19.6.23

Το Πρωτοδικείο Φλώρινας απέρριψε τις ενστάσεις και ενέκρινε το «Κέντρο Μακεδονικής Γλώσσας»

 
ΟΔΟΣ εφημερίδα της Καστοριάς | 23.3.2023 | 1167
Κέντρο Μακεδονικής Γλώσσας στην Ελλάδα | makedonski.gr

Τo Μονομελές Πρωτοδικείο Φλώρινας στις 16 Μαρτίου 2023 με την υπ’ αριθ. 41/2023 απόφασή του, δικαίωσε το "Κέντρο Μακεδονικής Γλώσσας" και ενέκρινε τη σύστασή του, απορρίπτοντας τόσο την ανακοπή της Εισαγγελίας Φλώρινας (στην πρώτη απόφαση έγκρισης του σωματείου από τον ειρηνοδίκη Φλώρινας) που υποστηρίχθηκε από 4 πρόσθετες παρεμβάσεις (Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος Φλώρινας ο "Αριστοτέλης" και Ένωση Αποστράτων Αξιωματικών Στρατού) όσο και την τριτανακοπή που ασκήθηκε από τη Παμμακεδονική Ένωση Μακεδονικού Αγώνα Ελλάδος – Αυστραλίας.

Στο σκεπτικό της απόφασης το δικαστήριο, υπό την πρωτοδίκη Ελένη Τσιμέρογλου, αναφέρει χαρακτηριστικά: «Τα σωματεία που συστήνονται για σκοπούς, όπως λ.χ. για την επιδίωξη διαφόρων κοινωνικών ή οικονομικών σκοπών, την προστασία της πολιτιστικής ή πνευματικής κληρονομιάς, την αναζήτηση της εθνικής ταυτότητας ή την επιβεβαίωση μιας μειονοτικής συνείδησης, είναι σημαντικά για την ομαλή λειτουργία της δημοκρατίας. Ο τρόπος με τον οποίο η εκάστοτε εθνική νομοθεσία καθιερώνει την ελευθερία αυτή και την εφαρμογή της στην πράξη από τις αρχές αποκαλύπτει την κατάσταση της δημοκρατίας στο εσωτερικό της εκάστοτε χώρας».

Σε άλλο σημείο της απόφασης, το δικαστήριο προχωρά ακόμη περισσότερο: «Η άρνηση λ.χ. εγγραφής σωματείου με την αιτιολογία να δοθεί τέλος στην εικαζόμενη πρόθεση των ιδρυτών τους να διαδώσουν την ιδέα ότι υφίσταται μια εθνική μειονότητα και ότι τα δικαιώματα των μελών της δεν τυγχάνουν πλήρους σεβασμού δεν κρίνεται αναγκαίο και κατάλληλο μέτρο καθόσον ακόμα και αν ήθελε υποτεθεί ότι η ανωτέρω εικαζόμενη πρόθεση είναι πραγματικός σκοπός του σωματείου, τούτο δεν ισοδυναμεί αυτομάτως με ορισμένη απειλή προς μια δημοκρατική κοινωνία. Τούτο ισχύει ακόμα περισσότερο όταν στο καταστατικό του εκάστοτε σωματείου ουδόλως υπονοείται ότι τα μέλη του θα υπερασπιστούν τη χρήση βίας ή αντιδημοκρατικών ή αντισυνταγματικών μέσων».

Το Ειρηνοδικείο Φλώρινας με απόφασή του στις 27 Ιουλίου 2022 είχε εγκρίνει την ίδρυση σωματείου υπό την επωνυμία "Κέντρο Μακεδονικής Γλώσσας", το οποίο στοχεύει, σύμφωνα με το καταστατικό που κατέθεσε «στη διατήρηση και καλλιέργεια της μακεδονικής γλώσσας στην Ελλάδα» αλλά και την «υποστήριξη της εισαγωγής της μακεδονικής γλώσσας ως προαιρετικού μαθήματος σε δημόσια σχολεία και πανεπιστήμια στην Ελλάδα». Τότε, η εισαγγελέας Πρωτοδικών Φλώρινας Αναστασία Καλαϊτζή κατέθεσε ανακοπή με το σκεπτικό πως η απόφαση αναγνώρισης του σωματείου παραβιάζει τη διεθνή Συμφωνία των Πρεσπών, ενώ εξέφραζε υπόνοιες για προσπάθεια δημιουργίας μακεδονικής μειονότητας στην Ελλάδα. 

