ΟΔΟΣ 25.4.2019 | 983 |
Ας αφήσουμε λοιπόν τα σχολεία, στην μακαριότητα της εκπαιδευτικής τους αποστολής, τα μουσεία στην ένδεια της νηφαλιότητάς τους και την τέχνη στην τραγική της μοναξιά· την ασφυκτική της συμπίεση ανάμεσα σε κάποιες σπίθες που δύσκολα θερμαίνουν την έλλειψη συνεννόησης και επικοινωνίας.
Άγγελος Δεληβοριάς
Η αλήθεια είναι, πως ανέβαλλα συνεχώς να κάνω πράξη την απόφασή μου να αναφερθώ στο θέμα που μ’ απασχολεί εδώ και πολλούς μήνες, σχετικά με τα όσα συμβαίνουν στον χώρο του αρχοντικού Βέργουλα. Αλλά πια για την τάξη των σκέψεών μου, για την ιστορία, που συνδέεται με την μεταχείριση του αρχοντικού και προπαντός για την αντίδρασή μου, θα ήθελα να εκθέσω τις απόψεις μου για σημαντικά γεγονότα που αφορούν το συγκεκριμένο αρχοντικό.
Το 2005 το αρχοντικό ενταγμένο στο πρόγραμμα Leader αναπαλαιώθηκε με σκοπό να χρησιμοποιηθεί ως Δημοτική Πινακοθήκη της Καστοριάς. Δυστυχώς, ήταν όχι μόνο προεκλογική δέσμευση του τότε δημάρχου Καστοριάς κ. Δημητρίου Παπουλίδη, η οποία ποτέ δεν πραγματοποιήθηκε, αλλά ηθικά και κυρίως νομικά ενέργεια που για μεγάλο χρονικό διάστημα ακροβατούσε εκθέτοντας πρόσωπα και καταστάσεις.
Κατόπιν και εντελώς ξαφνικά το αρχοντικό δόθηκε για χρήση στην αμφιλεγόμενη σχολή οργανοποιΐας, η οποία δεν εξυπηρέτησε ποτέ μα ποτέ τον πραγματικό ρόλο της, οι δε νέοι που φοιτούσαν σ’ αυτήν είχαν συνεχώς προβλήματα και τελικά σταμάτησε δια παντός η λειτουργία της. Φυσικά η σχολή διατηρήθηκε και επί δημαρχίας Ιωάννη Τσαμίση, το δε αρχοντικό φιλοξενούσε στους χώρους του, όχι μόνο τα όργανα που κατασκεύασαν οι μαθητές, αλλά και τους ίδιους, καθώς επίσης και ένα σωρό εύφλεκτα υλικά τα οποία δεν ήταν δυνατόν ούτε να σκεφτεί κάποιος ότι μπορεί να είναι αποθηκευμένα στους χώρους ενός αναπαλαιωμένου αρχοντικού. Δυστυχώς όμως ζούμε στην Καστοριά… και έτσι χωρίς αντίδραση και δράση η κατάσταση ήταν πια παγιωμένη και έτσι εξακολούθησε έως ότου πια το αρχοντικό έμεινε και πάλι άδειο.
Από εκείνο το σημείο και μετά κατά καιρούς χρησιμοποιήθηκε για διάφορες εκδηλώσεις, αλλά μόνο ο επάνω όροφος –ήταν αδύνατον να χρησιμοποιηθεί ο πρώτος όροφος και τα υπόγεια, αφού φιλοξενούνταν εκεί μηχανήματα και ξύλα της σχολής. Επιτέλους όμως είχαμε και κάποιο χώρο γι’ αυτές!
Και έτσι φθάνουμε στο σήμερα και στις τωρινές εξελίξεις, μια που η κάθε νέα δημοτική αρχή προσπερνά αποφάσεις, διαγράφει νόμους και συνθήκες για τους δικούς της λόγους και συμφέροντα, καθώς επίσης και για την υστεροφημία της. Χρησιμοποιεί, όπως και με όποιον τρόπο σκεφτεί, την πόλη και τα στολίδια της, ξεχνώντας και διαγράφοντας, όχι μόνο το παρελθόν και τις ενέργειες των προηγούμενων, αλλά και το πλέον σημαντικό, τους πολίτες.
Το Βεργουλάδικο, που ήταν χώρος έκθεσης κυρίως ζωγραφικής, είναι πλέον… «Κέντρο ιστορικής και σύγχρονης φωτογραφίας», με επιλεγμένες μόνιμες φωτογραφίες ενός φωτογράφου. Γιατί έτσι επέλεξε η δημοτική αρχή. Αποκλείοντας τους πάντες και τα πάντα. Κανείς δεν μπορεί πλέον να οργανώσει έκθεση στον επάνω όροφο του αρχοντικού όπως τόσα χρόνια συνέβαινε. Όσοι θέλουν να εκθέσουν σε έναν χώρο αξιοπρεπή και όχι σε υπόγεια, πρέπει να επιστρέψουν στην αίθουσα του δημοτικού συμβουλίου ή στο αμφιθέατρο της Νομαρχίας.
