα των πουλιών, των ζώων και της φύσης ας αφήσουμε τα μάτια και τα αυτιά μας να απολαύσουν όλο το μεγαλείο της ζωής ακούγοντας το θρόισμα του δάσους το κελαίδισμα των πουλιών το βουητό του ποταμού διότι είμαστε πλασμένοι να ζούμε στη φύση και με την φύση. Πέραν από αυτό όλα είναι σχετικά και βλαβερά ας μάθουμε να ζητάμε συγνώμη από τα φυτά όταν τρώμε τους καρπούς τους από τα λουλούδια όταν κόβουμε ένα άνθος για να το προσφέρουμε στην καλή μας και ένα μεγάλο συγνώμη από τα ζώα τα οποία εκμεταλλευόμαστε. Ας ζητήσουμε συγνώμη από το μεγάλο σπίτι μας, την γη μας που την βιάσαμε ασυστόλως και χωρίς αιδώ και ας της δώσουμε την ευκαιρία να ξεχάσει να ιαθεί να επουλώσει τα τραύματα της και τότε πάλι θα μας δίνει απλόχερα την ευκαιρία να ζήσουμε.
Ας γίνουμε ο καθένας μας ένας μικρός μυθικός Ηρακλής και ας καθαρίσουμε την κόπρο του Αυγείου που έχει συσσωρευτεί μέσα μας από διάφορες επιρροές και ας προσπαθήσουμε να γνωρίσουμε τον πραγματικό μας εαυτό πράγμα που απαιτεί πολύ χρόνο και κόπο. Όμως αξίζει.
Στην σχόλη μας τα βράδια ας μιμηθούμε τον τρόπο που γλεντούν οι τσιγγάνοι.
Δεν πρέπει να μετράμε τον πολιτισμό με το πόσες πυρηνικές κεφαλές έχει κάποιος λαός. Αυτό είναι βλακεία, ανοησία, κουταμάρα και τρέλα.
Ο τεχνικός πολιτισμός είναι μπούμερανγκ που εντέλει ενώ εξαθλιώνει τους άλλους και τους σκοτώνει θα γυρίσει και θα χτυπήσει θα σκοτώσει και θα εξαθλιώσει αυτόν που τον δημιούργησε. Έχει μεγάλη ομοιότητα ως προς τα αποτελέσματα με τις ψυχοτρόπες και ψυχεδελικές ουσίες το LSD και το ecstasy και λοιπά που αφού σου δημιουργήσουν εφορική κατάσταση και σε οδηγήσουν σε τεχνητούς αδιανόητους παραδείσους όταν παύσει η χρήση τους σε πετούν στην πιο μαύρη κόλαση και ουρλιάζεις από πόνο σωματικό και ψυχικό π.χ σκεφτείτε τι θα πάθουμε αν κοπεί το ηλεκτρικό ρεύμα για ένα μήνα σε τι σκλαβιά και απόγνωση θα οδηγηθούμε, σκεφτείτε τι θα συμβεί όταν στερηθούμε το αυτοκίνητο, το τηλέφωνο, το αεροπλάνο, τον κλιματισμό ή εν ονόματι της δημοκρατίας να απεργεί κάποια ομάδα εργαζομένων και να μην μπορείς να πας στην δουλειά σου και απεργίες δόξα το Θεό συμβαίνουν στην Ελλάδα κάθε δυο, τρεις μέρες.
Το μέτρο του πολιτισμού μιας χώρας πρέπει να υπολογίζεται ανάλογα με την συμπεριφορά της προς τους γέροντες, τους άρρωστους, τους αδύναμους, τα ζώα και το περιβάλλον.

Όταν σταματήσει να φθείρει ο τεχνικός πολιτισμός την γη μας αυτή θα αρχίσει να ανασάνει ξανά θα αρχίσουν να φυτρώνουν οι λόγγοι και τα δάση και τα νερά να πετιούνται κρυστάλλινα θα γεμίσουν τα χωράφια των ανθρώπων από υγεία και θα καρπίζουν ασταμάτητα θα νιώσουμε τότε το μεγάλο μήνυμα και ο θεός Πάνας θα ξυπνήσει από το λήθαργο του και θα ακουστεί ο αρχέτυπος μαυλιστικός ύμνος για την ομορφιά και την αγάπη από το γλυκύτατο σουραύλι του. Θα αρχίσει να ξεπηδάει η παγάν λαλέουσα και το λάλων ύδωρ και οι νύμφες και οι νεραΐδες και τα άλλο μικρούλικα ξωτικά θα στήνουν χορό μετά τα μεσάνυχτα μέσα στα πυκνό φυτρωμένα δάση.