Ωστόσο, οι αντιδράσεις συνεχίζονται για το καταστατικό τού Κέντρου, ακόμα και για την επίσημη επωνυμία του "Κέντρου Μακεδονικής γλώσσας στην Ελλάδα", η οποία -εκτός της ελληνικής- αποδίδεται στη «μακεδονική γλώσσα» και στην αγγλική γλώσσα (Κέντρο Μακεδονικής Γλώσσας στην Ελλάδα, Центар за македонски јазик во Грција, Centre for the Macedonian Language in Greece), όπως διαπιστώνεται και από την επίσημη ιστοσελίδα του, στην ηλεκτρονική διεύθυνση: makedonski.gr. Όπως επισημαίνει ο δικηγόρος και μέλος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών δρ. Τάσος Βαβούσκος: «σύμφωνα με τον ν. 2725/1999 τα σωματεία που υπάγονται στο υπουργείο Πολιτισμού, όπως και το Κέντρο, οφείλουν να διατυπώνουν την επωνυμία τους στην ελληνική γλώσσα».

Ζήτημα προκύπτει από τους σκοπούς του Κέντρου, που σύμφωνα με το καταστατικό του είναι δύο: Ο πρώτος, που είναι «η διατήρηση και καλλιέργεια της μακεδονικής γλώσσας στην Ελλάδα», προκαλεί το ερώτημα πώς μπορεί ένα νομικό πρόσωπο, που εδρεύει στην Ελλάδα να έχει ως σκοπό του -και αυτός ο σκοπός να είναι και νόμιμος- τη διατήρηση εντός του κράτους μίας γλώσσας, η οποία κατά το ελληνικό δίκαιο δεν υπάρχει στην Ελλάδα και σύμφωνα με τη Συμφωνία των Πρεσπών είναι η γλώσσα (η «μακεδονική») που ομιλείται από πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας, εντός των γεωγραφικών ορίων της. 

Ο δεύτερος σκοπός του Κέντρου είναι: «η υποστήριξη της εισαγωγής της μακεδονικής γλώσσας ως προαιρετικού μαθήματος σε δημόσια σχολεία και πανεπιστήμια στην Ελλάδα, ιδίως στις Περιφέρειες της Δυτικής Μακεδονίας, της Κεντρικής Μακεδονίας και της Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης». Από τη στιγμή όμως, που «μακεδονική γλώσσα» δεν υπάρχει ή αναγνωρίζεται στην Ελλάδα, πώς προτείνεται να διδαχθεί σε σχολεία ή σε δημόσια πανεπιστήμια; Και μάλιστα, όχι σε όλα γενικώς και αορίστως, αλλά μόνο σ’ αυτά που βρίσκονται σε συγκεκριμένες περιοχές της Ελλάδας και ειδικότερα στη Βόρεια Ελλάδα.

O κ. Βαβούσκος αναρωτιέται: «Δεν θα ήταν και ενέργεια αντισυνταγματική, αφού θα παραβίαζε την εκ του Συντάγματος κατοχυρωμένη αρχή της ισότητας; Γιατί να στερηθούν του “προνομίου” αυτού οι φοιτητές π.χ. του Πανεπιστημίου Κρήτης; Για έναν και μοναδικό λόγο. Γιατί, ο σκοπός του “Κέντρου” δεν είναι αυτή καθεαυτή η διδασκαλία της συγκεκριμένης γλώσσας αλλά η μέσω αυτής προβολή προς τα έξω της υπάρξεως δήθεν "μακεδονικής" μειονότητας, η απόδειξη υπάρξεως της οποίας οδηγεί σε άλλα συμπεράσματα». Και προσθέτει ότι αναμένεται να δοθεί συνέχεια σε ανώτερο βαθμό, στο Εφετείο Δυτικής Μακεδονίας, στην «εσφαλμένη» -όπως την χαρακτηρίζει- κρίση του Πρωτοδικείου Φλώρινας.