Είναι εκπληκτικό στ’ αλήθεια πώς μία δημοτική αρχή ξαφνικά αποκλείει του ζώντες και την ενεργή δημιουργία των δημοτών της. Όταν μετά από τόσες προσπάθειες πολλών ετών καταφέραμε να λειτουργήσει επιτέλους ένας χώρος εκθέσεων στην πόλη, όπου νέοι αλλά και καταξιωμένοι ζωγράφοι εξέθεσαν τα έργα τους, τώρα ο χώρος αυτός μονοπωλείται από μόνιμες φωτογραφίες.
Είναι εκπληκτικό πως ο Δήμος Καστοριάς θεωρεί άξιο μόνον έναν από τους Καστοριανούς (και συγκεκριμένα φωτογράφο) και αφιερώνει ολόκληρο αρχοντικό, επειδή έτσι αποφάσισε κάποιος ή κάποιοι, και συγχρόνως με την συμβολική του αυτή πράξη, υποτιμά, παραγκωνίζει έστω τους σημαντικότατους καστοριανούς ζωγράφους, όπως φερ’ ειπείν τον Δούκα Σαχίνη, τον Χρυσόστομο Τζημάκα, τον Βασίλη Παπαντίνα, τον Ιωάννη Σαχίνη, τον Θεόδωρο Ζωγράφο… κ.ά., έργα των οποίων έχει στην κατοχή του ο Δήμος Καστοριάς, που γι’ αυτόν τον σκοπό ανακαινίστηκε με το πρόγραμμα Leader το αρχοντικό, δηλαδή για να λειτουργήσει ως Δημοτική Πινακοθήκη, έτσι ώστε να βρουν στέγη οι Καστοριανοί εικαστικοί. Και θα ήταν και μία σοβαρή αφορμή για τον Δήμο Καστοριάς να αποκτήσει έργα και άλλων Καστοριανών εικαστικών που δεν έχει στην κατοχή του, όπως π.χ. των Αλεκτορίδη, Χατζή, Ρόρου, Σαμαρά κ.ά.
Φυσικά, εξ αιτίας της προηγούμενης εμπειρίας μου με τα κοινά και ζώντας σ’ αυτήν την πόλη συνεχώς, γνωρίζω καλά πως ο κόσμος δεν αντιδρά και συνήθως τα περισσότερα που αποφασίζονται στο πόδι προκαλούν όχι μόνο ερωτηματικά, αλλά και απέραντη θλίψη.
Όταν η πολιτική ηγεσία φιλοδοξεί να παράγει ουσιαστικό έργο, οφείλει να γνωρίζει και να αξιολογεί σωστά και ειδικά το ανθρώπινο δυναμικό που ασχολείται με τον πολιτισμό. Δεν κάνει χάρη, αλλά εκπληρώνει υποχρέωση. Η κομματική καμαρίλα και ανώνυμοι παρατρεχάμενοι σύμβουλοι βύθισαν πολλές φορές αυτήν την πόλη στο σκοτάδι.
Όλοι τους υπόσχονται προεκλογικά και μετεκλογικά λαγούς με πετραχήλια για τον πολιτισμό, ανεγείροντας πολιτιστικά κέντρα ο ένας μετά τον άλλον… υποσχέσεις χωρίς ντροπή σε μία πόλη που είναι η μοναδική στην Ελλάδα χωρίς δείγμα χώρου για εκδηλώσεις πολιτισμού. Ίσως τελικά αναλώνονται μόνο στο θεαθήναι, μόνο στο όταν έχουμε και όταν μπορούμε, και ξεχνούν φυσικά το σημαντικότερο όλων, πως ο πολιτισμός πρωταρχικά συνδέεται με τον πολίτη της πόλης και μετά με τον τουρισμό.
Πολιτισμός δεν είναι σίγουρα η χρηματοδοτούμενες εκδηλώσεις, ούτε μόνον οι σκέψεις διανοούμενων, ούτε τα μουσεία, αλλά πολιτισμός είναι και ο τρόπος με τον οποίο ο κάθε πολίτης βιώνει την καθημερινότητά του και ιεραρχεί τις ανάγκες του.
Και για να επανέλθω στο θέμα του Βεργουλάδικου, που πραγματικά με θλίβει και είναι διαπιστωμένο πως όχι μόνο εμένα προσωπικά, θα αναφέρω πως τα τελευταία χρόνια φιλοξένησε εξαιρετικές εκθέσεις ζωγραφικής και αναμφισβήτητα θεωρώ και αξιόλογη και την φωτογραφική συλλογή Παπάζογλου.