Οι γέροντες θα αποκτήσουν αξιοπρέπεια και σοφία και ο λόγος τους θα είναι πιο δυνατός και από τον νόμο τα δε βλαστάρια τους θα έχουν καθάρια μάτια και ψυχή ανδρεία τα δε κορίτσια τους θα αποκτήσουν εδώ και θα γίνουν και μητέρες άξιες τιμής και σεβασμού οι γέροι θα αντικρίζουν με χαρά τον άγγελο που θα τους οδηγήσει στο Θεό περιτριγυρισμένοι από τα παιδιά και τα εγγόνια και δεν θα φεύγει για το μακρινό ταξίδι μέσα από σκοτεινές και βρώμικες αίθουσες των ιδρυμάτων. Μικρές χαρές και μεγάλες χαρές, μικρές λύπες και μεγάλες λύπες αυτή είναι η ζωή μας φίλοι μου.
Σαν να χαν τελειωμό τα βάσανα και οι καημοί του κόσμου ψιθυρίζει μέσα στο αυτί μας ο άγιος των γραμμάτων ο Παπαδιαμάντης. Δεν έχουν τελειωμό αδέρφια μου να πάρει η ευχή.
Να διαλέγουμε εμείς τους παιδαγωγούς των παιδιών όχι μεταξύ αυτών που καμώνονται ότι ξέρουν πολλά αλλά τους πραγματικά σοφούς ανθρώπους. Διότι η γνώση ποτέ δεν είναι σταθερή και είναι μηδαμινή σε σχέση με τα όσα δεν γνωρίζουμε ή δεν θα γνωρίσουμε ποτέ. Όχι στους κορδωμένους ιεροφάντες της επιστήμης αλλά αυτούς που ομολογούν ότι δεν ξέρουν τίποτε.
Να μάθουμε τους νέους μας ότι καμιά δουλειά δεν είναι ταπεινή όταν γίνεται με σοβαρότητα τα σημερινά παιδιά αφού βγάλουν κούτσα κούτσα ένα λύκειο αποκτούν τέτοιο εγωισμό που δεν θέλουν να δουλέψουν πουθενά, θέλουν να είναι διευθυντές με εξουσίες και πολλά λεφτά από τα είκοσι τους χρόνια.
Ένα το χελιδόνι και η άνοιξη ακριβή για να έρθει η άνοιξη στην πατρίδα μας θέλει δουλειά πολύ, πολύ, πολύ.
Ίσως αυτά που λέω να φαίνονται απλοϊκά ή υπερβολικά. Εγώ νομίζω ότι είναι απλά. Ίσως είναι ένα παραμύθι μια ουτοπία αλλά δεν υπάρχει τίποτα πιο αληθινό από ένα παραμύθι και ο άνθρωπος με την θέληση του έχει κατακτήσει πολλές ουτοπίες.
Ίσως μας αφανίσουν όλους, ίσως κατακρεουργήσουν την πατρίδα μας δεν θα μπορέσουν όμως να σκοτώσουν και να αφανίσουν έναν Όμηρο, έναν Σωκράτη, έναν Πλάτωνα, έναν Πυθαγόρα, έναν Αριστοτέλη και χιλιάδες άλλους σοφούς και καλλιτέχνες. Πάλι στη γη μας θα ξεπροβάλουν θέατρα κίονες και αγάλματα.

Τα νάματα του πολιτισμού της Ελλάδας θα ποτίζουν το δέντρο της γνώσεως του καλού και του κακού και θα καλλιεργούν το καλόν και αγαθόν. Δημιούργησαν και άλλοι λαοί πολιτισμό όμως η Ελλαδίτσα μας, οι Ίωνες, Η Σπάρτη, η Αθήνα, η Κρήτη και η Μεγάλη Ελλάδα δεν θα πάψει να τροφοδοτεί με σωστές παλιές ιδέες που πάντα τις χρειάζεται ο κάθε λογικός άνθρωπος.