* * *



«Ήμουν και εγώ εκεί σήμερα στο Συλλαλητήριο για την Μακεδονία μας»
Άδωνις Γεωργιάδης
10.1.2019 | Αθήνα


* * *

Μεταξύ άλλων ο δικηγόρος και μέλος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών δρ. Τάσος Βαβούσκος, ο οποίος είναι και Άρχων Ασηκρήτης του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αναφέρει:

«Η αίτηση που κατατέθηκε στις 22 Ιουλίου 2022 είναι η δεύτερη. Ίσως οι περισσότεροι από εσάς δεν το γνωρίζουν το γεγονός αυτό.
Η πρώτη αίτηση κατατέθηκε στις 5 Ιουλίου 2022 στο ίδιο Δικαστήριο και στον ίδιο Ειρηνοδίκη, το Θεόδωρο Τομπουλίδη, η οποία όμως απορρίφθηκε. Το Δικαστήριο έκρινε μεν ότι είναι νόμιμοι και δεν αντιτίθενται στην ηθική και γενικά στην δημόσια τάξη οι σκοποί του σωματείου που αφορούν: α) στη διατήρηση και καλλιέργεια της Μακεδονικής γλώσσας και β) στην υποστήριξη της εισαγωγής της Μακεδονικής γλώσσας ως προαιρετικού μαθήματος σε δημόσια σχολεία και πανεπιστήμια στην Ελλάδα, ιδίως στις Περιφέρειες της Δυτικής, Κεντρικής και Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης.
Θεώρησε όμως ότι δεν συνδέεται με τους δύο ανωτέρω σκοπούς ο υπό στοιχείο γ΄ σκοπός, ο οποίος κατά το ένα σκέλος του, δηλαδή την υποστήριξη της επικυρώσεως από την Ελλάδα της Συμβάσεως – Πλαισίου για την προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων, δημιουργεί σύγχυση, κατά το άλλο σκέλος του, δηλαδή την επικύρωση του Ευρωπαϊκού Χάρτη για τις Μειονοτικές γλώσσες έρχεται σε αντίθεση με τον νόμο και την δημόσια τάξη. Και τούτο, διότι κατά την Συμφωνία των Πρεσπών, το θέμα των «Μακεδονικών» ως μειονοτική γλώσσα έχει λυθεί, αφού ουδέν περί μειονοτικών γλωσσών αναφέρεται σ’ αυτήν. Υπό αυτό το πρίσμα, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα, ότι «ο υπό στοιχείο γ΄ σκοπός του καταστατικού του υπό σύσταση σωματείου, πέραν του ότι υπερακοντίζει τους έτερους σκοπούς του καταστατικού (α΄ και β΄), αντιβαίνει ευθέως στον παραπάνω νόμο (4588/2019), αλλά και στη δημόσια τάξη, ενώ δημιουργεί κινδύνους και για τις διεθνείς σχέσεις της Ελλάδας, ιδίως στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της οποίας είναι μέλος. Εξάλλου, η άσκηση γλωσσικής πολιτικής, όπως εκ πλαγίου επιχειρείται με τον άνω υπό στοιχείο γ’ επιδιωκόμενο σκοπό, δεν μπορεί να γίνεται μέσω ενός σωματείου». Αποτέλεσμα του παραπάνω σκεπτικού ήταν να απορριφθεί η αίτηση και η απόφαση να δημοσιευθεί στις 8.7.2022.

Μία εβδομάδα αργότερα, οι αιτούντες όμως επανήλθαν με νέα αίτηση, έχοντας τροποποιήσει τους σκοπούς του Καταστατικού και ειδικότερα έχοντας απαλείψει τον σκοπό, που αποτέλεσε εμπόδιο για την έγκριση της πρώτης αιτήσεως. Το αποτέλεσμα ήταν το Δικαστήριο, δηλαδή ο ίδιος Ειρηνοδίκης, να κάνει δεκτό το αίτημα, διαπιστώνοντας ότι το καταστατικό, μετά την απάλειψη του προβληματικού σκοπού, δεν αντίκειται στον νόμο ή στην δημόσια τάξη και είναι σύμφωνο και με την συμφωνία των Πρεσπών. Έτσι, εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 27/2022 απόφαση του Ειρηνοδίκης Φλώρινας, η οποία δημοσιεύθηκε στις 28 Ιουλίου 2022.

Ας δούμε λοιπόν, που έκανε λάθος η δεύτερη απόφαση.

