Σε μια πατρίδα, λοιπόν, που δεν μπορεί να ανανήψει, που αδυνατεί να συνέλθει (πολύ θα ήθελα να πω πως απλώς δυσκολεύεται, έστω και πολύ, δε μου αρέσει που λέω πως αδυνατεί, αλλά ειλικρινής θέλω να ‘μαι), όσοι ζωντανοί ας αντισταθούμε! Όσοι πραγματικά ζωντανοί και μ’ αληθινό ενδιαφέρον γι’ αυτό τον τόπο, που πατρίδα μας είναι, όσοι έχουν αληθινό ενδιαφέρον για την ίδια τη ζωή, που μία μονάχα έχει ο καθείς μας και δεν γνωρίζουμε τη διάρκειά της.
«Η ρηχή σκέψη κάνει δυνατή την εξάπλωση του κακού» έγραψε η Χάνα Άρεντ κι εμείς σήμερα έχουμε λόγους να πιστεύουμε πως ο ρηχός τρόπος που σκεπτόμαστε φταίει που το κακό έχει παραγίνει. Άρα, καθώς επείγει το να αντισταθούμε-είναι μεγάλη ντροπή για τους αρχηγούς κρατών να κινεί τα νήματα της αντίστασης ένα 16χρονο κορίτσι, η Γκρέτα, στο καυτό θέμα του περιβάλλοντος που, σύμφωνα με τους επιστήμονες, δεν έχει πια πολλά περιθώρια για να σωθεί…
Κάτι τέτοιο τόνισε κι ο γνωστός σε όλους μας Καστοριανός ιστορικός κ. Στάθης Πελαγίδης, μιλώντας στην εκδήλωση-αφιέρωμα του Πολιτιστικού Συλλόγου «Βασίλειος Δόικος»: «Κι αυτό που κάνουμε απόψε εδώ, Μακεδονικός Αγώνας είναι!». Γιατί μια δυνατή μορφή αντίστασης είναι κι η μουσική. Και για μένα κύρια μορφή αντίστασης είναι.
Η μουσική… Σαν το μαχαίρι πότε χρησιμοποιείται σωστά και μας χαρίζει τις φέτες του ψωμιού που μας θρέφουν και πότε, μαχαιρώνοντάς μας, μπορεί και τη ζωή μας ακόμη ν’ αφαιρέσει… Κι αρχίζουμε από το τελευταίο, το κακό...
«Τα βιολιά επέζησαν και εξακολουθούν να είναι σε χρήση. Πίσω όμως από κάθε βιολί υπάρχει και μια προσωπική ιστορία και όλη η ιστορία του Ολοκαυτώματος», δήλωσε η διευθύντρια του τμήματος της ιστορίας στο Νταχάου, αναφερόμενη στα βιολιά που έπαιζαν εφιαλτικές μουσικές που υποχρεώνονταν να ακούνε οι μελλοθάνατοι πριν ξεκινήσουν το πρωί για τα λατομεία και τις στοές ή τα κρεματόρια , απ’όπου οι περισσότεροι δεν επέστρεφαν ποτέ. Κι επειδή η φρίκη είναι τεράστια, ας φύγουμε κατευθείαν από τα βιολιά του θανάτου για να πάμε σε μουσικές σωτήριες. Γιατί και τέτοιες υπήρξαν, ευτυχώς για τη μουσική και για τον Άνθρωπο:
Ιανουάριος 1941, Γκέρλιτζ, Γερμανία. Στο γερμανικό στρατόπεδο αιχμαλώτων Stalag VIII-A, διοργανώνεται μια συναυλία από τον Γάλλο συνθέτη Ολιβιέ Μεσιάν (1908-1992). Ο στρατευμένος Μεσιάν είχε αιχμαλωτιστεί από τους Γερμανούς στο Βερντέν τον Μάιο του 1940. Στα στρατόπεδο συναντά έναν βιολονίστα, έναν τσελίστα κι έναν κλαρινετίστα και αποφασίζει να γράψει κάτι γι’ αυτούς. Έτσι, μαζί με το πιάνο που έπαιζε ο Μεσιάν, προέκυψε ένα κουαρτέτο, το οποίο ερμήνευσαν μπροστά σε 5.000 αιχμαλώτους και Γερμανούς φρουρούς.
«Το κρύο ήταν αφόρητο», έγραψε αργότερα ο Μεσιάν, «το Στάλαγκ είχε θαφτεί κάτω απ’το χιόνι. Οι τέσσερις ερμηνευτές παίξαμε σε χαλασμένα όργανα. Το τσέλο του Ετιέν Πασκιέ είχε μόνο τρεις χορδές, τα πλήκτρα στο πιάνο μου κατέβαιναν αλλά δεν ανέβαιναν ξανά…».
Ωστόσο το κοινό άκουσε τη μουσική απόλυτα προσηλωμένο, τόσο που ο Μεσιάν εντυπωσιάστηκε". (Tο κουαρτέτο του 1941 θεωρείται από τα μουσικά αριστουργήματα του 20ού αιώνα (τον Δεκέμβριο του 2004, στην τοποθεσία του στρατοπέδου, το έργο ακούστηκε ξανά ζωντανά).
