25.8.18

ΟΔΟΣ: Ένσημα


ΟΔΟΣ 22.3.2018 | 928


Αγαπητή ΟΔΟΣ

Ο Γιώργος, κάποιος Γιώργος για την ακρίβεια, αυτή την φορά αποτέλεσε την αφορμή μου να σου γράψω. Τον συνάντησα τυχαία στον δρόμο, να εμφανίζεται από ένα στενό της Καστοριάς ανηφορίζοντας με την φρατζόλα στο χέρι και μου έδωσε την αφορμή.

Γουνεργάτης στο παρελθόν –όπως θυμάμαι ήλθε στην Καστοριά από τα χωριά της Κοζάνης από δεκαετίες πριν, να βρει την τύχη του. Στην ακμάζουσα τότε και κάποτε πόλη, με τα χιλιάδες γουνεργαστήρια και τις μεγάλες ανάγκες για εργατικά χέρια. Αρχικά ήλθε για δοκιμή και έμεινε οριστικά. Στην γούνα, μηχανικός ήταν όσο τουλάχιστον γνωρίζω. Το πρωΐ έφευγε το βράδυ γυρνούσε.

Μόνο που από χρόνια τώρα, με αποκορύφωμα σ’ αυτά τα χρόνια της οικονομικής κρίσης, ο Γιώργος παραμένει άνεργος. Όχι μόνο χωρίς δουλειά, αλλά και ανασφάλιστος ακόμη. Του λείπουν σχετικά λίγα ένσημα του ΙΚΑ, ώστε να κατοχυρώσει κάποια στιγμή δικαίωμα στην σύνταξη.

Όμως δεν κάθεται. Όταν βρίσκει δουλειά στην γούνα, έστω και για λίγες εβδομάδες, δεν την αφήνει αν και κατά κανόνα είναι ανασφάλιστη. Μαύρη κατάμαυρη. Όταν πάλι ξεμένει για μήνες από δουλειά και φθάνει στα όριά του, πηγαίνει και παρακαλά στον Δήμο. Συμπληρώνει τα χαρτιά του, μήπως και του αναθέσουν κάποια ολιγόμηνη δουλειά, σε κάποιο από τα προγράμματα που επιδοτούνται, να κολλήσει μερικά ακόμη ένσημα. Να μη μείνει στον δρόμο.

Προφανώς αυτό φοβάται. Θα είναι τώρα κοντά στα 60, ίσως και 62, υπολογίζω πώς εργάστηκε 35-40 χρόνια, με την ψυχή στο στόμα κάθε μέρα. Ο Γιώργος δεν κλέβει κανένα, ούτε το κράτος, αν και μετά από τόσα χρόνια εργασίας ελπίζει να πάρει μια μέρα την σύνταξή του.

Ξέρεις, αγαπητή ΟΔΟΣ, έτσι συμβαίνει και το ίδιο ισχύει περίπου, όχι μόνο για τον Γιώργο, αλλά για όλους. Για όλους όσους δεν έχουν τίποτε εξασφαλισμένο και δεδομένο. Για όσους καθημερινά βιώνουν την αγωνία, έστω αβεβαιότητα για το αύριο: Θα υπάρχει δουλειά; Θα πάρω σύνταξη; Αυτό είναι το μόνιμο ερώτημα πια στις μέρες που ζούμε. Και αυτός είναι ο Γιώργος της γειτονιάς μου. Με μια έννοια θα μπορούσε ο Γιώργος να είμαι και εγώ.

Και έτσι, αγαπητή ΟΔΟΣ, αφού τον ακολούθησα ως το κατώφλι της πόρτας μου, ένα μεσημέρι των προηγούμενων ημερών, με την Καστοριά βυθισμένη στο χάλι της παρακμής, αφού ανταλλάξαμε μια καλησπέρα και ένα «καλή όρεξη», πήγε ο καθένας σπίτι του. Η αλήθεια είναι ότι πολλές-πολλές σχέσεις δεν είχα ποτέ με τον Γιώργο, αλλά ο χαιρετισμός ήταν πάντα αυθόρμητος και προπαντός ειλικρινής.

