29.3.11

ΟΔΟΣ: Φαιδρά


Οι ανυπόγραφες επιστολές διαμαρτυρίας αναγνωστών της εφημερίδας που δημοσιεύτηκαν στο φύλλο 578 / 10.2.2011 της ΟΔΟΥ, για την πλημμελή, ή ακόμη χειρότερα την μεροληπτική επιτήρηση της απαγόρευσης του καπνίσματος στους κλειστούς δημόσιους χώρους της Καστοριάς, από την αρμόδια δημοτική αστυνομία, και ειδικά στα καταστήματα αναψυχής (καφέ-μπαρ, εστιατόρια κ.ο.κ.), φαίνεται να επαληθεύονται από τα πράγματα. Αλλιώς, δεν μπορεί να εξηγηθεί ο κινηματικός χαρακτήρας των αντιδράσεων για την απαγόρευση του καπνίσματος.

Όχι τόσο δηλαδή για την διακριτική (ευνοϊκή) μεταχείριση ορισμένων, στους οποίους σύμφωνα με τις ανώνυμες καταγγελίες δεν γίνονταν έλεγχος, αλλά κυρίως για το ξέσπασμα που προκάλεσε στις υπόλοιπες επιχειρήσεις, η διαπίστωσή των ιδιοκτητών τους, ότι εξ αιτίας της απαγόρευσης του καπνίσματος έχει μειωθεί η πελατεία τους. Αντίστοιχες διαμαρτυρίες και παράπονα, διατυπώνονται σε όλη την Ελλάδα, ώστε να είναι σαφές ότι επί της ουσίας το πρόβλημα (αν υποτεθεί ότι το μέτρο συνιστά πρόβλημα), δεν είναι τοπικού χαρακτήρα. Αλλά πανελλήνιο.

Όπως έγινε γνωστό, καταστηματάρχες επιχειρήσεων αναψυχής, επισκέφτηκαν ήδη τουλάχιστον μια φορά το δημαρχείο Καστοριάς, και με παραστάσεις διαμαρτυρίας απηύθυναν εκκλήσεις (και προειδοποιήσεις) προς τον Δήμο Καστοριάς για τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν, από την μείωση των εσόδων τους λόγω της απροθυμίας των θαμώνων να διασκεδάσουν και προφανώς να καταναλώσουν ποτά και τα παρεμφερή, σε άκαπνο περιβάλλον.

Είναι αλήθεια ότι, η καθολική απαγόρευση του καπνίσματος, που αποτελεί εδώ και χρόνια γεγονός αλλά και κανόνα σχεδόν σε όλο τον κόσμο, (με εξαίρεση ορισμένα τριτοκοσμικά κράτη), προκαλεί σοβαρές αναταραχές και έχει σημαντικές επιπτώσεις. Όχι βεβαίως απλώς στο εμπόριο του καπνού που πλήττεται καίρια, αλλά κυρίως στους καπνιστές και πιο πολύ στους συστηματικούς, φανατικούς καπνιστές, που προσφωνούνται εύγλωττα θεριακλήδες. Οι οποίοι, αν και εξαρτημένοι από την συνήθεια, διαπιστώνουν ότι λιγοστεύουν οι δημόσιοι κλειστοί χώροι στους οποίους μπορούν να «απολαύσουν» το τσιγάρο τους. Όμως, η απαγόρευση του καπνίσματος στους δημόσιους χώρους με βάση τις από καιρό επικρατούσες αντιλήψεις, είναι ζήτημα που αφορά την δημόσια υγεία. Και δεν πρέπει να συγχέεται με την επιχειρηματικότητα, ή το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, το οποίο επικαλούνται οι πολέμιοι της απαγόρευσης.

Ασφαλώς, η τήρηση του μέτρου και η απαγόρευση του καπνίσματος στους στεγασμένους (κλειστούς) δημόσιους χώρους, και ειδικά στα καταστήματα ψυχαγωγίας, επιφέρει στην αρχή τουλάχιστον, δυσμενείς επιπτώσεις και στα καταστήματα αυτά. Όχι απλώς επειδή οφείλουν να επιτηρούν την εφαρμογή του μέτρου από τους θαμώνες (για την ακρίβεια και αυτού του νόμου, όπως και κάθε άλλου), αλλά κυρίως διότι διαπιστώνουν, ειδικά στα πρώτα βήματα εφαρμογής της απαγόρευσης, μείωση του τζίρου τους εξ αιτίας της πτώσης της πελατειακής τους κίνησης.