-Πρώτο λάθος: Η επωνυμία του αιτούντος τη σύσταση του σωματείου είναι «Κέντρο Μακεδονικής γλώσσας στην Ελλάδα», η οποία – εκτός της ελληνικής -αποδίδεται και στην «μακεδονική γλώσσα», επιπροσθέτως δε και στην αγγλική γλώσσα.
Το ζήτημα, όμως, που τίθεται είναι το εξής: Είναι επιτρεπτό να διατυπώνεται σε γλώσσα εκτός της ελληνικής η επωνυμία ενός σωματείου, που εδρεύει στην Ελλάδα; 
Είναι γεγονός, ότι η επωνυμία των σωματείων που εδρεύουν στην Ελλάδα αναγράφεται στην ελληνική γλώσσα και συμπληρωματικώς και στην αγγλική για την περίπτωση υπάρξεως διεθνών σχέσεων.
Ενδεικτικώς θα αναφέρω την περίπτωση των αθλητικών σωματείων, τα οποία υπάγονται στο Υπουργείο Πολιτισμού, όπως και το εν θέματι σωματείο και διέπονται από τον ν. 2725/1999, ο οποίος στο άρθρο 8 προβλέπει ρητώς, ότι η επωνυμία των σωματείων διατυπώνεται στην ελληνική γλώσσα. Επικουρικώς, δε, συνηθίζεται η διατύπωση της επωνυμίας σε μία εκ των δύο διεθνών γλωσσών (αγγλική ή γαλλική), συνήθως δε η αγγλική, για την περίπτωση αναπτύξεως εκ μέρους του σωματείου διεθνών σχέσεων. Εκείνο, το οποίο είναι βέβαιο, είναι ότι σε καμία περίπτωση η επωνυμία ενός σωματείου δεν διατυπώνεται για κύρια χρήση, πολλώ δε μάλλον για διεθνείς σχέσεις, σε μία οποιαδήποτε γλώσσα οποιασδήποτε άλλης χώρας και άσχετης με την γλώσσα της χώρας έδρας του σωματείου. Διότι, ας μην ξεχνούμε, ότι κατά το άρθρο 1 πργφ. 3, εδ. γ΄, της Συμφωνίας των Πρεσπών, η Μακεδονική γλώσσα, στην οποία διατυπώθηκε η επωνυμία της του σωματείου, είναι η γλώσσα της χώρας της Βόρειας Μακεδονίας. Συνεπώς, το πρώτο λάθος της αποφάσεως είναι η αποδοχή της διατυπώσεως της επωνυμίας για κύρια χρήση σε γλώσσα άλλη εκτός από την ελληνική.

-Δεύτερο λάθος: Το δεύτερο λάθος ήταν η μη σε βάθος εξέταση και συσχέτιση των αιτούντων με την πασιφανή και μη κρυπτόμενη ακόμη και στα social media εγγύτητα τους με το «Ουράνιο Τόξο» είτε αμέσως μέσω της συμμετοχής τους στα ψηφοδέλτια του είτε εμμέσως μέσω της συμφωνίας τους με τις ιδέες που αυτό εκφράζει.

-Τρίτο λάθος: Το κυριότερο, όμως, λάθος ήταν η αποχή του Δικαστηρίου από τη διερεύνηση του περιεχομένου της επίσημης ιστοσελίδας του υπό σύστασιν σωματείου, ώστε να κρίνει κατά πόσον η λειτουργία του είναι σύμφωνη και εντός του πλαισίου της Συμφωνίας των Πρεσπών. Και το τονίζω αυτό, διότι μία απλή περιήγηση της αρκεί, για να βγουν σαφή συμπεράσματα γύρω από το Κέντρο αυτό. Ειδικότερα τα κύρια στοιχεία της Συμφωνίας των Πρεσπών είναι τα εξής:

1) Το επίσημο όνομα του δευτέρου συμβαλλομένου μέρους (δηλαδή του κράτους των Σκοπίων) είναι «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας», όνομα το οποίο έχει σαφώς γεωγραφικά όρια ισχύος, ίδια με την γεωγραφική έκταση του κράτους αυτού,