Σκεφτόμουν συχνά άλλωστε τον γείτονα Γιώργο. Πώς να ζεσταίνει τον χώρο του άραγε; Τι να τρώει; Πόση αγωνία να έχει; Πόσα ένσημα του λείπουν; Τι του λένε, εκεί στον Δήμο Καστοριάς, όταν παρακαλεί. Και πόσο δίκιο είναι, ο Γιώργος της γειτονιάς μου, όπως και εκατοντάδες –αν δεν είναι πολλοί περισσότεροι– άνεργοι και αποκαμωμένοι να βλέπουν στην Καστοριά, να περνούν οι μέρες, οι μήνες και τα χρόνια της κρίσης.

Και όχι μόνο να μην αλλάζει κάτι, αλλά να του κουνούν και το δάκτυλο, δήμαρχοι, σύμβουλοι, βουλευτές, περιφερειάρχες, προϊστάμενοι, διευθυντές όλοι, μα όλοι καθισμένοι βολικά πίσω από τα άνετα γραφεία τους, με τα πρόσθετα ηλεκτρικά καλοριφέρ και αερόθερμα να του επιδεικνύουν το αποτέλεσμα του υπηρεσιακού τους κάματου. Και να του ζητούν με τον τρόπο τους να μη βγάλει μιλιά. Να μη ζητεί πολλά. Εκτός ίσως από λίγα ψίχουλα, αν βρουν βεβαίως χρόνο να ασχοληθούν μαζί του. Και έτσι ο Γιώργος αρκείται στα ψίχουλα, έχοντας στόχο την σύνταξη.

Πλησίαζαν –όταν συναντηθήκαμε– άλλωστε και οι μέρες που ο Σύνδεσμος Ελλήνων Γουνοποιών, με τα ρυθμισμένα από τα προηγούμενα χρόνια με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου χρέη, και τα αμύθητα δάνεια, όλα στις πλάτες του Γιώργου, αμετακίνητος στην τακτική του, προετοιμάζει μια ακόμη Έκθεση Γούνας...στην Αθήνα, εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από την Καστοριά.

Ο Γιώργος γνωρίζει γι’ αυτή την αδικία που γίνεται στην θετή πατρίδα του στην Καστοριά, αλλά τόσες ανάγκες που έχει, ούτε και γι αυτό το θέμα μπορούσε να πει ποτέ την γνώμη του ελεύθερα. Αυτή την χρονιά προσήλθε σύμμαχος σε μια άστοχη ενέργεια και η...Εταιρεία Προστασίας Ατόμων με Αυτισμό Καστοριάς, στην οποία οι Μίδες της Γούνας προσέφεραν περίπτερο να πωλεί πλεκτά στην Excellence. Λαμβάνοντας έτσι η Εταιρεία άστοχα θέση σε ένα καίριο και λεπτό ζήτημα που αφορά το κοινωνικό σύνολο στην Καστοριά. Και έτσι ο Γιώργος της ιστορίας παρακολουθούσε σιωπηλός το Ελληνικό Δημόσιο σε όλες τις εκδοχές του: Επιδοτούμενο, ρυθμισμένο, χαρισμένο, κανονικό...


* * *


Και όχι μόνο να μην αλλάζει κάτι, αλλά να του κουνούν και το δάκτυλο, δήμαρχοι, σύμβουλοι, βουλευτές, περιφερειάρχες, προϊστάμενοι, διευθυντές όλοι, μα όλοι καθισμένοι βολικά πίσω από τα άνετα γραφεία τους,  να του επιδεικνύουν το αποτέλεσμα του υπηρεσιακού τους κάματου. Και να του ζητούν με τον τρόπο τους να μη βγάλει μιλιά. Να μη ζητεί πολλά. 


* * *


Ήταν Παρασκευή, αγαπητή ΟΔΟΣ, και όλοι οι αξιωματούχοι, αιρετοί, εκλεγμένοι ή όχι επέστρεφαν κι αυτοί –όπως και ο άεργος Γιώργος– στην ζέστη του σπιτιού τους. Μήνας μπαίνει - μήνας βγαίνει, έχει γι’ αυτούς ο Θεός. Μισθοί και αποζημιώσεις, επιδοτήσεις, ένσημα και ασφάλειες, απαλλαγές, σεβασμό, προβολή, συνεντεύξεις, κοινωνικές εκδηλώσεις, ταξιδάκια.