Όμως αυτές οεπιπτώσεις, είναι το αναγκαίο, αλλά προσωρινό τίμημα μετάβασης των Ελλήνων από την μια εποχή, στην άλλη. Άλλωστε, με κάθε αφορμή αποδεικνύεται ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται. Όσοι είναι μεγαλύτερης ηλικίας θα θυμούνται άριστα, ότι στα παλιότερα χρόνια, επιτρεπόταν το κάπνισμα παντού: Μέσα στα αγκομαχούντα αστικά και υπεραστικά του ΚΤΕΛ λεωφορεία, που έκαναν την διαδρομή για Αθήνα από 12 (στην καλύτερη) έως 24 (στα χιόνια) ώρες, και για την Θεσσαλονίκη από 6 έως 9, και 10 καμμιά φορά, περνώντας από εκείνους τους αλησμόνητους δρόμους που δεν χωρούσαν παρά μόνο ένα όχημα.

Κάπνιζαν ακόμη μέσα στο θέατρο και στον κινηματογράφο, στην διάρκεια της παράστασης ή της προβολής της ταινίας προκαλώντας νέφη καπνού και αηδίας, αλλά και μέσα στα νοσοκομεία, ακόμη και στους θαλάμους των ασθενών! Κάπνιζαν μέσα στα αμφιθέατρα των πανεπιστημίων την ώρα της διδασκαλίας και των εξετάσεων. Όπως και μέσα στα ταξί, μέσα στα αεροπλάνα, στα τραίνα, και γενικά παντού, μα παντού ο Έλληνας μπορούσε να επιδείξει το περίφημο αρχαιοπρεπές του ταπεραμέντο.

Φυσικά δεν γίνεται λόγος για εστιατόρια, μπουζούκια, αργότερα τις disco, αλλά και σε δημόσιες υπηρεσίες, και αλλού, καθ’ όσον γενικά το κάπνισμα επιτρεπόταν παντού ως τεκμήριο της εποχής. Άλλωστε μέχρι πολύ πρόσφατα ακόμη και μέσα στα δικαστικά μέγαρα, αλλά και στα αστυνομικά τμήματα δεν ήταν λίγοι αυτοί που κάπνιζαν.

Παρά ταύτα, ούτε οι εκπρόσωποι του ΚΤΕΛ Καστοριάς, ούτε οι υπεύθυνοι των αεροπορικών εταιρειών, ούτε οι ιδιοκτήτες των θεατρικών επιχειρήσεων ή κινηματογράφων, ούτε καν οι θερμόαιμες φοιτητικές οργανώσεις διανοούνται σήμερα να διαμαρτυρηθούν για την απαγόρευση απαιτώντας από την πολιτεία να την καταργήσει, ή να επιτρέψει σε αεροπορικές εταιρείες ή λεωφορεία να είναι ειδικά για καπνιστές. Όμως, ούτε και τότε (στα χρόνια της απαγόρευσης) διανοήθηκαν οτιδήποτε τέτοιο. Αντίθετα σχετικά πρόθυμα, πολιτεία και πολίτες, προσπάθησαν να στηρίξουν την εφαρμογή του μέτρου έμπρακτα.

Και προπαντός, δεν έφθασαν να επικαλούνται φθηνά και ανόητα επιχειρήματα, σαν κι’ αυτά που ακούστηκαν κατά την παράσταση διαμαρτυρίας των καταστηματαρχών στον δήμαρχο Καστοριάς, ότι δηλαδή, εδώ είναι Ελλάδα, και οι Έλληνες είναι (αληθινοί) άνδρες, και όχι σαν τους Άγγλους (που δεν είναι και πολύ αρσενικοί τουλάχιστον από την εποχή του Τόνι Μπλέρ). Ότι εδώ δεν είναι Σκανδιναβία, και ότι χάρη στο τσιγάρο, όχι απλώς τονώνεται και τονίζεται η αρρενωπή υπεροχή της ελληνικής φυλής, αλλά και εκτονώνεται ο εθνικός νταλκάς, και έτσι δεν αυτοκτονούν οι υπερήφανοι Έλληνες, όπως οι φλούφληδες βόρειοι.