2) η επίσημη γλώσσα του Δεύτερου Μέρους θα είναι η «Μακεδονική γλώσσα», όπως αναγνωρίσθηκε από την Τρίτη Συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την Τυποποίηση των Γεωγραφικών Ονομάτων, πουδιεξήχθη στην Αθήνα το 1977. Εδώ θα επισημάνω, ότι κατά τον Γ. Μπαμπινιώτη, ο οποίος συμμετείχε στην εν λόγω Συνδιάσκεψη, ουδέποτε ελήφθη απόφαση περί αναγνωρίσεως της «Μακεδονικής» γλώσσας. Αυτό το οποίο αποφάσισε η Συνδιάσκεψη αυτή ήταν ο για λόγους καθαρά τυποποιήσεως μεταγραμματισμός των γεωγραφικών ονομάτων των χωρών στα λατινικά βάσει συστημάτων μεταγραμματισμού, που θα πρότειναν οι ίδιες οι χώρες. Άλλωστε, ο ίδιος ο ΟΗΕ συμπεριέλαβε την γλώσσα της γειτονικής χώρας στις γλώσσες με κυριλλικό αλφάβητο, μαζί με τη σερβική και την κροατική, που ομιλούντο τότε στην Γιουγκοσλαβία. Συνεπώς, για να είμαστε ακριβείς και αντικειμενικοί, αναγνώριση «μακεδονικής γλώσσας» από τον Τρίτη Συνδιάσκεψη δεν έλαβε χώρα. Και να μην λησμονούμε, ότι κατά τον χρόνο των εργασιών της Συνδιασκέψεως αυτής, υπήρχε η Γιουγκοσλαβία ως επίσημο κράτος και όχι η «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Αυτό σημαίνει, ότι όταν την περίοδο αυτή μιλούμε για «μακεδονικά», αναφερόμαστε σε μία από τις ομιλούμενες γλώσσες εντός του κράτους της Γιουγκοσλαβίας, και όχι για επίσημη γλώσσα ενός Κράτους.

3) η ιθαγένεια των πολιτών του κράτους των Σκοπίων είναι η Μακεδονική/πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας. Εδώ πρέπει να γίνει μία παρατήρηση: από την στιγμή που το όνομα του κράτους είναι «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας» και το σύντομο όνομα «Βόρεια Μακεδονία», θα έπρεπε και η ιθαγένεια των πολιτών της να είναι «Βόρειος Μακεδόνας/πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας», όπως αντιστοίχως συμβαίνει με άλλες χώρες όπως Νότιος Αφρική – Νοτιοαφρικανός/ή, Νέα Ζηλανδία – Νεοζηλανδός/ή , Σαουδική Αραβία – Σαουδάραβας/Σαουδαράβισσα). Και αν λάβουμε υπόψιν, ότι ιθαγένεια είναι ο δημοσίου δικαίου νομικός δεσμός που συνδέει το άτομο με την πολιτεία, στην οποίας τον λαό αυτό ανήκει, καταλαβαίνουμε ότι και η «μακεδονική» ιθαγένεια έχει και αυτή συγκεκριμένο φάσμα ισχύος και αφορά αποκλειστικώς και μόνον τους πολίτες του κράτους αυτού. Άλλωστε, και η ρηματική διακοίνωση, που εξέδωσε το υπουργείο Εξωτερικών της γειτονικής μας χώρας δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνείας ή διασταλτικής ερμηνείας, αφού κατ’ αυτήν, και σύμφωνα με το γράμμα και το πνεύμα της Συμφωνίας, ο όρος «Μακεδονική/πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας» αναφέρεται αποκλειστικά στην ιθαγένεια και δεν καθορίζει ή δεν προκαθορίζει την εθνοτική καταγωγή/εθνότητα». Συνεπώς, «Μακεδόνες/ πολίτες της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας» εκτός των πολιτών του Κράτους της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας, δεν νοούνται,

4) η γλώσσα του κράτους των Σκοπίων είναι η «μακεδονική», η οποία εξ ορισμού ως γλώσσα του κράτους αυτού, είναι η γλώσσα των πολιτών του και μόνον αυτών. Συνεπώς, η μονομερής και αυθαίρετη αντίληψη του κράτους αυτού ή ιδιωτικών οντοτήτων αυτού, ότι κατατάσσεται στα «μακεδονικά», οποιαδήποτε γλώσσα ή οποιοδήποτε ιδίωμα που μοιάζει με την «μακεδονική» γλώσσα και ομιλείται εκτός των συνόρων του κράτους αυτού και από άτομα, που δεν είναι πολίτες του κράτους αυτού – είναι παντελώς αβάσιμη και αντίθετη με τη Συμφωνία των Πρεσπών,