Κι όμως, ο Γιώργος γύριζε σπίτι του που ήταν κρύο. Έλπιζε ότι ο καιρός θα βελτιωνόταν και χαιρόταν που θα ζέσταινε λίγο. Ο Γιώργος είχε τουλάχιστον το χώρο του και δεν ήταν άστεγος. Όπως οι χιλιάδες αστέγων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. «Κανείς μόνος στην κρίση» έγραφε κάποτε εκείνο το στοιχειωμένο πανώ στην Μητροπόλεως, στο έρημο κέντρο της Καστοριάς, και ο Γιώργος κάθε φορά που το έβλεπε δεν ήξερε αν έπρεπε να γελάσει ή να κλάψει.

Άνοιξε την τηλεόρασή του και σκεπάστηκε πρόχειρα. Πάτησε την ΕΤ1, έτυχε κατά βάση να έχει ειδήσεις εκείνη την ώρα. Μετά την εποχή του «μαύρου» του άρεσαν οι ειδήσεις και προπαντός οι ενημερωτικές αναλύσεις στην ΕΤ1. Πού αλλού θα μπορούσε να ζεσταθεί με το πλεόνασμα γονυκλυσιών και διαφήμισης της κυβέρνησης και ελεεινολογίας για όλους τους άλλους. «Κι αν λένε αλήθεια;» –σκεφτόταν. «Κι αν πράγματι έρχεται η ανάκαμψη;», «και εάν σε λίγους μήνες αρχίσουν και πάλι να τρέχουν τα πακέτα;», «γιατί να μην χορτάσω με λίγη ελπίδα και προσδοκία;».

Ήταν βέβαια από πάντα –που λέει ο λόγος– ορατή η επιρροή της εκάστοτε κυβέρνησης στην ΕΡΤ, αλλά ο Γιώργος νόμιζε –μπορεί να ήταν κι από ελπίδα– ότι ποτέ άλλοτε δεν ήταν τόσο φανερή. Ωστόσο του πωλούσε ελπίδα η ΕΡΤ 1 κι’ αυτό αρκούσε. Θυμόταν και εκείνες τις καθαρίστριες του υπουργείου Οικονομικών που τακτοποιήθηκαν στο άψε-σβήσε το 2015, αν και από τότε εξαφανίστηκαν από προσώπου γης, –θα έγιναν και αυτές απλά βολεμένες– και περίμενε κι’ αυτός, ο περιστασιακός γουνεργάτης, περιστασιακός κλαδευτής στον Δήμο, ο μόνιμα άνεργος της Καστοριάς, περίμενε την σειρά του να δικαιωθεί.

«Και ύστερα» σκεφτόταν, αφού ήταν η επάρατη τέως κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου που είχε κλείσει το Ραδιομέγαρο, «φυσικό» είναι σήμερα να λιβανίζουν αυτούς που την αποκατέστησαν. Κι ας την πληρώνουν πανάκριβα από το υστέρημά τους και μάλιστα καταναγκαστικά, εκβιαστικά όλοι οι Έλληνες, ακόμη και αυτοί οι πρώην και πολιτικά αποτρόπαιοι Σαμαροβενιζέλοι προσωπικά· όπως με τον τρόπο του και ο άνεργος Γιώργος.

Η κρατική και δημόσια τηλεόραση έπαιρνε το αίμα της πίσω: ορδές παρουσιαστών, τεχνικών, υπαλλήλων, χιλιάδες προσλήψεις και αναθέσεις, δεκάδες ΕΡΤ σε όλη την Ελλάδα, ραδιόφωνα και τηλεοράσεις. Ακόμη και ο Δήμος Καστοριάς πλήρωσε στις αρχές του χρόνου (αντί να του πληρώσουν για δικαιώματα) περισσότερο από 3.000 ευρώ (!) στην ΕΡΤ3 για να μεταδώσει μόνο κάποιες εικόνες από τα καρναβάλια.

Εκεί λοιπόν, αγαπητή ΟΔΟΣ, εκεί, στην ΕΡΤ1 είδε. Είχε δει και ακούσει τον μητροπολίτη Καλαβρύτων κ Αγιαλείας Αμβρόσιο, να υβρίζει και να καλεί σε ξεσηκωμό παράγοντες και θεατές της παράστασης «Ιησούς Χριστός-Σούπερ σταρ» του περίφημου musical. Με κατάρες, απειλώντας με μηνύσεις, με αφορισμούς, με, με. Καθυβρίζοντας την ΕΡΤ επίσης για την στάση που κρατεί σε θέματα πρώτης προτεραιότητας στην κλίμακα της υπερυσυντηρητικής ηθικής, που μερικές φορές δεν διαφέρει απ’ αυτή του Ισλάμ. Καλώντας τους Έλληνες να μην την παρακολουθούν μάλιστα. Προφανώς για να μην εκμαυλιστούν.