Εμείς συστηματοποιήσαμε την γνώση και την εκτοξεύσαμε σε ύψη δυσθεώρητα που μετά σαν χρυσή βροχή γαλούχησε αυτούς που μας μισούν σήμερα και όλους τους λαούς της γης. Τι έχουν να πουν για ένα Περικλή, για έναν Λυκούργο, για έναν Κολοκοτρώνη, για έναν Μακρυγιάννη για τον Ρήγα Φεραίο και όλους τους ήρωες τις πατρίδας μας, τι έχουν να πουν για τους Τραγικούς μας για τον Αριστοφάνη. Ανέδειξε η Ελλάδα έναν Σεφέρη, έναν Ελύτη, έναν Σικελιανό, έναν Παλαμά, έναν Σολομό.
Και αν μας αφανίσουν όταν στο μέλλον ψάξει κάποιος περίεργος να βρει που βρισκόταν αυτή η χώρα, όταν δει δαντελένιες ακρογιαλιές και διάσπαρτους κίονες τότε θα καταλάβει ότι εδώ βρισκόταν η Ελλάδα.
Φεγγαράκι ξαναγύρισε με στον καταυλισμό των ευτυχισμένων τσιγγάνων θέλω να μάθω νέα τους. Και να βλέπω τον καταυλισμό, η φωτιά έχει σχεδόν σβήσει και γύρω της κοιμούνται κουρασμένοι και αγκαλιασμένοι με κορμιά και πνεύματα κουρασμένα από κρασί, χορό, τραγούδι και έρωτα. Κάποιος νεαρός τσιγγάνος κάθεται παράμερα και με το βιολί του στο χέρι ενώ η αύρα της αυγής ανεμίζει τα μαλλιά του αφήνει κάτι λυπημένους λαρυγγισμούς στην μελωδία του Ω Τσιτσόρνια (ω μαύρα μάτια ). Τα δάκρια που τρέχουν από τα μάτια του τα παίρνει ο αέρας και ραντίζει μ’ αυτά την γύρω γη. Αμέσως ξεφυτρώνουν θεέ μου κόκκινες πράσινες γαλάζιες κίτρινες παπαρούνες τι Θαύμα! Είναι το παλικάρι που η καλή του δόθηκε απόψε στον μεγαλύτερο εχθρό του. Προδόθηκε από τα μαύρα μάτια. Το λυπημένο του σκοπό τον άρπαξαν οι αηδόνες και τον διαλάλησαν σ’ όλο τον κόσμο.

Όταν ξημέρωσε πήγε κρυφά στο διπλανό δασύλλιο να σκοτώσει τον αντίζηλο του ή να σκοτωθεί. Το μεσημέρι τον έφεραν μ’ ένα μαχαίρι καρφωμένο στην καρδιά.
Υπάρχουν ακόμα λίγες φυλές ευτυχισμένων τσιγγάνων που ξέρουν να υμνούν την ζωή αλλά και να πεθαίνουν για την αγάπη. Την αγάπη την οποία μπορεί να βιώσουν μόνο μαύρα μεγάλα μάτια και αίμα που κοχλάζει σε δυνατές φλέβες. Ο έρωτας είναι για την σφριγηλή και όμορφη σάρκα.
Έχασε την λαλιά της η τσιγγανοπούλα και σκέπασε το πρόσωπο της με μια μαύρη μαντίλα για να μην αντικρίσουν ποτέ πια τα παλικάρια της φυλής της τα μεγάλα της μαύρα μάτια την βελούδινη και φιλντισένια επιδερμίδα της και τα κερασένια σαρκώδη χείλη της. Όπως μάθαμε δεν ξανά ζευγάρωσε ποτέ πια. Έφυγε και μόνασε σ’ ένα μακρινό γυναικείο ορθόδοξο μοναστήρι. Πολλά χρόνια μετά έγινε θρύλος και τα παλικάρια που την γνώριζαν έγιναν γεροντάκια. Όταν την φέρνουν στη θύμηση τους αναστενάζουν βαθιά και κουνάν λυπημένα το κεφάλι τους.
Φεγγαράκι μπορείς να με οδηγήσεις σ’ ένα μακρινό ερημικό εκκλησάκι σαν αυτό που γνωρίζει ο ποιητής
Στο βουνό εκεί ψηλά
είναι εκκλησιά ερημική
δεν έχει ψάλτη ούτε παπά
το σήμαντρο της δεν χτυπά
και ο διαβάτης που περνά
στέκεται και το προσκυνά…

Θέλω να προσκυνήσω και να προσευχηθώ. Βρέθηκα σ’ ένα άγνωστο μέρος μες στο σκοτάδι, σ’ ένα μικρό εκκλησάκι ερημωμένο και άρχισα να προσεύχομαι.