5)  το κράτος των Σκοπίων αποδέχεται, ότι με τους όρους «Μακεδονία» και «Μακεδόνας» νοούνται η επικράτεια του, η γλώσσα του, ο πληθυσμός του και τα χαρακτηριστικά τους με την δική τους ιστορία, πολιτισμό και κληρονομιά, που είναι διακριτώς διαφορετικά από αυτά, που αναφέρονται στο άρθρο 7 πργφ. 2 (που αφορά στην χρήση των όρων από εμάς). Συνεπώς, η χρήση των δύο αυτών όρων από τους βόρειους γείτονές μας χαρακτηρίζει μόνον την γεωγραφική επικράτεια του κράτους τους, την γλώσσα των ιδίων ως πολιτών του κράτους τους, τον πληθυσμό του κράτους τους, δηλαδή τους πολίτες αυτού με ιστορία, πολιτισμό και κληρονομιά, που περιορίζονται χρονικώς μόνο στην περίοδο που υπάρχει το συγκεκριμένο κράτος. Το μέγιστο δε χρονικώς διάστημα, στο βάθος του οποίου εκτείνονται η ιστορία, ο πολιτισμός και η κληρονομιά του κράτους αυτού, μπορούμε χαριστικώς να θεωρήσουμε ότι άρχισε το 1947, οπότε και ιδρύθηκε από τον Γιόζιπ Μπροζ Τίτο το κράτος της «Μακεδονίας» ως τμήμα της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας. Αν όχι το 1991, οπότε και ιδρύθηκε το σύγχρονο Κράτος των γειτόνων μας με την Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας τους.

6) η Συμφωνία των Πρεσπών δεν αποσκοπεί να υποτιμήσει καθ’ οιονδήποτε τρόπο ή να αλλοιώσει ή να επηρεάσει την χρήση (εννοείται των όρων «Μακεδονία» και «Μακεδόνας») από τους πολίτες εκάστου συμβαλλομένου μέρους. Συνεπώς, δικαιούχοι της χρήσεως των όρων αυτών είναι: οι Έλληνες πολίτες, όπως προβλέπει η παρ. 2 του άρθ. 7 και οι πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας, όπως προβλέπει η παρ. 3 του άρθ. 7, οπότε αποκλείεται η χρήση των όρων αυτών από τους πολίτες του ενός συμβαλλομένου μέρους συμφώνως προς τον τρόπο χρήσεως των όρων αυτών από τους πολίτες του άλλου συμβαλλομένου μέρους. Αυτό σημαίνει με απλές λέξεις, ότι έλληνας πολίτης δεν μπορεί να χρησιμοποιεί τους όρους «Μακεδονία» και «Μακεδόνας» με το περιεχόμενο, που αναγνωρίζεται για τους «μακεδόνες» πολίτες και αντιστρόφως.

Από όλα τα παραπάνω, καθίσταται σαφές, ότι τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις εκάστου συμβαλλομένου μέρους αφορούν αποκλειστικώς τα κράτη και κυρίως τους πολίτες αυτών. Αυτό σημαίνει, ότι σε καμία περίπτωση τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις ενός συμβαλλομένου μέρους δεν ασκούνται από πολίτες του άλλου συμβαλλομένου μέρους. Αυτήν ακριβώς την ερμηνευτική άποψη υποστηρίζει και κατοχυρώνει και η ίδια η Συμφωνία των Πρεσπών:

Η επωνυμία της ιστοσελίδας είναι «www. makedonski.gr», στα ελληνικά «Μακεδόνας». Είναι πράγματι περίεργο, ότι η επωνυμία της επίσημης ιστοσελίδας του «Κέντρου» δεν έχει καμία σχέση με την δραστηριότητα του, τουλάχιστον έτσι όπως αυτή εμφανίζεται στην επίσημη ιστοσελίδα του. Αντιθέτως, ως επωνυμία χρησιμοποιείται η εθνικότητα των πολιτών της γειτονικής χώρας. Ένα άλλο, επίσης περίεργο, είναι ότι η γλώσσα, που χρησιμοποιείται για την επωνυμία, είναι η γλώσσα του γειτονικού κράτους. Και όλα αυτά, έχοντας ως δεδομένο, ότι η ιστοσελίδα είναι ελληνική. Οπότε τώρα τίθεται το δεύτερο ερώτημα: Μπορεί ένα νομικό πρόσωπο, που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα, να έχει ως επωνυμία ιστοσελίδας την εθνικότητα ενός γειτονικού κράτους;