Πριν χρόνια όταν ο Γιώργος Γκολομπίας αναζητούσε χώρο γι’ αυτήν την έκθεση, τρέχοντας μαζί, διαπιστώναμε ότι πουθενά δεν μπορούσε να φιλοξενηθεί έστω και περιοδικά. Και φυσικά ο ίδιος δεν είχε τελικά την χαρά να δει την συλλογή να εκτίθεται στον χώρο που ήταν ο φυσικός της, δηλαδή στην πόλη μας. Όμως εκτός από μια σπουδαία συλλογή η οποία σίγουρα πρέπει να βρει τον χώρο της, υπάρχει ο ενεργός εικαστικός, ο ενεργός φωτογράφος, το σήμερα που τρέχει και φέρνει το αύριο.
Μοιραία γεννιούνται λοιπόν κάποια ερωτήματα. Ποιος είναι άραγε ο γνώστης, ο ειδήμων που μπορεί να «κλείνει» ένα αρχοντικό μετονομάζοντάς τον σε «Κέντρο ιστορικής και σύγχρονης φωτογραφίας» και μάλιστα με επιλεγμένες φωτογραφίες ενός φωτογράφου; Ακόμη και τα έργα των σπουδαιότερων ζωγράφων και φωτογράφων, συνυπάρχουν σε χώρους πολιτισμού. Και πώς είναι δυνατόν να καταλαμβάνεται μόνιμα με αποτέλεσμα να αποκλείεται ο επάνω και μοναδικός κύριος όροφος για εκθέσεις και εκδηλώσεις έστω και περιοδικές;
Φυσικά ακόμη και ο πρώτος όροφος έχει την τιμητική του, αφού κι αυτός έχει καταληφθεί με φωτογραφίες. Όσο για τα υπόγεια; Όταν και όποτε μπορούν… με χρόνια με καιρούς…. Και η αυλή; Μουσείο είναι… αλλά κι αυτή εν καιρώ θα διαμορφωθεί. Πολλά χρόνια πέρασαν εξ άλλου μέχρι να αδειάσει ο χώρος από την ξυλεία της σχολής. Να μην υπάρξουν άλλα τόσα για το υπόγειο και την αυλή; Και ποιος άραγε είναι εκείνος που μπορεί και έχει την δύναμη και το δικαίωμα να αρνηθεί τον χώρο σε καλλιτέχνες, ζωγράφους, φωτογράφους, ηθοποιούς, γενικά δημιουργούς της τέχνης; Σε ανθρώπους που χρόνια με την δύναμη της ψυχής τους στηρίζουν αυτήν την πόλη και προσπαθούν στο όταν και όποτε… στο αν θα υπάρξει κάποιος χώρος;
Κλείνοντας θα ήθελα να αναφέρω κάτι που έχω κρατήσει στην καρδιά μου από τον Γιώργο Γκολομπία. Ήταν Χριστούγεννα του 2005. Με επισκέφθηκε στο δημαρχείο στην έκθεσή μου με τίτλο «Μεταμορφώσεις». Λυπήθηκε πάρα πολύ βλέποντας τα έργα μου κολλημένα το ένα δίπλα και πάνω στο άλλο, χωρίς τον κατάλληλο φωτισμό, ανάμεσα σε καρέκλες και γραφεία. Ήξερε πως προσπαθούσα για την Δημοτική Πινακοθήκη Καστοριάς, στο αρχοντικό Βέργουλα. Όσες φορές τον ξανασυνάντησα από τότε, συνεχώς με ρωτούσε: «Πότε θα μεταμορφωθεί αυτή η πόλη; Ακόμη; Επιτέλους πότε θα θαυμάσουμε το εικαστικό της χρυσάφι;». Δεν πρόλαβε. Εμείς;
Το διήγημα του Γιώργου Γκολομπία «Ψάχνοντας το χρυσάφι» αναδημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 30 Απριλίου 2009 [σχετικά "εδώ"]
Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 25 Απριλίου 2019, αρ. φύλλου 983
Στην Καστοριά είχαμε την ατυχία μιας εξαιρετικά επίπονης αυτοδιοίκησης τα τελευταία 5 χρόνια, ο τόπος γονάτισε και εξαθλιώθηκε και ο χρόνος μέτρησε ανάποδα για την οποιαδήποτε ανάπτυξη, για την οποιαδήποτε διέξοδο από τα μεγάλα και μικρά προβλήματα. Μια μικρή όαση, σταγόνα στα χείλη των διψασμένων, ήταν οι εικαστικές δράσεις από ατομικές ή συλλογικές πρωτοβουλίες πολιτών. Σαν τον ορό που σταγόνα σταγόνα κρατάει τον ασθενή στην ζωή. Δεν ξέρω τι να ευχηθώ στην δημοτική αρχή που φεύγει, δεν ξέρω πώς αυτοί οι κύριοι μπορούν και κοιμούνται με την όποια συνείδηση μπορούν να αντέξουν, ήταν μια απόλυτα μαύρη περίοδος για όλους και για όλα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟι ελπίδες μας στρέφονται στην νέα δημοτική αρχή και ιδιαίτερα στο πρόσωπο του δημάρχου, και στο θέμα της αξιοποίησης του αρχοντικού Βέργουλα.
Ανήκει σε όλους τους Καστοριανούς και μη.
Διαγραφή