«Πατέρα ουράνιε σ’ ευχαριστώ για τις χαρούμενες αλλά και τις θλιβερές μέρες που μου χάρισες για όσα εμπόδια και δυσκολίες βρήκα στο δρόμο μου, διότι οι δυσκολίες και ο πόνος πλάθουν την ψυχή και σμιλεύουν το πνεύμα και την καρδιά του ανθρώπου. Γίνεται η ψυχή σου γλυκιά και το πνεύμα σου πιο βαθύ.
Σ’ ευχαριστώ που μου δάνεισες ένα κομμάτι ζωής και μου έδωσες την ευκαιρία να θαυμάσω το μεγαλείο της δημιουργίας σου.
Σ’ ευχαριστώ για τους γονείς μου, για τον αδερφό μου και τους συγγενείς μου, για τους λίγους αδερφικούς φίλους μου. Δεν βαρυγκωμώ για την επισφαλή μου υγεία.
Σ’ ευχαριστώ για όσο βλέπω ακόμα, για όσο ακούω για το ότι μπορώ και τραγουδώ όταν ανοίγει η αυλαία της μνήμης και ενθυμούμε τις πρώτες αγάπες τους καημούς της και τα χαμένα μου όνειρα.
Σ’ ευχαριστώ γιατί μπορώ ακόμα να σκέφτομαι και να εργάζομαι που μπορώ να βαδίσω έστω και αδέξια για να πάω στην δουλειά μου ή να πιω το καφεδάκι μου στο αγαπημένο μου καφενείο.
Σ’ ευχαριστώ για το ταπεινό μικρό σπιτάκι μου που με προφυλάσσει από την λάβα του καλοκαιριού, από την παγωνιά του χειμώνα από τον υγραμένο νοτιά και τον θυμωμένο βοριά. Σ’ αυτό το σπιτάκι μ’ έφερε στον κόσμο η γλυκιά μου μητέρα και σ’ αυτό το σπιτάκι αν γίνεται επιθυμώ να παραδώσω το πνεύμα μου όταν με πάρει ο άγγελος σου από το χέρι για να με οδηγήσει σε σένα. Είναι ποτισμένο με τον ιδρώτα των αγαπημένων μου προσώπων και θα θελα να μου επιτρέψεις φεύγοντας να ρίξω μια τελευταία ανθρώπινη ματιά στην μικρή ταπεινή γλυκιά μου φωλίτσα ώστε στην μνήμη μου να μείνει η μορφή της ανεξίτηλη». «Υπήρχες πάντα υπάρχεις και θα υπάρχεις εις τους αιώνες των αιώνων Θεέ μου Άγιε».

Ξαφνικά φοβεροί κεραυνοί και αστραπές χτυπούν και διασχίζουν το σκοτάδι. Το μισογκρεμισμένο εκκλησάκι εξαφανίζεται και στην θέση του υλοποιείται μπροστά μου ο αξεπέραστος Ναός της του Θεού Σοφίας τόσο καινούργιός όσο και κατά την ημέρα των εγκαινίων. Από τις μεγάλες πύλες του που είναι ανοιχτές ακούγονται από μια θεοφοβούμενη μελίρρυτη βυζαντινή χορωδία και τον σεβάσμιο Πατριάρχη ο ύμνος:
Τη υπερμάχω στρατηγό τα νικητήρια…
Αφού τελείωσε ο ύμνος, εξαφανίστηκε ο ναός και στη θέση του ξαναγεννήθηκε το μικρό ερειπωμένο εκκλησάκι.
Ψέλλισα, φεγγαράκι απόθεσε με απαλά έξω από το σπίτι μου. Και ενώ στα αυτιά μου ακουγόταν ο πονεμένος λαρυγγισμός του τσιγγάνου Ω Τσιτσόρνια και η ευλογία του Θεού και Το υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια… και ενώ ήμουν βυθισμένος στην εξαίσια μυρωδιά των νυχτολούλουδων της γειτονιάς μ’ άφησε μόνο το φεγγαράκι και πήγε να βρει την θέση του στον ουρανό. Γεια σου μικρό μου μαγεμένο φεγγαράκι, μπορείς να ξανάρθεις πάλι όποτε θέλεις για να με ξεναγήσεις και να με συγκινήσεις.
Η μικρή αυτή δουλειά αφιερώνεται στην Ελλαδίτσα μας.

Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ
και μυρσίνη εσύ δοξαστική
μη παρακαλώ σας μη
λησμονάτε τη χώρα μου
Αετόμορφα έχει τα ψηλά βουνά…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