Κάτι παρόμοιο συνέβη και στο -όχι και τόσο γνωστό- στρατόπεδο συγκέντρωσης Terezin. Στην ταινία ντοκιμαντέρ με τίτλο «Η χορωδία του Ολοκαυτώματος» παρουσιάζεται η ζωή μέσα στο στρατόπεδο του Rafael Schächter, ενός Τσέχου διευθυντή ορχήστρας, ο οποίος, μαζί με τους συγκρατούμενούς του, αποφάσισε να αντιδράσει στην βία και τις απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης με την τέχνη και την μουσική. Η δράση τους θα έχει σαν αποκορύφωμα την δημιουργία χορωδίας 150 κρατουμένων, οι οποίοι θα ερμηνεύσουν το «Ρέκβιεμ» του Βέρντι, με σκοπό να πουν, μέσω της μουσικής, όσα δεν θα τολμούσαν ποτέ.
Κατά τη γνώμη μου, το κοινό, με την προσήλωσή του στη μουσική, προσηλωνόταν στην ίδια τη ζωή. Γιατί η μουσική στη συγκεκριμένη δύσκολη στιγμή δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η γέφυρα που ένωνε τους απελπισμένους με τη ζωή. Θα μπορούσαμε να πούμε, επίσης, πως δεν ήταν μόνο μια γέφυρα, αλλά ήταν κι ένα ουράνιο τόξο που κρατούσε αναμμένη μέσα τους την ελπίδα πως ίσως και να μπορέσουν να πετύχουν κάτι κορυφαίο: να καταφέρουν να ζήσουν!
Και, καθώς οι γέφυρες ενώνουν, στον νου μας έρχεται κι εκείνο το τραγούδι που στον A’Παγκόσμιο πόλεμο ένωσε Γερμανούς και Βρετανούς:
“Πέντε μήνες αφότου είχε ξεσπάσει ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος (1914), την παραμονή των Χριστουγέννων, ένα ασυνήθιστο και μαγικό γεγονός έλαβε χώρα στο δυτικό μέτωπο. Γεμάτοι έκπληξη, Βρετανοί στρατιώτες άρχισαν να ακούν από τα γερμανικά χαρακώματα τον εχθρό να τραγουδά «Stille Nacht! Heilige Nacht!». Αμέσως άρχισαν να τραγουδούν και αυτοί την αγγλική εκδοχή. Το επόμενο πρωί, Γερμανοί και Βρετανοί στρατιώτες άφησαν κάτω τα όπλα τους και συναντήθηκαν στην ουδέτερη ζώνη, για να γιορτάσουν τα Χριστούγεννα.
Ο Βρετανός στρατιώτης Φρανκ Ρίτσαρντς είχε γράψει στο ημερολόγιό του: «Είχαμε κολλήσει πάνω μας μια ταμπέλα που έγραφε “Καλά Χριστούγεννα”, το ίδιο έκανε και ο εχθρός. Έπειτα δύο απ’ τους άνδρες μας έριξαν κάτω τα όπλα τους και με τα χέρια στο κεφάλι πήδηξαν το στηθαίο και συναντήθηκαν με δύο Γερμανούς, που έκαναν ακριβώς το ίδιο. Δώσανε τα χέρια τους και μετά ακολουθήσαμε όλοι οι υπόλοιποι». Ο δεκανέας Τζον Φέργκιουσον είχε γράψει με τη σειρά του: «Βρεθήκαμε να μιλάμε και να γελάμε με άνδρες τους οποίους προσπαθούσαμε να σκοτώσουμε λίγες ώρες πριν»”.
Ας αντισταθούμε, λοιπόν, κι εμείς σήμερα! Όχι σκορπίζοντας χαρτοπετσέτες στα μπουζουκομάγαζα, που παλιότερος πολιτικός, σε μια εποχή όπου η κρίση δεν ήταν χειροπιαστή, μα είχε αρχίσει χωρίς να το υποψιαζόμαστε, «πολιτιστικά κέντρα» είχε αποκαλέσει, τόση ήταν η σύγχυση η δική του κι η δική μας. Ας αντισταθούμε με αληθινή μουσική, μ’ αυτήν που ανυψώνει τον άνθρωπο, ας αντισταθούμε μ’ όποιον υγιή τρόπο μπορούμε! Οι καιροί είναι σκοτεινοί κι εμείς οφείλουμε να φέρουμε πίσω το φως· το φως μέσα μας, για να φωτιστούν κι οι ζωές μας.
Γιατί η ζωή του καθενός μας είναι μία και μοναδική - «δεύτερη ζωή δεν έχει»…
Το κείμενο αυτό είναι γραφτό να αφιερωθεί στους Καστοριανούς λάτρεις της όπερας, που, χωρίς σοβαρό λόγο και δίχως καμία εξήγηση, αποφασίστηκε να τη στερηθούν σε καιρούς ειρήνης κι ελευθερίας, που, φυσιολογικά, ευνοούν αγαθά σαν τον πολιτισμό και την τέχνη και δεν τα εξορίζουν από τη ζωή των ανθρώπων…
Φωτογραφία: Υπό την διεύθυνση του Simon Rattle, του μουσικού διευθυντή του Συμφωνικής Ορχήστρας του Βερολίνου, απόλαυσαν οι Καστοριανοί τον Τριστάνο και Ιζόλδη του Richard Wagner, στην εξαιρετική παραγωγή του Mariusz Treliński, που παρουσιάστηκε απ’ ευθείας από την Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης στο ΤΕΙ Καστοριάς τον Οκτώβριο του 2016, με την Nina Stemme και τον Stuart Skelton στους κύριους ρόλους.
Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 31 Οκτωβρίου 2019, αρ. φύλλου 1007.
"...αποφασίστηκε να τη στερηθούν σε καιρούς ειρήνης κι ελευθερίας, που, φυσιολογικά, ευνοούν αγαθά σαν τον πολιτισμό και την τέχνη και δεν τα εξορίζουν από τη ζωή των ανθρώπων…"
ΑπάντησηΔιαγραφή