Ακούστηκαν κι’ άλλα τέτοια πολλά αστεία και φαιδρά που αγνοούν πικρές αλήθειες, όπως ενδεικτικά ότι, ακόμη και στην πατρίδα του αρρενωπού νταλκά, την Τουρκία, όπως και σε όλο τον κόσμο, έχει απαγορευτεί το τσιγάρο, και ότι με την λογική τους, ακόμη και οι άθλιες τουαλέτες θα μπορούσαν να είναι τεκμήριο ανδροπρέπειας και ανεξαρτησίας. Ενώ, με την ίδια λογική, πριν δύο δεκαετίες, όταν αποφασίστηκε να είναι υποχρεωτική η ζώνη ασφαλείας στα αυτοκίνητα, οι Έλληνες, πάλι ξεσηκώθηκαν, καθ’ όσον ο εθνικός τράχηλος δεν υπομένει κανένα ζυγό (προφανώς αν είναι συντομότερος των 400 χρόνων και αν δεν είναι κατά προτίμηση οθωμανικός).

Ωστόσο, η ζωή κυλά και κανείς δεν μπορεί να σταματήσει την εξέλιξη. Και κυρίως δεν πρέπει. Οι καταστηματάρχες που διαπιστώνουν μείωση της πελατειακής κίνησής τους, στην πραγματικότητα επιβεβαιώνουν την οικονομική κρίση της χώρας που έχει περάσει σε όλα τα επαγγέλματα και σε όλα τα επίπεδα.

Απλώς είναι βέβαιο, ότι οι ίδιοι μετά από λίγο καιρό θα είναι οι ένθερμοι υποστηρικτές ενός μέτρου που έχει καθυστερήσει τόσο πολύ. Και τόσο αδικαιολόγητα. Χρειάζεται μόνο λίγη ψυχραιμία και υπομονή.

Σχετικά κείμενα:
ΟΔΟΣ: Περί καπνίσματος
ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ έγραψαν
ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ έγραψαν
ΟΔΟΣ: Τέλος;
ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ έγραψαν
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ: Πού είναι το κράτος;

2 σχόλια:

  1. Ανώνυμος29/3/11

    Εξ αιτίας αυτής της νοσηρής νοοτροπίας του Έλληνα, φθάσαμε στο σημερινό αδιέξοδο. Είμαστε ένας κακομαθημένος λαός και θα παραμείνουμε δυστυχώς έτσι.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ανώνυμος29/3/11

    Πολύ καλή η τοποθέτησή σας. Μπορεί σε διάφορα άρθρα σας να έχω διαφορετική προσέγγιση, στο συγκεκριμένο όμως συμφωνώ μαζί σας 100%. Ας πάψει επιτέλους αυτός ο φασισμός των καπνιστών. Σε μια σύγχρονη δημοκρατική κοινωνία πρέπει να σεβόμαστε τον άλλον και να μην κοιτάμε μόνο την ικανοποίηση του εαυτού μας, ειδικά όταν αυτό γίνεται εις βάρος των συνανθρώπου μας.
    Το "έτσι γουστάρω" δεν μπορεί να γίνει άτυπος νόμος. Σταματήσαμε να πίνουμε τον καφέ μας στα μαγαζιά γιατί η κατάσταση με τον ενοχλητικό καπνό έχει γίνει ανυπόφορη.
    Δεν ξέρω αν τα μαγαζιά χάσουν πελάτες-καπνιστές αν απαγορεύσουν πραγματικά το κάπνισμα (γιατί σήμερα παντού καπνίζουν), σίγουρα όμως θα κερδίσουν κάποιους που δεν καπνίζουν και σήμερα δεν μπορούν να βγουν...

    Αιρετικός

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