Ο Γιώργος δεν πίστευε στα μάτια του. Ούτε στα αυτιά του. Είχε επιτέλους ένα λόγο να συμπαθεί την ΕΡΤ. Κάτι παράξενοι ρασοφόροι, παλαιοημερολογίτες θα ήταν υπέθεσε, κάτι άλλοι με σταυρούς στα χέρια, εικονίσματα, κομποσχοίνια και θυμιατά να βρίσκονται έξω από το θέατρο στην Αθήνα και να μοιράζουν ύβρεις και κατάρες. Κατάρες σ’ αυτούς που το έβλεπαν και γι αυτούς τους ηθοποιούς, που τους άρεζε ή όχι η παράσταση, εργάζονταν και προσπαθούσαν να βγάλουν το ψωμί τους. Το ΙΚΑ τους.

Δεν περίμενε βλέπεις αγαπητή ΟΔΟΣ, ο λειτουργός της Αγάπης, που πληρώνεται μάλιστα από το Ελληνικό Δημόσιο –με το μισθό Στρατηγού είχε ακούσει– να επιτίθεται στην ΕΡΤ, που και αυτή είναι ελληνικό δημόσιο ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων. Γι αυτό κέντρισε τον ενδιαφέρον του η κατάσταση. Τα πλοκάμια του Δημοσίου, «μπλέχτηκαν» σκέφθηκε και περίμενε.

Στην συνέχεια άρχισε η εκπομπή «δεύτερη ματιά». Τι εκπομπή κι’ αυτή! Όχι μόνο «δεύτερη» δεν του φάνηκε η ματιά, αλλά φονική. Έσταζε αντικειμενικά όμως, με επιστημονικό τρόπο μάλιστα προκατάληψη, αιχμές, σχόλια κατά του Κυριάκου, του Βαγγέλη, του Άδωνι. Νόμιζε ο Γιώργος, ότι κάθε φορά που παρουσιάστρια πρόφερε το όνομα «Αντώνης Σαμαράς», σαν να διέκρινε κάτι να κοκκινίζει στα χείλη. Πιο κόκκινο κι’ απ’ αυτά. Το βλέμμα της του φαίνονταν ότι σκοτείνιαζε και ότι σιγόκλεινε τα βλέφαρα. Σαν να έλεγε το όνομα ο Νοσφεράτου του έμοιαζε. Να χρειάζεται αντιλυσσικός ορός. Κι’ αυτές πληρωμένες από τον Γιώργο, όπως και απ’ όλους μας.
Να ακούει τον ένα καλοπληρωμένο από το Ελληνικό Δημόσιο, να βρίζει τον άλλο. Μεγαλεία. Πληρωμένους από τον Γιώργο, τον άεργο, περιστασιακό μεροκαματιάρη. Με όλα τα ένσημά τους κολλημένα να εκτελούν συμβόλαια.

Μόνο που αυτή την Παρασκευή άκουσε και την άλλη είδηση: Αθώωσε λέει πανηγυρικά ελληνικό ποινικό Δικαστήριο τον Αμβρόσιο, από τις κατηγορίες για υποκίνηση ρατσιστικού μίσους σε βάρος της ομοφυλόφιλης κοινότητας. Όταν πριν μερικά χρόνια επικαλούμενος την ιδιότητά του, με ανακοίνωσή του, έκανε όσους το διάβασαν να σκύψουν το κεφάλι από ντροπή. Τον αθώωσε με την λογική ότι ο Άγιος εννοούσε τους πολιτικούς και ότι δεν υποκινήθηκε βία. Άλλος ένας δημόσιος λειτουργός –το Δικαστήριο– που έκρινε στο όνομα του ελληνικού λαού και του νόμου για λογαριασμού του Γιώργου με μία ύβρη στην κοινή λογική.