Από την στιγμή, που το υπό σύστασιν σωματείο εδρεύει στην Ελλάδα, τότε ως προς την χρήση του ονόματος «Μακεδονία» και «Μακεδόνας» θα εφαρμόσουμε την διάταξη του άρθ. 7 παρ. 2 της Συνθήκης. Κατά την διάταξη αυτή: «Όταν γίνεται αναφορά στο Πρώτο Μέρος (εννοείται η Ελλάδα), με αυτούς τους όρους νοούνται όχι μόνο η περιοχή και ο πληθυσμός της βόρειας περιοχής του Πρώτου Μέρους, αλλά και τα χαρακτηριστικά τους, καθώς και ο Ελληνικός πολιτισμός, η ιστορία, η κουλτούρα και η κληρονομιά αυτής της περιοχής από την αρχαιότητα έως σήμερα». Συμπέρασμα: Όποιος χρησιμοποιώντας τους δύο όρους («Μακεδόνας και Μακεδονία») τους συσχετίζει με την Ελλάδα – όπως πράττει το εν λόγω Σωματείο, αφού εδρεύει στην Ελλάδα – αυτομάτως εννοεί ό, τι ακριβώς ορίζουμε και γνωρίζουμε εμείς οι Έλληνες – και όλη βεβαίως η παγκόσμια κοινότητα – ως «Μακεδονία» και «Μακεδόνας». Το εννοεί όμως έτσι και το Σωματείο; Δεν το νομίζω. Και τούτο, διότι και μόνο η επωνυμία του ως «Κέντρο Μακεδονικής Γλώσσας» μας δίνει το στίγμα. Η χρήση των όρων γίνεται βάσει της διατάξεων του άρθ. 7 παρ. 2 της Συμφωνίας των Πρεσπών, που αφορά στην χρήση των όρων αυτών από το γειτονικό Κράτος, και όχι βάσει του άρθ.7 παρ. 1, που αφορά στην χρήση τους από την Ελλάδα. Άρα: α) ή είναι εσφαλμένη η χρήση των όρων από το εδρεύον στην Ελλάδα Σωματείο, οπότε έχουμε παραβίαση των όρων του άρθ. 7 παρ. 1 της Συμφωνίας των Πρεσπών, β) ή έχουμε ορθή χρήση των όρων βάσει του άρθ. 7 παρ. 2, οπότε έχουμε χρήση, σύμφωνη με τις απόψεις του γειτονικού Κράτους. Υπό αυτό το πρίσμα, το Δικαστήριο θα έπρεπε να απορρίψει το αίτημα για την σύσταση του Σωματείου, είτε με την πρώτη βάση είτε με την δεύτερη.

Η απόφαση του Δικαστηρίου θα ήταν ευχερέστερο να εκδοθεί απορριπτική, εάν το Δικαστήριο ελάμβανε υπόψιν και ένα άλλο γεγονός. Τις αναρτήσει  του πρώην πρωθυπουργού Ζόραν Ζάεφ (4.1.2023):
«Σήμερα περιμένουμε με ανυπομονησία την αναγνωρισμένη μακεδονική γλώσσα και τους καρπούς της Πρέσπας, όπως το άνοιγμα του Κέντρου Μακεδονικής Γλώσσας στην Ελλάδα» και του πρώην υπουργού Εξωτερικών Νικόλα Δημητρώφ (29 Νοεμβρίου): 
«Συγχαίρω τους ιδρυτές του Κέντρου Μακεδονικής Γλώσσας στην Ελλάδα και όλους τους πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας και της Ελλάδας που χαίρονται για αυτή την όμορφη πράξη που είναι ιδιαίτερα σημαντική ως μια ακόμη επιβεβαίωση των στενών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. Ευχαριστώ τόσο τον πρώην όσο και τον νυν πρωθυπουργό, Τσίπρα και Μητσοτάκη, για την πίστη και τη δέσμευσή τους στην οικοδόμηση ειλικρινούς φιλίας και καλής γειτονίας». Ποιο είναι το ζήτημα, που εγείρουν οι δύο αυτοί πολιτικοί άνδρες με την κίνησή τους; Αυτό ακριβώς που ορίζει το άρθρο 6 παράγραφος 3 της Συμφωνίας των Πρεσπών: «Έκαστο Μέρος θα αποτρέπει και θα αποθαρρύνει ενέργειες, περιλαμβανομένων των προπαγανδιστικών, από ιδιωτικές οντότητες που πιθανόν υποδαυλίζουν τον σωβινισμό, την εχθρότητα, τον αλυτρωτισμό και τον αναθεωρητισμό σε βάρος του άλλου Μέρους».


Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 23 Μαρτίου 2023, αρ. φύλλου 1167.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