Όσο σεβαστή κι αν είναι η απόφαση, του Γιώργου δεν του κολλούσε κάτι. «Θα δημιουργούνταν έτσι ένα σαφές δικαστικό προηγούμενο». Για κάθε χρήση. Μήνας μπαίνει - μήνας βγαίνει παντού. Η ΕΡΤ κι αυτή την φορά φάνηκε να είναι στον αντίποδα. Όπως και η κυβέρνηση, αλλά και ο Γιώργος της Καστοριάς. «Ποιος σωστός» άνθρωπος μπορεί να ανέχεται ένα ρασοφόρο μητροπολίτη, που πληρώνεται αδρά, να βρίζει με αυτό τον τρόπο;

«Φοβερό» σκέφτηκε ο Γιώργος, αγαπητή ΟΔΟΣ. Πού το πάνε όλοι αυτοί; Πού το πάει η Καστοριά και όλη η Ελλάδα; Υπάρχει άραγε ελπίδα; Και ποια να είναι αυτή; Υπάρχει τρόπος και έδαφος για μερικές απλές κοινές αρχές;

Ύστερα σκέφθηκε ο Γιώργος, ότι ίσως (μόνο ίσως), εάν έμεναν για 3-4 μήνες δοκιμαστικά, όλοι αυτοί, άνεργοι, μητροπολίτης, δικαστής, εκφωνητές της ΕΡΤ, δήμαρχοι, βουλευτές, προϊστάμενοι κ.ο.κ., χωρίς μισθό και ένσημα, όπως και δαύτος –Έλληνας είναι και ο ίδιος– «ίσως» σκέφτηκε ο Γιώργος, να ξανασκέφτονταν να βρίσει ο ένας τον άλλο, τον ελληνικό λαό, τους ηθοποιούς που εργάζονταν, τους άνεργους γουνεργάτες, τους ανθρώπους για τον προσανατολισμό τους. Είτε με κανονικές βρισιές, είτε με την αρχαιοελληνική ύβρι. «Ίσως» και εδώ στην Καστοριά, λιγότερο να του κουνούσαν το δάκτυλο οι εκλεγμένοι και υπηρεσιακοί, για το πόση θυσία κάνουν και πόσο μεγάλη χάρη που τους έχει. Που υπάρχουν.

«Κι αν πράγματι έτσι είναι», σκέφθηκε ο Γιώργος αγαπητή ΟΔΟΣ, κι αν έχουν όλοι αυτοί δίκιο; Ύστερα αποκοιμήθηκε στον άβολο και φθαρμένο καναπέ δίπλα στο τηλέφωνο. Μήπως τον καλέσουν από τον Δήμο για εκείνο το μεροκάματο και το ένσημο που σου έγραφα στην αρχή. Με την γη να γυρίζει. Την μέρα να διαδέχεται η νύχτα, και αυτή το ξημέρωμα. Μόνο που ο Γιώργος ξημέρωσε ο ίδιος και ολόιδιοι όπως και χθες όλοι που βρίζουν ο ένας τον άλλο και όλοι μαζί τον Γιώργο. Τον άνεργο γουνεργάτη. Όμορφος κόσμος, αγγελικά πλασμένος.



* * *

Φωτογραφία εξωφύλλου: Το μουσικό λογότυπο του soundtrack της ταινίας (1973) Jesus Christ Superstar (Ιησούς Χριστός Υπέρλαμπρο Άστρο)· της πολυβραβευμένης θρυλικής ροκ όπερας του Broadway (1971). Η εκπληκτική ταινία του Norman Jewison, σε μουσική Andrew Lloyd Webber (1970) και στίχοι Tim Rice, προβλήθηκε στην Καστοριά το 1975 στον κινηματογράφο “Παλλάς” για λίγες μόνο ημέρες, καθότι θρησκευτικές οργανώσεις έκλεψαν το φιλμ από τον θάλαμο προβολής. Μόνο που τότε, δεν είχε συμπληρωθεί καλά-καλά ένα έτος από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας και την νομιμοποίηση του ΚΚΕ. Δεν είχαν συμπληρωθεί παρά 2,5 δεκαετίες από το τέλος του Πολέμου και κυρίως ο πυρήνας των διαμαρτυρόμενων Καστοριανών, είχε γεννηθεί κάπου μεταξύ του 1895 και 1915. Σήμερα, 43 χρόνια μετά;

Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 22 Μαρτίου 2018, αρ. φύλλου 928


Σχετικά:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